Εντάξει. Δεν είναι ακριβώς και «ατραγούδιστος» ο Ράιαν, αλλά η αλήθεια είναι πως, αν ρωτήσεις εκατό ανθρώπους ποιο είναι το πρώτο όνομα που τους έρχεται στο μυαλό από τη Μάντσεστερ, δύσκολα θα σου απαντήσουν πολλοί «Γκιγκς». Και όσοι το κάνουν πιθανότατα θα είναι... «connoisseur» της μπάλας ή προπονητές (δυστυχώς, δεν ταυτίζονται απαραιτήτως αυτά τα δύο...). Αυτές οι δύο κατηγορίες, θέλω να πω, είναι που, κυρίως, μπορούν να εκτιμήσουν όσο και όπως πρέπει το μέγεθος αλλά και το είδος της προσφοράς στο γήπεδο ενός ποδοσφαιριστή όπως ο 35χρονος Ουαλός, που το προχθεσινό του γκολ έβαλε τη σφραγίδα στην κατάκτηση του τίτλου από τους «κόκκινους διαβόλους».
Ο Γκιγκς, βλέπετε, δεν είναι «φαντεζί» όπως ο Ρονάλντο, δεν είναι «πληθωρικός» όπως ο Ρούνεϊ, δεν είναι «φάτσα» όπως ήταν ο Μπεστ, δεν είναι σόουμαν όπως ο Καντονά. Είναι ένα ατρόμητο, ακατάβλητο, επιδέξιο, φιλότιμο «σκυλί του πολέμου», που δεν γαυγίζει ούτε απειλεί. Μόνο δαγκώνει. Οταν και όποτε και όσο πρέπει. Είναι ένας παίκτης που δεν αγωνίζεται καλά σε μία θέση, αλλά είναι μια θέση μόνος του: όντας εξίσου καλός με την μπάλα στα πόδια και στην αριστερή και στη δεξιά γραμμή, αλλά και πολύ ικανός ως δεύτερος κυνηγός περιοχής, ο Γκιγκς αποτέλεσε -και εξακολουθεί να αποτελεί- έναν «κρυφό» άσο που, παίζοντάς τον την κατάλληλη στιγμή, ο σερ Αλεξ Φέργκιουσον έχει κερδίσει παρτίδες και παρτίδες.
Μόλις χθες ο μέγας Μπόμπι Τσάρλτον αποκάλεσε τον προπονητή της Γιουνάιτεντ «ιδιοφυΐα». Είναι ένας τίτλος που και τίποτε άλλο να μην είχε κάνει για τη Μάντσεστερ θα αρκούσε για να κερδίσει μόνο και μόνο από το γεγονός ότι πριν από 21 χρόνια, στις 29 Νοεμβρίου του 1987, ανήμερα στα 14α γενέθλια του Ράιαν, πήγε αυτοπροσώπως στο σπίτι του μικρού για να τον πείσει να υπογράψει στη Γιουνάιτεντ αντί στη Σίτι. Οι φήμες έλεγαν από τότε, βέβαια, ότι ο Γκιγκς προπονούνταν μεν στη Σίτι, αλλά φορώντας από μέσα την κόκκινη φανέλα. Ομως, το να σου δείξει με τέτοιον τρόπο ένας προπονητής ότι σε πιστεύει δεν είναι και μικρό πράγμα. Εκτοτε, ο 65 (μία με τη Νέων) φορές διεθνής με την Ουαλία επιθετικός έχει ανταποδώσει την τιμή με τρόπο πρωτοφανή.
Σε 758 εμφανίσεις με τη Μάντσεστερ (όσες και ο σερ Μπόμπι, που, αν όλα πάνε καλά, στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ θα χάσει έτσι και το ρεκόρ) ο Γκιγκς έχει πετύχει 144 γκολ, έχει μοιράσει 291 ασίστ και είναι ήδη ο πλέον «φορτωμένος» με τίτλους παίκτης στο αγγλικό ποδόσφαιρο: μετράει δέκα πρωταθλήματα Αγγλίας, τέσσερα Κύπελλα, δύο Λιγκ Καπ, ένα Τσάμπιονς Λιγκ, ένα ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ και ένα Διηπειρωτικό και το παλμαρέ του πλουτίζουν ένα σωρό ακόμη μικρές και μεγάλες, ατομικές και ομαδικές διακρίσεις. Είναι ένα «ήσυχο», σεμνό φαινόμενο που, παρόμοιό του, πάρα πολύ δύσκολα θα εμφανιστεί ξανά. Δεν αποζήτησε ποτέ τη διασημότητα, ζει στο Γουόρσλεϊ, ένα μικρό, ήσυχο χωριό έξω από το Μάντσεστερ με την επί χρόνια σύντροφό του (αλλά μόλις από πέρυσι και σύζυγό του) Στέισι Κουκ και τα δύο τους παιδιά, τη Λίμπερτι και τον Ζακ, και όλα όσα ξέρει ο κόσμος γι' αυτόν τα έχουν πει άλλοι.
Τα περισσότερα, όπως φαντάζεστε, είναι από διθυραμβικά έως... κάτι παραπάνω. Δεν θα μπορούσε να είναι και αλλιώς. Περιπτώσεις όπως αυτή του Γκιγκς αποτελούν κάτι σαν το «αλάτι της ποδοσφαιρικής γης». Να είσαι παίκτης-σύμβολο της φανέλας, τέρας επαγγελματισμού, ταλαντούχος όσο δεν παίρνει και, συγχρόνως, πρότυπο συμπεριφοράς είναι ένας συνδυασμός σπάνιος ακόμη και στο... κέρλινγκ. Πόσο μάλλον στο (ολοένα και πιο -σόου- μπίζνα αγγλικό) ποδόσφαιρο και δη στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Είναι ένας λόγος παραπάνω (απ' όσους... ήδη έχω, βέβαια) να τον χαρώ ξανά και πρωταθλητή Ευρώπης. Αντε να δούμε τι θα δούμε (και) στη Μόσχα, λοιπόν...
Του Στέλιου Μαρκάκη από την Goal News της Τρίτης, 13 Μαΐου 2008 .