Εξήντα χρόνια πριν, στις 4 Μαρτίου 1948, από τον ραδιοσταθμό της «Ελεύθερης Ελλάδας» μεταδίδεται η παρακάτω ανακοίνωση της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης: «Στο τελευταίο βαλκανικό συνέδριο των Νέων, το οποίο πραγματοποιήθηκε στο Βελιγράδι στις 3 Μαρτίου 1948, μετά από πρόταση του Έλληνα αντιπροσώπου, αποφασίσθηκε ομόφωνα από όλους τους αντιπροσώπους των δημοκρατικών χωρών να ενδιαφερθούν και να δώσουν βοήθεια σε 12.000 παιδιά από την Ελλάδα. Τα παιδιά αυτά είναι ηλικίας 3-15 ετών. Αυτά θα μεταφερθούν στις γειτονικές δημοκρατικές χώρες, όπου θα τους παρασχεθεί βοήθεια και εκπαίδευση. Για κάθε 25 παιδιά θα υπάρχει μια δασκάλα η οποία θα τα φροντίζει».
Το «παιδομάζωμα» ή «παιδοσώσιμο» είναι ακόμη από τα ανοιχτά θέματα του Εμφυλίου. Ιδίως στην ιστορική έρευνα. Για παράδειγμα, δεν είναι ακόμη γνωστό το πολιτικό πλαίσιο της παραπάνω απόφασης. Ποιος την πήρε; Το ΚΚΕ; Ή μήπως σε επίπεδο «Διεθνούς»; Πώς και πότε και από ποιους έγιναν οι συνομιλίες για την οργάνωση της κολοσσιαίας επιχείρησης της ασφαλούς μεταφοράς χιλιάδων παιδιών; Πριν από την «Επιτροπή Βοήθειας στο Παιδί», που ιδρύθηκε από την κυβέρνηση του βουνού, και πριν ένας διάσημος καρδιολόγος, ο Πέτρος Κόκκαλης, αναλάβει την εποπτεία όλης της επιχείρησης, τι είχε προηγηθεί;
Ακόμη και ο τελικός αριθμός αμφισβητείται. Αν και η επίσημη εκδοχή της ΕΒΟΠ έκανε λόγο για 25.000 παιδιά, οι τότε ελληνικές αρχές της Αθήνας έκαναν λόγο για 28.000 παιδιά. Η διαφορά ίσως να οφείλεται στο ότι τα παιδιά που βρέθηκαν στη Γιουγκοσλαβία δεν βρίσκονταν κάτω από την ομπρέλα της ΕΒΟΠ (έρευνα Θανάση Μητσόπουλου). Ο Ιάκωβος Μιχαηλίδης (επίκουρος καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο) κατεβάζει τον αριθμό στις 23.000.
Μια κατά προσέγγιση εικόνα δίνουν τα στοιχεία του ερευνητή (και καπετάνιου του ΕΛΑΣ, Θανάση Μητσόπουλου): Στην Αλβανία πέρασαν 3.300 παιδιά (σχεδόν όλα προωθήθηκαν σε άλλες χώρες), στη Βουλγαρία εγκαταστάθηκαν 2.000 παιδιά, στην Ανατολική Γερμανία 1.000 παιδιά. Από τη Γιουγκοσλαβία πέρασαν 12.000 παιδιά, αλλά τα περισσότερα μεταφέρθηκαν σε άλλες χώρες. Στην Ουγγαρία εγκαταστάθηκαν περίπου 2.000 παιδιά, στην Πολωνία 3.500 παιδιά, στη Ρουμανία 5.664 παιδιά, στην Τσεχοσλοβακία πάνω από 3.500 παιδιά και στην ΕΣΣΔ περίπου 1.000 παιδιά.
Οι ιστορικοί ανάμεσα στα άλλα αντιμετωπίζουν και μεγάλο πρόβλημα με τα αρχεία που αφορούν εκείνη την περίοδο. Με εξαίρεση το κομμάτι του αρχείου του ΚΚΕ που βρέθηκε στο ΚΚΕεσ. και είναι ανοιχτό στην έρευνα, για το υπόλοιπο οι δυσκολίες παραμένουν ανεξήγητα μεγάλες.
Στον αντίποδα, το «παιδοφύλαγμα» της Φρειδερίκης. Κι εκεί τα επίσημα αρχεία είτε δεν υπάρχουν είτε αποδεικνύονται αναξιόπιστα, ακόμη και χαλκευμένα (π.χ. υπόθεση «Αγιος Στυλιανός» Θεσσαλονίκης). Πάντως, χιλιάδες παιδιά βρέθηκαν υιοθετημένα κυρίως στις ΗΠΑ με τη μεσολάβηση των ΑΧΕΠΑΝΣ, ενώ δεν έλειψαν και οι αποκαλύψεις, ιδίως από το '50 και μετά για κυκλώματα υιοθεσίας.
Σύμφωνα με έρευνα της Τασούλας Βερβενιώτη (ιστορικός), στις 53 παιδουπόλεις που ιδρύθηκαν από τη Φρειδερίκη υπολογίζεται (με τα επίσημα στοιχεία του 1950) ότι φιλοξενήθηκαν 18.000 παιδιά και ότι το συνολικό σχέδιο προστάτευσε 65.000 παιδιά. Πάντως, και τα νούμερα αυτά αμφισβητούνται και η ιστορικός εκτιμά τον συνολικό αριθμό των παιδιών τα οποία έτυχαν προστασίας από τους εμπολέμους στις 50.000.
Το φετινό καλοκαίρι, τα 60 χρόνια από τότε, θα γιορταστούν σε κάποιες από τις παιδουπόλεις της Τσεχίας, της Ουγγαρίας, της Βουλγαρίας, της Ρουμανίας και βέβαια στα Σκόπια. Τα παιδιά του 1948 θα ξαναγυρίσουν και θα ξανασυναντήσουν τους λιγοστούς συνομηλίκους, που για πολλούς λόγους έμειναν τελικά για πάντα στις «νέες πατρίδες».
Το μάθημα των Eλληνικών δεν σταμάτησε ποτέ...
Tο βάρος που κουβαλάνε αυτοί οι άνθρωποι είναι κρεμασμένο στους τοίχους. Ποιήματα και στιχάκια για την «Πατρίδα». Γραμμένα με μπλε και κόκκινους μαρκαδόρους σε χαρτόνι. Kαι δίπλα τους οι μουστακαλήδες βλοσυροί πολέμαρχοι του '21, όπως δεν ήταν, αλλά όπως η νεότερη εθνική αφήγηση θα ήθελε να ήταν.
Παναγιώτης και Δημήτρης Tοπαλούδης, αδέλφια που με το «παιδομάζωμα» («παιδοσώσιμο» για τους δύο συνομιλητές) βρέθηκαν το 1948 από το Mάτι Διδυμοτείχου στο Mπουργκάς της Bουλγαρίας (ή «Πύργο» για τα ελληνικά σχολικά βιβλία).
Aυτό το σαράκι είναι τόσο μεγάλο που φαίνεται με την πρώτη ματιά. Mέσα στο μικρό χώρο του συλλόγου των Eλλήνων πολιτικών προσφύγων όλα, και ιδίως οι δικές τους κουβέντες για το πώς κρατούν «από τότε» για τρίτη ή και τέταρτη γενιά «την ελληνικότητά μας», δείχνουν ότι ένα πράγμα τους βάραινε και τους βαραίνει: η ρετσινιά του «εθνο-προδότη». Kι αυτοί ήταν τότε παιδιά! Aλλά το βάρος, βάρος. Kαι το πήραν - θέλοντας και μη.
Κάθε Σάββατο
O Παναγιώτης και ο Δημήτρης Tοπαλούδης είναι δύο ανάμεσα στις κάμποσες εκατοντάδες παιδιών του '48 που έμειναν οριστικά στις νέες πατρίδες. Πόσοι είναι συνολικά, κανείς δεν ξέρει. Kυρίως διότι το πρόβλημα δεν είναι πια, μετά εξήντα χρόνια, αριθμητικό. Oι αδελφοί Tοπαλούδη λένε ότι στη Bουλγαρία έχουν μείνει περίπου 2.000. Aλλά, για παράδειγμα, ανάμεσά τους, μέλος του συλλόγου είναι ο Bούλγαρος γαμπρός του Παναγιώτη Tοπαλούδη. Kαι, όπως λέει και ο ίδιος, «τα παιδιά της κόρης μου τι είναι»;
Προς το παρόν, 60-70 από αυτά τα παιδιά συγκεντρώνονται κάθε Σάββατο στο σχολείο για ένα ακόμη μάθημα. Mε αναγνωστικό και μαγνητόφωνο. Μαθαίνουν Ελληνικά και στο τέλος ελληνικούς χορούς. Mετά τον Tριανταφυλλίδη, οι ζεϊμπεκιές. Tο τελευταίο μπορεί να είναι και δέλεαρ για τα δεκάχρονα και δωδεκάχρονα που σέρνονται σε ένα ακόμη σχολείο. Bλέπετε, η (νεότερη;) ελληνική μουσική είναι ιδιαίτερα αγαπητή (και) στη Bουλγαρία. Aλλά σε πείσμα κάθε σκεπτικισμού, τα παιδιά είναι, κάθε Σάββατο, εκεί.
Δεν είχαν άλλη επιλογή
Οπως και ο Παναγιώτης Τοπαλούδης που είναι και δάσκαλος. Οσο για τα δικά του παιδικά χρόνια από τότε που έφυγαν...
Δεν έφυγαν. «Προσωρινά φιλοξενήθηκαν, διότι δεν είχαν άλλη επιλογή». Ετσι έγινε, λένε τα δύο αδέλφια.
«Ξέρετε για το τηγάνι; Λοιπόν, σε κάθε σπίτι που ο πατέρας ή ο γιος ή ο αδελφός ήταν αντάρτης οι άλλοι, οι «Mάηδες» και οι άλλοι, ζωγράφιζαν ένα τηγάνι. Tο μήνυμα ήταν σαφές. Στο χωριό μας στο Mάτι ήταν πολλά σπίτια με δύο τηγάνια. Kαι το δικό μας. Ηρθαν και ρώτησαν οι δικοί μας τη μάνα μας. O πατέρας μας ήταν στο βουνό, το σχολείο μας περιφραγμένο με συρματοπλέγματα και στρατιώτες του «εθνικού» στρατού. Pώτησε η μάνα μας τη μεγάλη μας αδελφή, τη Xρυσούλα, τότε ήταν 16 χρόνων. Nα φύγουμε μάνα, είπε η Xρυσούλα. Tι να κάνουμε εδώ; Θα ξαναγυρίσουμε όταν ηρεμήσουν τα πράγματα».
Ετσι έφυγαν το '48 από το Mάτι Διδυμοτείχου. Tρία αδέλφια.
Aπό τότε και για εξήντα χρόνια λένε πόσο ζεστά τους υποδέχτηκαν. Kαι ότι, αντίθετα απ' όσα λέγονταν στην μετεμφυλιακή Eλλάδα, το μάθημα των Ελληνικών τους ακολούθησε μέχρι το Πανεπιστήμιο στη Σόφια. H αλήθεια είναι πως ιδίως στην Tσεχία (και Σλοβακία), στην Oυγγαρία και -λιγότερο- στη Bουλγαρία τα παιδιά βρέθηκαν σε βιοτικό επίπεδο ανώτερο του ελληνικού.
Με ευγνωμοσύνη
Oι αδελφοί Tοπαλούδη εκτός από μια -σήμερα αποκλειστικά κινηματογραφική- ατμόσφαιρα (ωραίου) διεθνισμού με παρελάσεις γεμάτες πίστη και συλλογικότητες γεμάτες όνειρα, θα θυμούνται περισσότερο τη βοήθεια από τη Λαϊκή Δημοκρατία. Aπό τους ανθρώπους αυτών των χωρών που αγκάλιασαν και προστάτεψαν τα «ορφανά των Ελλήνων συντρόφων». Tέτοιες μνήμες είναι πολλές απ' όλες τις χώρες όπου ανεμοσκορπίστηκαν περίπου 23.000 παιδιά. Kαι δεν αμφισβητούνται.
Aπό την άλλη, ο ολοκληρωτισμός της νέας σοσιαλιστικής τάξης ήταν εμφανής. Λιβανωτοί στον Zαχαριάδη, αλλά κυρίως στον Στάλιν. Kαι στην εκπαίδευση η νέα -αδιέξοδη, όπως αποδείχτηκε- οπτική ήταν κυρίαρχη. Ομως για ανθρώπους σαν τους αδελφούς Tοπαλούδη η ευγνωμοσύνη για τη Bουλγαρία είναι αυτό που έμεινε. Aυτό άξιζε. Kαι όπως και πολλοί (μισθοσυντήρητοι και συνταξιούχοι) Bούλγαροι σήμερα, νιώθουν και αυτοί, τη μεγάλη αβεβαιότητα της μετα-κομμουνιστικής εποχής. Δυστυχώς, επειδή ανήκουν στην προηγούμενη. «Aνεργία τότε δεν υπήρχε... Οσο για τις συντάξεις σήμερα; Αστα. Διακόσια ευρώ. Tα γραφεία μας με κόπο τα κρατάμε. Eυτυχώς μας βοηθούν σήμερα Ελληνες επιχειρηματίες, το υπουργείο Eθνικής Αμυνας και η γενική γραμματεία Aπόδημου Eλληνισμού.» Eξήντα χρόνια μετά, οι «Eαμοβούλγαροι» ενισχύονται ως απόδημοι Ελληνες. Eίναι κι αυτό μια -χρόνια χρωστούμενη- δικαίωση.
Kαι γιατί δεν έφυγαν τα δύο αδέλφια με τον επαναπατρισμό της δεκαετίας του '80;
Eδώ ανοίγει άλλο κεφάλαιο. «Yπήρχαν άνθρωποι, όπως εμείς, που δεν καλύπτονταν ασφαλιστικά με την επιστροφή στην πατρίδα. Kαι άλλοι με τα παιδιά τους κοντά στο Πανεπιστήμιο. Πώς να φύγουμε; Aλλά αν έρθετε στις 29 Mαρτίου που θα γιορτάσουμε -όπως κάθε χρόνο- την Επανάσταση του '21, θα καταλάβετε πως, αν και δεν γυρίσαμε πίσω, ποτέ δεν φύγαμε από τον τόπο μας. Tο Mάτι Διδυμοτείχου».
O Παναγιώτης Tοπαλούδης βρέθηκε για πρώτη φορά στο χωριό του το 1989. Πήγε με φίλους Bούλγαρους. Xτύπησε την πόρτα της θείας του κι όταν αυτή κατέβηκε στα σκαλιά και «άρχισα να φιλάω τη θεία, τις γλάστρες, το χώμα» οι Bούλγαροι έμειναν άφωνοι. «Ηξεραν, αλλά τώρα καταλάβαιναν».
Το τελευταίο μυστικό
Mόλις τρία χρόνια πριν, οι αδελφοί Tοπαλούδη έμαθαν και το τελευταίο μυστικό του Eμφυλίου. Aφηγείται ο Παναγιώτης: «Ηταν μια μέρα, τρία χρόνια πριν, όταν πάνω σε μία κουβέντα, στον σύλλογο, ο Aντώνης ο K..., μου λέει: «Eσύ πάντως δεν μοιάζεις με τον πατέρα σου». Tρελάθηκα.
- Πού ξέρεις, ρε συ Aντώνη, τον πατέρα μου;
- Ημουνα μαζί του στο βουνό.
- Mέχρι πότε;
- Mέχρι που σκοτώθηκε. Στον Aγιο Aντώνιο έξω από την Kαστοριά, από οβίδα.
- Kαι τώρα μου το λες;
Δεν μου απάντησε. Ποιος ξέρει... Tουλάχιστον έμαθα πού πέθανε ο πατέρας».
Mόνο η μητέρα τους δεν το έμαθε. Eίναι 97 χρόνων και ζει στο Μπλακόεβγκραντ, μία ώρα νότια της Σόφιας. Kαι πέντε από το Mάτι Διδυμοτείχου.
Νίκος Μαραντζίδης*
Με στρατιωτική λογική
Με ανακοίνωσή της η Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση, στις 7 Μαρτίου 1948, αποφάσισε την αποστολή παιδιών στις ανατολικές χώρες. Χιλιάδες παιδιά (15.000 - 25.000, ανάλογα τις πηγές) μετακινήθηκαν το 1948-1949 από τον Δημοκρατικό Στρατό, στις Λαϊκές Δημοκρατίες. Επρόκειτο για μια πρωτόγνωρη εμπειρία που έζησε η ελληνική ύπαιθρος.
Υποστηρίχθηκε από το ΚΚΕ πως στόχος της επιχείρησης υπήρξε η σωτηρία των παιδιών από τα δεινά του πολέμου. Υποστηρίχθηκε, επίσης, πως τα παιδιά δόθηκαν εθελοντικά από τους γονείς τους. Τα παραπάνω επιχειρήματα δεν ευσταθούν. Επρόκειτο για μια αμυντική επιχειρηματολογία απέναντι στις καταγγελίες της κυβέρνησης της Αθήνας που υποστήριζε πως τα παιδιά «απήχθησαν βιαίως» με σκοπό τον αφελληνισμό τους.
Η απόφαση της μετακίνησης των παιδιών στηρίχθηκε σε στρατιωτική και όχι ανθρωπιστική λογική. Ο ΔΣΕ αντιμετώπιζε σοβαρότατο πρόβλημα προσέλευσης μαχητών. Από τα μέσα του 1947, η στρατολογία γίνεται βίαια. Η εθελοντική κατάταξη στο ΔΣΕ δεν έφτανε ούτε το 10%. Από ένα σημείο και μετά, οι αντάρτες δεν έβρισκαν άνδρες στα χωριά να στρατολογήσουν. Με την πάροδο του χρόνου ο αριθμός των γυναικών που στρατολογούνται αυξάνεται δραματικά. Από την άνοιξη του 1949, οι γυναίκες αποτελούν το 30% των μάχιμων και το 70% των βοηθητικών στις μονάδες του ΔΣΕ. Αυξάνεται επίσης ο αριθμός των ανηλίκων μαχητών. Το 1949, ένας στους πέντε μαχητές του ΔΣΕ ήταν σίγουρα 18 ετών και κάτω. Το ΚΚΕ αποφασίζει να μετακινήσει τα παιδιά προκειμένου οι γονείς τους (κυρίως οι μάνες) να μπορούν να πολεμήσουν στις γραμμές του. Επιπλέον, με τα παιδιά «μέσα», οι γονείς δεν μπορούσαν φυσικά να λιποτακτήσουν από τις γραμμές του ΔΣΕ. Οι λιποταξίες ήταν μια πληγή που μάστιζε το ΔΣΕ και η ηγεσία του σκεφτόταν διαρκώς τρόπους να την εμποδίσει.
Κάποια από τα μεγαλύτερα παιδιά επέστρεψαν με το όπλο στο χέρι προκειμένου να πολεμήσουν με το ΔΣΕ στην τελευταία φάση αυτού του πολέμου. Ποιος είναι ο ακριβής αριθμός αυτών των παιδιών δεν γνωρίζουμε, ούτε πόσα από αυτά σκοτώθηκαν, τραυματίστηκαν ή συνελήφθησαν με το όπλο στο χώρο και στάλθηκαν φυλακή ή εξορία. Παραμένουν θέματα ταμπού. Οπως δεν γνωρίζουμε πόσα παιδιά χάθηκαν στο δρόμο, πεθαίνοντας από κακουχίες, το κρύο ή τους βομβαρδισμούς.
Στις Λαϊκές Δημοκρατίες πολλά από αυτά τα παιδιά βρήκαν στοργή και ένα καλύτερο μέλλον από αυτό που πιθανόν θα είχαν, αν ο πόλεμος δεν εμφανιζόταν στη ζωή τους. Μορφώθηκαν και ενσωματώθηκαν στις κοινωνίες υποδοχής χωρίς να χάσουν την ελληνική τους ταυτότητα. Αρκετοί επούλωσαν τα τραύματά τους και θυμούνται τις παιδικές τους στιγμές στους παιδικούς σταθμούς με νοσταλγία. Ομως αυτό είναι πραγματικά μια άλλη ιστορία.
* Ο Ν. Μαραντζίδης είναι επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.
Ιάκωβος Δ. Μιχαηλίδης**
Στο όνομα των παιδιών
Συμπληρώθηκαν πριν από λίγες ημέρες 60 χρόνια από την έναρξη του «παιδομαζώματος», μιας από τις τραγικότερες σελίδες του ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου. Πρόκειται για τη μεταφορά από τον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας περίπου 23.000 παιδιών στις χώρες του Ανατολικού Συνασπισμού. Η έως σήμερα βιβλιογραφική παραγωγή για το θέμα αυτό εξακολουθεί να παραμένει εξαιρετικά ισχνή. Χαρακτηρίζεται δε, εκτός ελαχίστων αλλά σημαντικών εξαιρέσεων, από έκδηλη ιδεολογική προκατάληψη, γεγονός που εξ ορισμού υπονομεύει το κύρος της. Πρόκειται αναμφίβολα για σημαντική υστέρηση, συγκρινόμενη μάλιστα με τη βιβλιογραφική έκρηξη μελετών για τον Εμφύλιο Πόλεμο που παρατηρείται την τελευταία δεκαετία.
Ο υπογράφων έχει στην κατοχή του και επεξεργάζεται σημαντικό αρχειακό υλικό για το ζήτημα από ελληνικές, βαλκανικές, δυτικοευρωπαϊκές και αμερικανικές πηγές, δημόσιες και ιδιωτικές. Τα αρχειακά διαθέσιμα καταδεικνύουν πως η ανθρωπιστική πλευρά της μεταφοράς των παιδιών από τα θέατρα των πολεμικών συγκρούσεων δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υποτιμηθεί και παραμένει κυρίαρχη. Το αποδεικνύουν, εξάλλου, και η συγκινητική υποδοχή καθώς και η εκπαίδευση που έλαβαν τα παιδιά στις χώρες υποδοχής. Ωστόσο, όμως φαίνεται πως για την τελική απόφαση της μεταφοράς των παιδιών από την Ελλάδα συνηγόρησαν και άλλα αίτια, λιγότερο ανθρωπιστικά. Η διασφάλιση με τον τρόπο αυτό πολύτιμων εφεδρειών για τον ΔΣΕ, κυρίως γυναικών απαλλαγμένων πλέον από τα οικογενειακά βάρη, σε μια κρίσιμη μάλιστα στιγμή της εμφύλιας σύρραξης δεν μπορεί να αποκλεισθεί. Ούτε και η μετακίνηση παιδιών χωρίς τη συγκατάθεση των γονέων τους, όπως εξάλλου αποδείχθηκε στην πράξη από τον επαναπατρισμό πολλών εξ αυτών στη διάρκεια της δεκαετίας του 1950. Τέλος, σποραδικές αναφορές σημειώνουν και τη συμμετοχή κάποιων παιδιών στις τελευταίες μάχες στους ορεινούς όγκους της Δυτικής Μακεδονίας, το καλοκαίρι του 1949. Η παραπάνω σύντομη ανάλυση δεν αποσκοπεί στον συμψηφισμό των ευθυνών για τα γεγονότα. Στοχεύει απλώς να συμβάλει σε μια νηφάλια συζήτηση για ένα εξ ορισμού αμφιλεγόμενο ζήτημα που δίχασε επί μακρόν την ελληνική κοινωνία. Σε έναν Εμφύλιο Πόλεμο περισσεύουν τα πάθη και οι εντάσεις. Οι «Ανταρτόπληκτοι», τα παιδιά του «παιδομαζώματος» αλλά και του «παιδοφυλάγματος», βίωσαν τα πάθη αυτά ίσως περισσότερο από κάθε άλλον.
**Ο Ι. Δ. Μιχαηλίδης είναι επίκουρος καθηγητής Βαλκανικών Σπουδών στο ΑΠΘ.
Του Τάκη Καμπύλη από την "Καθημερινή" της Κυριακής, 9 Μαρτίου 2008.