Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2007

Οι αριθμοί που (δεν) λένε πάντα την αλήθεια!

Υπάρχουν τριών ειδών κατηγορίες στα ψέματα, υποστήριζε στα τέλη του 19ου αιώνα ο Μπέντζαμιν Ντισραέλι: τα ψέματα, τα απίστευτα ψέματα και η στατιστική! Σχεδόν έναν αιώνα μετά ιδρύθηκε η IFFHS, η εταιρεία στατιστικής και ιστορίας του ποδοσφαίρου, και παρ' ότι υπάρχουν φορές που κανείς δεν διαφωνεί με τα αποτελέσματά της, έρχονται στιγμές που νιώθεις πόσο δίκιο είχε ο πρώην Βρετανός πρωθυπουργός.

Πάρτε για παράδειγμα τις ετήσιες λίστες των κορυφαίων ομάδων του πλανήτη. Ποια προηγείται από πέρυσι μέχρι φέτος τον Αύγουστο; Η Σεβίλλη. Καλό και σωστό. Ποια ακολουθεί; Η Τσέλσι! Από πού κι ως πού στ' αλήθεια; Η Σάντος είναι τρίτη στη λίστα. Με ποιο κριτήριο, είναι δύσκολο να γίνει αντιληπτό. Το ότι τέταρτη είναι η κορυφαία ομάδα του 21ου αιώνα έως τώρα, η Μπόκα Τζούνιορς, μοιάζει φυσιολογικό, αλλά και πάλι ανεξήγητο, μια και τι σχέση μπορεί να έχει την τελευταία χρονιά με αυτήν η Τσέλσι;

Τον Αύγουστο του 2007 η κορυφαία ομάδα είναι η Ρέιντζερς. Και εδώ η επιστήμη σηκώνει τα χέρια ψηλά. Με ποιο δεδομένο; Με ποιους αντιπάλους; Πού είναι η Μπάγερν; Πού είναι σε όλη την περσινή σεζόν η πρωταθλήτρια Ευρώπης, Μίλαν; Πρόκειται γι' αστείο; Είπαμε, οι αριθμοί έχουν την ικανότητα να ξεγελούν. Ο Ευθύμης Κιουμουρτζόγλου είχε πει τη μνημειώδη ατάκα πριν από δεκαπέντε χρόνια, πως ο μόνος σίγουρος τρόπος να πεις ψέματα είναι μέσω της στατιστικής. Στην IFFHS λαμβάνουν υπ' όψιν τα αποτελέσματα των τελευταίων δώδεκα μηνών και, όπως υποστηρίζει –αρκετά περήφανα– το σάιτ της ομοσπονδίας: «Ολα είναι επιστημονικά τεκμηριώμενα». Δηλάδη δεν υπάρχει ανθρώπινος παράγοντας κρίσης, αλλά αποτελέσματα και βαθμοί, που αξιολογούνται με βάση κάθε διοργάνωση και τον βαθμό δυσκολίας της. Μήπως, όμως, αυτός ο (κάθε άλλο παρά κακός) τρόπος βαθμολόγησης χρειάζεται αναβάθμιση;

Οταν τα γεγονότα συναντούν την άποψη έρχεται η σύγκρουση. Ο άνθρωπος που δημιούργησε την IFFHS, ο δρ Αλφρέντο Πόγκε, αρνείται οποιαδήποτε εισαγωγή ανθρώπινης αξιολόγησης στους ψυχρούς αριθμούς. Ιδρυσε το 1984, στην τότε Ανατολική Γερμανία, στη Λειψία, την εταιρεία και δημιούργησε ένα διεθνές δίκτυο από στατιστικολόγους για τη συλλογή πληροφορίων. Αυτό τον έμπλεξε στα δίχτυα της Στάζι (της μυστικής αστυνομίας του καθεστώτος Χόνεκερ), αλλά τουλάχιστον του επέτρεψαν, σεβόμενοι το παρελθόν του, να φύγει στη Δύση, όπου συνέχισε τη δουλειά για σχεδόν μια δωδεκαετία. Ακόμα και η ΦΙΦΑ με την ΟΥΕΦΑ αναγνωρίζουν την προσπάθεια που γίνεται, χωρίς όμως να υιοθετούν αβίαστα τα αποτελέσματα.

Το να σώζεται η ιστορία στο ποδόσφαιρο –όπως και στο καθετί– είναι κάτι πολύ σημαντικό. Αλλοι αυτές τις μικρολεπτομέρειες πιθανόν να τις χαρακτηρίζουν κουραστικές. Για να συντηρηθεί, όμως, η μνήμη του αθλήματος καλό είναι να συγκεντρώνονται στοιχεία. Οσο όμως και να επιμένει η ΙFFHS, ένα κομπιούτερ δεν μπορεί να ξεχωρίσει την ιδιοφυΐα από την απλή διεκπεραίωση μιας δουλειάς. Πώς μπορεί να υπολογίζει, για παράδειγμα, λόγω στατιστικής της αποτελεσματικότητας, πως ο Μπίλι Σαρπ είναι καλύτερος φορ από τον Τιερί Ανρί; Οτι ο Ουαλός φορ της TNS με τα εξήντα γκολ σε μία σεζόν είναι ανώτερος από τον Γκερντ Μίλερ των 40 σε μια χρονιά, κάτι που συνέβη πριν από τρεις δεκαετίες;

Εχω ξαναγράψει το μεγάλο λάθος της στατιστικής, που μετράει ως παίκτη που έκανε ασίστ όποιον έδωσε την μπάλα σε αυτόν που σκόραρε. Ο Μαραντόνα το '86 πήρε την μπάλα από τον Μπατίστα στη σέντρα και πέρασε όποιον Άγγλο βρήκε στο διάβα του. Πώς είναι δυνατόν να μετράει ως ασίστ η πάσα που δέχτηκε εξήντα μέτρα πριν από το τέρμα; Μάλλον αυτό που επέμενε πως συμβαίνει ο Γουίνστον Τσόρτσιλ ήταν το καλύτερο για τους αριθμούς: «Τα μόνα στατιστικά που πρέπει να εμπιστεύεσαι είναι αυτά που μπορείς να διαφοροποιήσεις ο ίδιος».


Του Χρήστου Σωτηρακόπουλου από την SportDay της Πέμπτης, 23 Σεπτεμβρίου 2007