Πολυετείς έρευνες φανερώνουν ότι τα βότανα αποτελούν σημαντικό όπλο στην παραδοσιακή θεραπευτική φαρέτρα, καθώς εδώ και αιώνες βοηθούν στην αντιμετώπιση μιας πληθώρας παθήσεων, όπως το προ-εμμηνορυσιακό σύνδρομο, η εμμηνόπαυση, το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, η δυσπεψία, η υπέρταση, η υψηλή χοληστερόλη, οι διαταραχές της μνήμης, η κατάθλιψη, η αϋπνία, η ρευματοπάθεια, η ηπατοπάθεια, η υπερπλασία του προστάτη, η δυσκοιλιότητα και οι πνευμονικές ασθένειες.
Ωστόσο, επειδή τα βότανα έχουν την ιδιότητα να αλληλεπιδρούν με τα συγχορηγούμενα φάρμακα, ενώ ορισμένα παρουσιάζουν και σοβαρές παρενέργειες, η χρήση τους δεν πρέπει να γίνεται ανεξέλεγκτα, αλλά μόνο κατόπιν ιατρικής συμβουλής και αφού ληφθεί υπόψη το πλήρες ατομικό ιστορικό. Στην αντίθετη περίπτωση ελλοχεύουν σοβαροί κίνδυνοι για την υγεία, γεγονός το οποίο αποδεικνύεται και από την πρόσφατη έρευνα των Βρετανών επιστημόνων Peter Canter και Edzard Ernst της Ιατρικής Σχολής Πενίνσουλα, του Eξετερ, η οποία απέδειξε ότι οι κάψουλες με αυτοσχέδια μίγματα βοτάνων -όπως αυτές που πωλούνται σωρηδόν μέσω του Ιντερνετ- μπορούν να αποβούν βλαβερές για τον οργανισμό. Διεθνώς υπάρχουν 40 εκατομμύρια ιστοσελίδες που πωλούν τέτοιου είδους προϊόντα, των οποίων η σύσταση, ο τρόπος παρασκευής και η συντήρηση παραμένουν εντελώς ανεξέλεγκτα.
Στην καθημερινή ζωή τα βότανα χρησιμοποιούνται σαν κάψουλα, αφέψημα, έγχυμα, κατάπλασμα (κομπρέσα) και βάμμα, ενώ κάποια από αυτά μπορούν να προστεθούν χλωρά ή ξερά στο φαγητό, σαν μυρωδικά. Για την παρασκευή αφεψήματος τα σκληρότερα μέρη του φυτού (ρίζα, στέλεχος, καρποί) βράζονται σε νερό για πέντε λεπτά και στη συνέχεια το υγρό σουρώνεται. Αντίθετα, το έγχυμα συστήνεται για τα μαλακά και τρυφερά μέρη του φυτού (φύλλα, άνθη, σπόροι) και φτιάχνεται όπως το τσάι: Το βότανο προστίθεται σε βραστό νερό που έχει κατέβει από τη φωτιά και αφού μουλιάσει για λίγα λεπτά, ακολουθεί σούρωμα.
Για να φτιάξουμε κατάπλασμα, μουσκεύουμε ένα κομμάτι από γάζα ή βαμβάκι σε καυτό αφέψημα ή έγχυμα και το απλώνουμε στην πάσχουσα περιοχή.
Τέλος, το βάμμα φτιάχνεται με προσθήκη του βοτάνου σε μίγμα αλκοόλ και νερού. Στον οδηγό που ακολουθεί, η κλινική διαιτολόγος-διατροφολόγος Χριστίνα Φοντόρ αποκαλύπτει τις ευεργετικές ιδιότητες, αλλά και τους κινδύνους που κρύβουν τα πιο διαδεδομένα βότανα.
Δενδρολίβανο
Τα φύλλα του προστίθεντο στη μαγειρική σαν συντηρητικό και σαν αντίδοτο κατά της δυσπεψίας από την αρχαιότητα. Στην εποχή μας χρησιμοποιούνται αποξηραμένα σαν μυρωδικά στη μαγειρική, αλλά και για την αναστολή δημιουργίας επικίνδυνων καρκινικών ενώσεων, που σχηματίζονται στα κρεατικά όταν ψήνονται στη σχάρα. Επίσης με τα φύλλα του παρασκευάζονται εγχύματα και αφεψήματα που προστίθενται στο νερό της μπανιέρας για την τόνωση της κυκλοφορίας του αίματος και της επιδερμίδας ή χρησιμοποιούνται καυτά για εισπνοές στο κρυολόγημα και τις ιώσεις, καθώς αποσυμφορούν το ρινικό βλεννογόνο, ενώ παράλληλα τονώνουν το ανοσοποιητικό σύστημα, διεγείροντας την παραγωγή λευκών αιμοσφαιρίων. Πέρα από τα φύλλα του δενδρολίβανου, φαρμακευτικές εφαρμογές έχει και το αιθέριο έλαιό του, το οποίο χαρακτηρίζεται από πληθώρα θεραπευτικών ιδιοτήτων, όπως το ότι τονώνει την καρδιακή λειτουργία και γι’ αυτό ενδείκνυται στην αντιμετώπιση της ατονίας.
Εχινάκεα
Πρόσφατες έρευνες φανερώνουν ότι τα πολυένια που περιέχονται στην εχινάκεα έχουν ανοσοδιεγερτικές ιδιότητες, καθώς ενεργοποιούν τα φαγοκύτταρα και τα Τ-λεμφοκύτταρα. Παράλληλα, το συγκεκριμένο βότανο παρουσιάζει αντιική δράση ενάντια στους ιούς της γρίπης και του έρπητα, σε συνδυασμό με αντιφλεγμονώδεις, αντιβακτηριδιακές, αντισπασμωδικές, επουλωτικές και αγγειοδιασταλτικές ιδιότητες. Στον ανθρώπινο οργανισμό δρα όπως η κορτιζόνη και εμπλέκεται σε θεραπείες ανοσοκαταστολής, ενώ σε σπάνιες περιπτώσεις προκαλεί δερματική αλλεργία. Επίσης, δεν πρέπει να λαμβάνεται κατά την εγκυμοσύνη. Στα φαρμακεία διατίθεται ως διατροφικό συμπλήρωμα (κάψουλα) για την πρόληψη των ιώσεων και του κρυολογήματος, ενώ η αποξηραμένη ρίζα του φυτού (κομμάτι μήκους ενός cm) μπορεί να προστεθεί σε 200 ml βραστό νερό για την παρασκευή αφεψήματος ή εγχύματος που τονώνει τις άμυνες του οργανισμού και προστατεύει από την εποχική γρίπη. Η συνιστώμενη δόση είναι τρία φλυτζάνια την ημέρα.
Βαλεριάνα
Είναι γνωστή από αρχαιοτάτων χρόνων για την ηρεμιστική και υπνωτική της δράση. Το εκχύλισμά της έχει επίσης αντισπασμωδικές και αγχολυτικές ιδιότητες, ενώ εμφανίζει σπασμολυτική δράση στους λείους μυς του γαστρεντερικού συστήματος και προκαλεί διαστολή στις στεφανιαίες αρτηρίες. Πρόσφατες έρευνες της αποδίδουν επιπλέον αντιαρρυθμική και υποτασική δράση. Δεν είναι ωστόσο ξεκάθαρο ποια συστατικά ευθύνονται για όλες αυτές τις ιδιότητες, ούτε καν για τις ηρεμιστικές που είναι οι πιο μελετημένες. Ως σκεύασμα χορηγείται για την αντιμετώπιση υστερικών καταστάσεων υπερδιέγερσης, αϋπνίας, ημικρανίας, κολικών του εντέρου, ρευματικών παθήσεων και δυσμηνόρροιας. Δεν πρέπει να δίνεται σε άτομα με υπερευαισθησία και ηπατική δυσλειτουργία ή που λαμβάνουν άλλη ηρεμιστική αγωγή. Επίσης δεν συνδυάζεται με αλκοόλ και μετά τη χορήγηση απαγορεύεται η οδήγηση. Οι παρενέργειες της βαλεριάνας περιλαμβάνουν κεφαλαλγία, θόλωση της όρασης, ηπατοτοξικότητα, ναυτία και καρδιακή δυσλειτουργία.
Τζίνσενγκ
Διατίθεται σε δισκία, κάψουλες, σκόνη και βάμματα. Παρουσιάζει αναλγητική, αντιπυρετική, αντιφλεγμονώδη, υπογλυκαιμική και ερυθροποιητική δράση, ενώ παράλληλα καταστέλλει το νευρικό σύστημα. Το τζίνσενγκ διαθέτει και μια ενδιαφέρουσα ιδιομορφία: Εχει αντίρροπες ιδιότητες, δηλαδή εμφανίζει ταυτόχρονα υπερτασική και υποτασική δράση ή ισταμινική και αντιισταμινική. Για το φαινόμενο αυτό ευθύνονται κάποιες ουσίες του, οι «γυνσενοσίδες» που επιδρούν στον άξονα του υποθαλάμου, της υπόφυσης και των επινεφριδίων. Εδώ και αιώνες πάντως χρησιμοποιείται για τη βελτίωση της αντοχής, την ανακούφιση από κούραση και πονοκεφάλους, την αμνησία, τις νοητικές δυσλειτουργίες, τη μειωμένη λίμπιντο, τη παράταση της νεότητας, τη ρύθμιση της πίεσης και την τόνωση του ανοσοποιητικού. Σε υψηλές δόσεις προκαλεί αϋπνία, ευερεθιστότητα, ναυτία και πρωινή διάρροια. Δεν πρέπει να λαμβάνεται στην εγκυμοσύνη, από τους ασθματικούς, τα παιδιά και όσους παίρνουν ηρεμιστικά ή υπνωτικά, γιατί αντιστρέφει τις επιδράσεις τους.
Τζίντζερ ή πιπερόριζα
Οι ελαιορητίνες που περιέχει είναι οι δραστικές ουσίες που του εξασφαλίζουν τη χαρακτηριστική του ιδιότητα: την πρόληψη της ναυτίας του ταξιδιώτη. Για την αντιμετώπισή της συνιστάται η κατανάλωση εγχύματος η αφεψήματος που παρασκευάζεται με ένα έως δύο γραμμάρια ρίζας τζίντζερ μισή ώρα πριν από το ταξίδι ή το απευθείας μάσημα ενός μικρού κομματιού. Το τζίντζερ έχει επίσης αντιεμετική, αντιθρομβωτική, αντικαρκινική, σπασμολυτική, καρδιοτονωτική, αντιαιμοπεταλιακή και υπογλυκαιμική δράση. Βάσει πρόσφατων ερευνών δίνεται για την αντιμετώπιση των κολικών του εντέρου, σαν χωνευτικό και σαν συμπληρωματική θεραπεία για την αντιμετώπιση φλεγμονωδών καταστάσεων, όπως είναι η ρευματοειδής αρθρίτιδα και η οστεοαρθρίτιδα. Δεν πρέπει όμως να χορηγείται στην εγκυμοσύνη γιατί δρα σαν αμβλωτικό προκαλώντας συσπάσεις στη μήτρα. Επίσης δεν ενδείκνυται χωρίς τη συμβουλή γιατρού σε άτομα που παίρνουν φάρμακα για την αντιμετώπιση καρδιοπαθειών και διαβήτη ή που ακολουθούν αντιπηκτική αγωγή.
Φασκόμηλο
Αποτελεί εξαιρετικό τονωτικό για τον οργανισμό, ενώ βοηθά στην ατονία του στομάχου και το κρυολόγημα. Προστίθεται στο φαγητό κυρίως σε κρέατα σαν μυρωδικό ή καταναλώνεται σαν αφέψημα σε αναλογία μια κουταλιά αποξηραμένα φύλλα σε ένα φλυτζάνι νερό. Η κατανάλωσή του συστήνεται επίσης για την άστατη περίοδο, τις αιμορραγίες και τη ρύθμιση της παραγωγής του ιδρώτα, ειδικά σε καταστάσεις υπεριδρωσίας. Παράλληλα, το φασκόμηλο χρησιμοποιείται και εξωτερικά. Ετσι με τη μορφή κομπρέσας ανακουφίζει από τον πόνο τα τσιμπήματα εντόμων και τις πληγές με πύο, ενώ σαν γαργάρα καταπραΰνει τον ερεθισμό των ούλων και του λαιμού. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί στο λούσιμο, για την τόνωση των μαλλιών και σε μάσκες ομορφιάς για το δέρμα. Δεν πρέπει να καταναλώνεται από τις θηλάζουσες γιατί πικρίζει το γάλα, ενώ το αιθέριο έλαιό του είναι πιο τοξικό και από το αψέντι.
Χαμομήλι
Η αντιφλεγμονώδης και αντι-αλλεργική δράση του οφείλεται στα «αζουλένια» που περιέχει το αιθέριο έλαιο του χαμομηλιού. Ερευνες φανερώνουν ότι αυτές οι ουσίες παρεμποδίζουν την παραγωγή ισταμίνης στα πειραματόζωα. Επίσης το χαμομήλι διαθέτει αντιοξειδωτική δράση χάρη στα φλαβονοειδή του και ηρεμιστικές ιδιότητες που οφείλονται σε ένα συστατικό του, το οποίο ανταγωνίζεται ένα νευροδιαβιβαστή του νευρικού συστήματος. Πρόσφατες μελέτες του αποδίδουν επιπλέον αντισπασμωδική και ανασταλτική δράση στην ανάπτυξη ελκών που οφείλονται στο άγχος και την υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ. Στην καθημερινή ζωή χρησιμοποιείται σαν έγχυμα ή αφέψημα, σε κομπρέσες και σαν έλαιο. Το τελευταίο, εκτός από «αζουλένια» περιέχει και «κουμαρίνες», ουσίες με αντιμικροβιακή αντιμυκητιακή και αντιική δράση. Το χαμομήλι χρησιμοποιείται ευρέως σαν αντισηπτικό σε πληγές και σαν καταπραϋντικό για τις στομαχικές ενοχλήσεις. Οι ανεπιθύμητες ενέργειές του είναι σπάνιες και περιλαμβάνουν αλλεργικές αντιδράσεις, οίδημα της γλώσσας και πόνους στην κοιλιά.
Της Αλεξίας Σβώλου, από τον "Ελεύθερο Τύπο" της Πέμπτης, 13 Μαρτίου 2008