Αυτό βέβαια δεν αναιρεί την αυξημένη γλωσσομάθεια που παρουσιάζουν οι σύγχρονοι Έλληνες Αν και δεν έχουμε κατακτήσει ακόμα τα υψηλά ποσοστά γλωσσομάθειας που απαντούμε σε ορισμένες κεντροευρωπαϊκές ή σκανδιναβικές χώρες, βρισκόμαστε ήδη σε καλύτερη θέση, στους σχετικούς πίνακες, από πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ευρωβαρόμετρου, τα αγγλικά είναι η πιο δημοφιλής γλώσσα, αφού τη μιλούν -ανεξαρτήτως επιπέδου- περίπου οι μισοί Έλληνες, ενώ με μικρότερα ποσοστά διείσδυσης κινούνται τα γαλλικά και τα γερμανικά. Μικρό είναι το ποσοστό του πληθυσμού που μιλάει την κελαρυστή γλώσσα των γειτόνων μας, τα ιταλικά. Συνολικά, οι Έλληνες που ομιλούν τουλάχιστον μία ξένη γλώσσα ανέρχονται σε περίπου 50%.
Do you speak English?
Οι λόγοι για τους οποίους μαθαίνουμε ξένες γλώσσες είναι πολλοί, κανένας όμως προφανής. Απευθύνουμε το ερώτημα στην Ευθυμία Παυλάκη, καθηγήτρια στο Τμήμα Ιταλικής και Ισπανικής Γλώσσας και Φιλολογίας, στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. «Έχουμε μια ευκολία στην εκμάθηση. Ίσως επειδή μας αναγκάζει η ίδια μας η γλώσσα: είναι μια γλώσσα που μιλιέται από λίγους, είναι μια δύσκολη γλώσσα. Ίσως επειδή έχουμε ανεπτυγμένη την επιθυμία της επικοινωνίας, ειδικά σήμερα, στην πολυγλωσσική Ευρώπη. Μαθαίνουμε ξένες γλώσσες για να μπορούμε να επικοινωνήσουμε», σημειώνει.
Μία ακόμη εξήγηση για τη γλωσσομάθεια των Ελλήνων δίνει η Ισπανίδα καθηγήτρια Enara Otaegi. Τη συναντήσαμε στον κινηματογράφο Γαλαξίας της Νέας Σμύρνης, που σήμερα τελεί υπό κατάληψη ακτιβιστών. «Όπως συμβαίνει στην Ελλάδα, έτσι και στην Ισπανία τα τελευταία χρόνια αυξάνεται το ενδιαφέρον των ανθρώπων για να επισκεφθούν ή και να ζήσουν σε ξένες χώρες. Όμως σε αντίθεση με τους Έλληνες, οι Ισπανοί δεν νιώθουν την ανάγκη της εκμάθησης μιας ξένης γλώσσας, μιας και η μητρική τους μιλιέται σε πολλές χώρες», αναφέρει.
Η καθηγήτρια παραδίδει δωρεάν μαθήματα ισπανικών στο νεανικό κοινό της κατάληψης. Ο συνδυασμός ακτιβισμού και προσφοράς από την πλευρά της, συναντάει το συνδυασμό ακτιβισμού και γλωσσομάθειας των μαθητών της και το αποτέλεσμα είναι ένα κεφάτο «φροντιστήριο» ισπανικής γλώσσας. «Οι μαθητές μου ενδιαφέρονται πολύ και προσπαθούν σκληρά για να μάθουν. Έχουν ακούσει ισπανικά σε ταινίες ή τραγούδια και πολλές φορές μπορούν να επαναλάβουν εύκολα αυτό που άκουσαν, πράγμα ιδιαίτερα χρήσιμο όταν μαθαίνεις μια νέα γλώσσα».
Η E. Otaegi, η οποία ζει πλέον στην Ελλάδα, μας πληροφορεί ότι τα ισπανικά, η τρίτη γλώσσα παγκοσμίως σε αριθμό ανθρώπων που τη μιλάνε σαν μητρική, γνωρίζει άνθηση και στην Ελλάδα, γιατί παρατηρείται γενική αύξηση σε ό,τι αφορά τη λάτιν κουλτούρα και δεν αποτελεί αυτό ελληνικό φαινόμενο αλλά διεθνές. Υπάρχουν αρκετοί Έλληνες που ζουν στην Ισπανία και τα ταξίδια έχουν γίνει φθηνότερα. Περισσότερη ισπανική μουσική και πολιτιστικά δρώμενα, περισσότερες ταινίες, κεντρίζουν πλέον το ενδιαφέρον και των Ελλήνων».
Μια Ευρώπη, πολλές γλώσσες
Από το 1995, η Ευρωπαϊκή Ένωση έθεσε τη γλωσσομάθεια ως μια από τις προτεραιότητές της και θέσπισε σειρά οδηγιών, κανονισμών και προγραμμάτων για την υποστήριξη της εκμάθησης ξένων γλωσσών -το 2001 μάλιστα καθιερώθηκε η 29η Σεπτεμβρίου ως Ημέρα Γλωσσών.
Η Στέλλα Πριοβόλου, πρόεδρος του ενιαίου Τμήματος Ιταλικής και Ισπανικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, υποστηρίζει ότι «η εκμάθηση γλωσσών αποβαίνει αναγκαία, καθώς ενισχύει τη συνειδητοποίηση της πολιτισμικής διαφοράς, συμβάλλει στη βελτίωση της αμοιβαίας κατανόησης των λαών μέσω της αξιοποίησης της γλωσσικής και πολιτισμικής πολυμορφίας και στοχεύει στην εξάλειψη της ξενοφοβίας, του ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας».
Η Ευθυμία Πανδή-Παυλάκη, από τους πανεπιστημιακούς δασκάλους που πάλεψαν μαχητικά για την ανάπτυξη της ισπανικής γλώσσας στην Ελλάδα, σχολίασε με έκδηλη χαρά τις πρόσφατες εξελίξεις στο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας μας. «Ύστερα από πιλοτική εφαρμογή τριών χρόνων, τα ιταλικά και τα ισπανικά μπαίνουν επιτέλους σε όλα τα Γυμνάσια και τα Λύκεια της χώρας από το Σεπτέμβριο. Ελπίζω πως κάποια στιγμή θα μπουν και στο Δημοτικό, όπως συμβαίνει με τις άλλες γλώσσες».
Παράλληλα μας ενημέρωσε για τις θετικές εξελίξεις όσον αφορά το Κρατικό Πιστοποιητικό Γλωσσομάθειας, στο οποίο από το περασμένο φθινόπωρο περιλαμβάνονται πλέον τα ιταλικά και τα ισπανικά, ενώ, σύμφωνα με πληροφορίες, το επόμενο φθινόπωρο θα πιστοποιηθούν τα τουρκικά και τα ρωσικά.
«Καλό θα ήταν το υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων να ενσωματώσει στα προγράμματα σπουδών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης τη διδασκαλία περισσοτέρων ξένων γλωσσών. Με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσει να προετοιμάσει πολίτες ικανούς να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις της σημερινής εποχής αλλά και ανταγωνιστικούς στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας», υποστηρίζει η Ε. Παυλάκη.
Γονείς, «ξηλωθείτε»!
Στην Ελλάδα η εκμάθηση ξένων γλωσσών είναι συνυφασμένη με την ιδιωτική εκπαίδευση. Ο Χάρης Ζωγράφος είναι ιδιοκτήτης φροντιστηρίου στην Παλλήνη. Το φροντιστήριό του (franchise γνωστής φίρμας) εκπαιδεύει 300 μαθητές, ανήλικους και ενήλικους και διδάσκει πέντε γλώσσες. Το 80% των μαθητών του μαθαίνουν αγγλικά, με δεύτερη επιλογή τα ισπανικά -ειδικά οι ενήλικες. Πολύγλωσσος ο ίδιος (μιλάει τέσσερις γλώσσες), διδάσκει αγγλικά και έχει καθημερινή επαφή τόσο με τη διδασκαλία όσο και με την επιχειρηματική διαδικασία. Του ζητήσαμε να μας περιγράψει το ρόλο των γονιών στην πορεία εκμάθησης μιας ξένης γλώσσας, καθώς, όπως εκτιμά και ο ίδιος, οι περισσότεροι άνθρωποι έρχονται σε επαφή με την εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας επειδή οι γονείς τους επιλέγουν κάτι τέτοιο.
«Υπάρχουν οι γονείς που γνωρίζουν ξένες γλώσσες και ξέρουν πολύ καλά για ποιο λόγο στέλνουν το παιδί τους να μάθει. Είναι σίγουροι για τη χρησιμότητά της. Υπάρχουν οι γονείς που δεν ξέρουν ξένες γλώσσες, όπως συνέβαινε άλλωστε στο παρελθόν στις δικές μας γενιές, αλλά κατανοούν ότι είναι σημαντικό για το παιδί τους να έχει ένα επιπλέον εφόδιο στη ζωή. Τέλος, ειδικά για την περιοχή όπου βρισκόμαστε, ένα σημαντικό ποσοστό είναι οι μετανάστες. Θέλουν το καλύτερο για τα παιδιά τους, χωρίς να γνωρίζουν οι ίδιοι και θυμίζουν ασφαλώς τους Έλληνες πριν από 30 χρόνια». Ορισμένα από τα παιδιά των μεταναστών έχουν πλέον την ελληνική ως δεύτερη μητρική και έτσι, η αγγλική η οποία μαθαίνουν είναι, στην ουσία, μια τρίτη γλώσσα. «Η εκμάθηση δεύτερης ξένης γλώσσας είναι δύσκολη υπόθεση, διότι σε αρκετές περιπτώσεις στο σπίτι οι μετανάστες δεν μιλάνε ελληνικά. Αν όμως μαθαίνουν ελληνικά μαζί με τη μητρική τους, τότε τα αγγλικά μαθαίνονται εύκολα», σημειώνει.
Πόσο ακριβό, όμως, είναι να μάθει κάποιος μια ξένη γλώσσα; Σε γενικές γραμμές και με δεδομένο ότι η εκμάθηση ξένων γλωσσών ανήκει κατά κανόνα στη σφαίρα της ιδιωτικής εκπαίδευσης, οι τιμές είναι υψηλές αλλά όχι απαγορευτικές, ενώ δεν υπόκεινται σε έλεγχο από την πολιτεία, όπως συμβαίνει με τις τιμές των ιδιωτικών σχολείων.
Ο Χ. Ζωγράφος υπολογίζει ότι μέχρι το επίπεδο της πιστοποιημένης επάρκειας, χρειάζονται 8 με 10 χιλιάδες ευρώ. Επιμεριζόμενο το ποσό σε περίπου 10 χρόνια διδασκαλίας κυμαίνεται από 500 ευρώ το χρόνο στις μικρές τάξεις μέχρι και 1.500 ευρώ λίγο πριν από το πτυχίο. «Δεν είναι ακριβές οι τιμές των φροντιστηρίων, ενώ ο σκληρός ανταγωνισμός τις πιέζει προς τα κάτω. Η αυτοματοποίηση της διδασκαλίας έχει οδηγήσει στον περιορισμό του κόστους ειδικά στις μεγάλες μονάδες, ενώ η χρήση των υπολογιστών επίσης είναι θετική, εφόσον υπηρετούν σωστά τη διαδικασία εκμάθησης. Τέλος, η κυριαρχία της αγγλικής γλώσσας και κουλτούρας, από τα μίντια μέχρι το συνολικό περιβάλλον βοηθάει, διότι το παιδί καταλαβαίνει αμέσως ότι αυτό που μαθαίνει έχει άμεση εφαρμογή και χρήση στην καθημερινότητά του», υποστηρίζει ο φροντιστής.
Όσον αφορά τη δεύτερη ξένη γλώσσα (για να είμαστε σύμφωνοι με τις επιθυμίες της Ε.Ε.); «Πολλοί γονείς θεωρούν ότι ναι μεν μια δεύτερη ξένη γλώσσα θα είναι κάτι εξαιρετικό για το παιδί τους, είναι πολύ προβληματισμένοι όμως σχετικά με το αν το παιδί μπορεί να αντέξει το επιβαρυμένο πρόγραμμα. Όταν έρχεται η ώρα να αποφασίσουν για μια δεύτερη γλώσσα, βλέπω πως είναι ιδιαίτερα προβληματισμένοι. Συχνά αποτρέπω τους γονείς» μας είπε ο πολύγλωσσος φροντιστής, ο οποίος μέχρι την Α’ Λυκείου είχε ήδη τελειώσει τα αγγλικά και τα γαλλικά, ενώ στα φοιτητικά του χρόνια έμαθε ισπανικά και ιταλικά.
Parlez vous Français?
Για το τέλος αφήσαμε μία αναγνωρίσιμη γλωσσομαθή. Η δημοσιογράφος Ειρήνη Νικολοπούλου μιλάει γαλλικά, αγγλικά, ιταλικά, ενώ τώρα μαθαίνει κινέζικα. Ωστόσο δηλώνει αιώνια ερωτευμένη με τα γαλλικά. «Τα γαλλικά είναι η γλώσσα, η κουλτούρα που έχουν επηρεάσει τα μέγιστα τον τρόπο σκέψης μου, τη ζωή μου ακόμη και την επιλογή του συντρόφου μου! Κάποιες στιγμές αισθάνθηκα στη ζωή μου σαν να είχα και δεύτερη εθνικότητα. Και βέβαια, τα γαλλικά με βοήθησαν να μάθω τέλεια λατινικά, η οποία αν και ‘’νεκρή’’ γλώσσα, ήταν χρήσιμη ως σημείο αναφοράς και ιστορίας ενώ τέλος ‘’έπεσα μαλακά’’ στα ιταλικά γιατί είχαν πολλά κοινά σημεία. Τα ιταλικά, επίσης, τα λατρεύω γιατί όσο περνούν τα χρόνια, η ιταλική φινέτσα και το ταμπεραμέντο τους, το χιούμορ τους, η ελαφράδα τους για τη ζωή μού πάνε πιο πολύ από το γαλλικό μπαρόκ. Πιο δύσκολα είναι τα κινέζικα που μόλις άρχισα».
Χάρη στη γνώση αυτών των γλωσσών, η Ειρ. Νικολοπούλου έχει πάντα υψηλή αυτοπεποίθηση όταν παίρνει συνεντεύξεις από διεθνείς προσωπικότητες, όταν συμμετέχει ή διευθύνει συνέδρια, όταν ταξιδεύει στο εξωτερικό. «Η γλώσσα είναι επικοινωνία, σπάει ο ‘’πάγος’’. Στην Ισπανία, στη Βαρκελώνη π.χ. που έχω φίλους προσπαθώ ‘’τσάτρα πάτρα’’ να μιλήσω ισπανικά γιατί οι Ισπανοί είναι και λίγο πίσω στις ξένες γλώσσες. Αντίθετα, δεν τα πήγα ποτέ καλά με τις γερμανόφωνες χώρες. Μου έπεφταν πάντα βαριά. Χάρη στην άνεσή μου στις ξένες γλώσσες, πήρα -ως γνωστόν- συνεντεύξεις από διεθνείς προσωπικότητες, είχα άνεση όταν στεκόμουν απέναντι σε έναν ξένο συνομιλητή ή ταξίδευα χωρίς φόβο γιατί μπορούσα να διαχειριστώ ό,τι μου συνέβαινε». Για την ίδια, οι ξένες γλώσσες ήταν πάντα ένα επαγγελματικό εργαλείο, αλλά και μια έκφραση πολιτισμού. «Ήταν πάντα και τα δύο, η γνώση της γλώσσας με έφερνε κοντά με τον πολιτισμό όχι μόνο μιας χώρας αλλά όπου ομιλείτο αυτή η γλώσσα π.χ. με τα γαλλικά γνώρισα και την κουλτούρα του Βελγίου και της Ελβετίας, ενώ με τα αγγλικά ένιωσα να κρατώ ένα διαβατήριο στον παγκόσμιο πολιτισμό. Και ασφαλώς όταν αρχίσαμε ως Έλληνες τα πήγαινε -έλα στις Βρυξέλλες και το Στρασβούργο, απέκτησα ένα νέο διαβατήριο, της Ευρωπαίας Ελληνίδας δημοσιογράφου. Τι άλλο να σας πω; Για μένα οι ξένες γλώσσες ισοδυναμούν με το πανεπιστημιακό μου πτυχίο στα Νομικά και βάλε!», καταλήγει.
Μάθε παιδί μου γλώσσες
- «Γνώρισα και εγώ από νωρίς σχετικά ξένες γλώσσες και φιλολογίες· ταξίδεψα και κατοίκησα στο εξωτερικό, όπου έκαμα και μέρος των σπουδών μου· έχω συγγράψει και μιλήσει δημόσια ξένες γλώσσες και είχα έτσι συχνότατα ευκαιρίες να διαπιστώσω και πρακτικά τι αξίζει να κατέχει κανείς ξένες γλώσσες και τα πολλαπλά πλεονεχτήματα που μπορεί να μας εξασφαλίσει η γνώση τους».
- Ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης για την αξία της γλωσσομάθειας. «Οι ξένες γλώσσες και η αγωγή». 1965.
Αύρα πολιτισμού
- Η Αννα Γυπαράκη, στέλεχος εταιρειών επικοινωνίας, είναι πολύγλωσση. «Ξεκίνησα στην ηλικία των εννέα ετών τα αγγλικά, στην έκτη δημοτικού τα γερμανικά και στα 30 τα ισπανικά. Πιο δύσκολα μου φάνηκαν τα γερμανικά -είχαν πολλή και δύσκολη γραμματική και ποτέ δεν ήταν δική μου επιλογή αλλά των γονιών μου», θυμάται. Το να μάθει ισπανικά ήταν μια επιλογή που συνάδει με την αγάπη της για τον πολιτισμό και τη νοοτροπία των Ισπανών. Η Αννα Γυπαράκη επέστρεψε μόλις από ένα ταξίδι της στην Ισπανία, αγαπημένος προορισμός της τα τελευταία χρόνια. «Επισκέπτομαι τακτικά την Ισπανία για να μιλάω και να ακούω τη γλώσσα, να ζω όσο γίνεται την καθημερινότητα των Ισπανών και να μαθαίνω την ιστορία και τα έθιμά τους από κοντά». Όπως και πολλοί άλλοι, η Α. Γυπαράκη αντιμετωπίζει την εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας ως πολιτιστική άσκηση. «Η κουλτούρα ήταν το κίνητρο για να μάθω την ισπανική γλώσσα, αλλά και το αντίστροφο: μαθαίνεις μία γλώσσα καλύτερα και στη λεπτομέρειά της όταν ανακαλύπτεις την κουλτούρα των ανθρώπων που τη μιλούν».
Μυαλό ξυράφι
- Σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες, η εκμάθηση ξένων γλωσσών αποτελεί μια από τις καλύτερες μορφές «προπόνησης» του εγκεφάλου. Επιδρά ευεργετικά στην περιοχή του εγκεφάλου που συνδέεται με την ικανότητά μας να μαθαίνουμε, δημιουργώντας περισσότερη φαιά ουσία. Στο ίδιο μήκος κύματος, άλλες έρευνες συνδέουν την εκμάθηση γλωσσών με τη νόσο του Αλτσχάιμερ: όσο περισσότερες μαθαίνουμε, τόσο λιγότερες οι πιθανότητες εμφάνισής της.
Κινέζικη μόδα
- Κάποτε τα κινέζικα ήταν για τους Έλληνες μια εντελώς ξένη γλώσσα. ελάχιστοι μάθαιναν και κανείς δεν μιλούσε, πέρα από τους μεταφραστές και τους διερμηνείς. Σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει άρδην. Η άνοδος της Κίνας στο Παγκόσμιο οικονομικό στερέωμα, οι επιχειρηματικοί δεσμοί που έχουν αναπτυχθεί, αλλά και γενικά η Κίνα ως προοπτική, οδηγούν όλο και περισσότερους Έλληνες στο να μάθουν, αυτή τη δύσκολη γλώσσα.
Χαμένοι στη μετάφραση
- «Κάνει τον Γερμανό».
- Κάνει πώς δεν καταλαβαίνει, πως δεν πήρε χαμπάρι.
- «Αυτά μου φαίνονται κινέζικα».
- Δεν καταλαβαίνω όντως τίποτα.
- «It all sounds Greek to me».
- Το «δεν καταλαβαίνω τίποτα» στα αγγλικά.
- «Αντάλλαξαν μερικά γαλλικά»
- Βρίστηκαν, αντάλλαξαν βαριές κουβέντες.
- «Μιλάει φαρσί τα ισπανικά»
- Φαρσί είναι τα περσικά. Η φράση όμως σημαίνει πως μιλά τη γλώσσα άπταιστα.