Ο Γεώργιος Σφραντζής ή Φραντζής έχει δώσει στην ιστορία μία από τις 4 συγκλονιστικές διηγήσεις του 15ου αιώνα για την άλωση της Κωνσταντινούπολης στις 29 Μαΐου, τα χρόνια που προηγήθηκαν, αλλά και τα αμέσως επόμενα.
Και την 29η Μαΐου, ημέρα Τρίτη και τις πρωινές ώρες, κατέλαβε την Πόλη ο αμηράς (Μωάμεθ Β). Την ίδια ακριβώς ώρα της άλωσης τραυματίστηκε θανάσιμα και πέθανε ο μακαρίτης ο αυθέντης μου κυρ Κωνσταντίνος ο βασιλιάς Παλαιολόγος. Εγώ, βέβαια, την ώρα του θανάτου του δεν ήμουν παρών (κοντά του), γιατί, εκτελώντας δική του διαταγή, επόπτευα κάποιο άλλο σημείο της Πόλης...».
Το απόσπασμα προέρχεται από το «Χρονικόν» του Γεωργίου Σφραντζή για την άλωση της Κωνσταντινούπολης. Ο πρωτοβεστιάριος, δηλαδή αρχιθαλαμηπόλος, Σφραντζής ήταν ο μοναδικός Βυζαντινός ιστορικός αυτόπτης μάρτυρας της κοσμοϊστορικής κατάληψης. Οι άλλες τρεις βυζαντινές πηγές για το ψυχομαχητό της αυτοκρατορίας (Δούκας, Λαόνικος Χαλκοκονδύλης και Μιχαήλ Κριτόβουλος) στηρίζονται σε μαρτυρίες ή διηγήσεις τρίτων.
Το χρονικό άρχισε να το γράφει ή να το υπαγορεύει (από μνήμης είτε από σημειώσεις του) μετά την απόσυρσή του σε μοναστήρι της Κέρκυρας (Μονή Ταρχανιτών) δεκαπέντε χρόνια μετά την άλωση. Απελπισμένος από τις εξελίξεις, άρρωστος, φτωχός -ίσως και κουφός- φαίνεται ότι προχώρησε στη σύνταξη του χρονικού του κατά παρακίνηση Κερκυραίων στους οποίους διηγούνταν, προφανώς, τα γεγονότα που έζησε.
Παραδόξως, τα διαδραματισθέντα κατά την άλωση τα περιγράφει σύντομα. Αδυνατεί να λειτουργήσει ως ιστορικός και να απαγκιστρωθεί από τα προσωπικά του βιώματα. Όλα κινούνται γύρω από το πρόσωπό του και τον αφέντη του. Επιμένει μόνο στον ρόλο και την πολιτική του τελευταίου αυτοκράτορα Κωνσταντίνου ΙΑ Παλαιολόγου. Δηλώνει κατηγορηματικά ότι έπραξε το παν για να αποτρέψει την καταστροφή.
Οι τελευταίες ημέρες
Ο ίδιος άλλωστε, πρωταγωνιστώντας στις απεγνωσμένες απόπειρες για τη διοργάνωση της άμυνας, είχε άμεση αντίληψη της κατάστασης.
Ο Σφραντζής τις τελευταίες μέρες της πολιορκίας είχε αναλάβει προσωπικά να καταγράψει και να στρατολογήσει όλους όσους μπορούσαν να φέρουν όπλα. Πενήντα δύο ετών τότε παρακολουθεί από κοντά όλα όσα συμβαίνουν επί 52 μέρες (Απρίλιος - Μάιος 1453) στην πολιορκημένη από τους Οθωμανούς του Μωάμεθ Β βασιλεύουσα.
Έτσι κι αλλιώς, πρόκειται για το δραματικότερο χρονικό της άλωσης, που αποδίδει, σε γενικές γραμμές, πιστά την πραγματικότητα. Αν και, όπως επισημαίνουν οι βυζαντινολόγοι, το κείμενο είναι έντονα προσωπικό και «περιέχει περισσότερες λεπτομέρειες για τη ζωή του ίδιου του συγγραφέα, παρά για άλλα κορυφαία γεγονότα των ημερών».
Η διήγηση είναι άνιση. Άλλοτε διεξοδική κι άλλοτε σύντομη και χρονογραφική. Ο Σφραντζής, προσκολλημένος στην «αυτοβιογραφία», εμφανίζεται να μην έχει αντιληφτεί ότι γράφει την πιο συγκλονιστική ιστορία του Βυζαντίου. Αν και ξέρει πως καταγράφει γεγονότα που κανείς άλλος δεν έχει παραδώσει («α μήπω τις γραφή παραδέδωκε»).
Η πολιορκία
Η συμβολή του στη συγγραφή της, βεβαίως, είναι αναντικατάστατη. Όπως για παράδειγμα όταν προβάλει τις τελευταίες ώρες της Πόλης, όπου από «την 4η του μηνός Απριλίου του ιδίου έτους (1453) επέλασε ο αμηράς πολιορκώντας την με κάθε τρόπο και πολιορκητές μηχανές από ξηρά και θάλασσα, αφού περικύκλωσε τα 18 μίλια της Πόλης με 400 πλεούμενα, μικρά και μεγάλα, και με 200.000 άνδρες από τη στεριά. Αντίθετα η Πόλη αντιπαρέταξε μόλις 4.773 άνδρες, χωρίς να συμπεριλαμβάνονται οι ξένοι των οποίων ο αριθμός ανερχόταν σε 2.000 περίπου...».
«Μικρόν» και «μεγάλον χρονικόν»
Η ιστορία του Σφραντζή υπό τον τίτλο «Χρονικόν» σώζεται σε δύο μορφές. Μία σύντομη, το «Μικρόν Χρονικόν» (Chronicon Minus) και μία πολύ εκτενέστερη το «Μεγάλον Χρονικόν» (Chronikon Majus). Το δεύτερο είναι περίπου πενταπλάσιο από το πρώτο, το οποίο και ενσωματώνει ολόκληρο. Από παλιά το μεγάλο χρονικό προκαλούσε πολλές συζητήσεις μεταξύ των βυζαντινολόγων για τη γνησιότητά του. Κυρίως λόγω των γλωσσικών διαφορών, αρκετών αντιφάσεων και ανακριβειών. Ώσπου τη δεκαετία του 1930 τεκμηριώθηκε ότι μεγάλα τμήματά του ήταν μεταγενέστερες παρεμβολές.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΩΝ
Στο μικρό χρονικό καταγράφει γεγονότα από τη γέννησή του μέχρι το 1477. Στο μεγάλο προτάσσοντας ένα προοίμιο διηγείται ύστερα την ιστορία των Παλαιολόγων σε τέσσερα βιβλία. Στο πρώτο ιστορεί τα συμβάντα από την εποχή του Μιχαήλ Η μέχρι του Μανουήλ Β (μέχρι 1425). Στο δεύτερο αναφέρεται στη βασιλεία του Ιωάννη Η (έως 1448) και στο τρίτο του Κωνσταντίνου ΙΑ. Στο τέταρτο πραγματεύεται τα μετά την άλωση γεγονότα, δηλαδή τον αγώνα των Παλαιολόγων στην Πελοπόννησο και την κατάκτησή της από τους Οθωμανούς.
ΟΙ ΛΑΪΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ
Το «Χρονικόν» κυκλοφορεί σήμερα μεταφρασμένο σε αρκετές εκδόσεις, ενώ παρατίθεται και σε ιστοσελίδες. Πρωτοεκδόθηκε το 1796 στη Βενετία και στα Γερμανικά (Βόννη 1838) με επιμέλεια του βυζαντινολόγου Β. Νίμπορ. Το 19ο αιώνα είδαν το φως αρκετές νεοελληνικές αποσπασματικές εκδόσεις. Η πρώτη καταγράφεται το 1865 στην Αθήνα με τον τίτλο «Άλωσις της Κωνσταντινουπόλεως υπό των Τούρκων, ερανισθείσα εκ των Χρονικών του Γ. Φραντσή». Χάρη σε αυτές τις «λαϊκές» εκδόσεις ο Σφραντζής οφείλει τη μεγάλη φήμη του.
«Η Πόλις εάλω τη δεύτερη ώρα της ημέρας...»
«Ύστερα οι εχθροί ανέβηκαν σωρηδόν στα τείχη και διασκόρπισαν τους δικούς μας. Εγκατέλειψαν τα εξωτερικά τείχη και έμπαιναν από την πύλη καταπατώντας ο ένας τον άλλον. Αυτά γίνονταν όταν σηκώθηκε φωνή και από μέσα και από έξω και από τη μεριά του λιμανιού.
Εάλω το φρούριον και τα στρατηγεία και την σημαία άνωθεν εν τοις πύργοις έστησαν (οι Τούρκοι) και αυτή η κραυγή έτρεψε τους δικούς μας σε φυγή και ζωντάνεψε τους εχθρούς μας, οι οποίοι με ενθουσιασμό και με αλαλαγμούς, χωρίς πια κανένα φόβο, ανέβαιναν όλοι τους τα τείχη...
Έτσι οι εχθροί έγιναν κύριοι της πόλης την Τρίτη 29 Μαΐου, τη δεύτερη ώρα της ημέρας, του έτους 6961 (1453). Και παραδίδονταν, τους αιχμαλώτιζαν ή τους άρπαζαν ζωντανούς.
Όσοι πιάνονταν ανθιστάμενοι, αυτοί σφάζονταν. Και η γη σε μερικά μέρη δεν φαινόταν καθόλου από τους πολλούς νεκρούς...
Μόλις έπεσε η Πόλη, ο αμηράς μπήκε μέσα ευθύς, με κάθε σπουδή, ζητούσε τον βασιλέα και δεν είχε τίποτε άλλο στον νου του παρά να μάθει αν ζει ή αν πέθανε...
Το μαθε ο αμηράς και ευφράνθηκε και ήταν περιχαρής. Με προσταγή του οι παρευρισκόμενοι εκεί Χριστιανοί έθαψαν το βασιλικό σώμα με τιμές βασιλικές....» (αποσπάσματα από το «Χρονικόν»).
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΡΑΝΤΖΗΣ
Από διοικητής Πάτρας μοναχός στην Κέρκυρα
Ο Γεώργιος Φραντζής ή Σφραντζής γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1401. Ανήκε σε αριστοκρατική βυζαντινή οικογένεια. Το 1417 πέθαναν οι γονείς του από την πανώλη που θέριζε τότε και ο αυτοκράτορας τον πήρε υπό την προστασία του. Το 1424, όταν η Κωνσταντινούπολη είχε περιέλθει σε δεινότατη θέση, στάλθηκε ως αντιπρόσωπος για διαπραγματεύσεις με τους Οθωμανούς του Μουράτ Β. Τη θνήσκουσα αυτοκρατορία έσωσαν τότε οι δυναστικές διαφορές μεταξύ των Οθωμανών και η «ορκωτική αγάπη», που κατάφεραν να συνάψουν μαζί τους οι Βυζαντινοί.
Ο Σφραντζής ορίστηκε εκτελεστής της διαθήκης του Μανουήλ Β και συνδεόταν στενά με τον μελλοντικό αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Τον ακολουθούσε μάλιστα στις διάφορες αποστολές του στην Πελοπόννησο. Σε μια περίπτωση μάλιστα του έσωσε τη ζωή, με αποτέλεσμα ο ίδιος να τραυματιστεί και να συλληφθεί από τους Φράγκους της Πάτρας. Όταν αργότερα απελευθερώθηκε και η Πάτρα καταλήφθηκε από τους Βυζαντινούς, διορίστηκε διοικητής της. Τον επόμενο χρόνο έπεσε στα χέρια Καταλανών πειρατών, αλλά και πάλι απελευθερώθηκε με καταβολή λύτρων.
Παράλληλα, με τα άλλα καθήκοντά του, συνέχιζε να προσφέρει τις υπηρεσίες του ως μυστικοσύμβουλος. Για να προωθήσει την πολιτική του δεσπότη του Μορέως βρέθηκε αρκετές φορές στην Αθήνα. Το 1438 συγγένευσε με την οικογένεια των Παλαιολόγων, αφού παντρεύτηκε την Ελένη, κόρη του Αλέξιου Παλαιολόγου. Παράνυμφος ήταν ο ίδιος ο Κωνσταντίνος, ο οποίος αργότερα θα βαφτίσει και τα παιδιά του ζευγαριού. Το 1449 ο Κωνσταντίνος διαδέχεται στον θρόνο τον αδελφό του, ο Σφραντζής τον ακολουθεί από την Πελοπόννησο στην Κωνσταντινούπολη. Μετά την άλωση θα συλληφθεί, μαζί με τα παιδιά και τη γυναίκα του.
Θα καταφέρει να εξαγοράσει την ελευθερία του και θα βρεθεί στην υπηρεσία του τελευταίου δεσπότη της Πελοποννήσου Θωμά Παλαιολόγου. Από εκεί ξεκίνησε τις προσπάθειες για την απελευθέρωση της οικογένειάς του. Τελικά, κατάφερε να ελευθερώσει τη γυναίκα του. Δεν είχαν την ίδια τύχη τα παιδιά του. Ο ένας γιος του κατηγορήθηκε ότι επιβουλεύτηκε τη ζωή του Μωάμεθ Β, ο οποίος και τον σκότωσε με τα ίδια του τα χέρια. Η κόρη του είχε πεθάνει νωρίτερα στο χαρέμι του σουλτάνου. Μετά την κατάληψη της Πελοποννήσου από τους Οθωμανούς ο Σφραντζής καταφεύγει στην Κέρκυρα, όπου και γίνεται μοναχός (1468). Εκεί πέθανε το 1477 ή 1478 συντάσσοντας το «Χρονικόν» (άγνωστη η ακριβής ημερομηνία).
ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ
Η παραχάραξη του «Χρονικού»
Από το 1936 ο καθηγητή σ' Ι. Β. Παπαδόπουλος, καθώς επεξεργαζόταν την έκδοση του χρονικού, κατέληξε ότι το Majus δεν ήταν γνήσιο.
Με τις διατριβές του περί Γεωργίου Φραντζή απέδειξε ότι μεγάλα τμήματά του ήταν προϊόντα παρεμβολής.
Εντόπισε, μάλιστα, τα πρόσωπα που νόθευσαν το γνήσιο μικρό χρονικό. Βασικός νοθευτής υπήρξε ο μητροπολίτης Μονεμβασιάς Μακάριος Μελισσηνός (μέσα 16ου - αρχές 17ου αιώνα).
Η νοθεία, λοιπόν, γίνεται στη Νεάπολη της Ιταλίας, όπου είχε καταφύγει ο Μελισσηνός, περίπου έναν αιώνα μετά τη συγγραφή του χρονικού. Τα κίνητρα ήταν πολύ ταπεινά και ιδιοτελή για να δημιουργήσει έναν ψευδο-Φραντζή. Ο επίσκοπος και η οικογένειά του, με τις παρεμβολές τους, ήθελαν να αποδείξουν ότι ταυτίζονταν με τη μεγάλη και γνωστή βυζαντινή οικογένεια των Μελισσηνών. Σύμφωνα με την κρατούσα εκδοχή, είχαν αρχικώς σφετεριστεί το όνομα «διορθώνοντας» το δικό τους οικογενειακό, που ήταν Μελισσουργοί.
Δεν ήταν απλώς κάποιο ζήτημα γοήτρου, αλλά έτσι μπορούσαν να διεκδικήσουν ότι από την οικογένειά του αναδείχτηκαν ηγεμόνες, οι οποίοι κατείχαν μεγάλες εκτάσεις, αλλά και δικαιώματα επί της Μονεμβασιάς.
Για τον ίδιο λόγο είχαν πλαστογραφήσει κι άλλα κείμενα, όπως την πραγματεία του Σχολάριου.
Με την ευκαιρία ο μητροπολίτης, αλλά και αντιγραφείς του «Μεγάλου Χρονικού», αφού μάλλον κατάστρεψαν το αρχικό κείμενο, πρόσφεραν κολακεία σε διάφορες οικογένειες, παρεμβάλλοντας ό,τι άλλο έκριναν πως εξυπηρετούσε τις «δημόσιες σχέσεις τους». Επεξεργάστηκαν γλωσσικά το μικρό χρονικό αλλοιώνοντας τη δημώδη γλώσσα του με αρχαϊζουσα και μαζί με τις παρεμβολές πρόσθεσαν ένα προοίμιο. Αντιγραφή, όπως αποδείχτηκε, από το έργο του αυλικού λόγιου και ιστορικού Γεωργίου Ακροπολίτη (13ος αιώνας).
Σήμερα στο κείμενο που διασώζεται ξεχωρίζει μέσα στο Majus το Minus, το προοίμιο του Ακροπολίτη, αλλά κι άλλες προσθήκες που προέρχονται από άλλες πηγές (Ν. Γρηγοράς, Ι. Καντακουζηνός, Λ. Χαλκοκονδύλης, εκκλησιαστικά κείμενα κ.ά.).
Οι Μελισσηνοί φαίνεται ότι πέτυχαν τότε τους σκοπούς του. Μερικοί τους αποδίδουν άλλα ελατήρια για τη νόθευση. Οτι, δηλαδή, ήθελαν να κινητοποιήσουν τον χριστιανικό κόσμο της Δύσης για την απελευθέρωση της Κωνσταντινούπολης. Ανεξαρτήτως κινήτρων σημασία έχει ότι μας άφησαν μια ιστορία των ετών 1258-1477.
Το ψυχορράγημα της βασιλεύουσας
25-26 Μαΐου
Η φαντασία θέλει να εμφανίζονται διάφορες θεοσημίες. Συμβαίνουν δυσοίωνα. Πέφτει χαλάζι, γίνεται έκλειψη και άλλα περίεργα. Ο Μωάμεθ προετοιμάζεται και αποφασίζει την τελική τουρκική επίθεση. Αυτή ορίζεται για τις 29 Μαϊου.
27 Μαΐου
Ο Μωάμεθ «έδωσε διαταγή όλη εκείνη τη νύχτα και την επομένη μέρα να ανάψουν λαμπάδες, να μείνουν νηστικοί όλη τη μέρα και να λουστούν επτά φορές, για να παρακαλέσουν τον θεό, νηστικοί και καθαροί, να τους δώσει τη νίκη...».
28 Μαΐου
Μωάμεθ και Κωνσταντίνος μιλούν στους στρατιώτες τους. «Σε τρεις μέρες η Πόλη θα είναι δική σας», υπόσχεται ο πρώτος. Ο αυτοκράτορας εμψυχώνει διαβεβαιώνοντας ότι «θα κάνουμε τον εχθρό να φύγει ντροπιασμένος».
29 Μαΐου
«Ήταν φοβερό το θέαμα... Ποιος θα διηγηθεί όλη αυτήν τη φρίκη; Κανένα σημείο δεν έμεινε ανεξερεύνητο και αμόλυντo. Ω βασιλεύ Χριστέ μου, ελευθέρωσε από τέτοια θλίψη κάθε πόλη και χώρα όπου κατοικούν Χριστιανοί...».