Θα μπορούσε να γίνει ο Λένιν των Βαλκανίων. Ήταν οργανωτικός, δυναμικός, ενέπνεε. Ηταν σκληροτράχηλος και αποφασιστικός. Tελικά έγινε ο Nετσάγεφ των Βαλκανίων. Με τη διαφορά ότι αντί για τον θάνατο στις τσαρικές φυλακές, ο Nίκος Zαχαριάδης επέλεξε την αυτοκτονία. Tριάντα πέντε χρόνια πριν. Σήμερα, νέα στοιχεία φωτίζουν την προσωπικότητα του ανθρώπου που καθόρισε περισσότερο απ' οποιονδήποτε άλλον την Eλλάδα από τα μισά μέχρι τα τέλη του προηγούμενου αιώνα. (Ίσως και περισσότερο).
Oι ερευνητές του Iδρύματος Mελετών Xερσονήσου του Aίμου, έπειτα από σχετική άδεια και έρευνα στα ρωσικά κρατικά αρχεία, συγκέντρωσαν ένα μεγάλο όγκο άγνωστων μέχρι σήμερα επιστολών του N. Zαχαριάδη, κυρίως προς το KKΣE. Οι περισσότερες στα ρωσικά. Ειδικά οι επιστολές της περιόδου '50-'60 ήταν εν πολλοίς άγνωστες και πρώτη φορά βρίσκονται σε χέρια Ελλήνων ιστορικών και ερευνητών.
Οι επιστολές αυτής της περιόδου επιβεβαιώνουν όχι μόνο γενικότερα τη σφοδρότητα των εκκαθαρίσεων που έγιναν μετά τον Μεγάλο Πόλεμο αλλά και ειδικότερα την τραγικότητα του προσώπου Ζαχαριάδη. Λέξεις όπως «αντικομματικό» και «φραξιονιστικό» που καταγράφονται στις επιστολές (και τότε σηματοδοτούσαν ακόμη και το φυσικό τέλος αυτού στον οποίο αναφέρονταν) αποδίδουν το μέγεθος της ρήξης στις σχέσεις ΚΚΕ - Ζαχαριάδη.
«Πολιτικός πρόσφυγας - αιχμάλωτος»
Οι σκοτεινές διεργασίες και οι εκκαθαρίσεις στη Σοβιετική Ενωση εκείνης της περιόδου προκύπτουν και από τις επιστολές για την απεργία πείνας του ίδιου αλλά και για την ειλημμένη απόφαση από το ΚΚΣΕ περί βίαιης σίτισής του. Η σχέση του με το ΚΚΣΕ περιγράφεται από τον ίδιο. Νιώθει «πολιτικός πρόσφυγας - αιχμάλωτος».
Ο Ζαχαριάδης βομβαρδίζει με δεκάδες επιστολές το ΚΚΣΕ, ζητώντας μέχρι το τέλος της ζωής του ένα πράγμα: Την αποκατάσταση. Δεν πίστεψε -πάντως δεν άφησε να φανεί- ότι ο ίδιος είχε κάνει λάθη. Χαρακτηριστική είναι η προσπάθειά του να επιστρέψει στην Ελλάδα και να δικαστεί καθώς και οι άγνωστες επαφές του με την ελληνική πρεσβεία στη Μόσχα.
Στη συλλογή των επιστολών κυριαρχεί ο «ανένδοτος» του Ζαχαριάδη για την αποκατάστασή του και την επιστροφή του στην Ελλάδα. Περιγράφονται άγνωστες συνομιλίες μελών του ΚΚΕ με τον Ζαχαριάδη όσο αυτός βρισκόταν εξόριστος στη Σιβηρία. Και ότι τουλάχιστον δύο φορές πρότειναν στο ΚΚΣΕ να αποτραπεί η επιστροφή του στην Ελλάδα. Ιστοριογραφικά φαίνεται να ενισχύεται η άποψη των «τριών κύκλων» που «προαποφασίστηκαν» από το ΚΚΕ και οδήγησαν στον Εμφύλιο. Έτσι φαίνεται να ερμηνεύεται η επιστολή του προς το ΚΚΣΕ στις 2/2/1962 (την οποία παρουσιάζει ο Βασίλης Κόντης, πρόεδρος του ΙΜΧΑ).
Το τέλος του Εμφυλίου και η απόγνωση των μαχητών του Δημοκρατικού Στρατού, αλλά και η μέσω Στάλιν διασφάλιση της φυγής τους, από τον Ζαχαριάδη περιγράφονται σε μερικές λιτές γραμμές άλλης επιστολής. Είκοσι χιλιάδες ηττημένοι ενήλικες και άλλα τόσα παιδιά για τα οποία ο Ζαχαριάδης ζητεί να μορφωθούν.
Δεν αποδέχθηκε τις ευθύνες του
Γιατί σήμερα να ενδιαφέρει ο Zαχαριάδης; Eπειδή -όπως διευκρινίστηκε εξ αρχής- καθόρισε όσο λίγοι την εικόνα της Ελλάδας. Aλλά και επειδή ως πρόσωπο έζησε όλα όσα επιφύλαξε στους εχθρούς του. Aληθινός πρωταγωνιστής τραγωδίας -ακόμη και η σύντροφός του τον αποκήρυξε- που τελικά έχασε τον πρώτο «ρόλο». Διότι, την κρίσιμη στιγμή, δεν αποδέχτηκε τις ευθύνες από τον πρωταγωνιστικό του ρόλο.
Η ζωή του στη Σοβιετική Ένωση -αποδεικνύεται μέσα από τις επιστολές του- είχε αφιερωθεί στην «αποκατάστασή του» σε τέτοιο βαθμό, που δείχνει πόσο πολύ είχε πιστέψει ο ίδιος στο κόμμα που τον έστειλε στη Σιβηρία. Η τραγικότητα της θέσης του, λένε οι ερευνητές του ΙΜΧΑ, φαίνεται και από πολλές επιστολές του με λεπτομέρειες από την καθημερινότητά του στη Σιβηρία. Η δικαίωση που ζητούσε δεν ήρθε... Kαι την «επέβαλε» τελικά ο ίδιος στη Σιβηρία. Eπιτέλους ένα ακόμη επίσημο έγγραφο, αυτό της νεκροψίας, είναι στα χέρια του IMXA. Eίναι το δεύτερο πράγμα που δεν αμφισβητείται -πλέον- από τη ζωή του. H αυτοκτονία του.
Tο άλλο είναι ότι γεννήθηκε. Eκατόν πέντε χρόνια πριν. Στην Aνδριανούπολη.
Του Βασιλείου Κόντη*
Το Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου, σε συνεργασία με το Ρωσικό Αρχείο Σύγχρονης Ιστορίας, πρόκειται πολύ σύντομα να εκδώσουν συλλογή εγγράφων για τη ζωή και τις δραστηριότητες του Νίκου Ζαχαριάδη που βρίσκονται στο παραπάνω αρχείο στη Μόσχα. Τα έγγραφα της συλλογής είναι εξαιρετικά ποικιλόμορφα και αντανακλούν τα πιο διαφορετικά προβλήματα που σχετίζονται άμεσα με τον Νίκο Ζαχαριάδη, τα κομμουνιστικά κόμματα της Ελλάδας και της ΕΣΣΔ. Επίσης εγγραφές για τα γεγονότα της Τασκένδης, της περιφερειακής επιτροπής Τιουμέν του ΚΚΣΕ, καθώς και της επιτροπής της περιοχής Μποροβίτσι και Σουργκούτ για τη ζωή του Νίκου Ζαχαριάδη, τα αιτήματα και τα παράπονά του· κείμενα συνομιλιών και ενημερωτικά υπομνήματα για τις συζητήσεις και τις συναντήσεις διαφόρων πολιτικών με τον πρώην ηγέτη του ΚΚΕ. Χωριστή ομάδα εγγράφων αποτελεί η αλληλογραφία του Ν. Ζαχαριάδη με την Κ.Ε. του ΚΚΣΕ. Στο σώμα της συλλογής εντάσσονται επίσης βιογραφικού περιεχομένου έγγραφα καθώς και άλλα για την κατάσταση της υγείας του, για τον θάνατο και την ταφή του Ζαχαριάδη.
Πολύτιμη ιστορική πηγή
Τα βιογραφικά στοιχεία για τον Ν. Ζαχαριάδη που δημοσιεύονται αποτελούν πολύτιμη ιστορική πηγή, η οποία μαρτυρά τη διαδικασία κατά την οποία διαμορφώθηκε ο πολιτικός Ν. Ζαχαριάδης και τον τρόπο που μετεξελίχθηκε από απλός ναυτεργάτης στην Κωνσταντινούπολη σε προσωπικότητα επαγγελματία επαναστάτη.
Πολλά έγγραφα ρίχνουν φως στη δράση του Ν. Ζαχαριάδη μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα στις 29 Μαΐου 1945, όταν ανέλαβε εκ νέου να εκπληρώσει τα καθήκοντά του με την ιδιότητα του Γενικού Γραμματέα του ΚΚΕ μετά τη μακρόχρονη απουσία του από την Ελλάδα, γεγονός που απαιτούσε από αυτόν γνώση των δυσχερών συνθηκών που είχαν διαμορφωθεί τόσο στο κόμμα όσο και στη χώρα.
Σημαντικός αριθμός εγγράφων αναφέρεται στη σύγκρουση της Τασκένδης και τις συνθήκες που επικρατούσαν εκεί στα μέσα της δεκαετίας του 1950 και τις αρχές της δεκαετίας του 1960. Για την επίλυση των προβλημάτων που σχετίζονταν με την κατάσταση, στο ΚΚΕ σχηματίστηκε η Διεθνής Επιτροπή με μέλη εκπροσώπους της Βουλγαρίας, της Ουγγαρίας, της Πολωνίας, της Ρουμανίας, της ΕΣΣΔ, της Τσεχοσλοβακίας. Πρόεδρος της Επιτροπής τέθηκε ο Γενικός Γραμματέας του Ρουμανικού Εργατικού Κόμματος Γκεοργκίου-Ντεζ. Την ΕΣΣΔ εκπροσώπησε στην Επιτροπή το μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΣΕ, Ο. Β. Κουουσίνεν.
Η κρίση επιδεινώνεται
Η Επιτροπή, κατά το σκεπτικό αυτών που τη συνέστησαν, έπρεπε να σταθεροποιήσει την κατάσταση στο ΚΚΕ, ωστόσο η κρίση που είχε αρχίσει να υφίσταται στο ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα ούτε με αυτόν τον τρόπο ξεπεράστηκε. Η Επιτροπή άρχισε επίσημα τις εργασίες της στις 21 Φεβρουαρίου 1956. Τόσο τη σύσταση της Επιτροπής, όσο και τη δράση της, ο Ν. Ζαχαριάδης την αποτίμησε αποκλειστικά «ως ανάμειξη του ΚΚΣΕ στις εσωτερικές υποθέσεις του ΚΚΕ» και απαίτησε τη «διόρθωση των λαθών που είχαν γίνει και την άρση των αστήρικτων εναντίον του καταγγελιών».
Στη συλλογή δημοσιεύονται επιστολές του Ν. Ζαχαριάδη, οι οποίες περιέχουν την εκτίμησή του για τις ενέργειες αυτής της Επιτροπής. Σε μία από αυτές, τον Μάρτιο του 1961, ο Ν. Ζαχαριάδης έγραψε προς την Κ.Ε. του ΚΚΣΕ: «Τώρα, πέντε χρόνια σχεδόν μετά τη “λενινιστική” χονδροειδή ανάμειξη των σ. Κουουσίνεν-Ντεζ στις υποθέσεις του ΚΚΕ, μπορώ ακόμη μία φορά και όχι εσφαλμένα να δηλώσω ότι το πείραμά τους προκάλεσε τραγικές για το ΚΚΕ συνέπειες...».
Η «σοβιετική» περίοδος
Από τα δημοσιευμένα έγγραφα φαίνεται ότι από την άνοιξη του 1956 αρχίζει η «σοβιετική» περίοδος της ζωής του Ν. Ζαχαριάδη, όταν ο ίδιος έπειτα από επίμονο αίτημα της Κ.Ε. του ΚΚΕ και με τη συναίνεση της Κ.Ε. του ΚΚΣΕ, τέθηκε ουσιαστικά όχι απλώς σε καθεστώς πολιτικού πρόσφυγα, αλλά πολιτικού πρόσφυγα - αιχμαλώτου. Τα πρώτα πέντε χρόνια ήταν γι’ αυτόν ιδιόμορφη τιμητική εξορία. Από τον Ιούλιο του 1956 έως τον Μάιο του 1962, ο Ν. Ζαχαριάδης με το όνομα Νικολάι Νικολάγιεβιτς Νικολάεφ εργάστηκε στο δασαρχείο του Μποροβίτσι, της περιφέρειας Νόβγκοροντ, αρχικά στη θέση του διευθυντή και μετά το 1960 ως αρχιδασοφύλακας.
Όπως προκύπτει από τα δημοσιευμένα έγγραφα, ο Ν. Ζαχαριάδης ήταν απομονωμένος από την ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος, αποκλεισμένος από τις τάξεις του ΚΚΕ ως «αντικομματικό, φραξιονιστικό, αντιδιεθνιστικό και εχθρικό στοιχείο». Ποτέ, ωστόσο, δεν σταμάτησε τον ανένδοτο αγώνα για την πολιτική του αποκατάσταση, για την επανένταξή του στις τάξεις του Κομμουνιστικού Κόμματος, για την επιστροφή του στην πατρίδα. Στην αρχή και στο ΚΚΣΕ και το ΚΚΕ δεν έδιναν ιδιαίτερη σημασία σε αυτό, έπειτα ωστόσο η κατάσταση άλλαξε.
Στα τέλη του 1961 έγινε το 22ο συνέδριο του ΚΚΣΕ, το οποίο έδωσε νέα ισχυρή ώθηση στη διαδικασία αποσταλινοποίησης. Αποτέλεσμα ήταν, το 1962, να βαθύνει στο ΚΚΕ η διάσπαση ανάμεσα στους «σταλινικούς» και τους αντιπάλους τους, ενώ ταυτόχρονα οξύνθηκε η κατάσταση στην κομματική οργάνωση της Τασκένδης, όπου επίσης άρχισε να ενισχύεται η αντιπολίτευση στην επίσημη γραμμή του ελληνικού Κομμουνιστικού Κόμματος, ενώ όλο συχνότερα υψώνονταν φωνές υπέρ του Ζαχαριάδη. Η κατάσταση επιδεινώθηκε, το ίδιο και η θέση του ίδιου του Ν. Ζαχαριάδη, που επίμονα αρνιόταν «να αναγνωρίσει τα λάθη του». Ως απάντηση στις συνθήκες αυτές με πρωτοβουλία της Κ.Ε. του ΚΚΕ και συναίνεση της Κ.Ε. του ΚΚΣΕ το 1962, ο πρώην ηγέτης των Ελλήνων κομμουνιστών στάλθηκε σε δεκαετή εξορία στη μακρινή πόλη της Σιβηρίας Σουργκούτ. Τυπικό πρόσχημα για την ενίσχυση των διώξεων σε βάρος του Ν. Ζαχαριάδη ήταν η ενέργειά του, τον Μάρτιο του 1962, να πάει στη Μόσχα μυστικά από το Μποροβίτσι για να παραδώσει αυτοπροσώπως επιστολή στην ελληνική πρεσβεία, στην οποία απαιτούσε τον επαναπατρισμό του στην Ελλάδα και δήλωνε την προθυμία του να παραστεί ενώπιον ελληνικού δικαστηρίου, καθώς δεν θεωρούσε ότι τον βάρυνε οποιαδήποτε ενοχή.
Η «έξοδος» μετά την ήττα
Σχετικά με την έναρξη του ένοπλου αγώνα το 1946, αποκαλυπτικό είναι έγγραφο του Ζαχαριάδη προς την Κ.Ε. του ΚΚΣΕ στις 2 Φεβρουαρίου 1962, όπου αναφέρεται ότι η 2η Ολομέλεια της Κ.Ε. του ΚΚΕ τον Φεβρουάριο του 1946 αποφάσισε τον 2ο ένοπλο αγώνα, ο οποίος εγκρίθηκε από τον Ντιμιτρόφ στη Σόφια στις αρχές του 1946 και από το Π.Γ. της Κ.Ε. του ΚΚΣΕ στη Μόσχα στα μέσα του 1947. Επίσης πάρα πολύ σημαντικό είναι έγγραφο του Ζαχαριάδη προς τον Στάλιν (10 Οκτωβρίου 1949) όπου αναφέρεται ότι μετά την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού, τον Αύγουστο του 1949, άρχισε τη μεταφορά των τμημάτων προς τις ανατολικές χώρες:
«Να μην του επιτραπεί να έρθει στην Ελλάδα»
Αποκαλυπτικά είναι τα έγγραφα που σχετίζονται με τη ζωή του Ν. Ζαχαριάδη στο Σοργκούτ. Είναι επιστολές του προς την Κ.Ε. του ΚΚΣΕ και το Προεδρείο του 22ου συνεδρίου του ΚΚΣΕ. Σε αυτές υπάρχουν οι απαιτήσεις του για την πολιτική και ηθική του αποκατάσταση, την επιστροφή του στην Ελλάδα, καθώς και οι διαμαρτυρίες του για την παραβίαση της μυστικότητας της αλληλογραφίας του.
Αρχίζοντας από το 1966 ο Ν. Ζαχαριάδης, επειδή δεν επιτύγχανε την ικανοποίηση των αιτημάτων του μέσω παρακλήσεων και διακηρύξεων, λαμβάνει τη δύσκολη απόφαση να τα επιτύχει μέσω της ανακοίνωσης απεργιών πείνας (επιστολές του Ν. Ζαχαριάδη, επίσημες αναφορές των «αρμοδίων οργάνων» γι’ αυτόν κ.λπ.), που μεταφέρουν την κορύφωση του δράματος στις σχέσεις του Ζαχαριάδη με την εξουσία, όπως εκφραζόταν στα πρόσωπα των ηγετών του ΚΚΣΕ και του ΚΚΕ, ενώ επίσης επιτρέπουν να παρακολουθήσει κανείς τον μηχανισμό επεξεργασίας και λήψης των αποφάσεων για τον Ν. Ζαχαριάδη στην Ελλάδα. Από την επιστολή συνάγεται ότι την απόφαση σχετικά με τα αιτήματα του Ν. Ζαχαριάδη έλαβαν από κοινού η Κ.Ε. του ΚΚΕ και η Κ.Ε. του ΚΚΣΕ με πρωτοβουλία της ηγεσίας του ΚΚΕ. Στο σημείο «δ» της επιστολής ο Α. Γκρόζος προτείνει τα εξής: «Αυτό που πρέπει να ανακοινωθεί στο Ν. Ζαχαριάδη είναι απαραίτητο να συμφωνηθεί μεταξύ μας. Για το σκοπό αυτό το Πολιτικό Γραφείο της Κ.Ε. σάς παρακαλεί να δεχτείτε αντιπροσωπεία του αποτελούμενη από τους σ.σ. Κολιγιάννη (εάν του το επιτρέψει η κατάσταση της υγείας του), Δημητρίου και Ζάχο».
Συνάντηση στο Σουργκούτ
Στα έγγραφα της συλλογής περιγράφεται και η επίσκεψη των μελών του ΚΚΕ Δημητρίου και Ζάχου στον Ν. Ζαχαριάδη που έλαβε χώρα στο Σουργκούτ στις 9 και 10 Μαΐου 1967. Η ελληνική αντιπροσωπεία μετά την αναχώρησή της από το Σουργκούτ ανέφερε τα αποτελέσματα της επίσκεψής της στον Ν. Ζαχαριάδη στους υπαλλήλους του διεθνούς τμήματος της Κ.Ε. του ΚΚΣΕ. Αυτά καταγράφονται στα δημοσιευμένα πρακτικά της συνομιλίας στην Κ.Ε. του ΚΚΣΕ, η οποία δεν πραγματοποιήθηκε νωρίτερα από τις 24 Μαΐου 1967. Όπως προκύπτει από τα πρακτικά: «Εξήγησαν στο Ν. Ζαχαριάδη ότι το Πολιτικό Γραφείο της ΚΕ του ΚΚΕ, ενώ δεν έχει αντίρρηση κατ’ αρχάς για την έξοδό του στην Ελλάδα, θεωρεί αυτό το ταξίδι ανάρμοστο υπό τις παρούσες συνθήκες». Επίσης αναφέρεται ότι στην Κ.Ε. του ΚΚΣΕ σχεδίαζαν να επιβάλουν υποχρεωτική θεραπεία στον Ν. Ζαχαριάδη μετά την άρνησή του να σταματήσει την απεργία πείνας.
Για την αδιάλλακτη στάση της ηγεσίας του ΚΚΕ σχετικά με τον Ν. Ζαχαριάδη μαρτυρεί και το δημοσιευόμενο στη συλλογή σύντομο ενημερωτικό σημείωμα του διεθνούς τμήματος της Κ.Ε. του ΚΚΣΕ σε έκθεση των μελών της Κ.Ε. του ΚΚΕ, Κ. Τσολάκη και Κ. Κηπουρού για τη συνομιλία τους με τον Ζαχαριάδη τον Νοέμβριο του 1967, την οποία παρουσίασαν στην Κ.Ε. του ΚΚΕ. Στο πέμπτο σημείο της έκθεσης συστήνεται «σε καμία περίπτωση να μην επιτραπεί η αναχώρηση του Ν. Ζαχαριάδη στην Ελλάδα, καθώς είναι σε θέση να επιφέρει σοβαρή ζημία στο κόμμα». Οι πολιτικές εκτιμήσεις της δράσης του Ζαχαριάδη, που είχαν δοθεί νωρίτερα επισήμως από την ηγεσία του ΚΚΕ, εξακολούθησαν πλήρως να ισχύουν και στη συνέχεια, όπως καθίσταται σαφές από το δημοσιευόμενο σημείωμα του διεθνούς τμήματος της Κ.Ε. του ΚΚΣΕ στις 14 Μαΐου 1968 και από άλλα έγγραφα.
Η αντιπαράθεση του Ν. Ζαχαριάδη με τις αρχές φτάνει στο απόγειό της τον Αύγουστο του 1973 με τον θάνατό του. Τα δημοσιευόμενα έγγραφα αποκαλύπτουν τις πραγματικές συνθήκες σχετικά με τον θάνατο του Ν. Ζαχαριάδη. Δημοσιεύεται το μη παραποιημένο πρωτόκολλο νεκροψίας.
«Προς την Κ.Ε. του Πανενωσιακού Κομμουνιστικού Κόμματος (Μπολσ.)
Για το σ. Στάλιν
Η μεταφορά των τμημάτων μας άρχισε. Μέχρι σήμερα επιβιβάστηκαν δύο χιλιάδες. Αυτή τη βδομάδα φεύγουν άλλες έξι χιλιάδες. Η μεταφορά των δώδεκα χιλιάδων θα 'χει τελειώσει μέσα στο μήνα Οχτώβρη.
Θα σας παρακαλέσουμε τώρα για τα παρακάτω:
1. Εδώ στην Αλβανία εχτός από τις δώδεκα χιλιάδες συγκεντρώθηκαν άλλες δυο χιλιάδες περίπου. Σας παρακαλούμε να επιτρέψετε τη μεταφορά και των δυο αυτών χιλιάδων.
2. Στη Βουλγαρία υπάρχουν συγκεντρωμένοι περίπου πέντε χιλιάδες μαχητές και μαχήτριές μας. Στις άλλες Λαϊκές Δημοκρατίες περίπου τρεις χιλιάδες, κυρίως ανάπηροι και πρώην τραυματίες. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς κάνουν για στρατιωτικές και πολιτικές σπουδές. Σας παρακαλούμε να δοθεί και γι’ αυτούς η ίδια λύση που δόθηκε και για τα τμήματά μας της Αλβανίας.
3. Στις Λαϊκές Δημοκρατίες έχουμε περίπου 20 χιλιάδες παιδιά αγόρια και κορίτσια. Η επιθυμία η δική μας, κυρίως για τα παιδιά που είναι πάνω από δώδεκα χρονών, είναι να δοθεί σε αυτά η δυνατότητα να αποχτήσουν μια άρτια τεχνική-επαγγελματική και στρατιωτική αγωγή στη Σ.Ε.
Σας παρακαλούμε να μας γνωρίσετε τις αποφάσεις σας πάνω στις πιο πάνω παρακλήσεις μας για να πάρουμε από μέρος μας τα αναγκαία μέτρα για την οριστική αντιμετώπιση των ζητημάτων αυτών.
Με βαθύ σεβασμό Ν. Ζαχαριάδης
10 του Οχτώβρη 1949»
Τον Φεβρουάριο του 1945 η Συμφωνία της Βάρκιζας έδωσε τέλος στα Δεκεμβριανά, αλλά δεν έλυσε τα βαθύτερα πολιτικά προβλήματα, αυτά που κατά κύριο λόγο προκαλούσαν τη σύγκρουση. Η εσωτερική διαμάχη στην Ελλάδα συνδέθηκε με την αντιπαλότητα μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και των δυτικών δυνάμεων στα Βαλκάνια, δίνοντας έτσι μεγάλη διεθνή διάσταση στον ελληνικό πολιτικό αγώνα.
Ο Ζαχαριάδης αμέσως μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα επίσημα αναγνώρισε πως η πολιτική γραμμή και η δράση της ηγεσίας του ΚΚΕ κατά τη διάρκεια της απουσίας του ήταν σωστή. Επιπλέον διακήρυξε ότι η ηγεσία του ΚΚΕ ήταν προσανατολισμένη προς τη γραμμή της ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η θεωρία των δύο πόλων, όπου ο Ζαχαριάδης προσπαθεί να δεσμεύσει τη Σοβιετική Ένωση σε μια πιο ενεργητική πολιτική παρέμβαση στα ελληνικά δρώμενα.
Αντιφατική πολιτική
Βέβαια, αυτήν την περίοδο η πολιτική της ηγεσίας του ΚΚΕ και ιδιαίτερα του Ζαχαριάδη είναι αντιφατική, κινείται σε δύο επίπεδα και διακατέχεται από το σύνδρομο της χαμένης εξουσίας. Από τη μια πλευρά, δημοσία προτείνει ομαλή εσωτερική δημοκρατική εξέλιξη και από την άλλη, προσπαθεί να βρίσκει προσχήματα για να μην εγγραφούν οι οπαδοί του στους εκλογικούς καταλόγους. Είναι φανερό ότι από τον Ιούλιο του 1945 το ΚΚΕ σκέφτεται την αποχή. Μάλιστα τον Αύγουστο, ύστερα από την άρνηση του αντιβασιλέα να αντικαταστήσει την κυβέρνηση Βούλγαρη, το ΚΚΕ απέσυρε από τις επιτροπές που θα αναθεωρούσαν τους εκλογικούς καταλόγους όλους τους αντιπροσώπους του, για «να πάψουν να μετέχουν στην κωμωδία, που στόχευε στην αλλοίωση της θέλησης και των αισθημάτων του λαού». Βεβαίως, η απειλή για αποχή διατυπώθηκε ξανά και στο 7ο Συνέδριο.
Τα προβλήματα των εκλογών ταλαιπώρησαν υπερβολικά το ΚΚΕ. Οι γιουγκοσλαβικές, βουλγαρικές και αλβανικές εκλογές είχαν σφραγίσει, κατά τη γνώμη του, τις ιστορικές δημοκρατικές μεταβολές των βαλκανικών κρατών, ενώ στην Ελλάδα η ξένη επέμβαση δεν άφηνε να γίνει το ίδιο. Στις 26 και 27 Δεκεμβρίου 1945 ο Ζαχαριάδης, σε δύο σημαντικές ομιλίες του στη Θεσσαλονίκη, ανέλυσε τη μελλοντική πολιτική του ΚΚΕ, η οποία περιλάμβανε την αποχώρηση των βρετανικών στρατευμάτων από την Ελλάδα, τη συμμετοχή του ΚΚΕ στην κυβέρνηση, τη συνεργασία με τους σλαβομακεδόνες και τη φιλική συνεργασία με τα «βόρεια» δημοκρατικά κράτη.
Στα τέλη του 1945 η κατάσταση στην Ελλάδα είχε γίνει πολύ εκρηκτική. Ο Ζαχαριάδης με μια γενική απεργία επιχείρησε να κλονίσει την κυβέρνηση Σοφούλη και να εκβιάσει την είσοδο του ΚΚΕ στην κυβέρνηση. Βέβαια ο εκβιασμός δεν πέρασε, αλλά ο Ζαχαριάδης συνέχισε να πιστεύει ότι οι περιστάσεις ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκές για να προχωρήσει το ΚΚΕ σε μια τακτική.
Ο Ζαχαριάδης θεώρησε τη Συμφωνία της Βάρκιζας απλώς μια ανάπαυλα, όπως ο ίδιος αναφέρει σε έκθεσή του προς τον Στάλιν. Το πέρασμα στον εμφύλιο πόλεμο εκφράζεται με τον όρο «αυτοάμυνα» και είχε μια σταδιακή κλιμάκωση μέχρι να καταλήξει από την οργάνωση παλλαϊκής αντίστασης του 1945-46 στην ένοπλη εξέγερση.
Ερώτηση στη Μόσχα
Ο Ζαχαριάδης, στις 5 Φεβρουαρίου, μία εβδομάδα πριν συγκαλέσει τη 2η ολομέλεια της Κ.Ε. του ΚΚΕ, θεώρησε απαραίτητο να ρωτήσει τη Μόσχα εάν θα έπρεπε να αρχίσει έναν ένοπλο αγώνα ή να πάρει μέρος στις εκλογές. Η απάντηση ήρθε στις 8 Φεβρουαρίου και συμβούλευε να μην ακολουθήσουν τον δρόμο που θα οδηγούσε στην ένοπλη εξέγερση, αλλά να συμμετάσχουν στις εκλογές.
Βέβαια, ο Ζαχαριάδης δεν έκανε ούτε το ένα ούτε το άλλο, αλλά ακολούθησε τον τρίτο δρόμο, όπως εξήγησε στις 6 Μαΐου 1946 στον Rodionov, Σοβιετικό πρέσβη στην Αθήνα, δηλαδή το μποϊκοτάζ των εκλογών και σταδιακό πέρασμα στον ένοπλο αγώνα
Η τακτική της εκλογικής αποχής ήταν κατά βάση πολιτική του Ζαχαριάδη, που πίστευε ότι στη χώρα επικρατούσαν ευνοϊκές επαναστατικές συνθήκες και ιδιαίτερα ότι η ανασύνταξη των λαϊκών δυνάμεων είχε ολοκληρωθεί. Αυτό φαίνεται καθαρά από υπόμνημα του Ζαχαριάδη προς τον Στάλιν, στις 13 Μαΐου 1947.
Οι εκτιμήσεις του Ζαχαριάδη για την ύπαρξη επαναστατικών συνθηκών επικράτησαν στη 2η Ολομέλεια, σε βάρος των απόψεων για μια ειρηνική δημοκρατική πορεία προς την εξουσία Έτσι, η αποχή από τις εκλογές, παρά την αντίθετη συμβουλή της Σοβιετικής Ένωσης, ήταν φυσική συνέπεια των γεγονότων, επιτάχυνε την πορεία προς την ένοπλη σύγκρουση και την έκανε αναπόφευκτη.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το ΚΚΕ θα προτιμούσε να πάρει την εξουσία με μια ομαλή εσωτερική δημοκρατική εξέλιξη. Με την τρομοκρατία όμως που επικρατούσε είναι αμφίβολο αν μια τέτοια εξέλιξη ήταν εφικτή. Το ΚΚΕ δεν είχε άλλη δυνατότητα επιλογής· έπρεπε ή να συμβιβαστεί, όπως το ιταλικό και το γαλλικό Κ.Κ., ή να προχωρήσει στον ένοπλο αγώνα.
Παρόλο που, με την απόφαση της 2nς Ολομέλειας, το ΚΚΕ προσανατολιζόταν προς την ένοπλη αναμέτρηση, η ηγεσία του δεν ήθελε να προχωρήσει σε συγκεκριμένο σχέδιο προετοιμασίας, προτού εξασφαλίσει τη συμπαράσταση κυρίως της ΕΣΣΔ και των γειτονικών κομμουνιστικών κρατών. Ο Ζαχαριάδης δεν ήθελε να επαναληφθεί το λάθος του Δεκεμβρίου του 1944, γιατί πίστευε ότι χωρίς εξωτερική βοήθεια κάθε ένοπλη αναμέτρηση θα κατέληγε σε αποτυχία. Έτσι, την άνοιξη του 1946, ο Ζαχαριάδης, επιστρέφοντας από το συνέδριο του τσεχικού κόμματος στην Πράγα, συναντήθηκε με τον Τίτο στο Βελιγράδι και με τον Στάλιν στην Κριμαία, ακριβώς για να ζητήσει υλική και ηθική υποστήριξη. Οι απαντήσεις που έλαβε ήταν θετικές και ο ένοπλος αγώνας μπορούσε να ξεκινήσει.
Πρόταση πυροτέχνημα για ουδετεροποίηση
Το καλοκαίρι του 1946 το αντάρτικο κίνημα άρχισε να αναπτύσσεται σταδιακά και να συγκροτούνται τα πρώτα περιφερειακά αρχηγεία. Η ηγεσία του ΚΚΕ θεωρούσε ότι για να εκπληρώσει τους στόχους της έπρεπε ο αριθμός των ανταρτών, από τους 4.000 που ήταν τον Αύγουστο του 1946, να αυξηθεί σε 15-20.000. Αυτό, όμως, δεν μπορούσε να γίνει χωρίς την ανάλογη υλική βοήθεια από τη Σοβιετική Ένωση και τα υπόλοιπα αδελφά κομμουνιστικά κόμματα. Όμως, το φθινόπωρο του 1946 η Σοβιετική Ένωση ήταν αντίθετη στη μαζική ανάπτυξη του Δημοκρατικού Στρατού, προφανώς λόγω της Συνδιάσκεψης της Ειρήνης, και παράλληλα απέρριψε και το αίτημα του ΚΚΕ για ουδετεροποίηση της Ελλάδας.
Από το αρχειακό υλικό που υπάρχει διαθέσιμο σήμερα δεν μπορεί να θεωρηθεί πειστική η ερμηνεία κάποιων ιστορικών ότι η ηγεσία του ΚΚΕ μετά τη 2η ολομέλεια και έως τον Φεβρουάριο του 1947 δεν είχε στόχο την κατάληψη της εξουσίας, αλλά επιδίωκε να επιβάλει στην ελληνική κυβέρνηση και στους Βρετανούς έναν συμβιβασμό που θα εξασφάλιζε τη μετάβαση σε ένα καθεστώς «δημοκρατικής τάξης και ομαλότητας».
Ο συμβιβασμός αυτός θα επιβαλλόταν με τη μορφή ένοπλης πάλης που θα ασκούσαν τα ένοπλα τμήματα ανταρτών που δρούσαν την περίοδο αυτή στην Ελλάδα. Ο Γιάvvης Ιωαννίδης, σε έκθεσή του στις 25 Αυγούστου 1946, αναφέρει ότι ο αριθμός των ανταρτών δεν ξεπερνούσε τους 4.000 άνδρες, οι οποίοι ήταν όχι μόνο πενιχρά εξοπλισμένοι αλλά κατά ένα μεγάλο μέρος ξυπόλυτοι και εντελώς κακοντυμένοι. Το ερώτημα είναι πώς αυτοί οι άνδρες σε τέτοια άσχημη κατάσταση θα εξανάγκαζαν την ελληνική κυβέρνηση και τους Βρετανούς σε κάποιο συμβιβασμό.
Τον Σεπτέμβριο του 1946 η ηγεσία του ΚΚΕ σε έκθεσή της προς τη Σοβιετική Ένωση προτείνει την ουδετεροποίηση της Ελλάδας υπό την εγγύηση των Μεγάλων Δυνάμεων. Την πρόταση αυτή σήμερα μερικά δημοσιεύματα τη θεωρούν σημαντική απόδειξη των προθέσεων της ηγεσίας του ΚΚΕ για την αποφυγή του εμφυλίου πολέμου. Βέβαια, η πρόταση αυτή δεν ήταν παρά ένα πυροτέχνημα του Ζαχαριάδη, όπως ακριβώς ήταν και η θεωρία των δύο πόλων, για να εμπλέξει τη Σοβιετική Ένωση στην ελληνική υπόθεση και για να οδηγήσει στην αποχώρηση του βρετανικού στρατού από την Ελλάδα. Σε έγγραφό του στη Μόσχα αναφέρει:
«Εφ' όσον οι Βρετανοί δεν προτίθενται να εγκαταλείψουν την Ελλάδα και η ελληνική κυβέρνηση τους υπηρετεί σε όλα και εμφανίζει την παρουσία του βρετανικoύ στρατού στη χώρα σαν εγγύηση «για τον κίνδυνο επέμβασης» των γειτονικών δημοκρατικών χωρών και ιδιαίτερα των Σλάβων, θέτουμε ενώπιόν σας το ερώτημα πόσο είναι ωφέλιμο για την πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης και των άλλων δημοκρατικών χωρών να κηρυχθεί η Ελλάδα ουδέτερη χώρα κάτω από την εγγύηση των μεγάλων Δυνάμεων».
Ο Ζαχαριάδης τον Μάιο του 1945 δήλωνε στον Rodionov, πρέσβη της Σοβιετικής Ένωσης, ότι σε «περίπτωση αποχώρησης των βρετανικών στρατευμάτων από την Ελλάδα το ΕΑΜ σε δύο μήνες θα αναδεικνυόταν κυρίαρχο κόμμα στη χώρα».
Τον Φεβρουάριο του 1947, το Πολιτικό Γραφείο της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ αποφάσισε ότι η ένοπλη πάλη αποτελούσε πλέον την κυρίαρχη μορφή στον αγώνα που διεξαγόταν. Τα πολιτικοστρατιωτικά σχέδια που καταστρώνονται τον Απρίλιο του 1947 δείχνουν ότι το ΚΚΕ θεωρούσε πως ήταν μέσα στις δυνατότητές του η κατάληψη της Θεσσαλονίκης και η δημιουργία μιας ελεύθερης περιοχής που θα περιλάμβανε τη Μακεδονία και τη Θράκη, ίσως και την Ήπειρο. Ο νέος αυτός προσανατολισμός φαίνεται καθαρά από τις οδηγίες του Ιωαννίδη προς τον Μάρκο Βαφειάδη, στις 17 Απριλίου 1947, και από το γράμμα του προς τον Τίτο στις 22 Απριλίου στο οποίο συνοψίζει τη συζήτηση που είχε με τον ίδιο στις 21 Απριλίου 1947.
Βέβαια αναγκαία προϋπόθεση για τη δημιουργία μιας ελεύθερης περιοχής στη Β. Ελλάδα ήταν να αυξηθεί ο αριθμός των ανταρτών από τους 20.000 άντρες που διέθετε την άνοιξη του 1947 σε 50.000, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Επίσης, ο Ζαχαριάδης επισήμαινε ότι η μεγαλύτερη αδυναμία που παρουσίαζε ο ΔΣΕ ήταν η ανεπάρκεια σε οπλισμό και σε δυνατότητες ανεφοδιασμού με όπλα και πολεμοφόδια.
Ο Ζαχαριάδης περίμενε από τους Σοβιετικούς μια αποφασιστική ενίσχυση που θα αντιστάθμιζε την αμερικανική βοήθεια. Ο Στάλιν υποσχέθηκε πλήρη υποστήριξη. Από υπόμνημα της 13ης Μαΐου 1947, σχετικά με την κατάσταση στην Ελλάδα, που έστειλε ο Ζαχαριάδης στον Στάλιν πριν από τη μετάβασή του στη Μόσχα, προκύπτει ότι ο Ζαχαριάδης πίστευε πως το λαϊκό δημοκρατικό κίνημα στην Ελλάδα, με τις δικές του δυνάμεις και την απαραίτητη βοήθεια όλων των δημοκρατικών φίλων του εξωτερικού, ήταν σε θέση, ακόμα και μέσα στο 1947, να δώσει αποφασιστικά χτυπήματα κατά της κυβέρνησης, υπό τον όρο ότι ο Δημοκρατικός Στρατός θα αποκτούσε την αναγκαία βοήθεια για να υπερνικήσει ης αδυναμίες του και να πραγματοποιήσει τους στόχους του, δηλαδή τη δημιουργία ελεύθερων περιοχών. Από τα γράμματα προς Τίτο και Στάλιν φαίνεται ότι ο Ζαχαριάδης δεν έδινε μεγάλη σημασία στην αμερικανική βοήθεια, γιατί πίστευε ότι δεν θα ήταν αποτελεσματική.
Το φθινόπωρο και τον χειμώνα του 1947 ο ΔΣΕ έλαβε σημαντική βοήθεια κυρίως από τη Σοβιετική Ένωση και τη Γιουγκοσλαβία.
Τα εφόδια που προέρχονται από τη Σοβιετική Ένωση συγκεντρώνονταν σε κεντρική αποθήκη εφοδιασμού στο Pancevo και μαζί με τη γιουγκοσλαβική βοήθεια μεταφέρονταν με φορτηγό στα ελληνοαλβανικά και ελληνοβουλγαρικά σύνορα. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο υπεύθυνος της όλης επιχείρησης ανεφοδιασμού ήταν ο υποστράτηγος Jovan Kapidc, υποστράτηγος της UDB (μυστικής υπηρεσίας της Γιουγκοσλαβίας).
Ουδεμία αναγνώριση
Αυτή την περίοδο, καλοκαίρι - φθινόπωρο του 1947, η ηγεσία του ΚΚΕ, θεωρώντας ότι η προώθηση υλικού προς τις βάσεις ανεφοδιασμού του ΔΣΕ ήταν ικανοποιητική και πιστεύοντας ότι θα υλοποιήσει τους στόχους της, ανακοίνωσε τη δημιουργία της προσωρινής Δημοκρατικής κυβέρνησης. Όπως είναι γνωστό η κυβέρνηση αυτή δεν αναγνωρίστηκε από κανένα κράτος. Υπήρξαν πιέσεις των ΗΠΑ και της Βρετανίας προς τις Λαϊκές Δημοκρατίες να μην προβούν σε αναγνώριση. Παρά τις πιέσεις, ορισμένες χώρες, όπως η Ουγγαρία, συζητούσαν το ενδεχόμενο να αναγνωρίσουν την κυβέρνηση του Μάρκου, αλλά η Σοβιετική Ένωση δεν το επέτρεπε. Αποκαλυπτικό είναι σημείωμα της συζήτησης του Suslov με τον Pakosi στις 19/2/1948, όπου αναφέρεται ότι σχετικά με την αναγνώριση της κυβέρνησης του Μάρκου ο Suslov έθεσε το ερώτημα στον Ρakοsi. «Δεν είναι νωρίς; Δεν θα εντείνει αυτό τη στρατιωτική επέμβαση των Αγγλοαμερικανών στην Ελλάδα; Είναι απαραίτητο να διαχωρίζουμε τη βοήθεια προς τους παρτιζάνους από την επίσημη αναγνώριση της κυβέρνησης του Μάρκου.
Τον Σεπτέμβριο του 1947, στην 3η Ολομέλεια του ΚΚΕ, συστηματοποιήθηκαν τα σχέδια που είχε υιοθετήσει τους προηγούμενους μήνες. Η 3η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, που συνήλθε στις 11 και 12 Σεπτεμβρίου στη Γιουγκοσλαβία, διαπίστωσε ότι είχαν ωριμάσει οι συνθήκες για τη δημιουργία ελεύθερης δημοκρατικής περιοχής με τη δική της κυβέρνησης και αποφάσισε να μεταφέρει αποφασιστικά το κέντρο βάρους όλης της κομματικής δουλειάς στον πολεμικό επιχειρησιακό τομέα για να ανυψώσει το ΔΣΕ σε κείνη τη δύναμη που στο συντομότερο δυνατό διάστημα θα οδηγούσε στη δημιουργία της ελεύθερης Ελλάδας.
Το σχέδιο «Λίμνες»
Στη στρατιωτική σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου στο πλαίσιο της 3ης Ολομέλειας εγκρίθηκε το στρατιωτικό επιχειρησιακό σχέδιο «Λίμνες», που προέβλεπε τη δημιουργία τακτικού στρατού, δύναμης 50 - 60.000 ανδρών. Η αύξηση αυτή έπρεπε να επιτευχθεί σε σύντομο διάστημα στην Κεντρική και Δυτική Μακεδονία, ώστε να γίνει δυνατό να εξοικονομηθούν από εκεί οι αναγκαίες εφεδρικές δυνάμεις για τη δημιουργία του κύριου εκστρατευτικού σώματος, που θα επιχειρούσε την κατάληψη της Θεσσαλονίκης. Για να κρατηθεί η Θεσσαλονίκη έπρεπε να δημιουργηθούν τμήματα αντιαεροπορικής άμυνας με βαριά αντιαεροπορικά πυροβόλα, επάκτιο πυροβολικό, καταδιωκτική αεροπορία, ελαφρά ταχυκίνητα πλωτά μέσα για έλεγχο των ακτών, και να ναρκοθετηθεί η θαλάσσια περιοχή.
Βέβαια, η ηγεσία του ΔΣΕ δεν μπόρεσε να υλοποιήσει τις αποφάσεις της 3ης Ολομέλειας ιδιαίτερα το θέμα των εφεδρειών, δηλ. να αυξηθεί ο αριθμός των μαχητών. Το γεγονός αυτό οφειλόταν στο ότι τα διάφορα αρχηγεία του ΔΣΕ δεν μπόρεσαν να πραγματοποιήσουν τα σχέδια στρατολογίας, τα οποία έγιναν μηχανικά χωρίς προηγουμένως να εξεταστεί η πραγματική κατάσταση και η ικανότητα του κάθε στρατηγείου και χωρίς να ληφθούν υπόψη οι δυσκολίες που δημιουργούσε ο Εθνικός Στρατός με την εκκένωση των χωριών. Η εκκένωση της υπαίθρου στερούσε από το ΔΣΕ τη στρατολόγηση μαχητών και τη δυνατότητα εφοδιασμού με είδη τροφίμων και ιματισμού. Χρόνιο και βασικό πρόβλημα του ΔΣΕ μέχρι την ήττα τον Αύγουστο του 1949 ήταν οι εφεδρείες. Ενδεικτικά αναφέρω ότι τόσο απελπιστική ήταν η κατάσταση που ο Μάρκος Βαφειάδης ζήτησε από τον Εμβέρ Χότζα να αποστείλει στο ΔΣΕ 3.000 - 4.000 Αλβανούς Τσάμηδες που ζούσαν στην Αλβανία μετά τη φυγή τους από την Ελλάδα τον Οκτώβριο του 1944.
Ο Στάλιν καιροσκοπούσε για προπαγανδιστικούς λόγους
Το τέλος του εμφυλίου πολέμου επηρεάστηκε σημαντικά από τη στάση της Σοβιετικής Ενωσης. Τον Δεκέμβριο του 1948 ο Ζαχαριάδης επισκέφθηκε τη Μόσχα και δέχτηκε σκληρή κριτική για τις αποτυχίες του Δημοκρατικού Στρατού. Οι Σοβιετικοί ζήτησαν να σταματήσει ο εμφύλιος πόλεμος. Ο Ζαχαριάδης κατάφερε να τους πείσει να του δώσουν ακόμα μια ευκαιρία, καθώς θα επιχειρούσε να καταλάβει τη Φλώρινα. Βέβαια, η επιχείρηση εναντίον της Φλώρινας, τον Φεβρουάριο του 1949, απέτυχε οικτρά και ήταν η αρχή του τέλους για τον εμφύλιο. Γνωρίζουμε ότι μετά τον Απρίλιο του 1949 όλες σχεδόν οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης σταμάτησαν τη χορήγηση στρατιωτικής βοήθειας προς τον ΔΣΕ. Βέβαια την ίδια αυτή περίοδο -Απρίλιος 1949- η Σοβιετική Ένωση, φοβούμενη κατάληψη της Αλβανίας από τον ελληνικό στρατό, ζήτησε από τον Ζαχαριάδη να σταματήσει τον ένοπλο αγώνα ως το τέλος Μαΐου 1949. Με την εξέλιξη αυτή συνδέονται και οι προτάσεις του Gromyko προς τους Αγγλους και τους Αμερικανούς για κατάπαυση του εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα Γενικά, μπορεί κανείς να πει ότι η Σοβιετική Ένωση, παρόλο που δεν ήταν πρόθυμη να δώσει στο ελληνικό πρόβλημα σημαντική θέση στην εξωτερική της πολιτική, ήθελε κυρίως να εκμεταλλευτεί τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο για προπαγανδιστικούς λόγους, ειδικά όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Βρετανία επέκριναν την πολιτική της στην Ανατολική Ευρώπη. Στην πραγματικότητα ο Στάλιν καιροσκοπούσε παίζοντας με τις τύχες του ελληνικού λαού, πίστευε ότι ο ΔΣΕ δεν ήταν δυνατόν να επικρατήσει μετά την αμερικανική επέμβαση και ότι το ελληνικό κίνημα μπορούσε να αναλωθεί, εφόσον είχε ήδη παραχωρήσει την Ελλάδα στους Δυτικούς τον Οκτώβριο του 1944.
* Ο κ. Βασίλειος Κόντης είναι πρόεδρος του Ινστιτούτου Μελετών Χερσονήσου του Αίμου και ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ.
Του Σπυρίδωνα Σφέτα*
Η στάση του Ζαχαριάδη στο μακεδονικό ζήτημα είχε άμεση συνάρτηση με την τακτική και στρατηγική που εφάρμοσε σε σχέση με το ελληνικό πολιτικό ζήτημα μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1945. Το ΚΚΕ αναγνώριζε από το 1934 την ύπαρξη σλαβομακεδονικού έθνους -σύμφωνα με την απόφαση της Κομμουνιστικής Διεθνούς- αλλά το 1935 εγκατέλειψε τη θέση του 1924 για «Ενιαία και Ανεξάρτητη Μακεδονία» και υιοθέτησε τη γραμμή της ισοτιμίας στις μειονότητες. Έτσι, το 1944 το ΚΚΕ στράφηκε κατά των αποσχιστικών κινήσεων του ΣΝΟΦ (Σλαβομακεδονικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο) και των σλαβόφωνων ταγμάτων Αριδαίας-Εδεσσας και Φλώρινας-Καστοριάς που ελέγχονταν από το Γενικό Επιτελείο της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας.
Κατά το πνεύμα της ρητορικής του για μια ειρηνική λύση του ελληνικού πολιτικού ζητήματος, ο Ζαχαριάδης στράφηκε το 1945 κατά του ΝΟΦ (Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέωπο), της διάδοχης οργάνωσης του ΣΝΟΦ που προπαγάνδιζε τη συνένωση του «μακεδονικού λαού» και δρούσε ανεξέλεγκτα στην ελληνική Μακεδονία. Επανειλημμένα η κομματική περιφερειακή οργάνωση Έδεσσας καταδίκαζε το ΝΟΦ ως φασιστική και αυτονομιστική οργάνωση και καλούσε τους Σλαβομακεδόνες να συσπειρωθούν στο ΕΑΜ/ΚΚΕ που υπόσχονταν την εθνική ισοτιμία. Στους επίσημους λόγους του ο Ζαχαριάδης αναφερόταν στην ελληνικότητα της Μακεδονίας και στο απαραβίαστο των ελληνικών συνόρων. Στελέχη του ΚΚΕ στην περιοχή της Καστοριάς περιόδευαν χωριά των Σλαβομακεδόνων και προέτρεπαν τους κατοίκους να καταδώσουν στην αστυνομία και στα κρατικά όργανα τους πράκτορες του ΝΟΦ, αν εμφανίζονταν στην περιοχή τους.
Ριζική μεταβολή
Όταν στα τέλη του 1945 ο Ζαχαριάδης εξέταζε σοβαρά το ενδεχόμενο του περάσματος στην ένοπλη σύγκρουση, η στάση του απέναντι στο ΝΟΦ μεταβλήθηκε ριζικά. Η εξάρτηση του ΚΚΕ από τη βοήθεια των γειτονικών κρατών, ιδίως της Γιουγκοσλαβίας, απαιτούσε και μια εξομάλυνση των σχέσεων ΚΚΕ-ΝΟΦ. Το ΝΟΦ χαρακτηρίστηκε τώρα από τον Ζαχαριάδη ως αντιφασιστική και δημοκρατική οργάνωση, ως το ΕΑΜ των Σλαβομακεδόνων. Ωστόσο, το ΚΚΕ παρέμεινε πιστό στη γραμμή της ισοτιμίας στις μειονότητες.
Στη συμφωνία ΚΚΕ-Κ.Κ. Γιουγκοσλαβίας της 14ης Οκτωβρίου 1946 δεν προβλέφθηκε η ίδρυση ξεχωριστών σλαβομακεδονικών ενόπλων τμημάτων και το Κεντρικό Συμβούλιο του ΝΟΦ κατέστη υπόλογο στην κομματική επιτροπή του ΚΚΕ για τη Μακεδονία-Θράκη. Αλλά λόγω της δυναμικής που απέκτησε ο σλαβομακεδονικός εθνικισμός μετά την ίδρυση του κράτους των Σκοπίων και της αλυτρωτικής προπαγάνδας που ασκήθηκε στα Σκόπια το ΝΟΦ δεν ελεγχόταν πλήρως από το ΚΚΕ. Μέσα στους κόλπους του ΝΟΦ κυριαρχούσε μια άτυπη διάσπαση μεταξύ αυτών που ήταν υπό την επιρροή του ΚΚΕ (Πασχάλης Μητρόπουλος) και εκείνων που προσανατολίζονταν προς το Κ.Κ. Γιουγκοσλαβίας και «Μακεδονίας» (Μιχάλης Κεραμιτζής, Ηλίας Δημάκης, Βαγγέλης Αγιάνης). Η φιλογιουγκοσλαβική αυτή πτέρυγα ελεγχόταν από τα Σκόπια και προπαγάνδιζε ότι λύση του μακεδονικού ζητήματος μπορεί να υπάρξει μονάχα όταν η ελληνική Μακεδονία ενωθεί με τη γιουγκοσλαβική Μακεδονία στο πλαίσιο της γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας. Η ομάδα αυτή κατέβαλλε επίσης πολλές προσπάθειες για τη διαμόρφωση σλαβομακεδονικής συνείδησης στους Σλαβόφωνους της ελληνικής Μακεδονίας με την καταπολέμηση του γραικομανισμού και του φιλοβουλγαρισμού και έθετε συχνά το αίτημα για επαρκή εκπροσώπηση των Σλαβοφώνων στα κομματικά όργανα και στις στρατιωτικές διοικήσεις.
Δύσκολα διλήμματα
Η ρήξη Τίτο-Στάλιν τον Ιούνιο του 1948 έθεσε το ΚΚΕ ενώπιον δύσκολων διλημμάτων. Το ΚΚΕ αποδέχτηκε την καταδικαστική για τον Τίτο και την κλίκα του απόφαση της Κομινφόρμ της 28ης Ιουνίου 1948, χωρίς όμως να στραφεί έντονα κατά της Γιουγκοσλαβίας. Ωστόσο, η γιουγκοσλαβική βοήθεια μειώθηκε αισθητά και οι επαφές μεταξύ των δύο κομμάτων περιορίστηκαν απλά σε επίπεδο τεχνικών. Ο κύριος όγκος της στρατιωτικής βοήθειας προς τον Δημοκρατικό Στρατό προερχόταν πλέον από τη Σοβιετική Ενωση μέσω Βουλγαρίας. Ενόψει της νέας κατάστασης η φιλογιουγκοσλαβική πτέρυγα του ΝΟΦ υπονόμευε τον Δημοκρατικό Στρατό και άρχισε να οργανώνει λιποταξίες Σλαβομακεδόνων μαχητών προς τη Γιουγκοσλαβία με τη δικαιολογία ότι το ΚΚΕ, ευθυγραμμιζόμενο με την αντιγιουγκοσλαβική θέση της Κομινφόρμ, πρόδωσε τον αγώνα του «μακεδονικού λαού». Κατά το πνεύμα της αντιτιτοϊκής εκστρατείας της Κομινφόρμ ο Δημητρόφ στη Βουλγαρία κατήγγειλε όλες τις διμερείς συμφωνίες των Γιουγκοσλάβων με τη Βουλγαρία, ανέστειλε την πολιτική «μακεδονοποίησης» στο βουλγαρικό τμήμα της Μακεδονίας, στράφηκε κατά βίαιης αποβουλγαροποίησης του πληθυσμού στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία, έθεσε ζήτημα βουλγαρικής μειονότητας και διέκοψε τις διπλωματικές σχέσεις της Βουλγαρίας με τη Γιουγκοσλαβία.
Σε διπλό στόχαστρο
Συντονιζόμενος με την κλιμακούμενη αντιγιουγκοσλαβική πολεμική του Στάλιν και θέλοντας να καταστήσει το ΚΚΕ μέλος της Κομινφόρμ, ο Ζαχαριάδης επέβαλε στην Πέμπτη Ολομέλεια (1949) του ΚΚΕ τη θέση «για το δικαίωμα της εθνικής αποκατάστασης και αυτοδιάθεσης του μακεδονικού λαού».
Ταυτόχρονα, αναγγέλθηκε ότι το 2ο Συνέδριο του ΝΟΦ θα διακήρυττε τη θέση της «Ενιαίας και Ανεξάρτητης Μακεδονίας σε μια λαϊκοδημοκρατική Βαλκανική Ομοσπονδία». Αν και επίσημα ο Ζαχαριάδης χαρακτήρισε την αλλαγή αυτή ως μέτρο αντιπερισπασμού στις λιποταξίες και ως κίνητρο στους Σλαβομακεδόνες να στρατευθούν μαζικά στον Δημοκρατικό Στρατό, η νέα θέση του ΚΚΕ στρεφόταν κατά της κυριαρχίας του Τίτο στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία και αμφισβητούσε τον ρόλο της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας ως «του Πεδεμοντίου της ενοποίησης της Μακεδονίας». Ταυτόχρονα, στρεφόταν και κατά της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας. Έτσι, το ΚΚΕ βρέθηκε στο στόχαστρο τόσο της γιουγκοσλαβικής όσο και της ελληνικής κυβέρνησης.
Στην υπονομευτική δράση των φιλογιουγκοσλαβικών στοιχείων του ΝΟΦ και στην προδοσία του Τίτο ο Ζαχαριάδης αναζήτησε τα αίτια της ήττας του Δημοκρατικού Στρατού για να αποσείσει τις δικές του ευθύνες. Οταν το 1950/51 επήλθε εξομάλυνση των ελληνογιουγκοσλαβικών σχέσεων με την ενεργό αμερικανική ανάμιξη, ο Ζαχαριάδης αισθάνθηκε «δικαιωμένος» γιατί αποκαλύφθηκε η συνωμοσία του «ελληνικού μοναρχοφασισμού» με την κλίκα του Τίτο για τη συντριβή του «δημοκρατικού κινήματος» το 1949. Το 1952 διαλύθηκε το ΝΟΦ και ιδρύθηκε στην Πολωνία η οργάνωση «Ιλιντεν» με σκοπό να στιγματίσει τη συμπαιγνία Αθήνας-Βελιγραδίου, να χαρακτηρίσει την ελληνική και γιουγκοσλαβική Μακεδονία «υποδουλωμένες περιοχές» στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό, να εξάρει την πολιτική του βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος στο Μακεδονικό και να καλέσει τους «Μακεδόνες» να εξεγερθούν κατά του προδότη Τίτο.
Η τυχοδιωκτική στάση του Ζαχαριάδη στο Μακεδονικό ήταν αποτέλεσμα της γενικότερης ανερμάτιστης πολιτικής του.
Επαναστάτης που μισήθηκε από φίλους και εχθρούς
Ο Νίκος Ζαχαριάδης γεννήθηκε στην Αδριανούπολη στις 27 Απριλίου 1903. Ο πατέρας του εργαζόταν ως αντιπρόσωπος στη «Ρεζί» (εταιρεία του Γαλλικού Μονοπωλίου Καπνού), γι' αυτό και τα πρώτα βήματα της ζωής του καταγράφηκαν σε πολλές βαλκανικές πόλεις.
Πήγε σχολείο στα Σκόπια και μετά συνέχισε στη Νικομήδεια. Γυμνάσιο πήγε στην Αδριανούπολη, αλλά οικογενειακά προβλήματα τον ανάγκασαν να αναζητήσει στα 15 του δουλειά στο λιμάνι της Πόλης. Εκεί ήρθε σε επαφή και με τις σοσιαλιστικές ιδέες, αν και επισήμως είχε ήδη «στρατολογηθεί» από τη Νικομήδεια.
Το 1921 ο Ζαχαριάδης είναι γραμματέας της κομμουνιστικής οργάνωσης που καθοδηγεί τους νέους εργάτες στην Πόλη. Τον ίδιο χρόνο γίνεται και μέλος της Κομσομόλ και τον επόμενο χρόνο, μέλος του Μπολσεβικικού Κόμματος, ενώ στα μέσα του επόμενου χρόνου φοιτά στη Μόσχα στο «Κομμουνιστικό Πανεπιστήμιο των Εργαζομένων της Ανατολής». Με απόφαση της Κομμουνιστικής Διεθνούς Νέων, το 1924, αναλαμβάνει την καθοδήγηση της Ομοσπονδίας Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας (ΟΚΝΕ). Τα επόμενα τρία χρόνια θα συλληφθεί και θα αποδράσει έξι φορές. Περιβάλλεται έτσι με το φωτοστέφανο του «αγωνιστή που δεν υπάρχει φυλακή να τον κρατήσει».
Το 1929 φυγαδεύεται στη Μόσχα, όπου φοιτά στην Ανώτερη Κομματική Σχολή. Δύο χρόνια μετά επιστρέφει στην Ελλάδα και τοποθετείται με απόφαση της «Διεθνούς» γενικός γραμματέας του ΚΚΕ. Με τη δικτατορία του Μεταξά συλλαμβάνεται και οδηγείται κατευθείαν στην απομόνωση στις φυλακές της Κέρκυρας.
Η ιταλική και η γερμανική εισβολή τον βρίσκουν στις ελληνικές φυλακές. Από εκεί μεταφέρεται στο Νταχάου, απ' όπου θα επιστρέψει στην Ελλάδα το 1945, για να τεθεί επικεφαλής της εμφύλιας σύγκρουσης μέχρι το 1949.
Η δράση του, η ήττα που του χρεώθηκε από Έλληνες και Σοβιετικούς κομμουνιστές και οι μετά τη Γιάλτα νέες συνθήκες δεν χωρούσαν κάποιον με τον δυναμισμό, τον οπορτουνισμό και την προϊστορία του Ζαχαριάδη. Καθαιρέθηκε στην 6η Ολομέλεια του 1956 από γενικός γραμματέας του ΚΚΕ και από μέλος του ένα χρόνο μετά.
Στη Σοβιετική Ένωση ο Ζαχαριάδης δεν θα τύχει καλύτερης μοίρας. Για έξι χρόνια θα «εργαστεί» ως δασικός στο Μποροβίτσι και στη συνέχεια θα εξοριστεί στη Σιβηρία, στο Σουργκούτ. Εκεί αυτοκτόνησε. Ήταν 1η Αυγούστου 1973.
* Ο κ. Σπυρίδων Σφέτας είναι Βαλκανιολόγος.
Του Τάκη Καμπύλη από την "Καθημερινή" της Κυριακής, 16 Μαρτίου 2008.