Τους αποκαλούν «ραχοκοκαλιά του κοινωνικού ιστού» και «αντίδοτο στο δημογραφικό πρόβλημα». Ο λόγος για τους πολύτεκνους, που στη χώρα μας αποτελούν απλώς μια μικρή μειονότητα. Η φιλοσοφία ζωής έχει αλλάξει και μαζί και ο οικογενειακός προγραμματισμός ...
Για τις παλαιότερες γενιές, ο αριθμός των παιδιών σε μια οικογένεια ήταν ο δείκτης ευτυχίας, οι σύγχρονοι όμως Έλληνες που ασπάζονται την ρήση στην πράξη αποτελούν μειονότητα. Για τους περισσότερους, το σύγχρονο καταναλωτικό μοντέλο ζωής, η οικονομική δυσπραγία και η αύξηση της συμμετοχής των Ελληνίδων στην αγορά εργασίας είναι οι κύριες αιτίες που γενικότερα τα παιδιά –και ιδίως τα πολλά παιδιά- έχουν σταματήσει να είναι σκοπός ζωής, όπως ήταν για τις προπολεμικές γενιές. Εκείνες έκαναν και 4 και 5 και 6 αλλά και περισσότερα παιδιά, με την γεννητικότητα στη χώρα, ήδη από τις πρώτες μεταπολεμικές γενιές να παίρνει σταδιακά τον κατήφορο. Κάπως έτσι φτάσαμε στις μέρες μας να έχουμε μεγάλο δημογραφικό πρόβλημα, καθώς τα παιδιά που γεννιούνται δεν αρκούν για να αναπληρώσουν τους γονείς, που κάποια στιγμή φεύγουν από τη ζωή.
Κόντρα στο πνεύμα των καιρών, υπάρχουν λίγες οικογένειες που επιμένουν παραδοσιακά, με 3 ή παραπάνω παιδιά. Οι αριθμοί δεν αφήνουν περιθώρια για διαφορετική σκέψη. Σύμφωνα με την Ανώτατη Συνομοσπονδία Πολυτέκνων Ελλάδος (ΑΣΠΕ), μόλις 1 στους 10 Έλληνες προέρχεται από πολύτεκνη οικογένεια. Ενώ οι πολύτεκνοι με 4 τουλάχιστον ανήλικα παιδιά είναι το 2-3% του πληθυσμού, όταν ήταν διπλάσιοι σε ποσοστό (6%) στα τέλη της δεκαετίας του ’70. η τάση των Ελλήνων να κάνουν συνεχώς λιγότερα παιδιά ήταν εμφανής από τότε, με τον αριθμό παιδιών ανά Ελληνίδα δύσκολα να ξεπερνά τα 2 παιδιά, κοινωνική εξέλιξη που ακολούθησε και η νομοθεσία της εποχής. Έτσι, ενώ έως τα τέλη σχεδόν της δεκαετίας ο νόμος όριζε ως πολύτεκνες οικογένειες όσες είχαν τουλάχιστον 5 παιδιά, με τον νόμο 860 του ’79 το κριτήριο για να θεωρείται μια οικογένεια πολύτεκνη μειώθηκε κατά ένα παιδί. Από τότε μέχρι σήμερα πολύτεκνες θεωρούνται οι οικογένειες με τουλάχιστον 4 παιδιά. Την τελευταία δεκαπενταετία όμως τα πράγματα άλλαξαν και πάλι ριζικά. Οι Ελληνίδες μετά βίας ξεπερνούν όλο αυτό το διάστημα το 1 παιδί με το σχετικό δείκτη γονιμότητας να είναι στην ουσία καθηλωμένος μεταξύ του 1,3 με 1,4. Κάπως έτσι η απόκτηση τρίτου παιδιού που έχει ξεφύγει από την πρακτική του μέσου όρου, έχει οδηγήσει σήμερα τους τρίτεκνους -περίπου 160.000 οικογένειες που έχουν παιδιά κάτω των 23 ετών- να ζητούν αλλαγή της νομοθεσίας ώστε να συμπεριληφθούν στους πολύτεκνους.
Συνολικά, οι πολύτεκνες οικογένειες στην Ελλάδα υπολογίζονται σε 180.000 με τις 78.000 να διαθέτουν παιδιά κάτω των 23 ετών, επί συνόλου 2 εκατομμυρίων οικογενειών. Με βάση στοιχεία που προκύπτουν από τις φορολογικές δηλώσεις των πολύτεκνων οικογενειών, οι ελληνικές πολύτεκνες οικογένειες με τέσσερα παιδιά είναι περίπου 25.000, με πέντε παιδιά 4.000 και με έξι ή και παραπάνω παιδιά περίπου 2.000. ας σημειωθεί ότι το επίπεδο ζωής τους, με οικονομικούς όρους, δεν είναι το καλύτερο δυνατό , αφού σύμφωνα με στοιχεία της ΓΣΕΕ, το επίπεδο της φτώχειας για νοικοκυριά με 3 τέκνα φτάνει στο 38%.
Περιορισμοί και προνόμια
Μετά την αλήθεια των αριθμών το Reportage μίλησε με τον Βασίλη Θεοτοκάτο, πρόεδρο της Ανώτατης Συνομοσπονδίας Πολυτέκνων Ελλάδος. Ο ίδιος πολύτεκνος με 5 παιδιά και 12 εγγόνια σήμερα, μα ξεκαθαρίζει ευθύς αμέσως ότι εάν ήταν και πάλι νέος θα έκανε τον ίδιο αριθμό παιδιών –ίσως και περισσότερα. Διότι, όπως αναφέρει, παιδιά μπορεί να σημαίνει μια σειρά ευθυνών και δυσκολιών στη ζωή ενός ζευγαριού, το δώρο ζωής όμως που προσφέρουν στους γονείς τους αξίζουν όλο τον κόπο και την προσπάθεια.
Μετά του ζητάμε να μας σκιαγραφήσει το προφίλ των ανθρώπων που επιλέγουν να κάνουν πολλά παιδιά. «Είναι κυρίως άνθρωποι που ανήκουν στη μεσαία οικονομική τάξη και οι ίδιοι προέρχονται από πολύτεκνες οικογένειες, αλλά αρκετοί από αυτούς υπήρξαν μοναχοπαίδια που βίωσαν τη μοναξιά και την έλλειψη ενός ή περισσότερων αδελφών και δεν θέλουν το παιδί τους να έχει ανάλογα βιώματα. Αυτές είναι οι δύο βασικές κατηγορίες Ελλήνων πολυτέκνων. Παράλληλα, υπάρχει και μια μικρή μερίδα που ακολουθώντας την θρησκευτική πίστη, δεν κάνουν εκτρώσεις, με αποτέλεσμα κάποιοι απ’ αυτούς να γίνονται πολύτεκνοι». Στη συνέχεια περνάμε στο δια ταύτα και στο γιατί οι Έλληνες σήμερα περιορίζονται κυρίως στο ένα παιδί. «Οι σύγχρονοι Έλληνες δεν έχουν όραμα ζωής και δεν έχουν θέσει συγκεκριμένους στόχους. Αναλώνονται στον καταναλωτισμό και στην εφήμερη απόλαυση της ζωής. Παλαιότερα, θυμάμαι, οι άνθρωποι παντρεύονταν για να δημιουργήσουν οικογένεια. Και οικογένεια σήμαινε πολλά παιδιά. Τότε εάν η γυναίκα πάνω στον πρώτο χρόνο από το γάμο της δεν έκανε παιδί, αυτό ήταν λόγος για να ανησυχεί. Σήμερα δεν είναι έτσι. Οι νεώτεροι θέλουν πρώτα να αποκατασταθούν επαγγελματικά, να αποκτήσουν το δικό τους σπίτι και αυτοκίνητο και μετά να σκεφτούν αν θα κάνουν και ένα παιδί. Οι παλαιότερες γενιές, πιστεύω, ήταν πιο θαρραλέες σχετικά. Δεν γύρευαν επίσης την καταναλωτική πολυτέλεια. Παραδείγματος χάριν με ένα μπουφάν μεγάλωναν 3 ή και 4 παιδιά. Γιατί το μπουφάν του μεγαλύτερου παιδιού το φορούσε στη συνέχεια το επόμενο κ.ο.κ. αυτό ισχύει και σήμερα για πολλές πολύτεκνες οικογένειες. Και τότε και σήμερα οι οικογένειες αυτές έχουν μια αλληλεγγύη και μοιράζονται τα πάντα», υπερθεματίζει σχετικά ο Β. Θεοτοκάτος. Για το τέλος αφήσαμε το επίμαχο ζήτημα-ερώτημα των τελευταίων ετών. Η ΑΣΠΕ είναι αντίθετοι στο να χαρακτηρισθούν οι τρίτεκνοι ως πολύτεκνοι –εξαγγελία που είχε γίνει από επίσημα χείλη ήδη από το 2004- και ο Β. Θεοτοκάτος διευκρινίζει το γιατί: «Εάν διαρκώς χαμηλώνουμε τα όρια με βάση τα οποία θεωρούμε μια οικογένεια πολύτεκνη, τότε στην ουσία δεν δίνουμε κίνητρα για την αύξηση των γεννήσεων. Γιατί όταν μια οικογένεια θα μπορεί με τρία παιδιά να έχει τις ίδιες παροχές που θα δικαιούτο με 4 παιδιά, για ποιο λόγο να κάνει το τέταρτο παιδί».
Κατόπιν, ήλθαμε σε επαφή με την πρόεδρο του Συλλόγου Τρτέκνων Νομού Αττικής, Θεοκλήτη Μεσουρίδου. Οι τρίτεκνοι αν και έχουν σήμερα κάποιες παροχές από την πολιτεία σε σχέση με τις οικογένειες που έχουν ένα ή δύο παιδιά, δεν απολαμβάνουν τις ίδιες παροχές και δεν θεωρούνται βάση νόμου πολύτεκνοι. Η Θ. Μεσουρίδου επισημαίνει ότι η ενσωμάτωση των τριτέκνων στους πολύτεκνους σκοντάφτει στην ατολμία της πολιτικής ηγεσίας, παρά το ότι πόρισμα της Διακομματικής Επιτροπής της Βουλής των Ελλήνων ήδη από το 1993, περιλαμβάνει σχετική εισήγηση: Πάντα όσον αφορά τον χαρακτηρισμό της οικογένειας με τρία παιδιά ως πολύτεκνης και παρά τις σχετικές προτάσεις νόμου το 2002 και το 2007. «Η ίδια άποψη διατυπώθηκε και πρόσφατα στις 13 και 14 Μαρτίου ’09 στο Συνέδριο για το δημογραφικό ζήτημα που διοργάνωσαν η Ακαδημία Αθηνών και η Ελληνική Εταιρεία Δημογραφικών Μελετών. Μέχρι τώρα όμως δεν έχει προχωρήσει. Ένας άλλος λόγος είναι ότι υπάρχουν σοβαρές αντιρρήσεις από τη ΑΣΠΕ. Εμείς πάντως διεκδικούμε τον χαρακτηρισμό των γονέων με τρία τέκνα ως πολύτεκνους, ανεξαρτήτως ηλικίας και την ένταξή τους στις διατάξεις των νόμων περί πολυτεκνίας. Οποιαδήποτε σοβαρή οικονομική επιβάρυνση από την εφαρμογή κάποιας επιμέρους διάταξης μπορεί να εφαρμοστεί σταδιακά και σε εύλογο χρονικό διάστημα» εξηγεί η ίδια, υπεραμυνόμενη της προσφοράς των Ελληνίδων που κάνουν τρία παιδιά σε μια χώρα που ο κανόνας τείνει να είναι το ένα ή το κανένα παιδί.
Κοινωνία και ψυχή
Η Μαρία Μουλά είναι κοινωνική λειτουργός και ψυχοθεραπεύτρια και έχει έλθει σε επαφή στην επαγγελματική της δραστηριότητα με πολύτεκνες οικογένειες. Της ζητάμε να μας περιγράψει το προφίλ των παιδιών που είναι μέλη πολύτεκνων οικογενειών. πόσο διαφέρουν απ’ τα μοναχοπαίδια και τι σημαίνει για μια οικογένεια να ανατρέφει 4 παιδιά. «Σημαίνει ένα τεράστιο ψυχολογικό βάρος για τη μητέρα, καθώς αυτή είναι κυρίως που αναλαμβάνει να λύσει τα όποια προβλήματα. Αν και δεν υπάρχουν συνταγές και οι γενικεύσεις είναι επικίνδυνες, καθώς κάθε περίπτωση οικογένειας πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μοναδική, το σίγουρο είναι ότι η ψυχολογική ισορροπία της μητέρας είναι κλειδί για την ομαλή ανάπτυξη και κοινωνικοποίηση των παιδιών ιδίως στα πρώτα χρόνια της ζωής τους. Κυρίως οι μητέρες που έχουν πολλά παιδιά πρέπει να φροντίζουν να κρατούν ισορροπημένη στάση προς αυτά και με βάση πάντοτε την ηλικία τους. Γιατί συμβαίνει σε πολύτεκνες οικογένειες να χάνεται στη πράξη ο πραγματικός ρόλος του παιδιού. Δηλαδή, στα μεγάλα αδέλφια αποδίδεται ένας γονεϊκός ρόλος όταν τους ανατίθεται πολλές φορές να βοηθήσουν στο μεγάλωμα των μικρότερων αδελφών λόγω έλλειψης του απαιτούμενου χρόνου από τους γονείς. Κάπως έτσι, αυτά τα παιδιά μπορεί να χάσουν το παιδικό τους πρόσωπο, καθώς οι συνθήκες το απαιτούν στην ουσία να μεγαλώσουν πολύ πιο γρήγορα από ότι η ηλικία τους. Για το λόγο αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό οι γονείς να μπορούν να κρατούν τις ισορροπίες, να μη φορτώνουν τα παιδιά με περισσότερα απ’ όσα αντιστοιχούν στην κάθε φορά ηλικία τους και κυρίως να εξηγούν στα μεγαλύτερα παιδιά τους λόγους για τους οποίους το μικρότερο παιδί χρειάζεται περισσότερο την προσοχή των γονέων του σε σχέση με το μεγαλύτερο».
Για το τέλος αφήσαμε την Λάουρα Μαράτου-Αλιμπράντη, ειδικευμένη ερευνήτρια στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ). Η ίδια έχει ένα παιδί, καθώς οι συνθήκες στη ζωή της δεν ήταν τόσο ευνοϊκές για να κάνει περισσότερα. Θαυμάζει απεριόριστα τους ανθρώπους με πολλά παιδιά, αν και στη σύγχρονη Ελλάδα αυτό είναι ένα μοντέλο οικογένειας που σταδιακά μειώνεται. Οι λόγοι είναι πολλοί: «Το να μεγαλώνεις σήμερα πολλά παιδιά σημαίνει πολλές οικονομικές ευθύνες, ιδίως στις μέρες μας. Δεν είναι όμως μόνο αυτή η αιτία. Οι αξίες και τα πρότυπα των παλαιότερων έχουν εξασθενήσει στη συνείδηση των σημερινών Ελλήνων, ενώ αυξάνεται το ποσοστό των Ελληνίδων που εργάζονται όλο και περισσότερο. Επίσης, οι σημερινοί παππούδες και γιαγιάδες δεν είναι τόσο πρόθυμοι, όπως παλαιότερα, να μεγαλώσουν τα εγγόνια τους. Θεωρούν ότι οι ίδιοι έχουν συνεισφέρει κοινωνικά και αρκετοί από αυτούς μετά την σύνταξή τους, και καθώς νοιώθουν ότι γερνάνε, θέλουν να απολαύσουν τις χαρές της ζωής και ΄ποχι να μείνουν κλεισμένοι μέσα σε ένα σπίτι, επαναλαμβάνοντας ένα ρόλο που έχουν ήδη ζήσει στη ζωή τους, αυτόν του γονέα.
Χωρισμένοι - Πολύτεκνοι
- Μια άλλη διάσταση του φαινομένου δίνει ο Νίκος Σπιτάλας πρόεδρος του Συλλόγου για την Ανδρική και την Πατρική Αξιοπρέπεια (ΣΥΓΑΠΑ). Είναι δύσκολο να είσαι πολύτεκνος, ιδιαίτερα αν είσαι και χωρισμένος: «Το να είσαι πολύτεκνος σήμερα στην Ελλάδα αποτελεί μίασμα και όχι προνόμιο. Δυστυχώς, δε υπάρχει κοινωνικός – οικογενειακός προγραμματισμός, εκπαίδευση στα σχολεία και υποστηρικτικές υπηρεσίες. Ακόμη περισσότερο, όταν τα ζευγάρια χωρίζουν και έχουν περισσότερα από τρία παιδιά –υπολογίζεται ότι στη χώρα μας υπάρχουν περίπου 5.000 χωρισμένα ζευγάρια με τρία ή και περισσότερα παιδιά-, τότε απουσιάζει παντελώς η μέριμνα της Πολιτείας. Η μητέρα αγωνίζεται να τα καταφέρει μόνη και ο πατέρας δεν θεωρείται γονέας από το Κράτος. Ειδικά το να είσαι πολύτεκνος χωρισμένος πατέρας αποτελεί ένα επιπλέον βάσανο γιατί και δεν χαίρεσαι την γονεϊκή σου ιδιότητα και είσαι χαμένος οικονομικά. Είμαστε η μόνη χώρα στον κόσμο που ο χωρισμένος πατέρας είναι πολίτης τρίτης κατηγορίας και δεν μπορεί ούτε στην εφορία να δηλώσει τα παιδιά του και να τύχει κάποιων ελαφρύνσεων».
- Κάθε Σάββατο στις 19:20 προβάλλεται από τον Τηλεοπτικό Σταθμό High TV η εκπομπή « Η Ώρα των Πολυτέκνων – Φρένο στον Κατήφορο». Στην εκπομπή συμμετέχουν μέλη από ενώσεις πολυτέκνων, αλλά και προσωπικότητες της πνευματικής και πολιτικής ζωής του τόπου, που σχολιάζουν θέματα που απασχολούν τους πολύτεκνους, αλλά και συναφή, όπως το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας.