Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Φαντασία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Φαντασία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2013

Η Επιταχυνόμενη Διαστολή του Σύμπαντος και η Σκοτεινή Ενέργεια

Από τις αρχές του τρέχοντος μηνός μία καταπληκτικής ανάλυσης φωτογραφική μηχανή 570 megapixels αξίας 50 εκατομμυρίων δολαρίων, που έχει τοποθετηθεί στο τηλεσκόπιο τεσσάρων μέτρων Blanco στο Cerro Tololo της Χιλής, ξεκίνησε να καταγράφει τον νυχτερινό ουρανό του Νότιου ημισφαιρίου  κάτι που θα συνεχιστεί για τα επόμενα πέντε χρόνια. Κάθε φωτογραφία καταγράφει 100.000 γαλαξίες, ενώ στο τέλος του προγράμματος θα έχουν καταγραφεί συνολικά 300 εκατομμύρια γαλαξίες και 4.000 supernova εκρήξεις. 


Στο τέλος αυτής της προσπάθειας 200 ερευνητών, από 23 ερευνητικά κέντρα έξη χωρών, θα έχει δημιουργηθεί μία εντυπωσιακή κοσμική ταινία που θα μας ξεναγεί στα 13,82 δισεκατομμύρια χρόνια της εξελικτικής πορείας του Σύμπαντος. Στην ταινία αυτή θα βρίσκεται η απάντηση σε ένα από τα πιο πολύπλοκα και ενδιαφέροντα κοσμολογικά προβλήματα που εντοπίστηκε μόλις πριν από 15 περίπου χρόνια. Πρόκειται για το περίφημο πρόβλημα της επονομαζόμενης «σκοτεινής ενέργειας» που αποτελεί το 68,3% των συστατικών του Σύμπαντος και η οποία τα τελευταία 6,5 δισεκατομμύρια χρόνια υποχρεώνει το Σύμπαν να διαστέλλεται επιταχυνόμενο.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά.

Οι περισσότεροι επιστήμονες, μέχρι τα τέλη σχεδόν του περασμένου αιώνα, θεωρούσαν ότι η διαστολή του Σύμπαντος επιβραδύνεται, κάτι που θεωρούνταν απολύτως φυσιολογικό, αφού σ’ αυτές τις κολοσσιαίες κοσμικές κλίμακες η βαρύτητα είναι εκείνη η φυσική αλληλεπίδραση που υπερισχύει. Και καθώς η βαρύτητα είναι πάντα ελκτική, από τη στιγμή της δημιουργίας του και μετά, από τη στιγμή δηλαδή που η Μεγάλη Έκρηξη γέννησε τον ίδιο το χώρο και το χρόνο, η διαστολή του επιβραδύνεται. Γι’ αυτό, όταν ξεκίνησε στα 1987 το διεθνές ερευνητικό πρόγραμμα Supernova Cosmology Project, ο βασικός του στόχος ήταν να υπολογίσει, μέσα από την ανίχνευση συγκεκριμένων supernova εκρήξεων, αυτόν ακριβώς το ρυθμό επιβράδυνσης της διαστολής του.

Λίγα χρόνια αργότερα, και συγκεκριμένα το 1995, μία δεύτερη ερευνητική ομάδα, η High Z Supernova Team, μπήκε στο παιχνίδι. Τα αποτελέσματα των δύο ερευνητικών ομάδων που ανακοινώθηκαν επίσημα τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 1998 άφησαν τη διεθνή επιστημονική κοινότητα "με το στόμα ανοιχτό"! Γιατί η ανάλυση των δεδομένων, αντί απλά να οδηγήσει στον υπολογισμό του ρυθμού επιβράδυνσης της διαστολής του Σύμπαντος με περισσότερη ακρίβεια, όπως όλοι περίμεναν, οδήγησε τους ερευνητές στο ακριβώς αντίθετο, στο συμπέρασμα δηλαδή ότι η διαστολή του Σύμπαντος επιταχύνεται!

Οι επιστήμονες κατέληξαν ότι, προκειμένου να εξηγηθεί αυτή η επιταχυνόμενη κοσμική διαστολή, το συνολικό απόθεμα μάζας και ενέργειας του Σύμπαντος θα πρέπει να κυριαρχείται από ένα άγνωστο, παράξενο και βαρυτικά απωστικό "κάτι". Αυτό το κάτι το ονόμασαν "σκοτεινή ενέργεια". Και είναι πράγματι σκοτεινή γιατί, ακόμα και σήμερα, 15 χρόνια μετά την επιβεβαίωση της ύπαρξής της, η φύση της σκοτεινής αυτής ενέργειας εξακολουθεί να διαφεύγει από τους επιστήμονες. Με αυτά τα νέα δεδομένα προκύπτει κάτι εξίσου εντυπωσιακό, που αναδεικνύει παράλληλα και τον όγκο της άγνοιάς μας για το Σύμπαν στο οποίο ζούμε. Γιατί φαίνεται ότι από το συνολικό ποσοστό μάζας και ενέργειας του Σύμπαντος ένα συγκλονιστικό 68,3% αντιστοιχεί στην άγνωστη σκοτεινή ενέργεια, ενώ ένα ακόμα 26,8% αντιστοιχεί στην εξίσου άγνωστη σκοτεινή ύλη, και μόλις το 4,9% που απομένει αντιστοιχεί στην κλασική, βαρυονική ύλη από την οποία αποτελούνται τα μυριάδες άστρα των 100 δισεκατομμυρίων γαλαξιών του Σύμπαντος, αλλά κι εμείς οι ίδιοι.

Σήμερα λοιπόν, 2.500 χρόνια από τότε που οι προσωκρατικοί Ίωνες φιλόσοφοι πρώτοι προσπάθησαν να εξηγήσουν "αυτόν τον κόσμο το μικρό τον μέγα" με ορθολογικό τρόπο, απαλλαγμένο από θρησκευτικές δοξασίες και την αναγωγή σε υπερφυσικά φαινόμενα, ένα σχεδόν αιώνα μετά τη μεγάλη επιστημονική επανάσταση του 20ου αιώνα που βασίστηκε στην Κβαντική Μηχανική και στη Γενική Θεωρία της Σχετικότητας, τους θεμέλιους λίθους της σύγχρονης φυσικής, αλλά και 15 χρόνια μετά την επιβεβαίωση της επιταχυνόμενης διαστολής του Σύμπαντος, μια σειρά από κορυφαία κοσμολογικά ερωτήματα εξακολουθούν να παραμένουν αναπάντητα.


Για να περιγράψουμε όσο είναι δυνατό την εξέλιξη των επαναστατικών ιδεών που οδήγησαν την επιστημονική κοινότητα να παραδέχεται σήμερα ότι η διαστολή του Σύμπαντος επιταχύνεται, θα χρειαστεί να ανατρέξουμε περίπου 100 χρόνια πριν, όταν η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας δεν είχε διατυπωθεί ακόμα, σε μια εποχή όπου ήταν κοινή πεποίθηση ότι το Σύμπαν είναι σταθερό, αιώνιο και αμετάβλητο. Σύμφωνα με το κοσμοείδωλο εκείνης της εποχής, το Σύμπαν αποτελούνταν αποκλειστικά από τον Γαλαξία μας, ένα απομονωμένο δηλαδή σμάρι άστρων περιβαλλόμενο από το απέραντο κενό του διαστήματος. Μέσα σ’ αυτό το γενικότερο κλίμα απόρριψης μιας κοσμολογικής εξέλιξης, κι αυτός ακόμη ο Einstein, που διατύπωσε τη Γενική Θεωρία της Σχετικότητας, ήταν αδύνατο να μείνει ανεπηρέαστος. Πιστεύοντας και ο ίδιος ακράδαντα σε ένα στατικό Σύμπαν και συνειδητοποιώντας ότι η επίλυση των εξισώσεων της Γενικής Σχετικότητας αναδεικνύει και δυναμικές λύσεις, με άλλα λόγια επιτρέπει την ύπαρξη είτε διαστελλόμενων είτε συστελλόμενων συμπάντων, ο Einstein προσπάθησε "τεχνητά" να τις "ακυρώσει" εισάγοντας στις εξισώσεις του, κάπως αυθαίρετα ίσως, έναν ακόμη όρο, γνωστό σήμερα ως κοσμολογική σταθερά.

Η κοσμολογική σταθερά αντιπροσώπευε μια μορφή ενέργειας διάχυτης σε όλο το χώρο, η οποία είχε την παράξενη ιδιότητα να αντιστέκεται στη περαιτέρω συστολή του Σύμπαντος ακριβώς κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να οδηγεί σε ένα στατικό Σύμπαν. Σιγά-σιγά όμως η εικόνα των επιστημόνων για το Σύμπαν άρχισε να αλλάζει. Ήδη στα 1922 και 1924, ο Ρώσος μαθηματικός Alexander Friedmann (1888-1925) δημοσίευσε ορισμένες λύσεις των εξισώσεων της Γενικής Σχετικότητας, οι οποίες αντιστοιχούσαν σε μη στατικά Σύμπαντα. Ούτε όμως ο Einstein ούτε κανένας άλλος ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για το επιστημονικό έργο του Friedmann, ο οποίος πέθανε ένα χρόνο αργότερα από τύφο, μην έχοντας τη δυνατότητα να υποστηρίξει και να κάνει ευρύτερα γνωστές τις απόψεις του. Ανεξάρτητα από τον Friedmann, ένας Βέλγος αστρονόμος και ιερέας ο Georges Lemaitre (1894-1966) κατέληξε το 1927 στο ίδιο ακριβώς συμπέρασμα, ενώ τέσσερα χρόνια αργότερα προχώρησε ακόμη περισσότερο, προτείνοντας ότι το Σύμπαν προήλθε από ένα υπέρπυκνο και υπέρθερμο "αρχέγονο άτομο" ενέργειας.


Οι πρώτες ισχυρές παρατηρησιακές ενδείξεις ότι "υπάρχουν πολλά περισσότερα εκεί έξω απ’ όσα ονειρεύονταν" ως τότε οι επιστήμονες δεν άργησαν να έρθουν, αρχικά μέσα από τις μελέτες του αστρονόμου Vesto Slipher (1875-1969) και άλλων. Κορυφώθηκαν όμως κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1920 με τις πρωτοποριακές παρατηρήσεις του Αμερικανού αστρονόμου Edwin Hubble (1889-1953). Χρησιμοποιώντας το νέο τηλεσκόπιο Hooker στο Αστεροσκοπείο του όρους Wilson, ο Hubble συνειδητοποίησε αρχικά ότι οι αμυδροί "νεφελοειδείς" που είχαν εντοπιστεί από λιγότερο ισχυρά τηλεσκόπια της εποχής του ήταν στην πραγματικότητα άλλοι γαλαξίες σαν τον δικό μας. Η "απομάκρυνση" του ανθρώπου από το κέντρο του κόσμου που είχε ξεκινήσει με την απόρριψη αρχικά του γεωκεντρικού και αργότερα του ηλιοκεντρικού συστήματος συνεχίστηκε έτσι και με τον Hubble, ο οποίος απέδειξε ότι όχι μόνο ο Ήλιος μας αλλά ούτε κι ο Γαλαξίας μας κατείχε κάποια ξεχωριστή θέση στο Σύμπαν. Λίγο αργότερα, διαπιστώνοντας ότι οι γαλαξίες αυτοί απομακρύνονταν από εμάς με ταχύτητες ανάλογες της απόστασής τους, ο Hubble ανακάλυψε και την διαστολή του Σύμπαντος. Το αναμφισβήτητο αυτό γεγονός υποχρέωσε τον Einstein να αποσύρει από τις εξισώσεις της Γενικής Σχετικότητας την κοσμολογική σταθερά, παραδεχόμενος ότι η εισαγωγή της ήταν "η μεγαλύτερη γκάφα της ζωής" του.

Έκτοτε, και για αρκετά χρόνια, η πιθανότητα ύπαρξης μιας τέτοιας βαρυτικά απωστικής ενέργειας παρέμενε ως ένα ακόμα ενδιαφέρον παράδοξο, αν και όπως έγραφε πριν από σχεδόν 40 χρόνια ο μεγάλος Αμερικανο-Ρώσος κοσμολόγος George Gamow (1904-1968) στην αυτοβιογραφία του: "Η γκάφα αυτή, την οποία εν τέλει ο ίδιος ο Einstein απέρριψε, χρησιμοποιείται μερικές φορές, ακόμα και σήμερα, από τους κοσμολόγους και η κοσμολογική σταθερά ανασηκώνει το απειλητικό της κεφάλι ξανά και ξανά και ξανά".

Απ’ ό,τι φαίνεται είχε δίκιο γιατί η κοσμολογική σταθερά "ήρθε τελικά για να μείνει". Και δεν αποκλείεται να αποδειχθεί ότι ίσως η "μεγαλύτερη γκάφα της ζωής" του Einstein δεν ήταν τόσο η εισαγωγή της κοσμολογικής σταθεράς στις εξισώσεις της Γενικής Θεωρίας της Σχετικότητας όσο αυτή ακριβώς η απόρριψή της. Γιατί οι επιστήμονες σήμερα υιοθετούν την άποψη ότι η επιταχυνόμενη διαστολή του Σύμπαντος θα πρέπει να οφείλεται σε κάποιον φυσικό μηχανισμό ανάλογο ίσως της κοσμολογικής σταθεράς.


Η τυχαία ανακάλυψη το 1965 από τους Arno Penzias (1933- ) και Robert Wilson (1936- ) της κοσμικής ακτινοβολίας υποβάθρου, του θερμικού αυτού υπολείμματος του υπέρθερμου παρελθόντος του αρχέγονου Σύμπαντος, αποτέλεσε το δεύτερο, μετά τη διαστολή του Σύμπαντος, θεμελιώδες παρατηρησιακό δεδομένο πάνω στο οποίο στηρίζεται η θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης. Το τρίτο αφορά στην επονομαζόμενη εποχή της πυρηνοσύνθεσης και στις μετρήσιμες περιεκτικότητες του νεαρού Σύμπαντος σε υδρογόνο, ήλιο και λίθιο, οι οποίες ταιριάζουν απόλυτα με αυτές που προβλέπει η θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης. Οι τρεις αυτές θεμελιώδεις παρατηρήσεις σε συνδυασμό με τις μελέτες, μεταξύ άλλων, των Friedmann, Lemaitre και Gamow οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι εάν γυρίσουμε την κοσμική ταινία της εξέλιξης του Σύμπαντος προς τα πίσω, όταν οι γαλαξίες του Σύμπαντος βρίσκονταν πλησιέστερα ο ένας με τον άλλον, όταν το ίδιο το Σύμπαν γινόταν ολοένα και νεότερο, ολοένα και θερμότερο, θα φτάσουμε σε ένα "σημείο" όπου η πυκνότητα και η θερμοκρασία του γίνονται άπειρες, όπου ο χώρος και ο χρόνος παύουν να έχουν νόημα. Πρόκειται για τη στιγμή της Μεγάλης Έκρηξης, που πριν από 13,82 δισεκατομμύρια χρόνια δημιούργησε τον ίδιο το χώρο και το χρόνο, καθώς και όλη την ύλη και την ενέργεια που εμπεριέχει. Από τη στιγμή αυτή και μετά, το Σύμπαν συνέχισε να διαστέλλεται με επιβραδυνόμενο ρυθμό εξαιτίας της βαρύτητας που τείνει να φρενάρει την επέκτασή του, ενώ η θερμοκρασία του συνεχώς μειώνονταν.

Με εξαίρεση τα πρώτα κλάσματα του δευτερολέπτου μετά τη δημιουργία του, η θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης περιγράφει με μεγάλη ακρίβεια την μετέπειτα εξέλιξή του. Αντιμετωπίζει εντούτοις ορισμένα θεμελιώδη προβλήματα, τα οποία εικάζεται ότι αίρονται στο πλαίσιο της θεωρίας του Πληθωριστικού Σύμπαντος, η αρχική μορφή της οποίας αποδίδεται συνήθως σε δημοσίευση του αμερικανού φυσικού Alan Guth (1947- ) το 1981, αν και λίγους μήνες νωρίτερα ο Έλληνας αστροφυσικός Δημοσθένης Καζάνας (1950- ) είχε κινηθεί στα ίδια περίπου πλαίσια σε μελέτη του που είχε δημοσιευθεί το 1980. Σύμφωνα με τη θεωρία του Πληθωρισμού, για ένα απειροελάχιστο χρονικό διάστημα το πολύ νεαρό Σύμπαν διογκώθηκε με εκρηκτικό τρόπο, εξαιτίας μιας άγνωστης μορφής ενέργειας που προκάλεσε ένα είδος κοσμικής βαρυτικής απώθησης και οδήγησε σε μια εκθετικά επιταχυνόμενη διαστολή. Εάν λοιπόν εξαιρέσουμε αυτήν τη πρώτη, απειροελάχιστη χρονικά αλλά ακραία εκθετική διαστολή του εμβρυακού Σύμπαντος, οι αστρονομικές παρατηρήσεις των τελευταίων 15 ετών μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το Σύμπαν εισήλθε σε μια δεύτερη, αλλά πιο ομαλή περίοδο επιταχυνόμενης διαστολής, που οφείλεται στην σκοτεινή ενέργεια ή, για να είμαστε πιο ωμοί, που δεν γνωρίζουμε ακόμη τι την προκαλεί. Μια πιθανή εξήγηση είναι ένας φυσικός μηχανισμός, αντίστοιχος με την κοσμολογική σταθερά του Einstein.


Το εξαιρετικά ενδιαφέρον είναι ότι κάτι αντίστοιχο με την κοσμολογική σταθερά του Einstein προβλέπεται και από την κβαντική φυσική, τη φυσική του ελάχιστου. Ο κενός χώρος, λέει η κβαντική φυσική, δεν είναι στην πραγματικότητα καθόλου κενός αλλά αντίθετα είναι γεμάτος με μια "θάλασσα" εικονικών στοιχειωδών σωματιδίων που δημιουργούνται ξαφνικά και εξαϋλώνονται τόσο αστραπιαία που η απευθείας ανίχνευσή τους είναι αδύνατη. Το γεγονός αυτό προσδίδει στον κενό χώρο μια ενεργειακή πυκνότητα, μιας μορφής ενέργεια, αντίστοιχη κατά κάποιο τρόπο με την κοσμολογική σταθερά του Einstein. Μια παράξενη ενέργεια με αρνητική πίεση, που της προσδίδει βαρυτικά απωστικές ιδιότητες.

Όταν όμως οι επιστήμονες προσπάθησαν να υπολογίσουν αυτή την ενέργεια του κενού βασισμένοι στις γνώσεις τους της κβαντικής φυσικής βρέθηκαν μπροστά σε ένα ακόμα παράδοξο αφού η τιμή στην οποία κατέληξαν ήταν 10 στην 120η δύναμη φορές μεγαλύτερη από αυτήν που απαιτείται για να εξηγήσει την κοσμική επιτάχυνση. Ένας ασύλληπτα ακραίος αριθμός, ακόμα και για τα κοσμολογικά δεδομένα, αφού για παράδειγμα από τη στιγμή της Μεγάλης Έκρηξης μέχρι σήμερα έχει περάσει ένας αριθμός της τάξης των 10 στην 17η δύναμη "μόλις" δευτερολέπτων. Για να το πούμε διαφορετικά, αν και η κβαντική μηχανική μας προσφέρει με απόλυτα φυσικό τρόπο έναν υποψήφιο για τη σκοτεινή ενέργεια, ο υποψήφιος αυτός είναι 120 τάξεις μεγέθους μεγαλύτερος από αυτόν που θέλουμε. Και για να γίνουν τα πράγματα ακόμη πιο δυσνόητα, η κοσμική επιτάχυνση του Σύμπαντος, η στιγμή δηλαδή που η κοσμολογική σταθερά, ή οτιδήποτε άλλο είναι αυτή η σκοτεινή ενέργεια, υπερίσχυσε της βαρυτικής αλληλεπίδρασης, φαίνεται να ξεκίνησε πριν από περίπου 6,5 δισεκατομμύρια χρόνια. Γιατί όμως τότε και όχι νωρίτερα ή αργότερα; Η βαθύτερη αιτία γι’ αυτό παραμένει μέχρι σήμερα άγνωστη.

Άλλοι επιστήμονες πάλι, υιοθετούν την άποψη ότι η σκοτεινή ενέργεια είναι κάποιο νέο είδος δυναμικού ενεργειακού πεδίου, διάχυτου σε όλο το χώρο, που ονομάστηκε πεμπτουσία, η οποία σε αντίθεση με τη κοσμολογική σταθερά μεταβάλλεται στο χώρο και στο χρόνο. Κάποιοι άλλοι, τέλος, που αποτελούν και τη μειοψηφία, υποστηρίζουν ότι η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας του Einstein κάπου καταρρέει και απαιτείται μια νέα θεωρία βαρύτητας.


Όπως και να 'χει το πράγμα, η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας, ένα από τα κορυφαία επιστημονικά επιτεύγματα της ανθρώπινης νόησης και ο ακρογωνιαίος λίθος της σύγχρονης επιστήμης, έδωσε, μαζί με τη Κβαντική Φυσική, το έναυσμα για τη μεγάλη επανάσταση που σημειώθηκε στην εξέλιξη των ιδεών στις φυσικές επιστήμες, ο απόηχος της οποίας ακούγεται μέχρι σήμερα. Κι όμως, εξακολουθούμε ακόμα να αγνοούμε πολλά. Ποιος, για παράδειγμα, είναι ο βαθύτερος φυσικός μηχανισμός που προκάλεσε την εποχή του κοσμολογικού πληθωρισμού; Σχετίζεται η εκθετικά επιταχυνόμενη διαστολή του Σύμπαντος στη διάρκεια της πληθωριστικής εποχής με την επιταχυνόμενη διαστολή που προκαλεί η παρουσία της σκοτεινής ενέργειας; Ποια είναι η φύση της σκοτεινής ενέργειας; Παραμένει η πυκνότητά της σταθερή στο χρόνο ή μεταβάλλεται;

Για να βρεθούν οι απαντήσεις σ’ αυτά και σ’ άλλα θεμελιώδη κοσμολογικά ερωτήματα, για να καταφέρουμε, με άλλα λόγια, να αποκαλύψουμε την πολύ καλά κρυμμένη ρότα που οδηγεί στην Ιθάκη της κοσμολογικής γνώσης, θα χρειαστεί μια νέα επιστημονική επανάσταση η οποία θα ξεκινά από εκεί που μας άφησε ο Einstein. Το ερευνητικό πρόγραμμα της NASA "Πέρα από τον Einstein" (Beyond Einstein) σχεδιάστηκε με σκοπό να βοηθήσει τους επιστήμονες να κάνουν τα πρώτα τους βήματα σ’ αυτό το δύσβατο μονοπάτι, προτείνοντας μεταξύ άλλων την υλοποίηση συγκεκριμένων ερευνητικών προγραμμάτων και διαστημικών αποστολών, σχεδιασμένων να διερευνήσουν αυτά ακριβώς τα ερωτήματα. Ένα από τα τέσσερα ερευνητικά προγράμματα που θα διερευνήσουν το δεδομένο θέμα είναι κι αυτό που ξεκίνησε στις αρχές του μήνα στη Χιλή. 

Η Εθνική Ακαδημία Επιστημών των ΗΠΑ δήλωσε πρόσφατα ότι η αποκρυπτογράφηση της φύσης της σκοτεινής ενέργειας είναι ίσως το πιο σημαντικό από τα αναπάντητα ακόμη ερωτήματα που αντιμετωπίζει η σύγχρονη Αστροφυσική. Και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι μέσα από τις προσπάθειες των επιστημόνων να το απαντήσουν, οι γνώσεις μας για τον χώρο, τον χρόνο και την ύλη, αλλά και γι’ αυτήν ακόμη την μελλοντική εξέλιξη του ίδιου του Σύμπαντος, θα διευρυνθούν εντυπωσιακά. Πόσο λάθος είχαν τελικά όλοι εκείνοι οι επιστήμονες, οι φιλόσοφοι και οι λόγιοι που στα τελευταία 300 και συναρπαστικότερα χρόνια της εξέλιξης των ιδεών στις φυσικές επιστήμες αποφαίνονταν κατά καιρούς ότι "το τέλος της φυσικής" πλησίαζε και ότι σύντομα θα αποκαλύπταμε τους φυσικούς νόμους που διέπουν τη λειτουργία του Σύμπαντος σε όλο τους το μεγαλείο! Κι όμως κάθε φορά μια νέα επιστημονική επανάσταση τους διέψευδε, ανοίγοντας καινούριους ορίζοντες προς διερεύνηση. Η στιγμή για την επόμενη επανάσταση ίσως να πλησιάζει. Και ίσως σε τελική ανάλυση να είχε απόλυτο δίκιο ο μεγάλος προσωκρατικός φιλόσοφος Ηράκλειτος, που κι αυτόν τον είχαν χαρακτηρίσει "σκοτεινό", όταν έλεγε ότι "η φύσις κρύπτεσθαι φιλεί".

Των Διονύση  Π. Σιμόπουλου,  Διευθυντή Ευγενιδείου Πλανηταρίου και  
Αλέξη  Α. Δεληβοριά Αστρονόμου Ευγενιδείου Πλανηταρίου.
Αναδημοσίευση από το site του περιοδικού "ΠΤΗΣΗ και ΔΙΑΣΤΗΜΑ" και αργότερα από τη pemptousia.gr

Κυριακή 3 Απριλίου 2011

Η αρχιτεκτονική του χάους

Ανακαλύπτοντας τα μυστικά της επιβίωσης σ' έναν αβέβαιο κόσμο

Τι ακριβώς εννοούμε όταν λέμε πως κάτι -μια φυσική δομή ή ένα κοινωνικό σύστημα- «βυθίστηκε» ή «κατέρρευσε» στο χάος;

Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, η επίκληση του χάους γίνεται αποκλειστικά για να περιγράψουμε διεργασίες αποδιοργάνωσης, αποσάθρωσης και καταστροφής. Οι περισσότεροι από εμάς είναι απολύτως πεπεισμένοι ότι η εισβολή του χάους στα φυσικά, κοινωνικά, οικονομικά ή βιολογικά συστήματα οδηγεί, αναπόδραστα και νομοτελειακά, στην αποδόμησή τους: η επικράτηση του χάους ισοδυναμεί με πλήρη αποδιοργάνωση, και άρα με ολοκληρωτική καταστροφή κάθε μορφής οργάνωσης.

Θα πρέπει συνεπώς να ακούγεται τρελό ή και ολότελα παράδοξο το να τολμά κανείς να μιλά για «αρχιτεκτονική του χάους», υπονοώντας ότι πίσω από την αταξία κρύβεται κάποιο είδος οργάνωσης. Κοντολογίς, ότι ακόμη και οι χαώδεις δυναμικές κρύβουν κάποια... δομή.

Στο άκουσμα τέτοιων προκλητικών δηλώσεων ο δύσπιστος αναγνώστης θα μπορούσε να αντιτείνει: οι μεγάλες φυσικές καταστροφές, όπως ο πρόσφατος μεγα-σεισμός στην Ιαπωνία, η τελευταία διεθνής οικονομική κρίση ή οι επιδημίες ασθενειών που ταλανίζουν την ανθρωπότητα δεν αποτελούν άραγε τα απτά όσο και τραγικά παραδείγματα της «καταστροφικής δύναμης» και της «οργής» της φύσης, της εισβολής δηλαδή του «παράλογου» χάους στην εύτακτη και εύρυθμη ανθρώπινη πραγματικότητα;

Με πολλά επιχειρήματα θα μπορούσε να αντικρούσει κανείς αυτή την αφελή κρυπτοθεολογική και άκρως απλοϊκή ταύτιση της φύσης με τις «δυνάμεις του κακού». Σε κάθε περίπτωση πάντως είναι ολότελα ακατανόητο το πώς και το γιατί η φύση θα έπρεπε (ή θα μπορούσε!) να είναι «οργισμένη» ή «εκδικητική» με τους ανθρώπους.

Με αφορμή λοιπόν τις πρόσφατες φυσικές και κοινωνικοοικονομικές καταστροφές έχει, πιστεύουμε, ιδιαίτερο ενδιαφέρον να εξετάσουμε αν, και σε ποιο βαθμό, η σύγχρονη επιστημονική σκέψη είναι όντως σε θέση να κατανοεί αφ' ενός τη χαώδη και ενίοτε καταστροφική δυναμική της φύσης και αφ' ετέρου τα νοητικά κολλήματα και τις γνωσιακές προκαταλήψεις που, μέχρι πολύ πρόσφατα, μας εμπόδιζαν να αναγνωρίζουμε -και ακόμη λιγότερο να κατανοούμε- το ρόλο και τη σημασία των χαοτικών φαινομένων.

Εξάλλου, όπως θα δούμε, η αναγνώριση του δημιουργικού ρόλου του χάους και των χαοτικών δυναμικών στην εξέλιξη των πολύπλοκων συστημάτων -φυσικών και κοινωνικών- συνεπάγεται τη ριζική αναθεώρηση όχι μόνο της κυρίαρχης, μέχρι πρόσφατα, επιστημονικής μεθόδου, αλλά και της ίδιας της επιστημονικής ορθολογικότητας. Ισως μάλιστα έτσι μπορεί να εξηγηθεί η επίμονη παραγνώριση και η συστηματική υποβάθμιση του χάους από την επιστημονική σκέψη.

Η διάψευση των βεβαιοτήτων

«Η επιστήμη εξακολουθεί να είναι η εξ αποκαλύψεως προφητική περιγραφή του κόσμου, όπως αυτός φαίνεται από ένα θεϊκό ή δαιμονικό σημείο αναφοράς». Με αυτό το καυστικό σχόλιο ο νομπελίστας Ιλια Πριγκοζίν και η στενή συνεργάτις του Ιζαμπέλ Στέντζερς στιγματίζουν τις μεταφυσικές προϋποθέσεις και τις ιδεοληψίες της κλασικής φυσικής, δηλαδή της επιστήμης του Νεύτωνα, «του νέου Μωυσή, στον οποίο αποκαλύφθηκε η αλήθεια του κόσμου», όπως επισημαίνουν στο σπουδαίο βιβλίο τους «Τάξη μέσα από το Χάος» (βλ. ελλ. έκδ. Κέδρος).

Πράγματι, ήδη από το 17ο αιώνα, την εποχή της διαμόρφωσης της νεότερης επιστημονικής μεθόδου από τους Γαλιλέο, Καρτέσιο και Νεύτωνα, η κατανόηση και η τεχνολογική ιδιοποίηση του φυσικού κόσμου βασίστηκε στην αναγωγιστική σκέψη και πρακτική: στην απλοποίηση των προβλημάτων, μέσω των κατάλληλων μαθηματικών εργαλείων, και στη συστηματική αναγωγή των σύνθετων φαινομένων σε πιο απλά, τα οποία και θεωρούνταν «η αιτία» των πρώτων.

Μάλιστα, πάνω σε αυτό ακριβώς το υπερφιλόδοξο αναγωγιστικό πρόγραμμα θα θεμελιωθεί σχεδόν το σύνολο της νεότερης σκέψης και της κοινωνικής πρακτικής: από τη φιλοσοφία μέχρι τις πολιτικές και οικονομικές επιστήμες. Ετσι, σταδιακά επικράτησε ένας ιδιαίτερα παραγωγικός και αιτιοκρατικός τρόπος σκέψης (ντετερμινισμός) που, αργά ή γρήγορα, υποσχόταν να μας αποκαλύψει τα προαιώνια και τελικά αίτια όλων των φαινομένων: όχι μόνο των φυσικών ή των βιολογικών, αλλά και των ανθρωπολογικών ή των κοινωνικών.

Δυστυχώς όμως, παρά τις επίμονες προσπάθειες της «κλασικής» επιστήμης, αποδείχτηκε ότι όλα ανεξαιρέτως τα ορατά ή μακροσκοπικά συστήματα, αυτά δηλαδή που μελετούν οι αστροφυσικοί, οι γεωλόγοι, οι βιολόγοι, οι μηχανικοί, οι οικονομολόγοι, οι γιατροί, υπακούουν σε δύο τουλάχιστον βασικές αρχές οργάνωσης:
  1. Οι απλοί νόμοι δεν οδηγούν κατ' ανάγκην σε απλές συμπεριφορές, και
  2. ελάχιστες και φαινομενικά ασήμαντες μεταβολές στις παραμέτρους που διαμορφώνουν ένα πολύπλοκο (δηλαδή μη γραμμικό) σύστημα, μπορεί να οδηγήσουν στο μέλλον σε πολύ μεγάλες αλλαγές στη δομή και τη συμπεριφορά του.
Φανταστείτε, λοιπόν, τις δραματικές συνέπειες που είχε η πρόσφατη και εντελώς απρόσμενη ανακάλυψη ότι οι απολύτως ντετερμινιστικοί φυσικοί νόμοι και οι κανόνες οργάνωσης της φύσης οδηγούν κατά κανόνα σε εντελώς χαώδεις και απρόβλεπτες συμπεριφορές (και το αντίστροφο)!

Και, όπως αποδείχτηκε, πρόκειται για το πολύ συνηθισμένο φαινόμενο που σήμερα αποκαλείται «ντετερμινιστικό χάος» (σημειώστε το οξύμωρο των δύο όρων). Ερευνώντας μάλιστα τέτοια χαοτικά φαινόμενα οι επιστήμονες θα διαπιστώσουν ότι είναι πάντα και εγγενώς «μη γραμμικά»: δεν μπορούμε να προβλέψουμε τη μελλοντική τους συμπεριφορά, ακόμη και αν γνωρίζουμε επαρκώς τις αρχικές συνθήκες ή τις προγενέστερες καταστάσεις τους. Ομως, για όλες αυτές τις εξελίξεις θα πούμε περισσότερα στο επόμενο άρθρο μας σχετικά με τον ανεπίλυτο δεσμό που συνδέει πλέον άρρηκτα την αταξία με τη γένεση και τη διατήρηση της πολυπλοκότητας.

Συχνά ταυτίζουμε -εσφαλμένα- το χάος με την απόλυτη αταξία, δηλαδή με την απουσία κάθε οργάνωσης και εσωτερικής συνοχής: «χαώδεις» είναι οι καταστάσεις ή τα φαινόμενα που θεωρούμε ότι δεν υπόκεινται σε ακριβείς κανόνες ή νόμους και συνεπώς αντιστέκονται σε κάθε μας προσπάθεια πρόβλεψης, ελέγχου ή τεχνολογικής χειραγώγησής τους. Πρόκειται, ενδεχομένως, για μια νοητική στάση που πολύ πιθανά σχετίζεται με την ίδια την οργάνωση και τη λειτουργία του ανθρώπινου νου.

Η ακαταμάχητη έλξη του... χάους

Εντούτοις, σήμερα το χάος έχει πλέον εισβάλει επίσημα και μάλιστα πολύ δημιουργικά στην ανθρώπινη σκέψη: και όχι μόνο, όπως στο παρελθόν, ως το μέτρο της άγνοιάς μας, αλλά ως η απαραίτητη προϋπόθεση για μια βαθύτερη κατανόηση του κόσμου που μας περιβάλλει! Η εγγενής αστάθεια και η ευαισθησία από τις αρχικές συνθήκες, με άλλα λόγια η χαώδης ή, αν προτιμάτε, η μη γραμμική δυναμική, θεωρούνται πλέον τα τυπικά γνωρίσματα όλων των πολύπλοκων δομών (φυσικών ή τεχνητών): από την εύρυθμη λειτουργία της ανθρώπινης καρδιάς μέχρι το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Τώρα, ένα εύλογο αλλά εξαιρετικά ανησυχητικό ερώτημα που προκύπτει από αυτές τις εξελίξεις είναι το εξής: Οι σημερινοί πολιτικοί, πέρα από τα επιστημονικοφανή πυροτεχνήματα που κατά καιρούς χρησιμοποιούν, διαθέτουν άραγε τα απαραίτητα γνωστικά εργαλεία για να κατανοήσουν, και κυρίως για να αντιμετωπίσουν, την πολύπλοκη δυναμική τάξης-αταξίας, όπως αυτή αποκρυσταλλώνεται στην τρέχουσα κρίση του κυρίαρχου μοντέλου διαχείρισης της κοινωνίας;

Διότι είναι πλέον σαφές ότι για τη σημερινή πολύμορφη πλανητική κρίση -κρίση ταυτόχρονα γεωλογική, οικολογική και κοινωνικοοικονομική- ευθύνεται πρωτίστως το κλασικό γραμμικό, αναγωγιστικό και απολύτως απλοϊκό πρότυπο κατανόησης και διαχείρισης της χαώδους δυναμικής που συνεπάγεται αλλά και προϋποθέτει η νέα «παγκοσμιοποιημένη» ανθρώπινη κατάσταση.

Του Σπύρου Μανουσέλη. Από την Σαββατιάτικη ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ της 19ης Μαρτίου 2011

οι μη γραμμικές αλληλεπιδράσεις

Ο αλλόκοτος βρόχος: τάξη - αταξία

Μέχρι τα μέσα του εικοστού αιώνα στη δυτική σκέψη κυριαρχούσε η άποψη ότι για την επιστημονική «εξήγηση», και συνεπώς για την ουσιαστική κατανόηση, οποιουδήποτε φαινομένου αναγκαία και ικανή συνθήκη είναι η ανακάλυψη των «αιτιών» και των «νόμων» που καθορίζουν την εμφάνιση και την ανάπτυξή του.

Ακόμη και αυτή η ίδια η ορθολογικότητα της ανθρώπινης σκέψης θεωρούσαν ότι ταυτίζεται και εξαρτάται αποκλειστικά από την ικανότητά της να ερμηνεύει «αιτιοκρατικά» τα περίπλοκα φαινόμενα που διερευνά, είτε αυτά είναι φυσικά είτε κοινωνικά.

Με ποια εργαλεία όμως μπορούμε να αποτιμήσουμε την επιτυχία ή όχι μιας επιστημονικής εξήγησης, δηλαδή μιας αιτιοκρατικής περιγραφής; Ο ασφαλέστερος τρόπος είναι προφανώς η μαθηματικοποίηση του προβλήματος. Και, ως γνωστόν, οι διαφορικές εξισώσεις αποτελούν αποδεδειγμένα τον πλέον επιτυχή τρόπο «μετάφρασης» στη γλώσσα των μαθηματικών των γραμμικών, δηλαδή των αυστηρά ντετερμινιστικών διασυνδέσεων μεταξύ αιτίας - αποτελέσματος.

Πράγματι, όπως απέδειξε το 17ο αιώνα ο Νεύτων, εφαρμόζοντας το διαφορικό λογισμό στην περιγραφή των φυσικών φαινομένων, μπορούμε όχι απλώς να εξηγήσουμε νομοτελειακά (π.χ. με το νόμο της βαρύτητας) τη δυναμική των φυσικών φαινομένων στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, αλλά και να ενοποιήσουμε φυσικά φαινόμενα που μέχρι τότε φαίνονταν εντελώς ανεξάρτητα μεταξύ τους: από την πτώση ενός μήλου πάνω στη Γη μέχρι την κίνηση ενός πλανήτη ή ενός δορυφόρου γύρω από τον Ηλιο.

Η εκδίωξη από τον γραμμικό παράδεισο

Σύμφωνα με το παραπάνω γραμμικό-αιτιοκρατικό πρότυπο εξήγησης, μικρά αίτια προκαλούν πάντα μικρά αποτελέσματα, ενώ όλες οι σημαντικές ή οι μεγάλες αλλαγές που παρατηρούνται προκύπτουν, υποτίθεται, αποκλειστικά από την αθροιστική συσσώρευση πολλών μικρών αιτιών.

Εντούτοις, ανέκαθεν ήταν γνωστό ότι πάρα πολλά φυσικά ή κοινωνικά φαινόμενα ήταν, και σε μεγάλο βαθμό παραμένουν ακόμη και σήμερα, μη προβλέψιμα. Τυπικά παραδείγματα είναι οι ξαφνικές αλλαγές του καιρού, οι μεγάλοι καταστροφικοί σεισμοί, η εκδήλωση μιας ασθένειας ή η ταχύτατη διάδοση μιας επιδημίας, καθώς και οι σοβαρές χρηματοπιστωτικές κρίσεις ή οι μεγάλες ιστορικές και κοινωνικές αλλαγές.

Και δυστυχώς, όπως συνειδητοποιούμε καθημερινά, η περιγραφή μέσω γραμμικών εξισώσεων τόσο των πολλαπλών αιτιών όσο και της πολύπλοκης δυναμικής αυτών των φαινομένων είναι όχι μόνον εξαιρετικά δύσκολη αλλά και άκρως παραπλανητική. Αλλά και οι όποιες προβλέψεις μας σχετικά με τη μελλοντική εξέλιξη τέτοιων πολύπλοκων φαινομένων αποδεικνύονται εξίσου επισφαλείς και αβέβαιες.

Πώς όμως εξηγείται αυτή η εμφανής ανεπάρκεια και η προβλεπτική αποτυχία του παραδοσιακού γραμμικού και ντετερμινιστικού τρόπου σκέψης; Η συνήθης απολογητική στρατηγική που υιοθετούν αρκετοί ειδικοί είναι να επικαλούνται την προσωρινή άγνοιά μας ορισμένων παραμέτρων. Με άλλα λόγια, διατείνονται ότι η εξόφθαλμη αδυναμία μας να κατανοούμε ή να προβλέπουμε τέτοια περίπλοκα φαινόμενα δεν οφείλεται καθόλου στην απλοϊκή και απλουστευτική μέθοδο προσέγγισής τους αλλά στην παράλειψη κάποιας υποθετικής μεταβλητής, την οποία «απλώς» δεν λαμβάνουμε υπόψη μας επειδή την αγνοούμε!

Και όπως θα δούμε, μόνο κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1960, η διεθνής επιστημονική κοινότητα άρχισε να προβληματίζεται σοβαρά γύρω από τη θεωρητική και την πρακτική αναγκαιότητα εφαρμογής κάποιων εναλλακτικών, δηλαδή μη γραμμικών μοντέλων εξήγησης. Αν, πάντως, θέλει κανείς να προσδιορίσει την επίσημη ημερομηνία εισόδου της χαώδους δυναμικής στην επιστήμη της φυσικής, θα πρέπει να ανασύρει από τη σκόνη της ιστορίας το πρωτοποριακό, μολονότι επί πολλά χρόνια λησμονημένο, έργο του Ζιλ-Ανρί Πουανκαρέ.

Ο μεγαλοφυής Γάλλος φυσικός και μαθηματικός δημοσίευσε το 1889 (!) μια εντυπωσιακή μελέτη με τον φαινομενικά αθώο τίτλο «Σχετικά με το πρόβλημα των τριών σωμάτων και τις εξισώσεις της δυναμικής» (βλ. ειδικό πλαίσιο). Σε 270 σκοτεινές σελίδες αυτός ο συντηρητικός επαναστάτης απέδειξε μαθηματικά ότι το μεγάλο όνειρο της κλασικής φυσικής για την πλήρη πρόβλεψη της μελλοντικής συμπεριφοράς ενός σύνθετου φυσικού συστήματος, το οποίο αποτελείται μόνο από τρία αλληλεπιδρώντα σώματα, είναι καταδικασμένο να μείνει απραγματοποίητο, και όχι τόσο εξαιτίας πρακτικών αδυναμιών αλλά αντίθετα από εγγενή φυσικά αίτια!

Η ανακάλυψη, και κυρίως η αποδοχή, της εγγενούς αστάθειας όλων των μη γραμμικών συστημάτων -της πλειονότητας δηλαδή των φυσικών, των βιολογικών και των κοινωνικών δομών- επιβάλλει ασύλληπτους περιορισμούς, ταυτόχρονα όμως ανοίγει και νέες δυνατότητες στην ανθρώπινη γνώση. Σήμερα θεωρείται βέβαιο ότι πολλές εκδηλώσεις της χαοτικής συμπεριφοράς ενός πολύπλοκου συστήματος δεν προκύπτουν -ούτε βέβαια εξηγούνται- από τα συστατικά μέρη που αποτελούν αυτό το σύστημα.

Χάος από το πέταγμα μιας... πεταλούδας

Τυπικό παράδειγμα αυτής της νέας συλλογικής και αναδυόμενης μη γραμμικής συμπεριφοράς αποτελεί η πρόβλεψη του καιρού. Ολοι γνωρίζουμε εμπειρικά ότι το χειμώνα κάνει κρύο ενώ το καλοκαίρι ζέστη. Πολύ πιο δύσκολο είναι να καθορίσουμε εκ των προτέρων, δηλαδή να προβλέψουμε, τις ακριβείς καιρικές συνθήκες που θα εκδηλωθούν, ας πούμε, έπειτα από δέκα ή περισσότερες ημέρες. Και όμως, γνωρίζουμε αρκετά καλά από ποιες βασικές μεταβλητές εξαρτάται ο καιρός σε έναν τόπο μια δεδομένη χρονική στιγμή. Παρ' όλα αυτά ο ορίζοντας πρόβλεψης του μελλοντικού καιρού παραμένει απελπιστικά περιορισμένος.

Το γιατί συμβαίνει αυτό το ανακάλυψε το 1963 ο Εντουαρντ Λόρεντζ όταν, θέλοντας να προσομοιώσει στον υπολογιστή ένα μοντέλο πρόβλεψης του καιρού, εισήγαγε τρία είδη δεδομένων -θερμοκρασία, πίεση του αέρα και ταχύτητα του ανέμου- υπό τη μορφή τριών συζευγμένων μεταξύ τους μη γραμμικών εξισώσεων. Οι εξισώσεις είναι μεταξύ τους συζευγμένες, επειδή τα αποτελέσματα κάθε εξίσωσης εισάγονται ως ακατέργαστα δεδομένα στις επόμενες εξισώσεις, δημιουργώντας έναν βρόχο ανάδρασης. Ετσι, χωρίς να το γνωρίζει, ο Λόρεντζ επανέλαβε ό,τι είχε κάνει πριν από 60 χρόνια ο Πουανκαρέ. Και μάλιστα κατέληξε στα ίδια συμπεράσματα: όπως ακριβώς τα τρία ουράνια σώματα, έτσι και οι τρεις ανατροφοδοτούμενες καιρικές μεταβλητές μάς αποκαλύπτουν την ύπαρξη ενός μη γραμμικού χαοτικού συστήματος, η συμπεριφορά του οποίου, έπειτα από κάποιο χρονικό διάστημα, είναι ουσιαστικά απρόβλεπτη. Και αυτό γιατί το καιρικό σύστημα είναι εξαιρετικά ευαίσθητο ακόμη και στις πιο ασήμαντες επιρροές. Ετσι, ακραία καιρικά φαινόμενα σε έναν τόπο μπορεί να πυροδοτηθούν από το φτερούγισμα μιας πεταλούδας σε κάποια μακρινή περιοχή!

Εκπληξη προκαλεί το ότι χρειάστηκε να περάσουν πάνω από εξήντα χρόνια μέχρι οι φυσικοί να αρχίσουν να ανακαλύπτουν «εκ νέου» και να συνειδητοποιούν τις απρόσμενες επιστημονικές και φιλοσοφικές συνέπειες της πρωτοποριακής έρευνας του Πουανκαρέ.

Του Σπύρου Μανουσέλη. Από την Σαββατιάτικη ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ της 26ης Μαρτίου 2011

Η πρώτη «ντροπαλή» εμφάνιση του χάους


Το πρόβλημα των «τριών σωμάτων» αποτελεί την πιο απλή εκδοχή του προβλήματος της αμοιβαίας αλληλεπίδρασης των «πολλαπλών σωμάτων», που επί έναν αιώνα αποτελούσε τον εφιάλτη της νευτώνειας δυναμικής.

Για να μελετήσει αυτή την ασύλληπτης δυσκολίας σπαζοκεφαλιά, ο Πουανκαρέ αποφάσισε να υιοθετήσει μια γεωμετρική ή ακριβέστερα μια τοπολογική προσέγγιση του προβλήματος, δηλαδή να αναλύσει τις τροχιές των τριών αλληλεπιδρώντων σωμάτων στο χώρο των φάσεων. Πρόκειται για έναν αφηρημένο μαθηματικό χώρο που αποδεικνύεται εξαιρετικά χρήσιμος και βολικός για την αναπαράσταση περίπλοκων δυναμικών αλληλεπιδράσεων.

Αναλύοντας υπομονετικά τα γραφήματα που προέκυπταν από την είσοδο ενός τρίτου σώματος, κατέληξε στο εξωφρενικό συμπέρασμα ότι μακροχρόνιες προβλέψεις είναι αδύνατες διότι οι μαθηματικές εξισώσεις, δηλαδή οι σειρές που περιγράφουν τις τροχιές των τριών αλληλεπιδρώντων ουράνιων σωμάτων, όχι μόνο δεν συγκλίνουν σε κάποιες προκαθορισμένες θέσεις, αλλά αντίθετα αποκλίνουν!

Πρώτος λοιπόν ο Πουανκαρέ έδειξε πόσο ουτοπικό και πρακτικά ανεφάρμοστο ήταν το φιλόδοξο πρόγραμμα της «κλασικής» φυσικής για την ασφαλή πρόβλεψη και την πλήρη ντετερμινιστική περιγραφή όλων των φυσικών φαινομένων. Ανοίγοντας έτσι το δρόμο -χωρίς ίσως να το συνειδητοποιεί και ο ίδιος- για την επέλαση του χάους στη σύγχρονη επιστημονική σκέψη.

Του Σπύρου Μανουσέλη. Από την Σαββατιάτικη ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ της 26ης Μαρτίου 2011

η αυθόρμητη ανάδυση της πολυπλοκότητας

Αυτοοργάνωση: η απάντηση στην αβεβαιότητα

Στο συλλογικό φαντασιακό των δυτικών κοινωνιών αλλά και της κάθε επιστήμης, η έρευνα της πραγματικότητας έχει αξία και νόημα μόνο στο μέτρο που μας αποκαλύπτει τους «αιώνιους» και «αμετάβλητους» νόμους της φύσης.

Φανταστείτε λοιπόν πόσο δυσάρεστη έκπληξη ήταν για τους ειδικούς και το ευρύτερο κοινό, όταν διαπίστωσαν ότι στις περισσότερες περιπτώσεις ακόμη και η πλήρης γνώση των βασικών νόμων δεν συνεπάγεται αυτομάτως την πλήρη κατανόηση των φαινομένων ούτε οδηγεί, κατ' ανάγκην, σε ασφαλείς προβλέψεις για τη μελλοντική τους συμπεριφορά.

Πράγματι, όπως είδαμε στα δύο προηγούμενα άρθρα μας, περί τα τέλη του 1960 όλο και περισσότεροι επιφανείς επιστήμονες άρχισαν να συνειδητοποιούν αφενός πόσο μάταιη ήταν κάθε προσπάθεια «αναγωγής» των περισσότερων φυσικών φαινομένων στις απλούστερες δομικές τους μονάδες και αφετέρου πόσο ανέφικτη ήταν η «ακριβής πρόβλεψη» της συμπεριφοράς των πολύπλοκων συστημάτων (φυσικών και κοινωνικών): από τις τροχιές τριών αλληλεπιδρώντων ουράνιων σωμάτων μέχρι τη δυναμική των χρηματοπιστωτικών αγορών.

Η νεκροφιλική τάξη και...

Μέχρι πρόσφατα ταυτίζαμε το χάος με την απόλυτη ή παράλογη αταξία, δηλαδή με την απουσία κάθε μορφής οργάνωσης και εσωτερικής συνοχής: «χαώδεις» θεωρούνται οι καταστάσεις ή τα φαινόμενα που πιστεύουμε (εσφαλμένα) ότι δεν υπόκεινται σε ακριβείς κανόνες ή νόμους και συνεπώς αντιστέκονται σε κάθε μας προσπάθεια πρόβλεψης, ελέγχου ή τεχνολογικής χειραγώγησης.

Ωστόσο, όπως θα δούμε, η αναγνώριση της πανταχού παρουσίας της εγγενούς αστάθειας, και άρα της μη προβλεψιμότητας της χαώδους δυναμικής, θα ανοίξει νέους δρόμους για μια πολύ βαθύτερη, αν και όχι πλήρη, κατανόηση των πολύπλοκων συστημάτων.

Αρα, η εισβολή του χάους τόσο στη φύση όσο και στην ανθρώπινη σκέψη όχι μόνο δεν πρέπει να θεωρείται καταστροφική αλλά, αντίθετα, μπορεί να είναι άκρως δημιουργική.

Σε ό,τι αφορά ειδικότερα την επιστήμη της φυσικής, η οποία αποτελούσε το γνωστικό και μεθοδολογικό πρότυπο για κάθε άλλη «θετική» επιστήμη, η αναγνώριση αυτών των δύο ανυπέρβλητων περιορισμών της γνώσης μας -η διττή αδυναμία πλήρους αναγωγής και ασφαλούς πρόβλεψης- αποτέλεσε ένα ιδιαίτερα επώδυνο επιστημολογικό σοκ. Σαν να μην έφτανε η θεμελιώδης «αρχή απροσδιοριστίας» της κβαντικής μικροφυσικής, τώρα επιβάλλεται να αποδεχτούμε κάποια σαφή και μη παρακάμψιμα όρια στη γνώση και του μακρόκοσμου!

Πράγματι, η πρώτη θεωρητική αποκρυστάλλωση της παντοδυναμίας της αταξίας, αλλά και της θεωρητικής-πρακτικής αδυναμίας να εξηγήσουμε την προέλευση της τάξης και της πολυπλοκότητας, διατυπώθηκε ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα με τον δεύτερο νόμο της θερμοδυναμικής. Αυτός ο αδιάψευστος μέχρι σήμερα φυσικός νόμος ορίζει ότι η αταξία στο ορατό Σύμπαν τείνει να μεγαλώνει επειδή η συνολική ενέργεια που περιέχει τείνει βαθμιαία να υποβαθμίζεται. Με άλλα λόγια, η συνολική «εντροπία» του Σύμπαντος μπορεί μόνο να αυξάνει με το πέρασμα του χρόνου.

Αν όμως ισχύει αυτός ο αδυσώπητος νόμος της συμπαντικής υποβάθμισης της ενέργειας και άρα της μεγιστοποίησης της αταξίας, τότε πώς εξηγείται η ανάδυση και η εξέλιξη μέσα στο Σύμπαν εξαιρετικά πολύπλοκων φαινομένων, όπως π.χ. η γένεση και η εξέλιξη των γαλαξιών ή της ζωής, καθώς και η επιβίωση των ανθρώπων με τις περίπλοκες και εξαιρετικά ενεργοβόρες κοινωνίες τους;

Η αχίλλειος πτέρνα της «κλασικής» θερμοδυναμικής ήταν ότι όλοι υπέθεταν πως αυτή ισχύει και εφαρμόζεται μόνο σε «κλειστά» και «απομονωμένα» συστήματα, σε ιδανικά δηλαδή συστήματα που δεν ανταλλάσσουν ύλη και ενέργεια με το περιβάλλον τους. Προφανώς, μέσα στο γνωστό μας Σύμπαν τέτοια συστήματα σε κατάσταση απόλυτης θερμικής ισορροπίας αποτελούν μόνο θεωρητικές αφαιρέσεις. Με άλλα λόγια, το γεγονός ότι περιόρισαν τον δεύτερο νόμο της θερμοδυναμικής στη μελέτη αποκλειστικά καταστάσεων ισορροπίας αποτελούσε έναν αδικαιολόγητο αυτοπεριορισμό της καθολικής εφαρμοσιμότητας αυτού του νόμου. Αντίθετα, όπως κατ' επανάληψη διαπίστωσαν, ενώ έχει καθολική ισχύ, ο νόμος αυτός αφήνει πολλά περιθώρια και ελευθερίες για τη δημιουργία πολύπλοκων δομών!

Μακριά από τη θερμοδυναμική ισορροπία, η οποία ισοδυναμεί με τον ενεργειακό θάνατο και την απόλυτη αταξία, η φύση μπορεί να αυτο-οργανώνεται και να πολυπλοκοποιείται, κοντολογίς να αποκτά ιστορία. Ενα ακόμη παράδειγμα όπου η ισχύς των φυσικών νόμων δεν αποκλείει καθόλου -ούτε όμως και επιβάλλει νομοτελειακά!- την ανάδυση πολύπλοκων φυσικών δομών και απρόβλεπτων συμπεριφορών.

...η ζωτική αταξία

Αν το μηχανικό ρολόι ήταν το τεχνολογικό πρότυπο της νεωτερικής «κλασικής» επιστήμης, τότε η μετα-νεωτερική επιστήμη του χάους και της πολυπλοκότητας έχει ασφαλώς ως πρότυπό της τον ψηφιακό υπολογιστή. Και είναι βέβαιο ότι καμία από τις εντυπωσιακές ανακαλύψεις και τις ακριβείς μαθηματικές περιγραφές των ασταθών συστημάτων και της χαώδους δυναμικής τους δεν θα είχαν πραγματοποιηθεί χωρίς την πρωτόγνωρη δυνατότητά μας να εκμεταλλευόμαστε τις απίστευτες υπολογιστικές δυνατότητες των υπολογιστών.

Το σύνολο των θεωριών του χάους και των μηχανισμών της ασταθούς και μη προβλέψιμης χαώδους συμπεριφοράς μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί ως η εφαρμογή, στην επιστήμη αλλά και στην κοινωνία, των νέων κατηγοριών και των κριτηρίων που συνεπάγεται η συστηματική χρήση των υπολογιστών. Σκεφτείτε τη μαζική και ενίοτε καταχρηστική εφαρμογή των υπολογιστικών εννοιών της πληροφορίας ή της ανάδρασης (feedback)!

Ολα τα σύγχρονα μαθηματικά εργαλεία για την περιγραφή και την αναπαράσταση του χάους στηρίχθηκαν κυρίως στην αξιοποίηση των υπολογιστών: από τους «παράξενους ελκυστές», που καθορίζουν τη μη γραμμική συμπεριφορά κάθε ασταθούς συστήματος, μέχρι τη δημιουργική «αυτο-ομοιότητα» που παρουσιάζουν οι εντυπωσιακές μορφοκλασματικές δομές (fractals) της νέας γεωμετρίας φράκταλ του Μπενουά Μάντελμπροτ.

Χάρη σε τέτοια «απτά» υπολογιστικά μοντέλα, η σύγχρονη επιστήμη κατάφερε να επιβεβαιώσει ποικιλοτρόπως την υποψία που διατύπωσε πριν από πολλές δεκαετίες ο Πουανκαρέ. Σήμερα θεωρείται δεδομένο ότι για τη δυναμική αστάθεια και άρα για την εγγενή μη προβλεψιμότητα της συμπεριφοράς των πολύπλοκων συστημάτων δεν ευθύνεται η απουσία αυστηρών φυσικών νόμων. Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει: απολύτως γνωστοί και ντετερμινιστικοί νόμοι οδηγούν στο χάος, δηλαδή σε τεράστιες αποκλίσεις στη συμπεριφορά κάθε πολύπλοκου συστήματος, εξαιτίας ελάχιστων αλλαγών στις αρχικές συνθήκες ή στις βασικές μεταβλητές του συστήματος.

Και υπό αυτήν ακριβώς την έννοια, ενώ στα πολύ απλά συστήματα η αταξία και το χάος λειτουργούν μάλλον καταστροφικά, στα πολύπλοκα συστήματα η αστάθεια και η αταξία λειτουργούν εποικοδομητικά, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην περαιτέρω εξέλιξη και πολυπλοκοποίησή τους. Ενα απρόσμενο και ρηξικέλευθο συμπέρασμα που, μολονότι επιβεβαιώνεται από πλήθος επιστημονικών παρατηρήσεων, εντούτοις διστάζουμε να το υιοθετήσουμε ως εναλλακτικό μοντέλο διαχείρισης της επιστημονικής γνώσης και της κοινωνίας.

Ο μύθος της παντογνωσίας

Στο κλείσιμο του δεύτερου άρθρου μας για το χάος (βλ. «Ε» 26-03-11) διατυπώσαμε την απορία γιατί χρειάστηκε να περάσουν πάνω από εξήντα χρόνια μέχρι να αρχίσουν οι φυσικοί να ανακαλύπτουν «εκ νέου» και να συνειδητοποιούν τις απρόσμενες επιστημονικές και φιλοσοφικές συνέπειες της πρωτοποριακής έρευνας του Ζιλ-Ανρί Πουανκαρέ.

Η απάντηση σε αυτό το φαινομενικά αθώο ερώτημα δεν είναι ούτε απλή ούτε προφανής. Και αυτό γιατί σε αυτή τη συστηματική «παράλειψη» εμπλέκονται όχι μόνο οι συνήθεις συντηρητικές αντιδράσεις της επιστημονικής κοινότητας απέναντι σε ριζικά νέες ή και επαναστατικές προσεγγίσεις, αλλά και το γεγονός ότι η αποδοχή του χάους και της μη προβλεψιμότητας ανατρέπει οριστικά κάθε ελπίδα για μια απλή και ενιαία εξήγηση της φύσης. Ελπίδα που αποτέλεσε, και ώς έναν βαθμό αποτελεί ακόμη, τον θεμελιωτικό μύθο της κλασικής επιστήμης.

Και μολονότι, κατά το παρελθόν, η κλασική επιστήμη είχε οδηγήσει στους μεγάλους θριάμβους της ανθρώπινης σκέψης -από τη νευτώνεια μηχανική μέχρι τη θεωρία της σχετικότητας- σήμερα αποδεικνύεται εμπόδιο όχι μόνο για το βάθεμα των γνώσεών μας αλλά και για τη συνειδητοποίηση των νέων κοινωνικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε: πολύπλοκα κοινωνικά προβλήματα που δεν επιδέχονται πλέον γραμμικές και απλοϊκές λύσεις.

Του Σπύρου Μανουσέλη. Από την Σαββατιάτικη ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ της 2ας Απριλίου 2011

Σάββατο 19 Φεβρουαρίου 2011

Περί κλανιάς

Ακολουθεί ένα μικρό λεξικό με την ρίζα [κλαν-…], καθώς και μερικά απ’ τα παράγωγα και τα σύνθετά της.

Αφιερωμένο -ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ- σε όλους αυτούς που ΝΟΜΙΖΟΥΝ (!) ότι κάτι κάνουν!
  • κλανάμαξα
Οι βρωμερές κλινάμαξες του ΟΣΕ (Ούτε Σιδηροδρόμους Έχουμε) με τα έξι κρεβάτια σε ένα χώρο 1X1m όπου στοιβάζονται ρωσοπόντιοι, φοιτητές, γύφτοι, φαντάροι, αλβανοί και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς για να ταξιδεύσουν βραδινές κυρίως ώρες από Αθήνα-Θεσσαλονίκη... Από το πολύ κλάσιμο (κλάνω...) που έπεφτε εκεί μέσα, τη ζέστη που έκανε λόγω του χαλασμένου εξαερισμού των βαγονιών και την ποδαρίλα, έπρεπε να ήσουν εφοδιασμένος με ειδική στολή ραδιοβιοχημικού πολέμου προκειμένου να βγεις ζωντανός. Ανώνυμες δημοσιογραφικές πηγές αναφέρουν ότι ο Σαντάμ Χουσεϊν είχε χρησιμοποιήσει τις κλανάμαξες στην προσπάθειά του να αναπτύξει όπλα μαζικής καταστροφής. Οι κλανάμαξες ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς την προηγούμενη δεκαετία και όλοι όσοι τις χρησιμοποίησαν θυμούνται με νοσταλγία τις ωραίες ευωδιαστές ώρες που πέρασαν σε αυτές και τους τόσους ενδιαφέροντες ανθρώπους που γνώρισαν κατά τη διάρκεια των πολύωρων ταξιδιών τους (τη δεκαετία του 90 ο μέσος χρόνος Αθήνα-Θεσσαλονίκη κάποιες φορές ξεπέρναγε τις 12 ώρες). π.χ:
-Ρε μαλάκα Τάκη πάλι με κλανάμαξα θα ταξιδεύσουμε για Θεσσαλονίκη;
-Και τι θες να κάνουμε ρε Γιώργο, με 20 ευρώ τι περιμένεις να νοικιάσουμε, κάνα αεροσκάφος;
  • κλάνει ο πεθαμένος;
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει την αδυναμία κάποιου να κάνει κάτι ή γενικότερα πράγματα που δεν είναι δυνατόν να συμβούν.
-Αν μας πιάσει ο Μήτσος την γ@μήσαμε μαλάκα, θα φάμε πολύ ξύλο!
-Ποιος ρε, αυτό το λιμό; Κλάνει ο πεθαμένος;

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Και όμως σύμφωνα με τους ιατροδικαστές κλάνει μετά από τις πρώτες 10 ώρες θανάτου χωρίς καμία πίεση στην κοιλιά, λόγω παραγωγής αερίων σήψης.
  • κλανεινύχτα
Η μάγκικη καληνύχτα, ευχή για καλή νύχτα συνοδευόμενη από πολλά ανακουφιστικά αέρια.
-Μάγκες κλανεινύχτα, τα μελέ το πρωί.
  • κλανί, το
Αποτελεί περιγραφή χρώματος (!) και εντάσσεται σε μία ευρύτερη ομάδα λέξεων που προσπαθούν να προσδιορίζουν ακαθόριστα χρώματα και αποχρώσεις. Όλα ξεκίνησαν πριν από πολλά χρόνια με τις γυναίκες κυρίως να χρησιμοποιούν κάτι περίεργες λέξεις για να περιγράψουν διάφορα χρώματα και αποχρώσεις, κυρίως ρούχων και υφασμάτων, ενίοτε και άλλων πραγμάτων όπως μαλλιών, ψιμυθίων, αξεσουάρ, κ.λπ. Οι λέξεις αυτές ήταν εντελώς ακατανόητες από την πλειονότητα των αρσενικών που στην καλύτερη περίπτωση ζητούσαν επεξηγήσεις, συνήθως όμως περιορίζονταν σε συγκαταβατικό κούνημα του κεφαλιού. Το ελληνικό λεξιλόγιο εμπλουτίστηκε πάραυτα με λέξεις αμφίβολης προέλευσης που επιπλέον τις χαρακτήριζε η θολούρα ως προς την ουσία του χρώματος που σκόπευαν να περιγράψουν, όπως για παράδειγμα:
Εκρού - καθώς και εκρού του νεκρού (σε μια απέλπιδα προσπάθεια επεξήγησης) -, ιβουάρ, εκάι, πετρόλ, αρζάν, βεραμάν, καφέ-ο-λέ, παστέλ, οφ-μπλακ, λιλά, άσπρο του πάγου, αλλά και λουλακί, κροκί, κοραλί, ουρανί, κ.λπ. Καθώς το πράγμα ξεσάλωνε περαιτέρω, επιστρατεύτηκε το φυτικό βασίλειο (σαπιομηλί, λαχανί, φυστικί, ροδί, κανελί, λαδί, κυπαρισσί, καροτί, ροδακινί, κ.λπ) αλλά και το ζωϊκό (ποντικί, ελεφαντί, τιγρέ, λεο-παρδαλέ, καναρινί, κορακί, κ.λπ). Μέχρι εδώ, οι λέξεις αυτές δεν συνιστούν αργκό παρά την εισβολή τους στην καθομιλουμένη. Το θέμα που μας αφορά όμως εδώ είναι η εξέλιξη αυτής της παλέτας που συν τω χρόνω πήρε τη μορφή καζούρας. Πολλοί ήταν αυτοί που, ορμώμενοι από αυτές τις περίεργες περιγραφές χρωμάτων, άρχισαν να τις περιπαίζουν και να αυτοσχεδιάζουν με αποτέλεσμα την επέκταση σε ακόμη πιο σουρεάλ αποχρώσεις. Στην αρχή έκαναν αθώα την εμφάνισή τους πιο χειροπιαστά χρώματα όπως το σκατί, το κουραδί, το τσιρλί, το κατρουλί, το μυξί, για να προστεθούν σύντομα πιο αφηρημένα «χρώματα» όπως το κλανί, το πορδί, το καμπινεδί (το οποίο απαντάται ως προσδιορισμός, π.χ. ροζ καμπινεδί), το κομοδινί κ.ο.κ., καθώς και το κλασικό πλέον σιμπιζάκι (από το γνωστό ανέκδοτο).
Έτσι πλέον μιλάμε για μία γκάμα λέξεων που χρησιμοποιούμε πια στην καθομιλουμένη και μπορεί να χαρακτηριστεί αργκό, όταν θέλουμε να περιγελάσουμε πρόσωπα, αντικείμενα και καταστάσεις που χαρακτηρίζονται από περίεργες έως ανέφικτες πλην όμως γελοίες «χρωματικές αποχρώσεις». Το «κλανί» αποτελεί αντιπροσωπευτικό παράδειγμα της εν λόγω συλλογής. π.χ
1: -Χρυσή μου, πού να στα λέω... εχτές έπεσα πάνω στην Σούλα που έβγαινε από το κομμωτήριο και κόντεψα να παραπατήσω! καλέ τι φανταχτερό κομοδινί έβαψε το μαλλί της!
-Α ναι, την είδα κι εγώ το πρωί στη στάση, καλέ αυτό δεν είναι κομοδινί, προς το πορδί φέρνει για την ακρίβεια!

2: -Κόψε σαραβαλάκι ο παππούς, πώς κυκλοφορεί ρε τούτο ακόμη!
-Κορόλα του '60 φίλε, η πρώτη που κυκλοφόρησε! και από χρώμα δεν μπορείς να πεις ε; σκίζει το τσιρλί!
-Τι τσιρλί ρε, κλανί δε λες καλύτερα;!
  • κλανιέμπα
Ο φόβος, το άγχος.
Επίσης νιώθω φόβο ή άγχος, τα κάνω πάνω μου, τρομάζω. Π.χ
-Μαλάκα έτσι όπως πετάχτηκες μέσα στο σκοτάδι... Πωωω, κλανιέμπα...
  • κλανίκουλας
Ο άνθρωπος που φοβάται πολύ, ο φοβιτσιάρης, ο δειλός. Π.χ
-Ρε, πάμε αύριο να κάνουμε Extreme Snowboard;
-Έεεμμ, άστο καλύτερα, δεν...
-Άντε ρε κλανίκουλα!
  • κλανιόλα
Οικιακό σκεύος της υψηλής κοινωνίας του περασμένου αιώνα, σε σχήμα χωνιού (όπως το χωνί στα παλιά γραμμόφωνα) το οποίο χρησίμευε στο να διοχετεύει τη βρώμα μιας κλανιάς που έπεφτε κάτω από τα σκεπάσματα, μακρυά από το κρεβάτι. Στις μέρες μας ο όρος χρησιμοποιείται υποτιμητικά για γυναίκες που πέφτουν στις παρακάτω κατηγορίες: μπάζο, το, σαύρα, μπουρούχα, γενικά γυναίκες που είναι για κλάσιμο μόνο και τίποτε άλλο.
Π.χ: (Σε δημοπρασία στο Sotheby;s του Λονδίνου)
-Το επόμενο αντικείμενο της συλλογής Γλύξμπουργκ, νούμερο 324 στους καταλόγους σας, η χειροποίητη ασημένια κλανιόλα του Βασιλέως Γεωργίου του Β΄κατασκευασμένη από τον οίκο Bochler (Μπόχλερ) του Αμβούργου το 1894. Τιμή εκκίνησης 75000 στερλίνες. Ακούω 75000;
  • κλανοβαλβίδα, η
Συνώνυμο της κωλοτρυπίδας. Ενώ η λέξη κωλοτρυπίδα προσδιορίζει γεωγραφικά το συγκεκριμένο εξάρτημα τόσο από πλευράς συντεταγμένων όσο και μορφολογίας -αφού κάνει ξεκάθαρα λόγο για μία οπή στην περιοχή των κωλομερίων-, η λέξη κλανοβαλβίδα είναι πιο χρηστική, περιγράφοντας μία εκ των λειτουργιών του προαναφερθέντος εξαρτήματος. Υπό την έννοια αυτή δεν προσφέρεται όταν τα συμφραζόμενα είναι σεξουαλικής φύσεως για ευνοήτους λόγους, αλλά τι να πω, αν κάποιος τη βρίσκει με το κλανίδι (όχι τον χρήστη του slang.gr, το κανονικό, το βρωμερό) δικαίωμά του.
Άλλα συνώνυμα είναι το γκρόβερ, η ροδέλα, η σούφρα, ο ρόζος και τα κωλοφάρδουλα (ή κωλοβάρδουλα).
Συντάσσεται συχνά με το «μου 'φυγε» ή με το «θα σου φύγει» αντικαθιστώντας τον τάκο. Σημαίνει ότι το υποκείμενο του οποίου η κλανοβαλβίδα έφυγε ή θα φύγει, ξαφνιάστηκε, έπαθε πλάκα, τα είδε όλα. Π.χ
1. [ΠΦΦΦΦΦ!!!!!.....]
-Έλεος βρε πούστη άντρα. Έχει χαλάσει η κλανοβαλβίδα σου και κοντεύεις να μας χέσεις; Έχει βρωμίσει όλο το σπίτι. Ήμαρτα!

2.-Εξάρες. Μάλλον πάει για μαρς μεγάλε.
-Αφού σου έχει ανοίξει η κλανοβαλβίδα ρε μπινέ που τολμάς και μιλάς κιόλας...

3. -Καλά, ήρθε η θεία μου από την Αυστραλία και μου 'φυγε η κλανοβαλβίδα μεγάλε. Μιλάμε για ασύλληπτο milf. Έτοιμος ήμουν να τον βγάλω και να τον παίξω.
-Βουρ στον πατσά πρόεδρε.

4. - Άμα δεις το καινούριο το Evo Χ θα σου φύγει η κλανοβαλβίδα. Unpektable.
Ω ρε πούστη Μάκη, μας τα 'χεις κάνει τσουρέκια με τ' αμάξια. Έλεος!
  • κλανόγελο
Έντονος γέλωτας ο οποίος συνοδεύεται από ακατάσχετο, ανελέητο, βροντερό και εν πάση περιπτώσει φρικτή ευωδία. Συνηθέστερο δε είναι ύστερα από κατανάλωση αμυλούχου γεύματος ήτοι φασόλια και άλλα ψυχανθή. Π.χ
Φαίδων: -Έξοχο αστείο! Χα χα (πρρρρρρρ...) χε χε (πρρρ..)
Τίμων: -Εάν εγνώριζα ότι θα πρόβαινες εις κλάνογελον τέτοιας ισχύος, θα σιωπούσα!
  • κλανόδιος (ουσ.)[κλάνω + οδός]
Ο επιτήδιος και ταυτόχρονα γνώστης της επικινδυνότητας των αερίων του που, για να μη γίνει δολοφόνος και ταυτόχρονα αντιληπτός από τους γύρω του, τη χωρίζει σε τρεις ή τέσσερις μικρότερες δόσεις και σαν πλανόδιος την αφήνει σε ισάριθμα πόστα. Π.χ
Ο Νίκος ειναι γνωστός κλανόδιος. Πάλι καλά γιατί θα υπήρχε πρόβλημα αν τις άφηνε ολόκληρες.
  • κλανοπάζαρο
Συνάθροιση κλανιάρηδων. Π.χ
-Αμάν ρε μαλάκες, κλανοπάζαρο το κάνατε! Ανοίχτε κάνα παράθυρο τουλάχιστον!
  • κλανοσκεπάσματα, τα
Τα κλινοσκεπάσματα, στη φανταροσλανγκική. Η ετυμολογία και τα συμφραζόμενα είναι αυτονόητα.
  • κλανόσκονη, η
Η υπερβολικά χαμηλοκώλα γυναίκα, που όταν κλάνει σηκώνει σκόνη!
  • κλανοσφυρίχτρα
Ο κλανιάρης εκείνος που κάθε φορά που κλάνει σφίγγεται, με αποτέλεσμα να αμολάει παρατεταμένες πορδές υψηλών συχνοτήτων που κάνουν αίσθηση. Π.χ
[Φσσσσσσσσσσσστ!] -Πάλι έκλασες μωρή κλανοσφυρίχτρα;
  • κλανοτρομπέτα
Αν και θήλυ, το ουσιαστικό «κλανοτρομπέτα» απευθύνεται εις άρρενες, οι οποίοι πέρδονται διαρκώς, βροντερώς (εξού και τρομπέτα) και ασυστόλως, παράγοντας ούτως ειπείν αυτήν την χαρακτηριστική... ευωδίαν. Τυγχάνει δε οι παραπάνω άνδρες να αδιαφορούν παντελώς δια πάσαι συνέποιαι η συνήθεια αυτή εμπεριέχει προς αυτούς και προς τον περίγυρό των. Π.χ
-Φαίδων: «Μα μνήστητι μου Κύριε, διατί πέρδεις τόσο βροντερώς και βρομερώς συνάμα εν μέσω κόσμου; Θα χαρακτιρισθείς ως κλανοτρομπέτα!»
-Τρύφων: «Αδιαφορώ, θα πέρδομαι εν τιαύτο τρόπο προ οιασδήποτε θυσίας!»
  • κλάνω
Είμαι ασυνεπής. Πχ
-Μη με κλάσεις σήμερα σαν την άλλη φορά που περίμενα μια ώρα. Δεν μπορεί να μου κάνει τίποτα, δεν είναι της κλάσης μου. Π.χ:
-Θα μου κλάσει τα @ρχίδι@ ή ακόμα καλύτερα: θα μου κλάσει το δεξί @ρχίδι.

Πορδίζω. Π.χ:
-Σταμάτα ρε να κλάνεις, θα πεθάνουμε εδω μέσα.
  • κλάνω μέντες
Το λέμε για να δείξουμε μεγάλη τρομάρα. Χρησιμοποιείται και ως έκλασα πατάτες/ φασκόμηλο/ μαλλί/ μπάμιες/ πόμολα/ πετούγιες, με την ίδια σημασία. Πχ
1: -Με το που είδα τι γομάρι ήταν έκλασα μέντες και του ζήτησα συγνώμη.

2: -«Χέντριξ και Καζαντζίδης
δέκα χιλιάδες βατ
να κλάσουνε πατάτες
οι μπάτσοι και τα MAT»
(Τζιμάκος)

Ειδικά το κλάνει πατάτες: απότομος θόρυβος όταν ξεμπουκάρει η εξάτμιση ενός αυτοκίνητου ή μιας μηχανής. Οι περαστικοί συνήθως εξίστανται, επικαλούμενοι τα θεία ή το θρυλικό «…έτσι να κάνει ο κώλος σου!»
  • κλάνω μπιφτέκια
Βρίσκομαι σε πολύ άσχημη κατάσταση λόγω υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ, ναρκωτικών ή λόγω φόβου. Π.χ
-'Ασε, εχθές ήπια 20 μπύρες και έκλασα μπιφτέκια.
  • κλάσε μάγκα να φουμάρω
Υβριστικότατη έκφραση που χρησιμοποιούσαν οι μάγκες στους τεκέδες για άτομα που θεωρούσαν ψευτόμαγκες και ψευτονταήδες. Π.χ
-Όχι ρε και να φοβηθώ το Δημητράκη. Αυτός είναι «κλάσε μάγκα να φουμάρω».
  • κλάσε να προσανατολιστώ!
Κραυγή απελπισίας ανθρώπου που αδυνατεί να ανταποκριθεί στα δέοντα καθώς το αντικείμενο του πόθου του είναι χοντρό, πνιγμένο μες το λίπος, ένα απαίσιο και αιμοβόρο κήτος. Π.χ
-Καλά τα ορεκτικά Σάκη, αλλά μήπως ήρθε η ώρα να περάσουμε στο κυρίως πιάτο;
-Ουγκ. Γκασπ. Κλάσε μωρή να προσανατολιστώ!
  • klan my pouts/κλαν μάι πούτς
Επιτιμητικά προς υπερφίαλους εκπροσώπους του Γερμανικού φύλου. Π.χ
-Sakis : Friedrich !!
-Friedrich : ja was ist los Sakis ?
-Sakis : κλαν μαι πουτς ρε Friedrich!

Με τις υγείες σας/μας!!!

Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2010

Το εφεβρετικό πεδί

Μέρες που είναι παραδίδομεν εις την κρίσιν του κοινού το χριστουγεννιάτικο ποίημα του μεγαλειώδους Μποστ, αφιερωμένο εξαιρετικά στη μεγαλοσχήμονα εφευρετική δημοσιογραφία που, αφού βγάλει μια κιτρινιάρικη είδηση και προσποριστεί όλα τα οφέλη, ενόψει επικείμενης διάψευσης, σπεύδει πρώτη να επανορθώσει εκδίδοντας διορθωτικό παράρτημα, αποκαθιστώντας την αλήθεια και ξανακερδίζοντας λεφτά και εντυπώσεις.

Ένα πεδί, πολύ μικρό, δια να προτοτυπήση,
«Άγιος Βασίλης έρχετε,» βγήκε να τραγοδήση.
Χριστός γενάτε, σκέθφικε, το ξέρουν όλες κι όλοι,
θα έμαθαν πως τίκτετε εν Βυθλεέμ τη πόλει.

Παραμονήν σηκόθικε, ημέραν Χριστουγένων
φόρεσεν το πουλόβερ του, καλώς κουκουλωμένον
κε πεζών του τριγώνου του, έκανε φασαρεία,
«Άγιος Βασίλης έρχετε από την Κεσαρεία.»

Ο κόσμος θοριβήθικε κε όλοι απορούσαν,
«που έμαθες πως έρχετε;» κε τον φιλοδωρούσαν
κε το πεδί επέμενε «από την Καισαρία
και λέγουν, κατεφθίνετε σ’ αρχόντισσα Κυρία.»

Βγήκαν στις πόρτες οι γριές: «Για πες μας, παλικάρι,
Βαστά εικόνα κε χαρτί, χαρτί κε καλαμάρη;»
Αφτό επιβεβέωνεν: «Βεβέως κε βαστά.»
Κι έπεφταν εις απόγνωσιν με χέρια κρεμαστά.

Δημιουργούσε το πεδί πολάς αναστατόσεις.
«Κρίμα στους κόπους», έλεγαν, «κε κρίμα στις ζυμώσεις,
τόσον πολύ χριστόψωμον θα πα΄γη πετεμένον,
γρήγορα Βασιλόπιτας! Φύγαν των Χριστουγέννων.»

Σε λίγο όμως το πεδί, ήρχισεν να φοβάται,
κι έγβαλε παράρτημα, λέγων «Χριστός γενάται,
η διάδοσις ήτο ψεβδής κε ας το μάθουν όλοι,
Χριστός γενάτε σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλη»

Ανέπνεφσαν οι άνθρωποι, αγάλοντο αι γραίε .
«Έλα να λάβης κουραπιέ, δραστύριέ μας νέε.
Να είσε πάντοτε καλά, πεδάκι μου να ζήσης,»
Κε το πεδί τους έλεγε «…χαίρετε ολ’ η φύσις»

Μ’ αφτό το κόλπο ο μικρός, επέρναγε θαβμάσια
κε λέγων το παράρτημα, εκέρδιζεν διπλάσια.
Κε καμαρόνων οι γονείς, θαυμάζοντας το γιό των,
τον έστελναν Πρωτοχρονιά κε έψαλε των Φώτων.

Κείμενο του Γιάννη Παρασκευόπουλου στην Ελευθεροτυπία της 29ης Δεκεμβρίου 2007

Χρόνια Πολλά σε όλους!
Καλές Γιορτές, με ΑΓΑΠΗ, ΥΓΕΙΑ, ΕΥΤΥΧΙΑ!!!

Παρασκευή 28 Αυγούστου 2009

Δημήτρης Πικιώνης: Ο ποιητής της Αρχιτεκτονικής

1887 ~ 28 Αυγούστου 1968

Αρχιτέκτονας και παράλληλα ζωγράφος, ποιητής, φιλόσοφος και στοχαστής, επέλεξε τον δύσκολο δρόμο επιμένοντας να διδάσκει την ευαισθησία και τον σεβασμό στο περιβάλλον όταν γύρω του αποθέωναν το κέρδος και την κακογουστιά. Η κληρονομιά του είναι μερικές από τις ελάχιστες οάσεις αρχιτεκτονικής ομορφιάς της «έρημης πόλης» …

Αναζητώντας τον ιδανικό ορισμό για μια φυσιογνωμία όπως ο Δημήτρης Πικιώνης, επιλέγουμε τα λόγια του Γιάννη Τσαρούχη: «Είναι ο πρώτος αρχιτέκτων στην Ελλάδα που είχε το θάρρος να διακηρύξει ότι η Αρχιτεκτονική είναι Τέχνη και Ποίησις».

Πολυσύνθετη προσωπικότητα, ο Πικιώνης προτίμησε να κρατήσει φυλαγμένη μέσα του τη μεγάλη του αγάπη για τη ζωγραφική, αλλά παρέμεινε πάντα μια καλλιτεχνική φύση που επέλεξε να υπηρετήσει την αρχιτεκτονική με την ψυχή ενός ποιητή και ζωγράφου. Οταν άρχισε να ασχολείται με την αρχιτεκτονική, οι εποχές ήταν δύσκολες. Το «μπόλιασμά» της με τα σύγχρονα τότε ρεύματα ήταν πολυτέλεια. Ακόμη πιο σκληρές αποδείχτηκαν όμως οι δεκαετίες της «ανοικοδόμησης» τότε που η τέχνη και η ευαισθησία ήταν υπό διωγμόν μέσα στον πυρετό του κέρδους και την εξυπηρέτηση των μικρών και μεγάλων συμφερόντων (επιτομή της νεότερης ελληνικής ιστορίας της αρχιτεκτονικής -και όχι μόνον). Ο Πικιώνης, όμως, δεν σταμάτησε ποτέ να διδάσκει ότι το περιβάλλον, δηλαδή η ζωή μας, έχει περισσότερο ανάγκη την ομορφιά από τα κέρδη, ακόμη κι όταν γύρω του «γκρέμιζαν τα τείχη» ενός κόσμου με ανθρώπινο πρόσωπο.

Η αγάπη για τη ζωγραφική

«Γεννήθηκα το 1887 στον Πειραιά. Οι γονείς μου κατάγονταν από τη Χίο. Στον πατέρα μου, γιο καραβοκύρη, από νωρίς είχε φανερωθεί η κλίση του στη ζωγραφική... Στους κυριακάτικους περιπάτους μας στο λιμάνι με τον θείο μου το Συριώτη και τα ξαδέλφια μου, ο πατέρας μου δεν μπορούσε να μη σταματήσει μπροστά σ’ ένα όμορφο σκαρί για να μας δείξει την ομορφιά του και να μας κάνει να το προσέξουμε. Οσο για τη μητέρα μου, ήταν ένας σπάνιος ηθικός τύπος. Εις το άκρον ευαίσθητη, συμπάσχοντας βαθύτατα εις τις ατυχίες των άλλων, μα ταυτόχρονα αυστηρή και δίκαιη κι ανιδιοτελής, ποθώντας πάντα το καλό της Ελλάδας. Είναι των ηθικών και καλλιτεχνικών τούτων ροπών που αισθάνομαι την κληρονομιά μέσα μου, κάποτε αρμονικά ενωμένων συναμεταξύ τους, κάποτε εναγώνια διχασμένων κι αντιτιθεμένων».

Από πολύ νωρίς ένιωσε μεγάλη αγάπη για τη ζωγραφική. Σ’ αυτήν αφιέρωσε ένα μεγάλος μέρος των σπουδών και της ζωής του ολόκληρης. Κι όμως, ποτέ δεν έβγαλε στο φως τους πίνακές του, τους οποίους ανακάλυψε η κόρη του, Αγνή Πικιώνη. «Το 1958, με αφορμή μια μετακόμιση από το σπίτι μας της οδού Βιζυηνού στη συνοικία Κυπριάδου -όπου η οικογένεια Πικιώνη έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής της- αντίκρισα πρώτη φορά τα ζωγραφικά έργα του πατέρα μου μέσα σε μια μεγάλη ξύλινη κασέλα. Ο Πικιώνης δεν θέλησε ποτέ να παρουσιάσει το ζωγραφικό του έργο. Ισως θεώρησε ότι η ζωγραφική του ήταν απλώς μια άσκηση για τη διαμόρφωση της συνεχώς διαφοροποιούμενης καλλιτεχνικής του εμπειρίας».

Ο Σεζάν και η μεγάλη απόφαση

Το 1904 μπαίνει στο Πολυτεχνείο για να σπουδάσει πολιτικός μηχανικός. Απέναντι, στη Σχολή Καλών Τεχνών, φοιτούσε ο Τζόρτζιο ντε Κίρικο, με τον οποίο γίνονται στενοί φίλοι. Λίγο καιρό αργότερα χτυπάει την πόρτα του Παρθένη εφοδιασμένος με ένα συστατικό γράμμα και κάποια σχέδια. Ο μεγάλος ζωγράφος τον δέχεται για μαθητή -ήταν ο πρώτος μαθητής που είχε ποτέ. Ηταν εκείνος που έπεισε τον πατέρα του να τον αφήσει να πάει στο Μόναχο το 1908 για να συνεχίσει τις σπουδές του στο σχέδιο και τη γλυπτική. Αρκούν, όμως, τρεις πίνακες του Σεζάν που θα δει για να μετακομίσει τον επόμενο κιόλας χρόνο στο Παρίσι, όπου θα μείνει ώς το 1912. Τότε φτάνει η ώρα της επιστροφής και της δύσκολης απόφασης:

Ο δρόμος που ακολουθούσα, τό ‘νιωθα, ήταν μακρύς, μακρύτερος απ’ τις συνθήκες μου τις οικονομικές. Τα χρέη που θα είχα ν’ αντιμετωπίσω στο γυρισμό μου ήταν σκληρά... Στενεμένος από την αδήριτη τούτη ανάγκη, επήρα την σκληρήν απόφαση ν’ αφιερώσω το υπόλοιπο του χρόνου στη μελέτη της Αρχιτεκτονικής».

Επιστρέφει στην Ελλάδα, παίρνει μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους και αποστρατεύεται ως λοχαγός του Μηχανικού. Συνεχίζει τις μελέτες του επικεντρώνοντας στη λαϊκή τέχνη και παράδοση. Αντιγράφει σχέδια σπιτιών, αντικείμενα από μουσεία και συλλογές. Μέσα από τις αναζητήσεις του γίνεται φίλος με τον Κόντογλου, τον Παπαλουκά, αργότερα με τον Χατζηκυριάκο-Γκίκα (μαζί θα ιδρύσουν το περιοδικό «Τρίτο μάτι»), τον Τσαρούχη, τον Εγγονόπουλο και τον Στέρη, με τον οποίο ζωγράφιζαν μαζί. Θα περάσει σχεδόν μία δεκαετία μέχρι να σχεδιάσει το πρώτο σπίτι. «Εχτισα το πρώτο μου σπίτι το 1923 (στις Τζιτζιφιές, στην αριστερή όχτη του Ιλισού). Το δεύτερο (οδός Ηρακλείτου 1, Πατήσια) εχτίστηκε το 1925. Το εμπνεύστηκα από μιαν αναπαράσταση αρχαίου σπιτιού της Πριήνης. Οταν την είδα, είπα μέσα μου: Τούτο είναι ελληνικό και δεν έχει στοιχεία που ν’ ανήκουν σε συγκεκριμένες κατηγορίες χρόνου και τόπου».

Το 1925 παντρεύεται την Αλεξάνδρα Αναστασίου και την ίδια χρονιά ονομάζεται έκτακτος καθηγητής του ΕΜΠ στην έδρα της Διακοσμητικής.

Ο δάσκαλος Πικιώνης και τα μεγάλα έργα

Δάσκαλος χαρισματικός, ιδιόρρυθμος, δυσνόητος για κάποιους, ο Πικιώνης δεν άφηνε ποτέ αδιάφορο το ακροατήριό του. Χαρακτηριστική η αφήγηση του ζωγράφου Γιώργου Μπουζιάνη. «Είχε κάτι το μυστηριώδες η ομιλία του. Αρχιζε πάντα χαμηλόφωνα, ύστερα η φωνή του δυνάμωνε χωρίς, όμως, ποτέ να γίνεται δυνατή. Και έπειτα, δεν ξέρω πώς, έσβηνε στο τέλος, σαν μέσα στο άπειρο. Σε ανάγκαζε να βρεις μόνος σου μέσα σε μιαν απεραντοσύνη τον τόπο όπου έτρεχε η δικιά του φαντασία. Πάντα, θυμάμαι, βρισκόμουν σε μια κατάσταση φόβου, μη τυχόν και χάσω το νήμα της ομιλίας του. Κάποτε, όμως, έριχνε ο ίδιος το φως μέσα στα μυστηριώδη και κρυμμένα νοήματά του και με παρέσυρε και μένα μέσα σ’ έναν μαγευτικό κόσμο».

Ενας άλλος ζωγράφος, ο Παναγιώτης Τέτσης, περιγράφει τον δάσκαλο Πικιώνη ως εξής: «Μιλούσε ψιθυριστά. Ελεγε για τον Σεζάν, τα ψηφιδωτά, τις τοιχογραφίες και τη λαϊκή τέχνη με προφανή σκοπό να εξάψει την αγάπη στους σπουδαστές για τις καλές τέχνες ώστε να τις πλησιάσουν. Αλλωστε είχε ως συνεργάτες καλλιτέχνες όπως τον Εγγονόπουλο, κάποτε, δε, καλούσε κι άλλους, όπως τον Τσαρούχη. Ορισμένοι από τους τότε νέους της Αρχιτεκτονικής είναι σήμερα κεφάλαια για την ελληνική τέχνη».

Ο Δημήτρης Πικιώνης χάρισε κάποια σπάνια «κοσμήματα» στην Αθήνα, με κορυφαίο τη διαμόρφωση του χώρου στον περίγυρο της Ακρόπολης, στον λόφο του Φιλοπάππου και στον Λουμπαρδιάρη. Ο τότε μαθητής του, αρχιτέκτονας Δημήτρης Αντωνακάκης, αφηγείται: «Είχα την τύχη να δουλέψω με τον Πικιώνη στην Ακρόπολη -ως φοιτητής- το καλοκαίρι του ‘56 και τον χειμώνα ‘56-’57. Μάθημα αξέχαστο, εμπειρία μοναδική κι ανεπανάληπτη. Τον έβλεπα λίγο. Ηταν απορροφημένος με το έργο στον Λουμπαρδιάρη και σπάνια τον πείθαμε να ανέβει μέχρι εμάς, που δουλεύαμε κάτω απ’ την Ακρόπολη. «Μας εμπιστευόταν», έλεγε. Εμπιστοσύνη που διδάσκει την υπευθυνότητα. Και η δουλειά πάνω στην Ακρόπολη είναι μια πράξη εμπιστοσύνης. Εμπιστοσύνη στους άλλους, σ’ αυτούς που θα ζήσουν το χώρο: Στα παιδιά, που τα παρακολουθεί έκθαμβος να παίζουνε κουτσό για να πατήσουν από πλάκα σε πλάκα -βαλμένη με τόση προσοχή δίπλα στις άλλες- αναγνωρίζοντας στην κίνησή τους τη χορευτική ερμηνεία της δικής του απόφασης. Στους γέροντες, που αναπαύονται στα τσιμεντένια πεζούλια ή που κοιτούν στοχαστικά τη γη, τις πλάκες, το χορτάρι που ξεφυτρώνει ανάμεσα, καθώς βαδίζουνε προσεκτικά από πλατύσκαλο σε πλατύσκαλο, κατεβαίνοντας».

Το ωραιότερο ίσως σπίτι που έφτιαξε είναι της γλύπτριας Φρόσως Ευθυμιάδη-Μενεγάκη (1949) στην οδό Κυπριάδου στα Πατήσια. Εξαίρετα δείγματα της τέχνης του θεωρούνται επίσης ο Παιδικός Κήπος της Φιλοθέης αλλά και το Δημοτικό σχολείο στα Πευκάκια. Παρόλο που θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα «μνημεία» του μοντερνισμού στην Ελλάδα, ο δημιουργός του δεν έμεινε ικανοποιημένος από την εικόνα του. Ο ίδιος αναφέρει ως χαρακτηριστικά έργα του την έπαυλη Ανω Φιλοθέης (1954), τον ξενώνα των Δελφών (1955) και το Αναπαυτήριο του Αγίου Δημητρίου του Λουμπαρδιάρη (1957) για να αποδείξει τη «σταθερή εμμονή που τα έργα τούτα -παρά τις κυμάνσεις- παρουσιάζουν εις το να δουλεύουν στο ίδιο ιδεώδες. Τούτο είναι φυσικό, αφού οι «αρχές» στις οποίες στηρίζονται είναι αμετακίνητες. Για τα λάθη των επιτευγμάτων μου δεν είναι υπόλογες οι αρχές τούτες, μα η λανθασμένη από λόγου μου ερμηνεία τους».

Δεν «φταίνε» οι αρχές, τα ιδεώδη· μόνον εμείς, που τα εφαρμόζουμε στραβά. Αυτό είναι ένα δίδαγμα που άφησε ο μεγάλος δάσκαλος Δημήτρης Πικιώνης, ο στοχαστής, ο ποιητής, ο φιλόσοφος φεύγοντας από τη ζωή πλήρης δημιουργικών ημερών τον Αύγουστο του 1968. Δίδαγμα όχι, βέβαια, για τον ίδιο, αλλά για τους μετέπειτα. Που δεν ακολούθησαν ούτε αρχές ούτε ιδεώδη. Με τις γνωστές συνέπειες.

Ο δάσκαλός μου

«Για μας ήταν ο άνθρωπος που κράταγε με πείσμα ανοιχτό τον κλεφτοπόλεμο απέναντι στην υλοποιημένη εικόνα μιας κοινωνίας που οι αξίες της περιορίστηκαν στη δύναμη και το κέρδος. Μιλώντας αλληγορικά, εντοπίζοντας την προσοχή μας στην ΑΡΕΤΗ, που την προσδιόριζε με στίχους του Σολωμού, του Σικελιανού και του Παλαμά, αποδεικνύοντας σε όσους τον παρακολουθούσαν ότι τίποτα δεν είναι εύκολο, ότι τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο. Στην Αθήνα του ’50, το αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο έχει περιοριστεί σε λίγα κακοσχεδιασμένα και απλοϊκά κατασκευαστικά στερεότυπα. Η παρέμβαση του Πικιώνη σε αυτήν τη φάση της καθημερινής αρχιτεκτονικής πρακτικής με το ποιοτικό λεξιλόγιο που εισήγαγε δεν ήταν απλώς μια άλλη λογική, αλλά μια επανάσταση απέναντι στην αδιαφορία για AΥTO που χτίζεται και για τον ΛΟΓΟ που χτίζεται». (Από ομιλία του μαθητή του Δ. Πικιώνη, Δημήτρη Αντωνακάκη στις 8.12.1987)

Ενας ξεχωριστός άνθρωπος

Σε μια στιγμή που μου μιλούσε για αυτά που κάνει πάνω στα σχέδια και τη ζωγραφική του, ξαφνικά, όπως συνήθιζε, διέκοψε και πρόσθεσε: «Δεν θέλω εγώ να τα κάνω αυτά, μα να γίνω αιτία να τα κάνουν άλλοι, η άλλη γενιά, άλλες γενεές». Τότε άρχισα κάπως να τον καταλαβαίνω. Είχα την εντύπωση ότι κρατούσε σπόρους στη χούφτα του και τους έριχνε περπατώντας πάνω στη γη και ήξερε πως κάποτε θα καρποφορήσουν. Είναι ένας άνθρωπος που ήξερε τι ζήταγε, που έφτασε να συνεχίζει και θα συνεχίζει πάντα αυτό που πιστεύει. Είμαι ευτυχής που γνώρισα από τόσο κοντά αυτόν το ξεχωριστό άνθρωπο και καλλιτέχνη».

Γιώργος Μπουζιάνης

Εργα του Πικιώνη

  • Οικία Ευθυμιάδη-Μενεγάκη, Γρυπάρη 1, Κυπριάδου
  • Οικία Ποταμιάνου, Νιόβης και Β. Παύλου 1, Φιλοθέη
  • Δημοτικό σχολείο στα Πευκάκια, Λυκαβηττός
  • Διαμόρφωση χώρων γύρω από την Ακρόπολη και τον λόφο Φιλοπάππου, Αγιος
  • Δημήτριος Λουμπαρδιάρης και Τουριστικό Περίπτερο Φιλοπάππου
  • Παιδική χαρά, Λεωφόρος Ελ. Βενιζέλου, Φιλοθέη
  • Πολυκατοικία, Χέυδεν 27, Πλ. Βικτωρίας
  • Οικία Σταματοπούλου, Αγίας Λαύρας και Λασκαράτου, Πατήσια
  • Ξενοδοχείο Ξενία, ΔελφοίΠειραματικό Σχολείο Θεσσαλονίκης
Του Γρηγόρη Παπαδογιάννη. Από τις “Εικόνες”, τεύχος Νο 379, εβδομαδιαίο περιοδικό, ένθετο στο ΕΘΝΟΣ της Κυριακής, 31 Μαΐου 2009.