Υπήρξε ο μακροβιότερος διευθυντής του Αστεροσκοπείου και ο άνθρωπος ο οποίος το οργάνωσε σε ευρωπαϊκά πρότυπα. Πολυπράγμων καθώς ήταν, άφησε πίσω του σημαντικό επιστημονικό, συγγραφικό αλλά και κοινωνικό έργο, καθώς ως Υπουργός Παιδείας μερίμνησε για την ίδρυση –μεταξύ άλλων- της Ακαδημίας Αθηνών...
Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 22 Ιουλίου του 1862 και ήταν γόνος παλαιάς και ιστορικής οικογενείας. Μετά την αποφοίτησή του από το Βαρβάκειο Λύκειο, το 1879, ξεκινάει τις σπουδές του στο Φυσικομαθηματικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Στο Πανεπιστήμιο έλαμψαν όλα τα ταλέντα, με τα οποία τον είχε προικίσει η φύση. Μελετηρός οξυδερκής, βαθύνους, ακριβολόγος, στοχαστικός, διακρίθηκε αμέσως μεταξύ των συμφοιτητών του και από νωρίς φάνηκε πως το μέλλον του θα ήταν λαμπρό.
Πράγματι το 1886, σε ηλικία 24 ετών, αναγορεύεται διδάκτωρ των μαθηματικών. Η τότε πνευματική ηγεσία της χώρας, βλέποντας τις ιδιαίτερες ικανότητες του νεαρού Αιγινήτη, αποφάσισε να τον στείλει με υποτροφία του Πανεπιστημίου, χωρίς καμία οικονομική υποχρέωση από μέρους του, για να συνεχίσει τις σπουδές του στην αστρονομία. Ο τόπος που επέλεξαν να τον στείλουν ήταν το Παρίσι, το οποίο ήταν τότε διεθνές κέντρο επιστημονικών ερευνών.
Στο Παρίσι ο Αιγινήτης ανέπτυξε ασυνήθιστη δραστηριότητα. Φοίτησε στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης, στην Ecole Polytechnique, και εργάστηκε στα Αστεροσκοπεία του Montsouris, των Παρισίων, της Meudon, της Nice, στο φασματικό εργαστήριο του Salet, το φυσικό εργαστήριο του Cornu, στα μετεωροσκοπεία των Παρισίων και του Parc Saint Mayr και τέλος στο αστρονομικό εργαστήριο του Lockyer στο Λονδίνο.
Παράλληλα δημοσιεύει μια σημαντική επιστημονική εργασία σχετικά με την ευστάθεια του Ηλιακού Συστήματος. Η εργασία αυτή έτυχε μεγάλης δημοσιότητας σε ολόκληρο τον κόσμο και πολλά κολακευτικά σχόλια γράφτηκαν για τον Δημήτριο Αιγινήτη. Τη μεγάλη εκτίμησή τους προς τον νεαρό Έλληνα επιστήμονα οι Γάλλοι την έδειξαν έμπρακτα, διορίζοντάς τον τακτικό αστρονόμο στο Αστεροσκοπείο των Παρισίων, παραχωρώντας του μάλιστα στέγη μέσα στο αστεροσκοπείο, τιμή η οποία δεν είχε ξαναγίνει σε άλλον ξένο αστρονόμο στο παρελθόν.
Ο Αιγινήτης είχε μπροστά του μια λαμπρή επιστημονική σταδιοδρομία στο εξωτερικό. Η μοίρα όμως είχε άλλα σχέδια? Η κυβέρνηση του Χαρίλαου Τρικούπη πρότεινε στον Αιγινήτη να επιστρέψει στην Αθήνα και να αναλάβει τη διεύθυνση του Αστεροσκοπείου Αθηνών. Αυτός, παρά τις πιέσεις του διευθυντή του στο Αστεροσκοπείο των Παρισίων, ναυάρχου Mousez, και των προσωπικών του ενδοιασμών, υπάκουσε στο κάλεσμα της πατρίδας και επανήλθε στην Αθήνα τον Ιούνιο του 1890.
Για τον διορισμό του στο Αστεροσκοπείο, ψηφίστηκε παμψηφεί από τη Βουλή των Ελλήνων ειδικός νόμος τιμής ένεκεν. Αμέσως μόλις ανέλαβε ο Αιγινήτης πήρε 16.000 δρχ. από το Πανεπιστήμιο προκειμένου να επισκευάσει το κτίριο και τα όργανα του Αστεροσκοπείου, τα οποία ήταν σχεδόν άχρηστα για την εκτέλεση σοβαρών επιστημονικών εργασιών.
Συγχρόνως ασχολήθηκε με παρατηρήσεις διαττόντων αστέρων, μεσημβρινών παρατηρήσεων για τον προσδιορισμό της ακριβούς ώρας με σκοπό τη ρύθμιση των χρονομέτρων του εμπορικού και Πολεμικού Ναυτικού, με την οργάνωση της μετεωρολογικής υπηρεσίας -δημιουργώντας 98 επαρχιακούς μετεωρολογικούς σταθμούς- και τέλος με τη δημιουργία σεισμολογικής υπηρεσίας (1894), για την καταγραφή και μελέτη των σεισμών στην Ελλάδα.
Το επόμενο έτος πέτυχε την ψήφιση νόμου, σύμφωνα με τον οποίο οι επιστημονικές εργασίες του Αστεροσκοπείου κατανεμήθηκαν σε τρία τμήματα, το Αστρονομικό, το Μετεωρολογικό και το Γεωδυναμικό, βάζοντας έτσι τις βάσεις για μια μεγαλύτερη ανάπτυξη του Αστεροσκοπείου, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα.
Πρώτα οργάνωσε τα δύο τμήματα, το Μετεωρολογικό και το Γεωδυναμικό, τα οποία είχαν ευρύτερη πρακτική σημασία και άφησε τελευταίο το κυριότερο τμήμα, το Αστρονομικό, το οποίο ήταν και το πλέον πολυδάπανο.
Δυστυχώς όμως, τα εσωτερικά προβλήματα του Κράτους και ο καταστροφικός πόλεμος του 1897 δεν επέτρεψαν στην πολιτεία να χρηματοδοτήσει το Αστεροσκοπείο για την αγορά νέων και μεγάλων τηλεσκοπίων. Ο Αιγινήτης όμως δεν απογοητεύτηκε. Στράφηκε προς τους φιλοπάτριδες ομογενείς ζητώντας να συνεχίσουν αυτό που άρχισε ο Γεώργιος Σίνας, ιδρύοντας το Αστεροσκοπείο, πριν από μισό αιώνα.
Η επιτροπή που συστήθηκε με πρόεδρο τον πρίγκιπα Γεώργιο συνέλεξε ποσό 250.000 δρχ. από το κληροδότημα του Δ. Δωρίδη και τις προσφορές των Συγγρού, Κοργιαλένιου, Στεφάνοβικ, Ζαρίφη κ.ά.
Με το ποσό αυτό αγοράστηκαν ένα οικόπεδο 2.765 πήχεων στον λόφο των Νυμφών -κοντά στο Αστεροσκοπείο - ένα μεγάλο διοπτρικό ισημερινό τηλεσκόπιο διαμέτρου 40 mm γαλλικής κατασκευής (Gautier), ένα μεσημβρινό τηλεσκόπιο διαμέτρου 16 mm κατασκευής Gautier και διάφορα βοηθητικά όργανα.
Επίσης κτίστηκαν και τρία βοηθητικά κτίρια, για να καλύψουν τις συνεχώς αυξανόμενες ανάγκες του Αστεροσκοπείου. Με τα νέα αυτά όργανα το Αστεροσκοπείο μπορούσε πια να πραγματοποιήσει σοβαρές αστρονομικές παρατηρήσεις εφάμιλλες των αντίστοιχων Ευρωπαϊκών Αστεροσκοπείων.
Ακόμη μία μεγάλη επιτυχία του Αιγινήτη ήταν η εξασφάλιση ποσού 8.000 λιρών, από δωρεά του προσωπικού του φίλου και μεγάλου εθνικού ευεργέτη Μαρίνου Κοργιαλένιου, «για την αγορά και εγκατάσταση μεγάλου ισημερινού τηλεσκοπίου, το οποίο θα φέρει το όνομά του», με τον όρο να είναι εκτελεστής της δωρεάς ο ίδιος ο Αιγινήτης. Δυστυχώς, όμως, η αγορά του τηλεσκοπίου δεν πραγματοποιήθηκε παρά μόνο το 1970, με σημαντική βοήθεια του Κράτους.
Πέρα από την ανασυγκρότηση του Αστεροσκοπείου ο Αιγινήτης ανέπτυξε πολυσχιδές διδακτικό, συγγραφικό και κοινωνικό έργο. Δίδαξε αστρονομία και γεωδαισία, ως τακτικός καθηγητής, στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, από το 1892 έως το 1902. Τα μαθήματα που παρέδιδε στη Σχολή των Ευελπίδων αποτέλεσαν το περιεχόμενο δύο βιβλίων, θαυμαστών για το υψηλό επίπεδό τους, με τίτλους: «Μαθήματα Αστρονομίας της Σχολής Ευελπίδων», το 1893 και «Μαθήματα Γεωδαισίας Σχολής Ευελπίδων», επίσης το 1893.
Το 1896 εξελέγη καθηγητής αστρονομίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών όπου δίδαξε μέχρι το 1934. Ως καθηγητής ο Αιγινήτης υπήρξε συστηματικός, αυστηρός και με εξαίρετη μεταδοτικότητα.
Με το οξύ επιστημονικό του κριτήριο μπορούσε να διακρίνει μεταξύ των φοιτητών του εκείνους που είχαν ιδιαίτερο ταλέντο προς την επιστήμη και με άριστες παιδαγωγικές μεθόδους να τους καθοδηγεί προς την επιστημονική πληρότητα και αυτάρκεια. Έτσι οι περισσότεροι από τους μεγάλους άνδρες της επιστήμης και των γραμμάτων του πρώτου μισού του προηγούμενου αιώνα υπήρξαν μαθητές του, οι δε διάδοχοί του επάξια συνέχισαν το έργο του δικαιώνοντας έτσι τη φήμη του μεγάλου διδασκάλου.
Ως συγγραφέας ο Αιγινήτης υπήρξε πολύ γόνιμος. Δημοσίευσε σε 12 τόμους, με τίτλο «Annales de l’Observatoire National d’ Athenes», όλο το έργο που έγινε στο Αστεροσκοπείο στις μέρες του. Δημοσίευσε δίτομο μνημειώδες έργο για το κλίμα της Ελλάδας. Έγραψε σειρά εκλαϊκευτικών βιβλίων και πανεπιστημιακών συγγραμμάτων. Τέλος δημοσίευσε σε ελληνικά και ξένα περιοδικά μεγάλο αριθμό επιστημονικών εργασιών, αποδεικνύοντας έτσι ότι πάνω από όλα ήταν ερευνητής.
Δύο φορές διετέλεσε υπουργός Παιδείας (το 1917 και το 1926). Ως υπουργός ίδρυσε σχολεία, ανάμεσά τους και το πειραματικό σχολείο του Πανεπιστημίου Αθηνών, ίδρυσε πανεπιστημιακό μικροβιολογικό εργαστήριο, το Νοσοκομείο των Παίδων, μετεστέγασε το Βυζαντινό Μουσείο από τα υπόγεια της Ακαδημίας στο Μέγαρο της δουκίσσης της Πλακεντίας, που βρίσκεται στην οδό Βασιλίσσης Σοφίας και τέλος στις 18 Μαρτίου 1926 ίδρυσε, με τη δημοσίευση σχετικής συντακτικής πράξεως, την Ακαδημία Αθηνών, στην οποία υπήρξε μέλος και πρόεδρος.
Στον Δημήτρη Αιγινήτη οφείλεται η εισαγωγή στη χώρα μας του παγκόσμιου χρονομετρικού συστήματος, με την παραδοχή των ωριαίων ατράκτων και της ώρας της Ανατολικής Ευρώπης από το πρωί της 28ης Ιουλίου του 1916.
Επίσης ήταν ο ουσιαστικός παράγων για την εισαγωγή του Γρηγοριανού ημερολογίου στην Ελλάδα την 1η Φεβρουαρίου 1923, τη συμμετοχή της χώρας μας στη διεθνή Αστρονομική Ένωση κ.ά. Ο Αιγινήτης υπήρξε μέλος πολλών επιστημονικών εταιρειών, αντιπροσώπευσε την Ελλάδα σε πολλά διεθνή συνέδρια και τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις.
Ο Αιγινήτης παντρεύτηκε την Ανθή, το γένος Θεοφίλου Ευθυμίου από το Συρράκο της Ηπείρου. Απέκτησε μία κόρη, την Αίγλη, η οποία παντρεύτηκε τον Δημήτριο Τ. Ν. Μπότσαρη, στρατηγό, μετέπειτα βουλευτή και υπουργό.
Το πνεύμα αυτού του τόσο πολυσχιδούς ανθρώπου πέταξε και ενώθηκε με το άπειρο στις 13 Μαρτίου 1934, ύστερα από σύντομη ασθένεια.
Ο θάνατός του είχε διεθνώς μεγάλη απήχηση. Χιλιάδες τηλεγραφήματα κατέκλυσαν το Αστεροσκοπείο και εκατοντάδες νεκρολογίες γράφτηκαν στον ελληνικό και ξένο Τύπο. Η απώλεια υπήρξε μεγάλη. Ο Αιγινήτης, όμως, μέσα από το τεράστιο έργο του είχε περάσει στις τάξεις των Αθανάτων
Ο συντηρητικός πολυπράγμων
Στον τομέα της μετεωρολογίας, ο Δημήτρης Αιγινήτης, εκτός από την οργάνωση του ελληνικού μετεωρολογικού δικτύου, ασχολήθηκε με τη μελέτη της ιστορίας του ελληνικού κλίματος, υποστηρίζοντας τη σταθερότητά του στη διάρκεια των ιστορικών χρόνων (το βασικό του έργο επί του θέματος είναι το βιβλίο «Το κλίμα της Ελλάδος», Αθήνα, 1908).
Στην πολιτική του ζωή, στην πανεπιστημιακή και επιστημονική του καριέρα, ήταν συντηρητικών αντιλήψεων.
Πιθανόν όμως οι αυστηρές αντιλήψεις του να έδρασαν θετικά στις οργανωτικές προσπάθειές του για τον εκσυγχρονισμό του Αστεροσκοπείου και για την οργάνωση ελληνικής επιστημονικής κοινότητας στο διάστημα 1890-1934.