Κορυφαίος αρχιτέκτονας και οραματιστής πολεοδόμος, ο Δοξιάδης με τα έργα του επηρέασε τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο. Ιεράρχησε τις ανθρώπινες ανάγκες και σχεδίασε πόλεις φιλικές και σύγχρονες. Οι θεωρίες του αναγνωρίζονται παντού, από την Ελλάδα ως τη Μέση Ανατολή και από την Βενεζουέλα ως τη Βόρεια Αμερική ...
Όταν ο Κωνσταντίνος Δοξιάδης μελετούσε τα σχέδιά του, το μυαλό του λειτουργούσε μέσα από τα δεδομένα του μέλλοντος. Με άλλα λόγια, είχε επίγνωση της επερχόμενης πληθυσμιακής έκρηξης στον πλανήτη, της συρρίκνωσης της ποιότητας ζωής και της καταπίεσης που προκαλεί στους νέους η έλλειψη χώρου και διεξόδου. Σε αυτά δεν αντιπαρέβαλλε μονάχα τη μοντέρνα αισθητική που τον χαρακτήριζε, αλλά και την πρακτική ματιά ενός δημιουργού που, περισσότερο ακόμα και από την αρχιτεκτονική ή την πολεοδομία, αγάπησε τον άνθρωπο.
Για παράδειγμα, σχεδιάζοντας το Ισλαμαμπάντ δημιούργησε μια πόλη για δύο εκατομμύρια κατοίκους, ικανή να αναπτύσσεται απρόσκοπτα μέσα από φαρδιές λεωφόρους, που τα οικοδομικά της τετράγωνα συνδέονται με πρωτοποριακούς, για την εποχή, πεζόδρομους, προσφέροντας μια ανθρώπινη ανάσα, μια άλλη ποιότητα διαβίωσης στους κατοίκους της.
Ως προς την Αθήνα, ήταν της άποψης ότι τόσο το ιστορικό κέντρο όσο και τα μνημεία της έπρεπε να προστατευτούν. Εντούτοις, παρ’ ότι είχε από τότε τη φήμη του ξεχωριστού επιστήμονα (ή ίσως και λόγω αυτού), οι συμπατριώτες μας αγνόησαν τις μελέτες και τα σχέδια που υπέβαλε. Μισό αιώνα αργότερα, δεν μπορούμε να πούμε ότι δικαιώθηκαν.
Γεννήθηκε το 1913 στη Στενήμαχο της Ανατολικής Ρωμυλίας. Ήταν γιος του παιδιάτρου Απόστολου Δοξιάδη, στενού φίλου του Ελευθέριου Βενιζέλου και κατά καιρούς υφυπουργού στις κυβερνήσεις του, και της Ευανθίας Μεζεβίρη. Μεγαλωμένος σε ένα περιβάλλον όπου η πολιτική είχε ενεργό ρόλο, θα προσέφερε και αυτός πολλά στην ανασυγκρότηση της χώρας από τα δεινά του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τόσο ως υφυπουργός όσο και από τη Διεύθυνση Χωροταξικών Μελετών.
Αποφοίτησε από την Αρχιτεκτονική Σχολή του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου το 1935 και την επόμενη χρονιά ανακηρύχτηκε διδάκτωρ Μηχανικός από το Πανεπιστήμιο Σαρλότενμπουργκ του Βερολίνου. Στη διάρκεια της Κατοχής υπήρξε αρχηγός της αντιστασιακής ομάδας Ηφαιστος και εξέδιδε ένα περιοδικό με τίτλο «Χωροταξία-Πολεοδομία-Αρχιτεκτονική», τη μοναδική έκδοση τεχνικού περιεχομένου σε όλα τα κατεχόμενα εδάφη της Ευρώπης. Μετά την Απελευθέρωση αποστρατεύτηκε με τον βαθμό του Λοχαγού και έλαβε μέρος στο Συνέδριο για την Ειρήνη, στο Σαν Φρανσίσκο των ΗΠΑ, ως μέλος της ελληνικής αντιπροσωπείας. Τα επόμενα ταξίδια του είχαν να κάνουν με την πολεοδομική ανασυγκρότηση της Ελλάδας. Στα χρόνια αυτά διατέλεσε επικεφαλής της Ελληνικής αντιπροσωπείας στη Διεθνή Διάσκεψη Οικισμού, Πολεοδομίας και Ανοικοδομήσεως του ΟΗΕ και με την ιδιότητα αυτή εκπροσώπησε αρκετές φορές τη χώρα μας στις διαπραγματεύσεις για τις ιταλικές πολεμικές επανορθώσεις.
Το 1954 ίδρυσε το τεχνικό γραφείο Δοξιάδη (Doxiadis Associates), μια ιδιωτική εταιρεία συμβούλων μηχανικών την οποία πλαισίωναν κορυφαίοι αρχιτέκτονες και πολεοδόμοι (με πολλούς από τους οποίους είχε συνεργαστεί κατά την περίοδο της Ανοικοδόμησης). Η εταιρεία έφτασε πολύ σύντομα να έχει γραφεία και στις πέντε ηπείρους, με προγράμματα τα οποία έτρεχαν σε σαράντα χώρες. Στο μεταξύ δεν έπαυε να παραθέτει διαλέξεις σε πολλά πανεπιστήμια της Αμερικής, καθώς και στην Οξφόρδη και το Δουβλίνο. Ευφυής, ορθολογιστής, οξύνους, είχε την ικανότητα να συνδυάζει τα μαθηματικά, τη στατιστική, τη φαντασία και τον κοινό νου, προκειμένου να εξασφαλίζει εφαρμόσιμες και οικονομικές λύσεις. Η διατριβή του, με θέμα τη διάταξη του χώρου στην αρχαία ελληνική πολεοδομία, δημιούργησε μεγάλη αίσθηση παγκοσμίως, καθώς υποστήριξε ότι οι αρχαίοι σχεδίαζαν τα κτίριά τους στον χώρο με βάση προοπτικές μετρήσεις. «Όλοι διαπράττουμε αρχιτεκτονικά εγκλήματα», θα έγραφε το 1971 στο περιοδικό «Ekistics» για να εξηγήσει ότι εκείνη η μικρή κλίμακα των αρχαίων ελληνικών οικισμών αποτελούσε το μέτρο για μιαν αρχιτεκτονική της ανθρώπινης ευτυχίας. «Ως εγκληματίες πρέπει αυτό να το ομολογήσουμε εξαρχής. Δεν κατανοούμε την πόλη και δεν έχουμε την κατάλληλη αρχιτεκτονική για την εποχή μας. Κάποιοι θεωρούν τους αρχιτέκτονες υπεύθυνους γι’ αυτήν την αποτυχία. Έχουν δίκιο, αν σκεφτούμε ότι δεν αναφέρονται σε εξειδικευμένες πλευρές της Αρχιτεκτονικής ή σε όλους τους αρχιτέκτονες, αλλά στον μέσο αρχιτέκτονα, τον ειδικό στην κατασκευή των κελυφών (σ.σ. σπιτιών) τα οποία η ανθρωπότητα έχει απόλυτη ανάγκη».
Ως ορθολογιστής, ήταν και απόλυτα θαρραλέος. Και μέσα από τούτη τη σύμβαση ταλέντου και ειλικρίνειας, γινόταν χαρισματικός και μάγευε τα ακροατήριά του με την άνεση μέσα από την οποία διατύπωνε τις ιδέες του. «Για να καταλάβουμε το παρόν, πρέπει να κοιτάξουμε το παρελθόν», έλεγε και ξανάλεγε Και ιδού το αποτέλεσμα: η οικιστική, η θεωρία που θεμελίωσε και καθιέρωσε, διδάσκεται ακόμα στα πανεπιστήμια.
Στον μικρόκοσμό του ήταν ένας απλός και προσιτός άνθρωπος που αγαπούσε τη σύζυγό του, Έμμα, που λάτρευε τα παιδιά του, την Ευφροσύνη και τον Απόστολο, που του άρεσε να απαγγέλλει ποιήματα του αγαπημένου του Καβάφη (κυρίως το «Περιμένοντας τους Βαρβάρους»), που έβρισκε καταφύγιο στα γουέστερν, στη μουσική του Χατζιδάκι και στο θέατρο. Τα χρήματα δεν τα αγάπησε ποτέ του. Λάτρης της λιτότητας τόσο στη δουλειά του, όσο και στη ζωή του, είχε δυο κοστούμια όλα κι όλα, ενώ έκανε τις μελέτες του χωρίς να πληρώνεται. Σεβόταν πολύ τους παλιούς μαστόρους, λάτρευε το ξύλο και την πέτρα και αξιοποιούσε πάντα τα φυσικά υλικά, που κάθε τόπος διαθέτει. Ακάματος δουλευτής, ξυπνούσε στις έξι το πρωί και συχνά εργαζόταν μέχρι τα ξημερώματα της επόμενης μέρας. Και τον αθλητισμό τον είχε στο αίμα του, καθώς στα νιάτα του υπήρξε σπουδαίο ταλέντο στο άλμα εις ύψος. Από όλη αυτήν την πινακοθήκη των χαρακτηριστικών του, δεν θα μπορούσε να λείψει και η γραφή. Διότι ο Κωνσταντίνος Δοξιάδης έγραφε μέχρι το τέλος της ζωής του με το πάθος ενός γεννημένου συγγραφέα (άφησε, μάλιστα, και δύο μυθιστορήματα, το «Μια απλή ιστορία» και το «Η πορεία των Λαών»). Πάνω από όλα, ωστόσο, βρισκόταν η Αρχιτεκτονική. Η Αρχιτεκτονική και ο Άνθρωπος.
«Η εντοπία», έλεγε, «πρέπει να μεριμνά για την ευτυχία και την ευημερία του Ανθρώπου. Οφείλει να φροντίζει και τα πέντε στοιχεία του ανθρωπόκοσμου: τη φύση, τον άνθρωπο, την κοινωνία, τα κελύφη και τα δίκτυα. Οφείλει να εξασφαλίζει αυτήν τη σύνθεση». Ο ίδιος την εξασφάλισε σε όλα του σχεδόν τα έργα. Τον Άνθρωπο σκεφτόταν όταν σχεδίαζε κτίρια, οικισμούς και πολιτείες, από τα Άσπρα Σπίτια Βοιωτίας και το «Απολλώνιο» στο Πόρτο Ράφτη, μέχρι τη Βαγδάτη, την Τέμα της αφρικανικής Γκάνα, το Ισλαμαμπάντ (πρωτεύουσα του Πακιστάν), τον Λίβανο και κάμποσες περιοχές σε μεγάλες πόλεις των Ηνωμένων Πολιτειών (Μαϊάμι, Ουάσιγκτον, Μπρούκλιν, Ντιτρόιτ), για να αναφέρουμε ένα μονάχα μέρος από τα έργα του που είναι διασκορπισμένα στον κόσμο. Να ήταν άραγε τυχαίο το ότι από το 1954 και μέχρι τον θάνατό του, το 1975, διατελούσε σύμβουλος σαράντα περίπου κυβερνήσεων, καθώς και του ΟΗΕ και της Διεθνούς Τράπεζας, σε θέματα οικιστικής ανασυγκρότησης; Ασφαλώς και όχι: ελάχιστοι είναι οι πολεοδόμοι παγκοσμίως που έχουν να επιδείξουν κάτι τέτοιο στη διάρκεια του εικοστού αιώνα.
«Ελάχιστοι είναι οι πολεοδόμοι παγκοσμίως, το έργο των οποίων μπορεί να συγκριθεί ως προς τον αριθμό των ρυθμιστικών σχεδίων, ως προς τη διεθνή παρουσία, αλλά και ως προς τη θεματική ποικιλία των μελετών, με αυτό του Κωνσταντίνου Δοξιάδη», γράφει ο Αλέξανδρος-Ανδρέας Κύρτσης στο εισαγωγικό σημείωμα που περιλαμβάνεται στην έκδοση «Κωνσταντίνος Α. Δοξιάδης, Κείμενα, Σχέδια, Οικισμοί». Φυσικά, στο τέλος δεν απομένουν παρά οι άνθρωποι που γεύονται τα έργα. Και σήμερα είναι εκατομμύρια εκείνοι που περπατούν τις διαδρομές που σχεδίασε το Γραφείο Μελετών Δοξιάδη και τις οποίες διηύθυνε ο ίδιος από το στρατηγείο του στην πλαγιά του Λυκαβηττού.
Δυνατός και θαρραλέος έμελλε να παραμείνει μέχρι το τέλος, παρά τα σοβαρά προβλήματα που του προκάλεσε μια πολύ σπάνια ασθένεια (πλάγια αμυοτροφική σκλήρυνση), που μέσα σε τρία χρόνια τον οδήγησε σε ολική παράλυση και τελικά στον θάνατο. Ακόμα και τότε, δεν έδειξε ποτέ να χάνει το κουράγιο του, και με το ακατάπαυστο γράψιμο προσπαθούσε να ξορκίζει τη μαύρη, φευγαλέα σκιά που τον είχε πάρει στο κατόπι. Και κάπως έτσι, αξιοπρεπής και γενναίος, και κρατώντας σημειώσεις γύρω από τη φοβερή αρρώστια ώστε να βοηθήσει τους μελλοντικούς ερευνητές, έσβησε στο σπίτι του, στην Αθήνα, το πρωί της 28ης Ιουνίου του 1975.
Στις παρυφές της τέχνης
Στη διάρκεια της τεράστιας πορείας του ο Κωνσταντίνος Δοξιάδης γνώρισε την αποθέωση, γεύτηκε τον φθόνο, βίωσε τον θαυμασμό και, πάνω από όλα, είδε απλούς ανθρώπους να τον ευγνωμονούν επειδή τους βοήθησε χωρίς αμοιβή. Ο ίδιος, ωστόσο, έλεγε πάντα ότι το καλύτερο κομπλιμέντο για τη δουλειά του το άκουσε από έναν πολύ στενό του φίλο, τον Γιάννη Τσαρούχη. Όταν του έδειξε τα γραφεία, που είχε σχεδιάσει για τον Όμιλο Δοξιάδη, τον ρώτησε πώς του φαινόταν η αρχιτεκτονική του χώρου. «Ποια αρχιτεκτονική;» του είπε ο Τσαρούχης.
Παγκόσμια αναγνώριση
Το πιο εντυπωσιακό μέρος της πορείας του Δοξιάδη έχει να κάνει με το ότι σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, κατά τη δεκαετία του ’50, κατάφερε να ανέλθει στο διεθνές στερέωμα και να παραμείνει σε αυτό ως μια μεγάλη μορφή της ιστορίας της πολεοδομίας. Όταν ξεκίνησε η απογείωση της σταδιοδρομίας του, το 1954, ήταν σαράντα ενός ετών, και μέχρι τον θάνατό του το όνομά του συνδέθηκε με αναρίθμητους οικισμούς και νέες ή παλαιές πόλεις. Τα έργα που σχεδίασε και υλοποίησε αναμόρφωσαν ή έδωσαν ζωή σε μικρότερους οικισμούς, σε κοινότητες και πανεπιστημιουπόλεις, δημιούργησαν πρωτεύουσες και καθόρισαν το μέλλον μεγαλουπόλεων, ενώ είχαν επιπτώσεις με μεγάλο χρονικό βάθος στην εξέλιξη του χώρου περιφερειών σε χώρες διαφορετικών επιπέδων οικονομικής ανάπτυξης ή και του συνόλου του εθνικού γεωγραφικού χώρου αναπτυσσόμενων χωρών. Και ίσως να μην υπάρχει άλλος πολεοδόμος η δουλειά του οποίου να έχει επηρεάσει την ζωή τόσο πολλών ανθρώπων και το μέλλον τόσο πολλών κοινωνιών.