Με αυτές τις σκέψεις μας συστήνεται ο Σκρούτζ Μακ Ντακ στην πρώτη του εμφάνιση στον κόσμο των κόμικς τα Χριστούγεννα του 1947. Ο πατέρας και εμπνευστής του, Καρλ Μπαρκς, εισήγαγε τον χαρακτήρα του εντελώς συμπτωματικά στο εορταστικό τεύχος της σειράς «Ντόναλντ Ντακ» με τίτλο «Χριστούγεννα στο βουνό της αρκούδας». Το σχέδιο έλεγε ότι ο ανυποψίαστος Ντόναλντ θα ανέβαινε σε μια καλύβα στο βουνό όπου θα ερχόταν αντιμέτωπος με μια αρκούδα. «Η καλύβα αυτή έπρεπε σε κάποιον να ανήκει, και έτσι επινόησα τον θείο Σκρουτζ» εξήγησε ο Μπάρκς λίγα χρόνια αργότερα.
Στην αρχή ο θείος έπαιζε τον ρόλο του γκεστ σταρ ή καλύτερα του περιστασιακού ατακαδόρου για τον ανιψιό του. Σταδιακά όμως οι «αρετές» του χαρακτήρα του(όπως η φιλαργυρία, ο αμοραλισμός, η μισανθρωπία) και κυρίως η ακόρεστη δίψα του για όλο και περισσότερα πλούτη τον οδήγησαν σε περιπετειώδη ταξίδια στα πέρατα της οικουμένης. Οι ιστορίες αυτές ανέβαζαν σταδιακά τις μετοχές του σε σχέση με τον γκαφατζή Ντόναλντ που ήταν ως τότε ο αδιαφιλονίκητος πρωταγωνιστής. Κι έτσι, μόλις τεσσεράμισι χρόνια μετά το ντεμπούτο του, ο τζαναμπέτης και πολυμήχανος θείος αυτονομήθηκε από τον ανιψιό και, το 1952, απέκτησε το δικό του περιοδικό με κεντρικό ήρωα τον ίδιο και τον (αυτονόητο) τίτλο «Θείος Σκρουτζ». Σύντομα το ηλικιωμένο παπί και ο κορυφαίος παραμυθάς που το γέννησε σκαρφάλωσαν στην κορυφή των πωλήσεων κόμικς στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο Σκρουτζ Μακ Ντακ είναι σήμερα με διαφορά το πλουσιότερο παπί στον κόσμο. Μάλιστα, στην ετήσια λίστα του περιοδικού «Forbes» με τους 15 πλουσιότερους φανταστικούς χαρακτήρες, το οποίο υπολογίζει την περιουσία του σε κάπως ρεαλιστικότερη βάση σε σχέση με την Disney(*1), o Σκρουτζ ανέβηκε από την έκτη θέση το 2005 (με συνολική περιουσία 8,2 δις $) στην τρίτη το 2006, με 10,9 δις $. Το περιοδικό αποδίδει τα αίτια της ανόδου στο γεγονός ότι αποφάσισε επιτέλους να ξεμυτίσει από το οχυρό του πύργου του –στο οποίο είχε ταμπουρωθεί επί μήνες το 2005 εξαιτίας φόβων του για τη γρίπη των πουλερικών- και άρχισε πάλι τα διάσημα ταξίδια του προς άγραν χαμένων θησαυρών. Η αγαπημένη του στιγμή της ημέρας είναι μακράν το να βουτάει από βατήρα σαν σε πισίνα μέσα σε ένα πακτωλό δολαρίων και να τσαλαβουτά περιχαρής σε γυαλιστερά νομίσματα. Άλλωστε, ζει για να υψώνει την στάθμη των χρημάτων στην δεξαμενή του θησαυροφυλακίου του, στην οποία συσσωρεύει τα πλούτη του, από τη πρώτη μέχρι την τελευταία δεκάρα, εντελώς απενοχοποιημένος, με τη αφέλεια και τον ενθουσιασμό μικρού παιδιού. Σε κάποιο επεισόδιο το ειδικό για αυτή τη δουλειά μέτρο δείχνει «στάθμη χρημάτων» τα …30 μέτρα.
Τι έκανε όμως όταν ήταν νέος; Και πως έφτασε ως εκεί; Γιατί όταν ο Μπαρκς μας τον σύστησε το 1947 ήταν ήδη ένα παπί-«δισεκατομμυριούχος» με μπόλικα χρονάκια στην πλάτη του. Ψηφίδες του παρελθόντος του υπάρχουν διάσπαρτες σε διάφορα τεύχη που σχεδίασε ο εμπνευστής του, πουθενά όμως μια ολοκληρωμένη διαδρομή. Μαθαίνουμε ότι είναι Σκωτσέζος γεννημένος στην Γλασκώβη, ότι πήγε στην Αμερική σε μικρή ηλικία, ότι χρειάστηκε να γίνει «πιο σκληρός από τους σκληρούς και πιο πονηρός από τους πονηρούς» για να συγκεντρώσει τα αμύθητα πλούτη του.
Το επίπονο έργο της ανασύνθεσης του παρελθόντος του Σκρουτζ Μακ Ντακ, με βάση τις σκόρπιες αυτές αναφορές, ανέλαβε ο κομίστας Ντον Ρόσα, που θεωρείται ο σημαντικότερος δημιουργός ιστοριών με χαρακτήρες της Disney της γενιάς του. Πέτυχε να αφηγηθεί την βιογραφία του Σκρουτζ από την Γλασκώβη του 1877, τη χρονιά που απέκτησε την πρώτη του δεκάρα σε ηλικία δέκα ετών, ως τα Χριστούγεννα του 1947, όταν και ντεμπουτάρισε στα κλασικά αριστουργήματα του Μπαρκς. Το βιβλίο του «Ο βίος και η πολιτεία του Σκρουτζ Μακ Ντακ» (εκδ. Νέα Ακτίνα, 2004) αποτελεί την συνένωση 12 επεισοδίων (δημοσιεύτηκαν στα ελληνικά στο περιοδικό «Κόμιξ», τ.100-111, Οκτώβριος 1996-Σεπτέμβριος 1997) και τιμήθηκε με το βραβείο Αϊσνερ, τη σημαντικότερη διάκριση στον χώρο της ένατης τέχνης. Το 2006 κυκλοφόρησε η συνέχεια του παραπάνω έργου («Τα χαμένα επεισόδια» εκδ. Νέα Ακτίνα, 2006) με ιστορίες που εμπλουτίζουν την αρχική εικονογραφημένη βιογραφία.
Αφού λοιπόν απέκτησε την πρώτη του δεκάρα γυαλίζοντας παπούτσια στους λασπωμένους δρόμους της Γλασκώβης, ο μικρούλης Σκρούτζ εγκατέλειψε το φτωχικό της οικογένειάς του και μπαρκάρισε ως καμαρότος σ’ ένα εμπορικό πλοίο που τον μετέφερε στην Αμερική. Τα μετέπειτα ταξίδια του από τον Μισισιπή ως τους λόφους της Μοντάνα και από τις χρυσοφόρες εκτάσεις του Καναδά ως τα αδαμαντορυχεία της Νότιας Αφρικής, μετέτρεψαν σταδιακά το αμούστακο αγόρι σε σκληροτράχηλο χρυσοθήρα και επιχειρηματία. Στην αυγή του 20ου αιώνα ήταν ήδη εκατομμυριούχος. Με ορμητήριο το στρατηγείο-θησαυροφυλάκιό του στη Λιμνούπολη, δεν έπαψε να αλωνίζει τις τέσσερις γωνιές της Γης (συχνά πιλοτάροντας ο ίδιος του ιδιωτικό του αεροσκάφος) κάνοντας μπίζνες και αναζητώντας χαμένους θησαυρούς. Μεταξύ άλλων, δεν δυσκολεύτηκε να πουλήσει ψυγεία σε Εσκιμώους αλλά και …άνεμο σε Ολλανδούς κατασκευαστές ανεμόμυλων. Τα επαγγελματικά ταξίδια τον έφεραν σε επαφή με διαφορετικές γλώσσες και πολιτισμούς. Ως εκ τούτου μιλάει απταίστως αραβικά, ισπανικά, ολλανδικά, γερμανικά, φινλανδικά, μογγολικά αλλά και διάφορες κινεζικές διαλέκτους.
Ο θείος Σκρούτζ είναι οξύθυμος στις συναλλαγές του. Δεν διστάζει να κυνηγήσει και να ξυλοφορτώσει όσους προκαλούν την οργή του, ή –ακόμη χειρότερα- όσους τολμούν να απειλήσουν την περιουσία του, όπως οι περίφημοι «μουργόλυκοι». Ο Σκρούτζ θα είναι πάντα μια φιγούρα-σύμβολο της αθεράπευτης φιλαργυρίας. Ότι κι αν κάνει αδυνατεί να δραπετεύσει απ’ αυτήν την ταυτότητα. Ακόμη και όταν αποφασίζει να αρνηθεί τον ίδιο του τον εαυτό. Στην ιστορία «Περιπέτεια στην Τραλλά Λα» (κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ ΤΟ 1954, «Κόμιξ» τ.66) ο μεγιστάνας υφίσταται νευρικό κλονισμό και δηλώνει ότι δεν θέλει ποτέ πια να ξανακούσει για χρήματα! Αποφασίζει λοιπόν να αναζητήσει έναν τόπο μακρινό « …όπου δεν υπάρχει χρήμα και ο πλούτος δεν σημαίνει απολύτως τίποτε». Παίρνοντας μαζί του τον Ντόναλντ και τα ανιψάκια του Χιούι, Λιούι και Ντιούι εγκαθίσταται στην κοινότητα Τραλλά Λα, σε μια ειδυλλιακή κοιλάδα ανάμεσα σε ψηλά βουνά. Στην αρχή όλα κυλούν ήρεμα και οι πάπιες ζουν ευτυχισμένες στο νέο τους περιβάλλον. Όλα αλλάζουν όμως όταν ο Σκρουτζ αρχίζει να πετάει δεξιά και αριστερά τα τσίγκινα καπάκια από τα μπουκάλια με τα φάρμακά του. Τα καπάκια θεωρούνται πολύτιμοι θησαυροί από τους ιθαγενείς της κοιλάδας και γίνονται η βάση για το πρώτο νομισματικό σύστημα της κοινότητας. Αυτό είναι ικανό να φέρει τις έριδες και τη διαφθορά στον επίγειο παράδεισο…
Ο Ντον Ρόσα , ο άνθρωπος που πήρε τη σκυτάλη από τον «πατέρα» του Σκρουτζ, τον σχεδιαστή Καρλ Μπαρκς, και είναι πλέον ο επίσημος σκιτσογράφος του καρτούν, τοποθετεί τον θάνατο του διάσημου παπιού το 1967, σε ηλικία 100 ετών.
(*1) : Σύμφωνα με την Disney, η περιουσία του Θείου Σκρουτζ φτάνει τα …6 απιθανομμύρια, 7 φανταστικομμύρια, 8 πολυμυριαδομμύρια, 9 δισεκατομμύρια, 1 εκατομμύριο, 23 δολάρια και 45 σεντς.
Του Αργύρη Παπαστάθη από το ΒΗΜΑgazino.