«Μια φορά κι ένα καιρό, ήταν ένα παραμύθι. Το παραμύθι αυτό ήταν πολύ αγαπητό από όλα τα παιδιά του κόσμου και κάθε σούρουπο οι γιαγιάδες μάζευαν τα εγγόνια τους γύρω από το τζάκι για να αρχίσει η αφήγηση...».
Τα χρόνια πέρασαν. Τα παιδιά άλλαξαν. Οι γιαγιάδες περνούν τον καιρό τους μπροστά από την τηλεόραση. Όμως, το παραμύθι συνεχίζει να κεντρίζει τη φαντασία των παιδιών και να αποτελεί ίσως ένα από τα τελευταία αναχώματα πριν από την απόλυτη επικράτηση της αυτοκρατορίας της εικόνας (...«που ζούσε σε ένα ψηλό κάστρο στην άκρη ενός απότομου γκρεμού»...).
Τον κυρίαρχο ρόλο που συνεχίζουν να διαδραματίζουν στην καθημερινότητα των παιδιών τα παραμύθια, καταδεικνύει έρευνα που διενεργήθηκε από γιατρούς της Παιδιατρικής Κλινικής του νοσοκομείου της Κω -σε συνεργασία με ιδιώτες παιδιάτρους και εκπαιδευτικούς- με τη συμμετοχή γονέων παιδιών ηλικίας 3 έως 5 ετών που κατοικούν στο νησί. Για τις ανάγκες της έρευνας διανεμήθηκαν 500 ανώνυμα ερωτηματολόγια -απαντήθηκαν τα 438- σχετικά με τις συνήθειες και τις προτιμήσεις των παιδιών όσον αφορά το παραμύθι.
Όπως κατέδειξε η έρευνα, τέσσερα στα δέκα παιδιά (ποσοστό 37,8%) ακούει κάθε ημέρα παραμύθια ενώ το 95% των παιδιών ακούει παραμύθια τουλάχιστον τρεις φορές την εβδομάδα, γεγονός που επιβεβαιώνει τον κυρίαρχο ρόλο του παραμυθιού στην παιδική καθημερινότητα. Τον ρόλο του αφηγητή-αναγνώστη αναλαμβάνουν κυρίως οι γονείς (ποσοστό 84,3%) και δευτερευόντως οι νηπιαγωγοί-δασκάλες (54,8%), ενώ ακολουθεί ο αφηγητής από το βίντεο ή το DVD (39,7%). Οι παππούδες και οι γιαγιάδες αφηγούνται στα παιδιά παραμύθια σε ποσοστό 31,3%, τα μεγαλύτερα αδέλφια σε ποσοστό 10,6% και τρίτα πρόσωπα δηλαδή συγγενείς και φίλοι, σε ποσοστό 3,2%.
Τα κλασικά παραμύθια υπερτερούν σε συντριπτικό ποσοστό (80,6%) έναντι των σύγχρονων παραμυθιών, τόσο από τους γονείς όσο και από τα ίδια τα παιδιά, με την Κοκκινοσκουφίτσα και τη Χιονάτη να καταλαμβάνουν τις πρώτες θέσεις της λίστας με τα πιο αγαπημένα παραμύθια.
Πάντως, η επιλογή των βιβλίων από τους γονείς γίνεται με πρώτο κριτήριο το θέμα-ιστορία (ποσοστό των σχετικών απαντήσεων 65,9%), δεύτερο κριτήριο είναι οι προτιμήσεις του ίδιου του παιδιού (46,5%) και ακολουθεί η εικονογράφηση (ποσοστό 24%). Το τελετουργικό του παραμυθιού που ορίζει ότι η αφήγησή του γίνεται το σούρουπο πριν από τον ύπνο φαίνεται ότι χάνεται, αφού μόνο το 17,4% των γονέων χρησιμοποιεί το παραμύθι σε μόνιμη βάση για να αποκοιμίσει το παιδί. Όπως σχολίασε στην «Κ» η κ. Πελαγία Τσιτσάνη, παιδίατρος, επιμελήτρια Α’ στην Παιδιατρική Κλινική του νοσοκομείου της Κω, και μία εκ των ερευνητών, «τα παιδιά σήμερα έχουν ανάγκη το παραμύθι, ίσως και περισσότερο σε σχέση με παλαιότερες εποχές. Το σύγχρονο περιβάλλον των παιδιών χαρακτηρίζεται από εξορθολογισμό. Το πρόγραμμα που έχουν μπορεί να χαρακτηριστεί και ως στρατιωτικό και μέσω του παραμυθιού τα παιδιά δημιουργούν ένα είδος αντιπερισπασμού».
Σημειώνεται ότι η μέση ηλικία της μητέρας ήταν τα 33 έτη ζωής και του πατέρα τα 37. Οι γονείς σε ποσοστό 47,9% ήταν απόφοιτοι μέσης εκπαίδευσης και σε ποσοστό 38,7% απόφοιτοι ανώτατης εκπαίδευσης. Εννέα στα δέκα παιδιά έμεναν μακριά από τους γονείς τους όλο το πρωινό και σε ποσοστό 6,5% και το απόγευμα. Που σημαίνει ότι ένας πολύ μικρός αριθμός παιδιών (μόλις το 2,3%) δεν αποχωρίζεται τους γονείς του κατά τη διάρκεια της ημέρας. Τα περισσότερα παιδιά περνούν το πρωινό τους στους παιδικούς σταθμούς και τα νηπιαγωγεία, ενώ οι παππούδες και οι γιαγιάδες απασχολούν τα παιδιά σε ποσοστό 28%. Πάντως, οκτώ στους δέκα γονείς δήλωσαν ότι άκουγαν και οι ίδιοι ως παιδιά παραμύθια. Σχεδόν όλοι οι γονείς θεωρούν το παραμύθι «αρκετά» έως «πολύ σημαντικό μέσο διαπαιδαγώγησης» (ποσοστό 92,2%) και πιστεύουν ότι έχει θετική ψυχολογική επίδραση στο παιδί 94%) Η πλειονότητα των γονέων (60%) παραδέχονται ότι αφιερώνουν λιγότερο χρόνο από όσο θα επιθυμούσαν για την ανάγνωση-αφήγηση παραμυθιών στο παιδί, αναδεικνύοντας και εδώ ένα κοινό πρόβλημα της εποχής: την έλλειψη ελεύθερου χρόνου.
Διορθώνουν τον αφηγητή
Ενεργή είναι η συμμετοχή των παιδιών στη διαδικασία ενός παραμυθιού, αφού στην πλειονότητά τους είτε ζητούν περαιτέρω εξηγήσεις είτε διορθώνουν τον αφηγητή στην περίπτωση που αυτός αλλάξει την ήδη γνωστή ιστορία.
Όπως κατέδειξε η έρευνα, τα 2/3, (ποσοστό 66,8%) των 4χρονων, καθηλώνονται από τη γοητεία του παραμυθιού και ακούν με αφοσίωση τον αφηγητή-αναγνώστη. Επίσης, περίπου εννέα στα δέκα παιδιά (ποσοστό 87,6%), δεν συμβιβάζονται με το να είναι παθητικοί δέκτες των μηνυμάτων και παρεμβαίνουν ζητώντας επεξηγήσεις ή διορθώνοντας τον αφηγητή του παραμυθιού.
Το 48,4% των παιδιών, δείχνει ικανοποιημένο ή ανακουφίζεται με την τιμωρία του κακού ήρωα, ενώ συναισθήματα ευσπλαχνίας και λύπης δείχνει το 30,4% των παιδιών. Όπως επισημαίνει στην «Κ» η παιδίατρος -και μία εκ των ερευνητών- κ. Πελαγία Τσιτσάνη, τα παιδιά φαίνεται να γοητεύονται από τους ξεκάθαρους ρόλους και τη βεβαιότητα ότι ο καθένας θα πάρει από τη ζωή ό,τι του αξίζει. Σημειώνεται ωστόσο πως στο 15% των παιδιών η αμείλικτη τιμωρία του κακού γεννά συναισθήματα φόβου.
Όπως κατέδειξε η έρευνα δύο στους τρεις γονείς χρησιμοποιούν το παραμύθι για να παραδειγματίσουν ή να πείσουν το παιδί τους για κάτι, ενώ οι μισοί γονείς (ποσοτό 49,8%) προσφεύγουν στο παραμύθι για να καθησυχάσουν το παιδί τους. Τα ίδια τα παιδιά αναφέρουν ήρωες και περιστατικά των παραμυθιών -σποραδικά έως συχνά- σε ποσοστό 90%.
Της Πεννυς Μπουλουτζα από την "Καθημερινή" της Τρίτης, 25 Δεκεμβρίου 2007