H ύφεση που ξεκίνησε με την κρίση που ξέσπασε στην αγορά κατοικίας στις ΗΠΑ και τα δάνεια υψηλού ρίσκου που έδιναν οι τράπεζες, όχι από μεγαλοθυμία ή ανθρωπιστικά κίνητρα, αλλά γιατί ήθελαν να κερδοσκοπήσουν υπερβολικά, μεταφέρεται σιγά σιγά, σαν ένας επικίνδυνος ιός, στις αγορές όλου του κόσμου. Αυτή η κρίση των δανείων υψηλού ρίσκου για μία ακόμα φορά δείχνει πόσο εκτεθειμένο είναι το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα –που δεν αποτελεί κανένα μνημείο διαφάνειας– στις οργανωμένες κινήσεις κερδοσκοπίας. Κινήσεις απέναντι στις οποίες τα κράτη δεν έχουν καμία άμυνα, εκτός αν θεωρήσουμε αυτή τη γελοιότητα των επιτοκίων ως τέτοια.
Ενα από τα σημαντικότερα στοιχεία αυτής της κρίσης έχει να κάνει με το ποιος, τέλος, φορτώνεται αυτή τη ζημιά που προκάλεσαν οι κερδοσκοπικές κινήσεις κάποιων ηλιθίων. Μα, όλοι εμείς. Οι κεντρικές τράπεζες δανείζουν αφειδώς δισεκατομμύρια σε τραπεζικά ιδρύματα που τζογάρισαν στη φούσκα των ακινήτων για να μην πτωχεύσουν. Και αυτά τα εκατομμύρια που δανείζουν, ουσιαστικά τα πληρώνουμε εμείς. Διότι αυτά τα τεράστια ποσά «οικονομικής στήριξης», οι κυβερνήσεις τα κόβουν από τις χρηματοδοτήσεις του προϋπολογισμού στα ταμεία, την παιδεία, την υγεία και όλες τις κοινωνικές λεγόμενες δαπάνες.
Ενα ακόμα ενδιαφέρον στοιχείο στην ιστορία αυτή αφορά τους Νεοφιλελεύθερους, που κατακεραυνώνουν την επέμβαση του κράτους στην αγορά. Τώρα που οι κυβερνήσεις στηρίζουν τις τράπεζες, τους μοχλούς της κερδοσκοπίας, δεν βγάζουν τσιμουδιά. Λες και το βασικό καθήκον του κράτους είναι να «εθνικοποιεί», να μοιράζει σε όλους εμάς τις ζημιές που υφίστανται οι κερδοσκόποι. Δεν θυμάμαι ποτέ όμως κάποια κυβέρνηση να θέλει να μας μοιράσει και τα κέρδη που συσσωρεύουν όλοι αυτοί οι «οι παίκτες» του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, που έχουν μερικές φορές και κάτι ονόματα όπως hedge funds, από τα οποία άντε να διεκδικήσεις χρήματα σε περίπτωση που τα χάσεις.
Το έχω ξαναγράψει και παλιότερα και δεν αποτελεί καμιά μεγάλη σοφία: οι κυβερνήσεις όλου του κόσμου, λόγω της ιδιαίτερης φύσης που έχουν ως επιχειρήσεις οι τράπεζες, τους έχουν παραχωρήσει απίστευτα προνόμια, που παρόμοιά τους δεν έχει κανένας άλλος επιχειρηματικός κλάδος. Αυτά τα προνόμια, που σε μεγάλο βαθμό έχουν να κάνουν με την εγγύηση των κεφαλαίων και της λειτουργίας τους από το κράτος, τις ωθούν να ριψοκινδυνεύουν μεγάλα ποσά σε επισφαλείς επενδύσεις, με στόχο να αποκομίσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερα κέρδη, για να τα μοιράσουν στους μετόχους τους. Αν δεν υπήρχαν οι κρατικές εγγυήσεις, δεν θα τολμούσαν να διακινδυνέψουν ούτε μισό ευρώ. Βέβαια, το σύστημα είναι «σοφό». Για να αποκλείσει την πιθανότητα να βρεθεί στην εξουσία κάποιο κόμμα με τίποτα περίεργες αντιλήψεις για την κοινωνική δικαιοσύνη, έχει διασφαλίσει τη θεσμική ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών. Κανείς δεν μπορεί να τις ελέγξει.
Πέρα από αυτό, επειδή την τελευταία εικοσαετία η διαπλοκή τής οικονομικής με την πολιτική εξουσία απλώθηκε σε τρομερό βαθμό –σε σημείο που οι πολιτικοί να είναι εντολοδόχοι των οικονομικών συμφερόντων– το ίδιο το πολιτικό σύστημα έχει αποδυναμώσει την εκλογική διαδικασία απ' αυτό που θα έπρεπε να είναι σε μία Δημοκρατία, διασφαλίζοντας τον αποκλεισμό από τη διακυβέρνηση κάθε πολιτικής δύναμης, η οποία δεν είναι πρόθυμη να υπηρετήσει το μεγάλο κεφάλαιο και τις ορέξεις του.
Ας πούμε, εδώ στην Ελλάδα, βάλαμε έναν καθηγητή του συνταγματικού δικαίου να υποστηρίξει την ψήφιση ενός εκλογικού νόμου, που ανεξαρτήτως του τι θα βγάλει η κάλπη θα δώσει στο πρώτο κόμμα ένα πριμ 50 εδρών. Αυτό, μία πρακτική δικτατορικών καθεστώτων που είχε στόχο τους αποκλεισμούς από τη διακυβέρνηση των «επικίνδυνων» ομάδων ή κομμάτων, κάποιοι το ονομάζουν Δημοκρατία.
Του Χρίστου Χαραλαμπόπουλου από την "SportDay" της Παρασκευής, 21 Μαρτίου 2008.
Ενα από τα σημαντικότερα στοιχεία αυτής της κρίσης έχει να κάνει με το ποιος, τέλος, φορτώνεται αυτή τη ζημιά που προκάλεσαν οι κερδοσκοπικές κινήσεις κάποιων ηλιθίων. Μα, όλοι εμείς. Οι κεντρικές τράπεζες δανείζουν αφειδώς δισεκατομμύρια σε τραπεζικά ιδρύματα που τζογάρισαν στη φούσκα των ακινήτων για να μην πτωχεύσουν. Και αυτά τα εκατομμύρια που δανείζουν, ουσιαστικά τα πληρώνουμε εμείς. Διότι αυτά τα τεράστια ποσά «οικονομικής στήριξης», οι κυβερνήσεις τα κόβουν από τις χρηματοδοτήσεις του προϋπολογισμού στα ταμεία, την παιδεία, την υγεία και όλες τις κοινωνικές λεγόμενες δαπάνες.
Ενα ακόμα ενδιαφέρον στοιχείο στην ιστορία αυτή αφορά τους Νεοφιλελεύθερους, που κατακεραυνώνουν την επέμβαση του κράτους στην αγορά. Τώρα που οι κυβερνήσεις στηρίζουν τις τράπεζες, τους μοχλούς της κερδοσκοπίας, δεν βγάζουν τσιμουδιά. Λες και το βασικό καθήκον του κράτους είναι να «εθνικοποιεί», να μοιράζει σε όλους εμάς τις ζημιές που υφίστανται οι κερδοσκόποι. Δεν θυμάμαι ποτέ όμως κάποια κυβέρνηση να θέλει να μας μοιράσει και τα κέρδη που συσσωρεύουν όλοι αυτοί οι «οι παίκτες» του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, που έχουν μερικές φορές και κάτι ονόματα όπως hedge funds, από τα οποία άντε να διεκδικήσεις χρήματα σε περίπτωση που τα χάσεις.
Το έχω ξαναγράψει και παλιότερα και δεν αποτελεί καμιά μεγάλη σοφία: οι κυβερνήσεις όλου του κόσμου, λόγω της ιδιαίτερης φύσης που έχουν ως επιχειρήσεις οι τράπεζες, τους έχουν παραχωρήσει απίστευτα προνόμια, που παρόμοιά τους δεν έχει κανένας άλλος επιχειρηματικός κλάδος. Αυτά τα προνόμια, που σε μεγάλο βαθμό έχουν να κάνουν με την εγγύηση των κεφαλαίων και της λειτουργίας τους από το κράτος, τις ωθούν να ριψοκινδυνεύουν μεγάλα ποσά σε επισφαλείς επενδύσεις, με στόχο να αποκομίσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερα κέρδη, για να τα μοιράσουν στους μετόχους τους. Αν δεν υπήρχαν οι κρατικές εγγυήσεις, δεν θα τολμούσαν να διακινδυνέψουν ούτε μισό ευρώ. Βέβαια, το σύστημα είναι «σοφό». Για να αποκλείσει την πιθανότητα να βρεθεί στην εξουσία κάποιο κόμμα με τίποτα περίεργες αντιλήψεις για την κοινωνική δικαιοσύνη, έχει διασφαλίσει τη θεσμική ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών. Κανείς δεν μπορεί να τις ελέγξει.
Πέρα από αυτό, επειδή την τελευταία εικοσαετία η διαπλοκή τής οικονομικής με την πολιτική εξουσία απλώθηκε σε τρομερό βαθμό –σε σημείο που οι πολιτικοί να είναι εντολοδόχοι των οικονομικών συμφερόντων– το ίδιο το πολιτικό σύστημα έχει αποδυναμώσει την εκλογική διαδικασία απ' αυτό που θα έπρεπε να είναι σε μία Δημοκρατία, διασφαλίζοντας τον αποκλεισμό από τη διακυβέρνηση κάθε πολιτικής δύναμης, η οποία δεν είναι πρόθυμη να υπηρετήσει το μεγάλο κεφάλαιο και τις ορέξεις του.
Ας πούμε, εδώ στην Ελλάδα, βάλαμε έναν καθηγητή του συνταγματικού δικαίου να υποστηρίξει την ψήφιση ενός εκλογικού νόμου, που ανεξαρτήτως του τι θα βγάλει η κάλπη θα δώσει στο πρώτο κόμμα ένα πριμ 50 εδρών. Αυτό, μία πρακτική δικτατορικών καθεστώτων που είχε στόχο τους αποκλεισμούς από τη διακυβέρνηση των «επικίνδυνων» ομάδων ή κομμάτων, κάποιοι το ονομάζουν Δημοκρατία.
Του Χρίστου Χαραλαμπόπουλου από την "SportDay" της Παρασκευής, 21 Μαρτίου 2008.