Tα κόμικς στην Ελλάδα επί πολλά χρόνια θεωρούνταν αμιγώς παιδικό ανάγνωσμα και μάλιστα χαμηλής ψυχαγωγικής αξίας -κάποιοι μάλιστα επέμεναν να τα θεωρούν «σκουπίδια». Τα τελευταία χρόνια, εκείνη η πρώτη ανάπτυξη των κόμικς της δεκαετίας του ’80 απέκτησε νέα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά.
Περιοδικά για κόμικς και δεκάδες εκδόσεις, εξειδικευμένοι εκδοτικοί οίκοι και βιβλιοπωλεία εξειδικευμένα στα κόμικς, φεστιβάλ και συνέδρια, βραβεύσεις σε παραδοσιακούς λογοτεχνικούς διαγωνισμούς, μέχρι και πανεπιστημιακοί καθηγητές ασχολούνται πλέον με την Ενάτη, όπως αποκαλείται, Τέχνη και τη διδάσκουν στους φοιτητές τους. Έχει προηγηθεί η είσοδος των κόμικς στον κινηματογράφο, στην αισθητική της σχεδίασης εξώφυλλων δίσκων και ρούχων, στη διαφήμιση, ενώ αυτό το διάστημα τα κόμικς διαβαίνουν και τις πόρτες των σχολείων, καθώς όλο και περισσότεροι εκπαιδευτικοί αναγνωρίζουν την τρομερή δύναμή τους στο να απλοποιούν σύνθετες έννοιες και να μαγνητίζουν το ενδιαφέρον των παιδιών. Για να καταγράψει το κλίμα που επικρατεί σήμερα στον χώρο των κόμικς, το Reportage συνάντησε πέντε ανθρώπους των οποίων η σχέση με τα κόμικς είναι σχέση ζωής.
Η επικοινωνιολόγος Λήδα Τσενέ είναι υποψήφια διδάκτορας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και επιστημονική συνεργάτης του Τμήματος ΜΜΕ. Αυτό το εξάμηνο διδάσκει το μάθημα «Κόμικς και Επικοινωνία» στο πλαίσιο του εργαστηρίου Διαφήμισης και Δημοσίων Σχέσεων, στο τρίτο έτος του τμήματος. Τη συναντήσαμε στο Κολωνάκι και καταδυθήκαμε μαζί της στο «μαγικό σύμπαν» των κόμικς. «Οι Έλληνες σήμερα διαβάζουν περισσότερα κόμικς από ό,τι στο παρελθόν.
Σε όλο τον κόσμο τα κόμικς έχουν γίνει και πάλι της μόδας. Εκδοτικοί οίκοι μεγάλου βεληνεκούς εκδίδουν βιβλία κόμικς και εκδότες επενδύουν σε αυτά». Δεύτερος λόγος που συντείνει στην αύξηση του ενδιαφέροντος είναι οι ταινίες που βασίζονται σε ήρωες ή σε σενάρια κόμικς. «Υπάρχει πολύς κόσμος που δεν ήξερε ότι, για παράδειγμα, οι ταινίες "V For Vendetta" ή οι "300" ή το "Sin City" είναι μεταφορές διάσημων κόμικς στη μεγάλη οθόνη». Όπως υποστηρίζει η ίδια, η διαφορά στην Ελλάδα είναι το γεγονός ότι τα κόμικς δεν ήταν ποτέ ενταγμένα στην αναγνωστική κουλτούρα μας, όπως συμβαίνει στην Ιταλία, τη Γαλλία ή το Βέλγιο. «Ταυτόχρονα, σε μεγάλη μερίδα του κοινού υπάρχει η αντίληψη ότι τα κόμικς δεν είναι για ενήλικες, ότι δεν είναι αξιοπρεπές είδος αναγνώσματος, με ευρύτερο ενδιαφέρον.
Σήμερα γίνεται και στην Ελλάδα μεγάλη προσπάθεια να ανατραπεί αυτή η αντίληψη και κάτι φαίνεται να αλλάζει», υποστηρίζει με αισιοδοξία. Στην Ελλάδα, τα κόμικς που είχαν κι έχουν τη μεγαλύτερη επιτυχία είναι αυτά του Ντίσνεϊ. Διαβάζονται επίσης πολύ κάποια ευρωπαϊκά όπως ο Αστερίξ και ο Λούκυ Λουκ, ενώ τελευταία διαβάζονται μετά μανίας και τα αμερικανικά κόμικς με υπερήρωες, τα οποία φαίνεται πως δίνουν τον γενικό τόνο στην αγορά. Γιατί όμως έχουν τέτοια πέραση; Σύμφωνα με τη Λ. Τσενέ, οι ήρωες αυτοί δημιουργήθηκαν σε μια δύσκολη για τις ΗΠΑ εποχή, καθώς άνθισαν την πρώτη περίοδο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
«Οι ΗΠΑ έχουν έλλειψη σε πραγματικούς ήρωες, έτσι οι ήρωες των κόμικς χρησιμοποιήθηκαν για να τους βγάλουν από τα προβλήματα. Είναι σχεδόν πραγματικοί ήρωες, είναι για τους Αμερικανούς ό,τι είναι για εμάς ο Κολοκοτρώνης». Τα ευρωπαϊκά κόμικς και ορισμένα από τα αμερικανικά underground, οι δύο δηλαδή κύριες κατηγορίες κόμικς στη νέα εποχή των χάρτινων ηρώων, έφτασαν στην Ελλάδα μέσω του ιστορικού περιοδικού «Βαβέλ», το οποίο εισήγαγε το ελληνικό κοινό σε μια άλλη αισθητική. Πριν όμως από αυτό, υπήρχε και στην Ελλάδα ένα «υπόγειο» κίνημα φανατικών φίλων και συλλεκτών. Για να το γνωρίσουμε, αναζητήσαμε τον ειδικό.
Ο Γιώργος Καρανικόλας, ο κιθαρίστας των θρυλικών «The Last Drive», θυμάται τις πρώτες, δύσκολες εποχές για τους φανατικούς των κόμικς. Ο ταλαντούχος μουσικός και συνθέτης διατηρεί εδώ και 15 χρόνια ένα από τα πιο ενημερωμένα βιβλιοπωλεία για κόμικς στην Αθήνα, το «Tilt!» στην οδό Ασκληπιού, εκεί όπου τον συναντήσαμε ανάμεσα σε εξαιρετικής αισθητικής και σπανιότητας εκδόσεις.
«Όταν ξεκινήσαμε υπήρχε μια μαγιά αναγνωστών, προερχόμενη από την πιο πρόσφατη γενιά, με περιορισμένες όμως γνώσεις. Φέραμε τα manga κόμικς από την Ιαπωνία που τα ήξεραν τότε ελάχιστοι και σήμερα χιλιάδες, ενώ το ίδιο έγινε και με τις ανεξάρτητες εταιρείες κόμικς που πρώτοι εμείς φέραμε στην Ελλάδα». Όπως μας είπε ο Γ. Καρανικόλας, η ιστορία πάει μερικά χρόνια πίσω, στα τέλη της δεκαετίας του ΄60, όταν οι «ψαγμένοι» Έλληνες αναγνώστες κατέφευγαν στην Αμερικανική Βάση για να αγοράσουν από τους στρατιώτες ακυκλοφόρητα στην Ελλάδα αμερικανικά κόμικς. Άλλη πηγή ήταν τα πέριξ της Ομόνοιας περίπτερα, καθώς και ελάχιστα βιβλιοπωλεία.
Ο Γ. Καρανικόλας, πέρα από το κατάστημα, έχει κι άλλη σχέση με τα κόμικς, καθώς ως μέλος των «Last Drive» φρόντιζε πάντα να εμποτίζει την αισθητική του συγκροτήματος με την κουλτούρα των underground κόμικς. «Αγαπούσαμε πολύ τα κόμικς ως μπάντα. Οι δέκα πρώτες αφίσες του συγκροτήματος ήταν κόμικς, ενώ το εξώφυλλο του νέου μας δίσκου, ο οποίος θα κυκλοφορήσει τον Μάρτιο έχει δοθεί για σχεδιασμό σε κομίστα», μας είπε. Εδώ και μερικά χρόνια, λόγω της ανάπτυξης της Ενάτης Τέχνης και με τη βοήθεια των ειδικών περιοδικών, των αφιερωμάτων στις εφημερίδες και των ειδικών βιβλιοπωλείων όπως το «Tilt!», οι Έλληνες έχουν πλέον πολλές επιλογές.
«Κάποτε η αντίληψη που είχε ο μέσος Έλληνας για τα κόμικς ήταν ότι πρόκειται για κάτι σαν τις γελοιογραφίες των εφημερίδων. Σήμερα πλέον ο καθένας διαβάζει αυτά που του αρέσουν, η γνώση έχει αυξηθεί και δεν διαβάζουν μόνο τους υπερήρωες», υποστηρίζει ο Γ. Καρανικόλας, υπερασπιζόμενος μια νέα γενιά παιδιών που ξέρουν, ψάχνουν και απολαμβάνουν την ποιότητα.
Η ώρα των graphic novels
Ο σχεδιαστής κόμικς Γιώργος Μπότσος μέχρι πρόσφατα ήταν ένας από τους κορυφαίους Έλληνες διαφημιστές, δημιουργός διαφημιστικών για ελληνικές και πολυεθνικές εταιρείες. Σήμερα ασχολείται μόνο με τα κόμικς και την έκδοση βιβλίων, ενώ παράλληλα διδάσκει σχεδίαση κόμικς στον ΑΚΤΟ.
Του ζητήσαμε να σχολιάσει το σχετικά πρόσφατο φαινόμενο της έκδοσης βιβλίων κόμικς (graphic novels), στα οποία υπάρχει μια ιστορία την οποία συγγραφέας και σχεδιαστής (όχι πάντα το ίδιο πρόσωπο) διηγούνται με εικόνες και καρεδάκια. Ουσιαστικά, τα graphic novels είναι κόμικς μεγάλου μήκους, κάτι σαν μυθιστόρημα σε μορφή κόμικ. Όπως μας πληροφορεί, αυτό το νέο είδος στην πραγματικότητα είναι τόσο παλιό όσο και το ίδιο το φαινόμενο που ονομάζουμε κόμικς.
Ο πρωτοπόρος σχεδιαστής Rodolphe Topffer, στην Ελβετία του 1830, περιέγραφε αυτό που δημιουργούσε ως graphic novel. Ο όρος όμως επίσημα έχει «κατοχυρωθεί» στον Αμερικανό σχεδιαστή Will Eisner, ο οποίος τον λάνσαρε στα τέλη της δεκαετίας του ‘70, για να περιγράψει μια αφηγηματική φόρμα που δεν «χωρούσε» στην παραδοσιακή κατηγοριοποίηση αυτού που αποκαλείται comics book. Το graphic novel έλαβε μεγάλες διαστάσεις τη δεκαετία του ‘80 με την κυκλοφορία τριών σημαντικών έργων: το «Watchmen» (1986) του Άλαν Μουρ, το έργο «The Dark Knight Returns» (1986), μια ιστορία Μπάτμαν που υπέγραψε ο Φρανκ Μίλερ και το Maus (1987) του Αρτ Σπίγκελμαν, το μοναδικό έργο κόμικς που έχει κερδίσει Βραβείο Πούλιτζερ (1992) και αναφέρεται στην πραγματική περιπέτεια του πατέρα του Σπίγκελμαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Ναζί.
Ρωτήσαμε τον Γ. Μπότσο αν τα graphic novels που αυτό το διάστημα έχουν σαρώσει σε πωλήσεις στα αθηναϊκά βιβλιοπωλεία είναι απόρροια του οπτικού πολιτισμού και της εξάπλωσης του internet. «Δεν είναι τόσο θέμα κυριαρχίας του οπτικού πολιτισμού όσο του γεγονότος πως, αντίθετα, είναι ο γραπτός λόγος που εισχωρεί μέσα στην εικόνα και μετασχηματίζει τις δομές της εικονογραφημένης αφήγησης. Είναι που όσα μεταφέρουν, όσα επιδιώκουν αυτά τα βιβλία, έχουν πολύ υψηλό επίπεδο σεναριακά και δεν αποτελούν πια προϊόν παραλογοτεχνίας, αλλά αναγνωρίζονται ως λογοτεχνικό είδος». Πράγματι, εκδόσεις όπως το «Persepolis», η βραβευμένη μαυρόασπρη αυτοβιογραφική σειρά κόμικς της Ιρανής Μαργιάν Σατράπι, το Logicomix του «δικού μας» Απόστολου Δοξιάδη, το «Palestine» του Αμερικανού δημοσιογράφου Τζο Σάκο και μια σειρά άλλων graphic novels εντυπωσιάζουν, καθώς πρόκειται, απλώς για αριστουργήματα.
Είχαμε τη χαρά να συναντήσουμε τον Απόστολο Δοξιάδη, έναν άνθρωπο των θετικών επιστημών, ο οποίος διαπρέπει στον χώρο του πνεύματος ως συγγραφέας, σκηνοθέτης αλλά και με άλλες ιδιότητες. Τα περασμένα Χριστούγεννα κυκλοφόρησε το Logicomix, ένα υπέροχο ελληνικό graphic novel, το οποίο φέρει, εκτός από τη δική του, και την υπογραφή του κομίστα Χρίστου Παπαδημητρίου. Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα 350 και πλέον σελίδων σε μορφή κόμικ, το οποίο διηγείται συναρπαστικά τη σύγχρονη θεμελίωση της επιστήμης των μαθηματικών. «Φρέσκος» στον χώρο ο Απόστολος Δοξιάδης, απάντησε σε ερωτήσεις σχετικές με την παρουσία του graphic novel στη σύγχρονη γραμματεία. Το θεωρεί και εκείνος μια διεθνή πραγματικότητα, μια εφεύρεση που συνδυάζει το τυχαίο και το αναγκαίο, το ερμηνεύει ως επιθυμία κορυφαίων κομιστών, να υπάρξει ένα είδος κόμικς που να μπορεί να πει ανθρώπινες ιστορίες που ξεφεύγουν από το παιδικό, το εύκολα κωμικό ή τις ιστορίες υπερηρώων και αναγνωρίζει ότι η κυριαρχία του οπτικού πολιτισμού βοήθησε στην αποδοχή και διάδοσή του.
«Μια γενιά μεγαλωμένη με τηλεόραση και σινεμά, και αργότερα με το internet και τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, προσαρμόζεται καλύτερα σε μια αφήγηση με έντονο οπτικό στοιχείο», επισημαίνει. Ποια είναι όμως τα όρια μιας τέτοιας «τεχνοτροπίας»; Ο Α. Δοξιάδης είναι ψύχραιμος και υπομονετικός. «Ο μεγάλος θεωρητικός των media, ο Μακ Λούαν, έλεγε ότι τα νέα Μέσα μιμούνται τα παλιά μόνο στην παιδική τους ηλικία. Μετά, παίρνουν τον δικό τους δρόμο. Ετσι, οι πρώτες ταινίες ήταν κινηματογραφημένες θεατρικές παραστάσεις και χρειάστηκαν πρωτοπόροι σαν τον Γκρίφιθ ή τον Αϊζενστάιν για να αρχίζουν να πειραματίζονται με τη γλώσσα, να τις δίνουν νέες δυνατότητες. Νομίζω ότι η απόδοση του γραπτού λόγου δεν είναι παρά ένας προσωρινός τρόπος να περιγράφουμε το graphic novel, που ακόμη και από την ονομασία του φαίνεται ότι κατάγεται από το μυθιστόρημα. Δεν θα μείνει όμως έτσι για πολύ. Καθώς ωριμάζει η φόρμα δημιουργεί τα δικά της θέματα, τις δικές της προσεγγίσεις, πράγμα που ήδη βλέπουμε να συμβαίνει.
Ο Α. Δοξιάδης πιστεύει ότι κάθε μέσο έχει τις δυνάμεις και τις αδυναμίες του, και ότι τα καινούργια δεν αντικαθιστούν τα παλιά, όπως το σινεμά δεν κατάργησε το θέατρο. «Το graphic novel υπάρχει πλέον ως αυτόνομη φόρμα, και το σε τι μιμείται ή όχι τον γραπτό λόγο δεν μετράει τόσο όσο το τι θα κάνει από μόνο του», υποστηρίζει. Πρέπει λοιπόν να φοβάται η λογοτεχνία, το παραδοσιακά βαρύ πυροβολικό των εκδόσεων; Ο Α. Δοξιάδης, ένας πνευματικός άνθρωπος που επέλεξε αυτήν τη φορά να εκφραστεί μέσω των κόμικς, απαντά: «Σε καμία περίπτωση δε βλέπω την αγάπη μου για τα κόμικς, τα δικά μου ή των άλλων, να υποκαθιστά την πεποίθησή μου στη σημασία του λόγου. Κι αν φοβάμαι ότι κάτι μπορεί να ζημιωθεί -ήδη ζημιώνεται, για να λέμε την αλήθεια- με την άνοδο του οπτικού πολιτισμού, δεν είναι τόσο η γοητεία του λόγου, όσο η δύναμή του ως εργαλείου σκέψης. Δεν είναι τυχαίο ότι οι συγγενείς τεχνικές της διαφήμισης και της προπαγάνδας βασίζονται στις μέρες μας κυρίως στην εικόνα, προσπαθώντας να παρακάμψουν τις λογικές διαδικασίες. Παρ’ όλα αυτά, αγαπώ τα κόμικς -ως άλλη εκδοχή Τέχνης και όχι ως υποκατάσταση ή κατάργηση της λογοτεχνίας», καταλήγει.
Παιδικές φιγούρες
- Τελευταία, τα κόμικς χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο στα σχολικά βιβλία. Η ομάδα έρευνας των κόμικς, η Comicdom Press, σε συνεργασία με το ΕΚΕΒΙ διοργάνωσε πρόσφατα εκπαιδευτικά εργαστήρια για μαθητές Δημοτικού και Γυμνασίου. Τα παιδιά έφτιαξαν τα δικά τους κόμικς και συμμετείχαν στην ανάγνωση, προσθέτοντας δικά τους λόγια και συναισθήματα. Η αμεσότητα που έχει αυτός ο τρόπος έκφρασης, αλλά και η δυνατότητα που προσφέρει στο να συμπυκνώσει κανείς ιδέες, τον κάνουν ένα πολύ ελκυστικό όχημα για τη μετάδοση ιδεών που αλλιώς θα ηχούσαν «ξύλινες».
Ροκ φιγούρες
- Η χρήση ύφους και μορφών από τα κόμικς δεν αποτελεί άγνωστη πρακτική για το ροκ. Παράδειγμα οι Kiss, οι Iron Maiden, οι Gorillaz, οι Residents. Στην Ελλάδα, ένα νέο συγκρότημα, οι Moral, έχει εγκολπωθεί την αισθητική των κόμικς, ενσωματώνοντας στοιχεία των ιαπωνικών manga, ενώ και συνθετικά και στιχουργικά είναι επηρεασμένο από τον υπερβατικό κόσμο των κόμικς. Το άλμπουμ τους «Αγάπη Ανεκπλήρωτη» κυκλοφορεί από τη Universal και αποτελεί μία πρωτότυπη πρόταση, ενώ και το site της μπάντας (www.moral.gr ) είναι πραγματικά ονειρικό και αξίζει να το επισκεφθεί κάποιος. Ο Θωμάς Παπάζογλου, μέλος του συγκροτήματος, πιστεύει ότι κάθε μουσικός προσπαθεί να μεταφράσει σε εικόνες την ατμόσφαιρα της μουσικής του. «Οταν αποφασίσαμε να ταυτίσουμε τη μουσική μας με τα manga, δεν σκεφτήκαμε απαραίτητα ότι θα θέλαμε να απευθυνθούμε στους λάτρεις του είδους. Για εμάς, το συγκεκριμένο είδος δεν είναι μόνο αλληλένδετο με τη μουσική μας, αλλά και με την ιστορία που την πλαισιώνει και θα μπορούσε κάλλιστα να προέρχεται από τα manga. Ισως το στοιχείο του φανταστικού να είναι αυτό που γοητεύει», παρατηρεί.
Αγγλοσαξονική καταγωγή
- Τα πρώτα κόμικς, με τη σημερινή μορφή τους (καρέ με κείμενο σε συννεφάκια) εμφανίστηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα. Συγκεκριμένα, το περιοδικό Ally Sloper’s Half Holiday κυκλοφόρησε στην Αγγλία το 1884, ενώ το 1895 κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ το κόμικ Hogan’s Alley του Ρίτσαρντ Αουτκολτ, του οποίου κύριος χαρακτήρας ήταν το Κίτρινο Παιδί, το οποίο κυκλοφορούσε σαν ένθετο στριπ σε εφημερίδες.
Ο Σούπερμαν είσαι;
- Ο Σούπερμαν είναι ο πρώτος κόμικ υπερήρωας. Πρωτοεμφανίστηκε στο πρώτο τεύχος του περιοδικού Action Comics το 1938 και εγκαινίασε τη χρυσή εποχή των κόμικς στις ΗΠΑ. Ορισμένοι επικοινωνιολόγοι βλέπουν στην κατασκευή του, έναν ύπουλο τρόπο να στηριχθεί ο ιδεολογικός ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ, με την έννοια ότι οι Αμερικανοί επεμβαίνουν παντού ως άλλοι Σούπερμαν για να επιβάλλουν την τάξη.
Τα ελληνικά ορόσημα
- 1951: «Κλασικά Εικονογραφημένα»: Θέματα ελληνικού ενδιαφέροντος, αλλά και διεθνής λογοτεχνία (π.χ. Κολοκοτρώνης, Παναγία των Παρισίων).
- 1953: Μικρός Ηρως: Οι περιπέτειες τριών ηρωικών Ελληνόπουλων στην Κατοχή.
- 1966: Αστερίξ: Ενα γαλατικό χωριό αντιστέκεται στους Ρωμαίους.
- 1966: Μίκυ Μάους: Οι περιπέτειες του πιο διάσημου ποντικού στον κόσμο.
- 1970: Μάρβελ: Ξεκινάει η έκδοση πλήθους τίτλων με υπερήρωες (όπως Σπάιντερμαν, Χαλκ).
- 1975: Αγόρι: Περιοδικό με βρετανικά και αμερικάνικα κόμικς σε συνέχειες. Χρονολόγιο κυκλοφορίας ορισμένων ιστορικών τίτλων στην Ελλάδα.