Σάββατο 5 Ιανουαρίου 2008

«Κόντεψα να πεθάνω για τον ΠΑΟ»

Υποκλίνομαι ...
Για τα εκατοντάχρονα ενός μεγάλου συλλόγου - κι ας μην είμαι Παναθηναϊκός.
Χρόνια Πολλά!


Στις αρχές του 20ού αιώνα οι άνθρωποι δεν είχαν πολλές διεξόδους για διασκέδαση, μια και η κοινωνία και τα μέσα της εποχής δεν τους παρείχαν και πολλές επιλογές. Έβρισκαν ενδιαφέρον αντιμετωπίζοντας ως ένα είδος ψυχαγωγίας το ποδόσφαιρο που προσέλκυε άτομα απ' όλα τα κοινωνικά στρώματα. Η εξέλιξή του λαοφιλέστερου αθλήματος ήταν ραγδαία, μια και δεν παρουσίαζε δυσκολίες ως προς το τεχνικό του πράγματος, διότι δεν αξίωνε μεγάλο κόστος: μια αλάνα, ξύλα για δοκάρια, και λίγο ασβέστη για τη χάραξη των γραμμών. Κι έτοιμο το γήπεδο! Εξάλλου μέσα από τις απέραντες αλάνες, είχαν ματώσει πολλά πόδια… αστέρων που πέρασαν στο πάνθεον του ελληνικού ποδοσφαίρου.

Ένα τέτοιο πρόσωπο είναι και ο πρωταγωνιστής της ιστορίας μας: Μάριος Μαρινάκος, βέρος Αθηναίος και με τη βούλα, που λέμε! Ο οποίος αποτελεί παρακαταθήκη της ιστορίας του Παναθηναϊκού, τόσο σε επίπεδο αγωνιστικό όσο και σε επίπεδο διοικητικό. Ο γηραιότερος ποδοσφαιριστή τους συλλόγου που γιορτάζει 100 χρόνια ζωής και ο άνθρωπος που θα αποτελέσει αυτόν που θα δώσει την αφορμή για να ξεκινήσουν οι εκδηλώσεις του ΠΑΟ για τον εορτασμό της επετείου.

Συνέντευξη στον Νίκο Τζαβάρα

Ο γηραιότερος ποδοσφαιριστή τους συλλόγου που γιορτάζει 100 χρόνια ζωής και ο άνθρωπος που θα αποτελέσει αυτόν που θα δώσει την αφορμή για να ξεκινήσουν οι εκδηλώσεις του ΠΑΟ για τον εορτασμό της επετείου.
Στο λυκαυγές του 20ού αιώνα, και συγκεκριμένα το 1908, ένας αθλητής στίβου του Πανελληνίου, ο Γιώργος Καλαφάτης, πήρε την πρωτοβουλία να ιδρύσει έναν νέο ποδοσφαιρικό σύλλογο. Η επιθυμία του αυτή πήρε σάρκα και οστά, με αποτέλεσμα ο ΠΟΑ (Ποδοσφαιρικός Όμιλος Αθηνών) και μετέπειτα ΠΑΟ, να είναι πια γεγονός. Και κατά διαβολική σύμπτωση… τον πρώτο του επίσημο αγώνα έμελλε να τον δώσει εναντίον του Πειραϊκού, της ομάδας από την οποία αργότερα εξελίχθηκε ο σημερινός Ολυμπιακός Πειραιώς. Η αναμέτρηση διεξήχθη στα Τρίκαλα, σε ένα τουρνουά που έλαβε χώρα μεταξύ της 7ης και της 9ης Σεπτεμβρίου του 1908. Για την ιστορία να αναφέρουμε ότι ο ΠΟΑ επικράτησε επί του μεταγενέστερα «αιωνίου» με το ευρύ σκορ 9-0.

Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1912, κι ενώ συνεχιζόταν το «παιδομάζωμα» από τις αλάνες για τη στελέχωση της νέας ομάδας, μια μητέρα κάπου στο κέντρο της Αθήνας έφερνε στον κόσμο το «αγγελούδι» της που αργότερα θα γινόταν εφάμμιλο με την ιστορία του ΠΑΟ. Γράφοντας κι εκείνος τις δικές του σελίδες στο μετερίζι του συλλόγου! Μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες στο καλεντάρι του Παναθηναϊκού, σε επίπεδο ήθους, αλλά και αξίας, που τίμησε τη φανέλα που φόρεσε. Από πιτσιρίκος ο Μάριος είχε μόνο ένα όνειρο, να φορέσει την πράσινη φανέλα της αγαπημένης του ομάδας, με το τριφύλλι στο στήθος. «Με αυτή την ελπίδα κοιμόμουν και ξυπνούσα», θυμάται με συγκίνηση. «Πήγαινα κρυφά από τους γονείς μου και έβλεπα προπονήσεις της ομάδας και αγώνες. Αντίκριζα από κοντά τα ινδάλματά μου, παρακαλώντας τον Ύψιστο μια ημέρα να γίνω μέλος αυτής της οικογένειας». Δεν μπορώ να γνωρίζω το κατά πόσο το σύμπαν συνωμότησε για να υλοποιηθεί η επιθυμία του, αλλά ο Ούγγρος προπονητής Κίνσλερ, που είχε προσληφθεί στον ΠΑΟ το 1928 μαζί με τον συμπατριώτη του, τον Φόρνερ, σίγουρα έβαλε το χεράκι του…

Ηταν απόγευμα, σε ένα οικόπεδο πλησίον του Πεδίου του Αρεως (στο σημείο που βρίσκονται σήμερα τα δικαστήρια), ο μικρός Μάριος είχε πάει να παίξει ποδόσφαιρο εκεί με τους φίλους του, όπως συνήθιζε κάθε μέρα, όταν ένας κύριος που τον παρακολουθούσε από ώρα, τον πλησίασε και του ζήτησε να τον πάρει στην τέταρτη ομάδα του Παναθηναϊκού! «Περιττό να περιγράφει η χαρά μου», λέει. «Στόχος μου ήταν να φθάσω μία μέρα στην πρώτη ομάδα».

Ο Μαρινάκος από νωρίς έδειξε το ταλέντο του και δεν χρειάστηκε για πολύ καιρό να ξυπνάει από τα ξημερώματα για να παίζει ποδόσφαιρο στην αγαπημένη του ομάδα. Έτσι δύο χρόνια αργότερα, το 1930, χτύπησε την πόρτα της πρώτης ομάδας. Ίσως να τον ευνόησαν και οι συγκυρίες, αφού ένα χρόνο πριν, ένας εκ των ιθυνόντων της τότε διοικήσεως του Παναθηναϊκού, ο Σταμάτης Μερκούρης, γιος του Σπύρου Μερκούρη και θείος της Μελίνας, ήρθε σε βαθιά ρήξη με τον παράγοντα εκείνη την εποχή, Απόστολο Νικολαΐδη, μια μορφή ριζωμένη με την κληρονομιά του συλλόγου.

Ο Νικολαΐδης υπήρξε ένας αθλητής-φαινόμενο στο ποδόσφαιρο, στον στίβο, στο μπάσκετ και στο βόλεϊ. Έλαβε μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αμβέρσας το 1920 ως ποδοσφαιριστής και ως αθλητής του στίβου. Ήταν πρόεδρος του ΣΕΓΑΣ για 20 χρόνια. Επί σειρά ετών διετέλεσε μέλος του Δ.Σ. του Παναθηναϊκού και το 1974 έγινε ο πρόεδρος του «τριφυλλιού». Θεωρείται σύμβολο του Παναθηναϊκού και γι’ αυτόν τον λόγο το γήπεδο επί της Λεωφόρου Αλεξάνδρας έχει το όνομά του. Απόρροια αυτής της ρήξεως: ο Μερκούρης παίρνει τον βασικό κορμό της ομάδας του ΠΑΟ μαζί του και ιδρύει το σωματείο «Πράσινα Πουλιά». Ο ίδιος ως κίνητρο για τους παίκτες που θα τον ακολουθούσαν έβαλε τον διορισμό τού καθενός στον Δήμο των Αθηναίων, αφού έχαιρε πολιτικών προνομίων. Το δέλεαρ μεγάλο, αφού οι παίκτες της εποχής δεν αμείβονταν ή λάμβαναν απλώς ένα πινάκιο φακής αντί μισθού, που αντιστοιχούσε ίσα ίσα για τα έξοδά τους! Η πρόκληση μεγάλη, όπως και το αντίτιμο, αφού ο Νικολαΐδης εξέδωσε ανακοίνωση που έλεγε: «Οι εξωμότες θα διαγραφούν διά παντός από τα μητρώα του συλλόγου!».

Στα τέλη της δεκαετίας του 1920 το ποδοσφαιρικό σκηνικό στην Ελλάδα είχε ήδη διαμορφωθεί με τη σημερινή του σχεδόν μορφή. Στην Αθήνα κυριαρχούσαν ο Παναθηναϊκός και η ΑΕΚ, στον Πειραιά ο Ολυμπιακός και ο Εθνικός, ενώ στη Θεσσαλονίκη δέσποζαν ο Αρης με τον Ηρακλή. Από τα έξι πρώτα πρωταθλήματα Αθηνών, ο Παναθηναϊκός κατέκτησε τα πέντε, χάνοντας μόνο το πρώτο από τον Απόλλωνα. Δεν είχε καταφέρει όμως να κατακτήσει το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα που είχε διεξαχθεί δύο φορές. Το 1930 όμως ήρθε το πλήρωμα του χρόνου για το «τριφύλλι». Η πρώτη φορά που στην τελική φάση συγκρούονταν οι τρεις καλύτερες ομάδες της Ελλάδας. Ο ΠΑΟ, ο Αρης και ο Ολυμπιακός. Αυτό απογείωνε στα ύψη το ενδιαφέρον του κοινού και ήταν η πρώτη φορά που ο κόσμος άρχισε να ενδιαφέρεται τόσο έντονα για το ποδόσφαιρο. Και όχι άδικα! Οι τρεις ομάδες που θα διεκδικούσαν το τρόπαιο ήταν οι κορυφαίες της εποχής, με μεγάλα αστέρια στη σύνθεσή τους. Ο Ολυμπιακός διέθετε την περίφημη πεντάδα των αδελφών Ανδριανόπουλων, με επικεφαλής τον Γιώργο Ανδριανόπουλο (ή «Ποδάρα»).

Ο Αρης τον μεγάλο Κλεάνθη Βικελίδη (ή «Μακεδονικό τανκ») και ο Παναθηναϊκός ένα καλοδουλεμένο σύνολο από τους Ούγγρους προπονητές, Φόρνερ και Κίνσλερ, με μεγάλο αστέρι τον Άγγελο Μεσσάρη που βρέθηκε να ηγείται την περίφημης «χρυσής ομάδας» του Παναθηναϊκού, δίπλα σε σπουδαίους συμπαίκτες όπως: ο Αντώνης Μηγιάκης, ο Μίμης Πιερράκος, ο Διομήδης Συμεωνίδης, ο Κώστας Ανδρίτσος, οι Μήτσος και Κώστας Μπαλτάσης και ο νεοεισελθών στην πρώτη ομάδα, Μάριος Μαρινάκος. «Θυμάμαι πως ο πρώτος αγώνας της τελικής φάσης ανάμεσα στον Αρη και τον Ολυμπιακό, στο ποδηλατοδρόμιο, έληξε με νίκη των Πειραιωτών, με το ευρύ σκορ 5-0, οπότε όταν ανέβηκαν στην Αθήνα για να μας αντιμετωπίσουν, την 1η Ιουνίου του 1930, η αισιοδοξία τους ήταν κάτι παραπάνω από εμφανής. Δέκα χιλιάδες κόσμου και πλέον παρακολούθησαν τον αγώνα εκείνο, αριθμός ασύλληπτος για τα δεδομένα της εποχής. Όπως ασύλληπτο ήταν και το σόου του Αγγελου Μεσσάρη που ακολούθησε».

Δύο γκολ από τον «ξανθό άγγελο», άλλα δύο ο Πιερράκος, δύο ο Συμεωνίδης, ένα ο Μηγιάκης και ένα αυτογκόλ του Κουράντη, 8-2 υπέρ του Παναθηναϊκού, σκορ μυθικό! Οπως αναφέρει ο Μάριος Μαρινάκος, το ίδιο βράδυ το κάζο του Ολυμπιακού έγινε νούμερο σε όλες τις επιθεωρήσεις της πρωτεύουσας! Επόμενος αγώνας ήταν με τον Αρη στη Θεσσαλονίκη. «Χιλιάδες φίλαθλοι ακολούθησαν την ομάδα επιβιβαζόμενοι σε ειδικά ναυλωμένα πλοία, από τον Πειραιά. Οσοι έμειναν πίσω συγκεντρώθηκαν στα γραφεία των εφημερίδων και περίμεναν νέα από τα τηλεγραφήματα των ανταποκριτών. Ακόμα μία μεγάλη εμφάνιση του Μεσσάρη και νίκη μας με 4-1».

Παροξυσμός με το άκουσμα των χαρμόσυνων μαντάτων. Στην επιστροφή της ομάδας στον σιδηροδρομικό σταθμό Λαρίσης, υπήρχε λαοθάλασσα κόσμου που επευφήμησε τους παίκτες και τραγούδησε για πρώτη φορά το ιστορικό σύνθημα: «Εβάλαμε οχτώ στον Ολυμπιακό κι άλλα τέσσερα στον Άρη γεια σου, Άγγελε Μεσσάρη».

Η υποδοχή των παικτών μπορεί να ήταν εντυπωσιακή, αλλά των φίλων της ομάδας που ακολούθησαν από θαλάσσης την αποστολή ήταν βασανιστική! Αφού έπρεπε να αποβιβαστούν στον Πειραιά και να περάσουν μέσα από τα Λεμονάδικα, όπου τους περίμεναν οι οπαδοί του Ολυμπιακού… Ακολούθησαν επεισόδια και ανθρωποκυνηγητό από εξαγριωμένους φιλάθλους. Με την αστυνομική δύναμη αμέτοχη να σηκώνει τα χέρια ψηλά, ανήμπορη να αντιμετωπίσει την κατάσταση! Αυτό το γεγονός όξυνε τα πνεύματα, ενισχύοντας τους φόβους της Αστυνομικής Διευθύνσεως Πειραιά, που εξέδωσε μία λιτή ανακοίνωση λίγο πριν από τη ρεβάνς, δηλώνοντας ολοσχερή αδυναμία να εγγυηθεί για την ομαλή διεξαγωγή του αγώνος. Η ΕΠΟ, όπως ήταν φυσικό, διέταξε εσπευσμένη συγκέντρωση στα γραφεία της για την εξεύρεση λύσης στο θέμα, παρουσία εκπροσώπων και των δύο πλευρών.

Τελικά ο επαναληπτικός με τον Ολυμπιακό ορίστηκε για τη Θεσσαλονίκη! Κοσμοσυρροή στο λιμάνι, πρωτοφανής εμφάνιση ενδιαφέροντος για την παρακολούθηση του ιστορικού αυτού παιχνιδιού, όπως έτεινε να εξελιχθεί. Ο Παναθηναϊκός ναύλωσε δύο μεγάλα βαπόρια με 2.500 οπαδούς, άλλα τόσα έβαλε και ο Ολυμπιακός. Η αναχώρηση των πλοίων από το λιμάνι του Πειραιά έγινε σχεδόν την ίδια ώρα του Σαββάτου, παραμονή του μεγάλου γεγονότος. «Μεσοπέλαγα βέβαια η καζούρα και τα πειράγματα δεν έλειψαν… αφού τα καράβια με τους οπαδούς του Παναθηναϊκού σφύριζαν οκτώ φορές σε εκείνα του Ολυμπιακού, υπενθυμίζοντας τα γκολ που είχαν πετύχει στον πρώτο αγώνα, ενώ οι οπαδοί των “ερυθρολεύκων” είχαν μαζί τους… φέρετρα για την “κηδεία” που θα επακολουθούσε. Ηταν ωραία πειράγματα», θυμάται. Αν και οι Πειραιώτες διψούσαν για ρεβάνς, ο Παναθηναϊκός νίκησε εκ νέου 2-1 και κατέκτησε και μαθηματικά το πρωτάθλημα.

Το τραγικό τέλος της καριέρας

Τα χρόνια περνούσαν και το αμούστακο παιδί άρχισε πια να μεγαλώνει, ενώ παράλληλα διατράνωνε συνεχώς τη θέση του στη βασική ενδεκάδα που είχε καταφέρει να κερδίσει με πόνο και σκληρή δουλειά. «Αγωνιζόμουν στη δεξιά πτέρυγα, μεταξύ κέντρου και άμυνας. Κερδίζοντας την εμπιστοσύνη του Ούγγρου προπονητή μου, Κίνσλερ, τον δικαίωνα από παιχνίδι σε παιχνίδι για την επιλογή του». Όλοι ήταν κατευχαριστημένοι με το ταλέντο του μικρού. Ήταν και η περίοδος που ο νεαρός είχε διαπρέψει ταυτοχρόνως και στις σχολικές του επιδόσεις, αφού κατάφερε να περάσει στο πανεπιστήμιο, στο τμήμα της Ανωτάτης Εμπορικής.

Το Γουδί φάνταζε ως... Σινικό Τείχος για τις μεγάλες ομάδες. Κάτι που επαληθεύθηκε και την περίοδο 1932-33, όταν έκοψε βαθμούς από τον Παναθηναϊκό, μα συνάμα έκοψε και το ποδόσφαιρο για πάντα από τον ταλαντούχο Μαρινάκο. «Το παιχνίδι διεξήχθη στο γήπεδο του Απόλλωνα στη Ριζούπολη. Το αποτέλεσμα ήταν στο 0-0. Στο 20ό λεπτό του αγώνα τραυματίζεται ο Μηγιάκης στο δεξί πόδι και απεσύρθη, με συνέπεια αφού δεν υπήρχαν αλλαγές εκείνη την εποχή, να αναγκαστούμε να συνεχίσουμε με 10 παίκτες». Στο 60ό λεπτό του αγώνα, ο Σταυρόπουλος από το Γουδί επιχειρεί ένα «δολοφονικό» τάκλιν στο δεξί πόδι του Μαρινάκου, σηκώνοντάς τον στον αέρα και ρίχνοντάς τον με το κεφάλι στο έδαφος. Το γήπεδο σιώπησε, πάγωσαν όλοι, καθώς τον είδαν να σφαδάζει από τον πόνο, μετά από λίγο έχασε τις αισθήσεις του, αφού είχε χτυπήσει με την πτώση του στο κεφάλι. «Κάποιοι παίκτες με μετέφεραν εκτός αγωνιστικού χώρου, ωστόσο, κανείς δεν ήρθε κοντά για να δώσει τις πρώτες βοήθειες».

Ο προπονητής του, Κίνσλερ, τον πλησίασε, δείχνοντας τον έκδηλο κυνισμό του και έβαλε τις φωνές τραβώντας τον από τη φανέλα για να σηκωθεί, καθώς είχε αφήσει την ομάδα του με 9 παίκτες: «Στο άκουσμα αυτό ανατρίχιασα και αηδίασα»!
Ο παίκτης συνέχισε να είναι αναίσθητος στο έδαφος, ενώ το παιχνίδι εξελισσόταν κανονικά. Ωστόσο κανένας δεν βρισκόταν κοντά του. Ο αγώνας τελείωσε (0-0), οι ποδοσφαιριστές τράβηξαν για τα αποδυτήρια, το ίδιο και οι προπονητές, ενώ ο κόσμος άρχισε σιγά σιγά να αποχωρεί. Ο Μαρινάκος ακόμη στο έδαφος σωριασμένος.

Ο μόνος που τον πλησίασε ήταν ο τότε πρόεδρος της ομάδας, ο πλοιοκτήτης Γιαννουλάτος, ο οποίος με το αυτοκίνητό του τον άφησε έξω από την Πολυκλινική Αθηνών. Οι γιατροί τού έκαναν μια ένεση και του περιέδεσαν το κεφάλι, δίνοντάς του εξιτήριο για το σπίτι. Πήρε τον δρόμο για το σπίτι μόνος του. «Τοίχο, τοίχο αφού δεν μπορούσα να περπατήσω και έκανα συχνά εμετούς. Οι ίλιγγοι και οι πόνοι δεν με είχαν εγκαταλείψει», λέει με πίκρα. Η μητέρα του στο αντίκρισμα του γιου της κάλεσε αμέσως τον οικογενειακό γιατρό. Οταν διέγνωσε την κατάσταση του Μάριου, έβαλε αμέσως τις φωνές στη μητέρα του λέγοντάς της το εξής: «Τι κάνεις; Θέλεις να πεθάνει; Μην τον αφήσεις να πάει για μπάλα ξανά! Θα κάτσει στο κρεβάτι μέχρι να γίνει καλά, εγώ θα έρχομαι να παρακολουθώ την εξέλιξη της υγείας του». Ηταν το τέλος μιας καριέρας που έσβησε, προτού προλάβει καν να λάμψει…

Χρειάστηκαν τρεις μήνες για να σηκωθεί γερός από το κρεβάτι του. «Σ’αυτό το διάστημα σχεδόν κανείς δεν ασχολήθηκε με μένα και είναι το μεγάλο μου παράπονο», λέει. Οι εφημερίδες της εποχής έγραφαν για «εγκληματική ενέργεια», ενώ το θέμα καταγράφεται σαν ένας από τους σοβαρότερους τραυματισμούς που είχαν λάβει χώρα σε ποδοσφαιρικό αγώνα. Στάθηκε τυχερός και γλίτωσε από την εσωτερική αιμορραγία που είχε προκληθεί από το χτύπημα! Από τότε δεν ξαναπάτησε στον αγωνιστικό χώρο και αφοσιώθηκε ψυχή τε και σώματι στις σπουδές του. Η μεγάλη του όμως αγάπη για τον σύλλογο τον έκανε να αποδεχτεί την πρόταση ως ένδειξη αναγνώρισης για τις υπηρεσίες του από τον Παναθηναϊκό και να γίνει μέλος της διοίκησης, υπηρετώντας τον από τον ρόλο του εφόρου για πάνω από μια δεκαετία!

To σήμερα

Σήμερα ο κ. Μαρινάκος είναι 96 ετών και αναμοχλεύοντας τις φωτογραφίες της εποχής εκείνης, διακρίνει ευκόλως πως είναι ο μόνος εν ζωή από όλους τους εικονιζόμενους ποδοσφαιριστές. Ενώ ένα δάκρυ συγκίνησης κάνει την εμφάνιση στα μάτια του. Θρηνώντας σιωπηλά μέσα του, αφού τα δάκρυα είναι η βουβή διάλεκτος του πόνου… Ζει μόνος του: «Οσο μπορώ ακόμα και συντηρώ τον εαυτό μου, δεν θέλω να επιβαρύνω κανέναν με την παρουσία μου», όπως λέει ο ίδιος. Η γυναίκα του έχει φύγει εδώ και πέντε χρόνια για την «πόλη των αγγέλων». Η μονάκριβή του κόρη, του έχει χαρίσει δύο εγγόνια: «Αυτή είναι όλη μου η οικογένεια», ψέλλισε. Την ώρα της κουβέντας μας, χτυπάει το τηλέφωνό του. Στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής του γραμμής ήταν ο Αντώνης Αντωνιάδης που πήρε για να τον προσκαλέσει στην παρουσίαση του καινούργιου του βιβλίου. Η χαρά του ήταν απερίγραπτη, παρόμοια με αυτή που του είχε δώσει ο Κίνσλερ, όταν του πρότεινε να τον εντάξει στην ομάδα!

Ένας άνθρωπος που μπορεί να συνδυάζει την επιτυχία με την προσωπική γαλήνη, την πειθαρχία με τον αυθορμητισμό, τις διαχρονικές αξίες με τις απαιτήσεις των μοντέρνων καιρών. Ένας άνθρωπος που όταν μιλάει οι υπόλοιποι θέλουν να ακούν… Ο Βολταίρος είχε πει πως «αν συναντήσεις έναν άνθρωπο που αξίζει να του μιλήσεις και δεν το πράξεις, χάνεις τον άνθρωπο. Αν συναντήσεις έναν άνθρωπο που δεν αξίζει να του μιλήσεις και το κάνεις τότε χάνεις τα λόγια σου. Σοφός είναι εκείνος που δεν χάνει ούτε τον άνθρωπο ούτε τα λόγια του»...

Πηγή: SportDay