Η Ιστορία καμιά φορά επαναλαμβάνεται Του παρασκηνίου και της αποστασίας που οδήγησε στην απομάκρυνση από τον Κωνσταντίνο της νόμιμης κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου, το καλοκαίρι του 1965, είχε προηγηθεί μια άγνωστη, παρόμοια, σχεδόν καρμπόν ιστορία, είκοσι χρόνια νωρίτερα που είχε οδηγήσει στην ανατροπή της κυβέρνησης του Νικολάου Πλαστήρα, με τους ίδιους σχεδόν πρωταγωνιστές και με τον ίδιο τρόπο: με την υπονόμευσή της από τα παρασκήνια.
Στις 3 Ιανουαρίου 1945 ορκίσθηκε η νέα κυβέρνηση υπό τον Νικόλαο Πλαστήρα, που αντικατέστησε την κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου.
Την άνοιξη του 1944, οι Βρετανοί είχαν διορίσει πρωθυπουργό της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης τον Γ. Παπανδρέου, στον οποίο είχαν υποσχεθεί την αμέριστη συμπαράστασή τους.
Αλλά η ένοπλη σύγκρουση του Δεκέμβρη του 1944 είχε υποχρεώσει την αγγλική πλευρά να τον αντικαταστήσει
Παρά τις αντιρρήσεις του Γεωργίου Β', που έφερε το στίγμα της επιβολής της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου του '36, ο Βρετανός πρωθυπουργός Γουίνστον Τσόρτσιλ κατάφερε να διορίσει τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών, Δαμασκηνό, αντιβασιλέα της Ελλάδας και την ίδια περίοδο να προωθηθεί ο στρατηγός Πλαστήρας στην πρωθυπουργία της χώρας.
Τόσο ο Γ. Παπανδρέου όσο ο Δαμασκηνός και ο Πλαστήρας ανήκαν στον παλιό φιλελεύθερο, βενιζελικό χώρο.
Επειδή ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός είχε το ίδιο κατά κόσμο επίθετο με τον Παπανδρέου (ονομαζόταν Παπανδρέου Δημήτριος), ο Βρετανός πρεσβευτής στην Αθήνα, Ρέτζιναλντ Λίπερ, τηλεγράφησε στην κυβέρνησή του: «Ο Παπανδρέου απέθανε. Ζήτω ο Παπανδρέου». Μια έκφραση που αντιστοιχούσε στη γαλλική μοναρχική ρήση: «Ο βασιλεύς απέθανε. Ζήτω ο βασιλεύς». Ο Λίπερ ήθελε απλώς να εκφράσει τη συνέχεια της βρετανικής επιρροής στην Ελλάδα, που εκδηλωνόταν με τη στενή συνεργασία των Βρετανών με τον αντιβασιλέα - αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό, που άλλωστε είχαν συμβάλει αποφασιστικά στην ανάδειξή του. Λόγω της μεγάλης ανόδου της κομμουνιστικής αριστεράς την περίοδο της Κατοχής, ένα μεγάλο τμήμα του κεντρώου φιλελεύθερου χώρου συνεργαζόταν στενά με τη Βρετανία -κάτι που βέβαια ίσχυε και προπολεμικά. Οι Βρετανοί επιδίωκαν να επαναφέρουν την επιρροή τους όχι μόνο στρατιωτικά αλλά και με πολιτικό τρόπο.
Το κλιμάκιο της βρετανικής υπηρεσίας Πολιτικού και Ψυχολογικού Πολέμου (προπαγάνδας) που στάλθηκε στην Ελλάδα μετονομάστηκε σε «Συμμαχική Υπηρεσία Πληροφοριών» (AIS - Allied Information Service) και οι πρώτοι εκπρόσωποί της έφτασαν στην Ελλάδα αμέσως μετά την απελευθέρωση της Αθήνας, στις 16 Οκτωβρίου 1944. Η AIS ανέλαβε καθήκοντα στο αρχηγείο του στρατηγού Σκόμπι, στο Τρίτο Σώμα του βρετανικού στρατού, «για τον έλεγχο και την καθοδήγηση της κοινής γνώμης στην Ελλάδα».
Την επομένη της άφιξής του στην Ελλάδα, το τμήμα της AIS εξέδωσε το πρώτο ημερήσιο ενημερωτικό φυλλάδιό της και πολύ σύντομα άρχισε να συνεργάζεται με την ελληνική κυβέρνηση και ήλθε «σε επαφή με τον Τύπο, τους υπεύθυνους του ραδιοφώνου όπως και με το συνδικάτο των ιδιοκτητών κινηματογράφων».(1)
Στις 6 Απριλίου 1945 η AIS άλλαξε όνομα και αποκαλούνταν επίσημα πλέον Αγγλο-ελληνική Υπηρεσία Πληροφοριών (AGIS).
Σε αυτή την υπηρεσία εντάχθηκε μεταξύ άλλων και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Αλλά για να υποστηριχθεί καλύτερα ο αντιβασιλέας, θα έπρεπε να ενισχυθεί και η επιρροή στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης, ιδιαίτερα η παρουσία στο χώρο του Τύπου που επηρεάζει την κοινή γνώμη.
Τις πρώτες ημέρες του 1945, ο Βρετανός πρεσβευτής Λίπερ ενημέρωσε την κυβέρνησή του ότι ο Γ. Καρτάλης «εξασφάλισε» την εφημερίδα «Ελευθερία» του Πάνου Κόκκα για την υποστήριξή του όπως και «των απόψεων του Δαμασκηνού», που συνέπλεαν με εκείνες των Βρετανών.
Ο Λίπερ πληροφόρησε τον Τσόρτσιλ ότι η γραμμή της «Ελευθερίας» θα ήταν «αντικομμουνιστική της αριστεράς» και χρηματοδότης της θα ήταν «ένα νεαρό μέλος της οικογένειας Μπενάκη της γνωστής φίρμας βαμβακιού στην Αλεξάνδρεια». (2)
Με τον Πάνο Κόκκα εκδότη της «Ελευθερίας» είχε στενό προσωπικό και πολιτικό σύνδεσμο ο Κ. Μητσοτάκης, που την εφημερίδα του ενίσχυε «γενναιόδωρα και πλουσιοπάροχα».(3)
Η «Ελευθερία» είχε προσλάβει αρκετούς δημοκρατικούς δημοσιογράφους, που ήταν αμέτοχοι των τεκταινομένων στα παρασκήνια, τότε που ο εκδότης της εφημερίδας έκανε στροφές και ελιγμούς για να βρεθεί σε αρμονία με συγκεκριμένα κέντρα αποφάσεων.
Από τον Φεβρουάριο του 1945 οι Βρετανοί είχαν αρχίσει ν' ανησυχούν από διάφορες αντιδράσεις και πιθανές τάσεις ανεξαρτησίας του Πλαστήρα και συζητούσαν διακριτικά την απομάκρυνσή του.
Στις 17 Μαρτίου 1945 ο Τσόρτσιλ σε άκρως απόρρητο μήνυμα προς τον υπουργό του των Εξωτερικών έγραψε:
«Συμφωνώ ότι θα πρέπει να ειπωθεί στον Λίπερ να εργαστεί για την έξωση του Πλαστήρα σε συνεργασία με την Αυτού Μακαριότητα (τον αντιβασιλέα Δαμασκηνό). Είναι σημαντικό να βιαστούμε».
Ο Λίπερ και ο Δαμασκηνός ήδη συνεργάζονταν από τα παρασκήνια για την αντικατάσταση του Πλαστήρα.
Ένα μήνα πριν από την πτώση του Πλαστήρα, ο Δαμασκηνός είχε καθορίσει τα νέα πρόσωπα που θα αναλάμβαναν υπουργικούς θώκους υπό τον ναύαρχο Πέτρο Βούλγαρη.
Οι Βρετανοί ανέσυραν μια παλιά επιστολή του Πλαστήρα, που δημοσιεύτηκε στη δεξιά εφημερίδα «Ελληνικόν Αίμα», που κατηγορούσε τον πρωθυπουργό για φιλο-γερμανισμό.
Αλλά ο Πλαστήρας αντιτεκόταν, αρνήθηκε αρχικά να παραιτηθεί και στον Αμερικανό πρεσβευτή Μακβέι εκμυστηρεύτηκε αφελώς την πεποίθησή του ότι η Φιλελεύθερη παράταξη θα τον υποστήριζε. Αλλά την επομένη, η πρωινή εφημερίδα «Ελευθερία», που εθεωρείτο η πιο αντιπροσωπευτική εφημερίδα «των απόψεων του Δαμασκηνού», ζήτησε ανοιχτά την παραίτησή του Πλαστήρα. (4)
Έτσι ο Π. Κόκκας και οι φίλοι του συνταυτίζονταν με τη βρετανική πολιτική.
Ο Πλαστήρας τελικά υποχρεώθηκε σε παραίτηση.
Είκοσι περίπου χρόνια αργότερα συνέβη το ίδιο με τον πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου, όταν το ελληνικό, αμερικανικό και βρετανικό κατεστημένο θέλησαν την πτώση της κυβέρνησής του, που είχε λάβει το 1964 το 52,72% των ψήφων στις γενικές βουλευτικές εκλογές.
Οι ίδιοι μοχλοί πίεσης κινητοποιήθηκαν, παράλληλα με άλλους.
Το σχέδιο του Κωνσταντίνου για την ανατροπή του Γεωργίου Παπανδρέου είχε εκπονηθεί αρκετούς μήνες προτού πραγματοποιηθεί, σχέδιο που το κλιμάκιο της CIA στην Αθήνα απέστειλε στην αμερικανική κυβέρνηση και διανεμήθηκε στις διάφορες κυβερνητικές υπηρεσίες στις 21.1.1965 (δηλ. η σύνταξη της έκθεσης είχε γίνει ήδη πριν από τη συγκεκριμένη ημερομηνία). Έπρεπε να προετοιμαστεί το έδαφος και να χειραγωγηθεί η κοινή γνώμη στο μέτρο του δυνατού. Και σ' αυτή την επιχείρηση χειραγώγησης χρησιμοποιήθηκε και πάλι η «Ελευθερία» του Π. Κόκκα. Η έκθεση της CIA σημείωσε:
«Το σχέδιο του βασιλέως να εξαναγκάσει σε παραίτηση του Παπανδρέου περιλαμβάνει μια σειρά επιθέσεων εναντίον του πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου και του υιού του Ανδρέα μέσω του Πάνου Κόκκα, ο οποίος εδήλωσε σε διαφορετική πηγή ότι συμφωνεί να λάβει θέση εναντίον του Παπανδρέου εφόσον ο υπουργός Οικονομικών Κωνσταντίνος Μητσοτάκης αναλάβει ως υπουργός Συντονισμού ή ως αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως επί οικονομικών θεμάτων σε μια νέα κυβέρνηση. Τις λεπτομέρειες επεξεργάζονται ήδη μεταξύ τους ο βασιλιάς και ο Κόκκας».
Ενάμιση μήνα πριν
Ανάλογη ενημέρωση στην κυβέρνησή του έκανε και ο Βρετανός πρεσβευτής στην Αθήνα Ραλφ Μάρεϊ στις 26 Απριλίου 1965, ενάμιση περίπου μήνα πριν από την ανατροπή του Γ. Παπανδρέου, τονίζοντας ότι ένα τμήμα της Ενώσεως Κέντρου θα αποσχιστεί και θα ρίξει την κυβέρνηση, που θα χάσει έτσι την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή. Ο Μάρεϊ υπογράμμισε τον ιδιαίτερο ρόλο που θα είχε ο Μητσοτάκης σ' αυτή την επιχείρηση, αν πρόσφερε τις υπηρεσίες του, γιατί είχε «μεγάλο δίκτυο επιρροών και ισχυρούς χρηματοδότες».
Και λίγο μετά την πτώση της κυβέρνησης της Ενώσεως Κέντρου, ο Μάρεϊ θα επισημάνει ότι η καλύτερη λύση «για την Ελλάδα και τους συμμάχους της ήταν μια Ενωσις Κέντρου διαιρεμένη» ώστε να υπερνικηθούν «το γεροντικό πείσμα του ηγέτη της και οι συνοδοιποριακές ιδιορρυθμίες του συνωμοτούντος γιου του». Βέβαια «ακόμα πιο σοβαρή είναι η προοπτική επιστροφής της αντιπολίτευσης στην εξουσία και οι συνέπειες» που αυτή θα έχει σε περίπτωση διεξαγωγής νέων εκλογών που σ' ένα δημοκρατικό πολίτευμα θα έπρεπε να διεξαχθούν αργά ή γρήγορα.(5)
Για τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης και κυρίως για την ενδυνάμωση της αντικομμουνιστικής ψύχωσης που κυριαρχούσε εκείνη την εποχή χρησιμοποιήθηκαν διάφοροι τρόποι, ανάμεσά τους και το «σαμποτάζ» στον Εβρο από τον πρωτεργάτη του πραξικοπήματος του 1967, αντισυνταγματάρχη Γεώργιο Παπαδόπουλο. Ετσι, στις αρχές του καλοκαιριού του 1965 απλοί στρατιώτες βασανίστηκαν σε μονάδα του Εβρου προσωπικά από τον Γ. Παπαδόπουλο και άλλους για να «ομολογήσουν ένα κομμουνιστικό σαμποτάζ», ανύπαρκτο στην πραγματικότητα, που θα χρησιμοποιηθεί από τον αντιπολιτευόμενο την Ενωση Κέντρου Τύπο που πρόβαλλε «εντυπωσιακές ιστορίες» για τον κομμουνιστικό κίνδυνο και την «απειθαρχία στις Ενοπλες Δυνάμεις».
Η βρετανική πρεσβεία πίστευε ότι το θέμα είχε «χονδροειδώς μεγαλοποιηθεί».
Λίγο μετά το σαμποτάζ του Εβρου, που είχε οργανώσει μεθοδικά ο Γ. Παπαδόπουλος, η κυβέρνηση της Ενώσεως Κέντρου ανετράπη με παρέμβαση του Κωνσταντίνου. Είχε ήδη προετοιμαστει μια ομάδα βουλευτών και στελεχών της να αποχωρήσουν από το κόμμα τους. Χρησιμοποιήθηκαν διάφορα μέσα προσέλκυσης βουλευτών της Ενώσεως Κέντρου από τους ανακτορικούς κύκλους, τους Αμερικανούς και τους Αγγλους.
Ο τότε αρχηγός της ΕΡΕ, Π. Κανελλόπουλος, που υποστήριξε την αποσκίρτηση βουλευτών από την Ενωση Κέντρου και την αποστασία τους σε επιστολή του προς τον Κωνσταντίνο, τόνισε ότι η προσπάθεια για την εναντίωση των βουλευτών προς τον αρχηγό τους Γ. Παπανδρέου προς επίτευξη μιας νέας πλειοψηφίας στο Κοινοβούλιο «έγινε με εξαγορά συνειδήσεων» και «εδόθη εις τον λαόν μας» και «ιδίως εις την ταλαντευομένην και δύσπιστον απέναντι όλων μας νεολαίαν το φοβερόν παράδειγμα της εξαγοράς βουλευτών με τον υπουργικόν θώκον ή και με άλλα ακατανόμαστα μέσα, που τα επληροφορήθην εξωδίκως αργότερα».
Πρόσφατα, στις 12 Μαΐου, ο Μητσοτάκης μίλησε σε εκπομπή του τηλεοπτικού σταθμού «Alter» και ισχυρίστηκε ότι η έκθεση της CIA που προαναφέραμε, αν και δεν την αμφισβήτησε, ήταν «ενός πράκτορα» της υπηρεσίας αυτής. Κάτι που βέβαια δεν είναι αλήθεια, αφού εγκρίθηκε από τον κεντρικό σταθμό της CIA και στάλθηκε στον Αμερικανό πρόεδρο της εποχής Λίντον Τζόνσον και δικαιώθηκε 100% ιστορικά.
Ο Μητσοτάκης παραδέχτηκε ότι υπάρχει «πλούσιο παρασκήνιο» περί την αποστασία και τόνισε σε επιστολή του ότι δεν το αποκάλυψε γιατί δεν τον αφορούσε. Δηλαδή, για την καταγραφή της ιστορικής περιόδου του '60 όταν δεν μας αφορά, δεν πρέπει να καταθέτουμε τα όσα στοιχεία γνωρίζουμε για να τη φωτίσουμε καλύτερα; Μας αφορά μόνο ό,τι μας βοηθά ή συμβάλλει στην προσωπική μας δικαίωση;
Το παρασκήνιο για την προσπάθεια να σταθεί στη Βουλή μια κυβέρνηση υπό τον Στ. Στεφανόπουλο δεν έχει ενδιαφέρον; Για παράδειγμα, στις αρχές Αυγούστου του 1965 ο βουλευτής της Ενώσεως Κέντρου -που είχε αποσκιρτήσει- Γιάννης Τσουδερός, επισκέφτηκε τον υπαρχηγό της αμερικανικής διπλωματικής αποστολής στην Αθήνα, Νόρμπερτ Ανσουτζ, και τον ενημέρωσε ότι μόλις είχε φύγει από μια συνάντηση όπου ο Μητσοτάκης, ο Τσιριμώκος και ο Παπαπολίτης «εργάζονταν πολύ σκληρά να πείσουν τον Στεφανόπουλο» να συνεχίσει την προσπάθειά του για το σχηματισμό κυβέρνησης που θα έπαιρνε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Για την επίτευξη αυτού του στόχου ζητήθηκε η βοήθεια της αμερικανικής πρεσβείας, που την πρόσφερε ανεπιφύλαχτα ώστε να καμφθούν οι αμφιβολίες του Στ. Στεφανόπουλου. (7)
Η πρεσβεία των ΗΠΑ
Στη διάρκεια της συνέντευξής του στο «Alter» ο τέως πρωθυπουργός αμφισβήτησε επίσης τη δαπάνη χρημάτων από μυστικά, ελληνικά ή ξένα, κονδύλια για την εδραίωση μιας κυβέρνησης των αποκαλούμενων αποστατών.
Όμως, Αμερικανός εκπρόσωπος πίστευε ότι «μέσα στα όρια των διαθέσιμων πόρων της, η πρεσβεία (ΗΠΑ) είχε προσφέρει τη μέγιστη υποστήριξη στον Νόβα και τον Στεφανόπουλο με την εχεμύθεια που προσπαθήσαμε να διατηρήσουμε». (8)
Προσεγγίζοντας την ανατροπή του Ν. Πλαστήρα το 1945 και του Γ. Παπανδρέου το 1965 διαπιστώνουμε, για διάφορους λόγους, μια ιδιαίτερη παρουσία του ξένου παράγοντα στις ελληνικές υποθέσεις που συνδέεται με διάφορους πολιτικούς, διαφόρων πολιτικών τάσεων, και οπωσδήποτε και με τον Κ. Μητσοτάκη και τον Π. Κόκκα.
Στις 3 Ιανουαρίου 1945 ορκίσθηκε η νέα κυβέρνηση υπό τον Νικόλαο Πλαστήρα, που αντικατέστησε την κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου.
Την άνοιξη του 1944, οι Βρετανοί είχαν διορίσει πρωθυπουργό της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης τον Γ. Παπανδρέου, στον οποίο είχαν υποσχεθεί την αμέριστη συμπαράστασή τους.
Αλλά η ένοπλη σύγκρουση του Δεκέμβρη του 1944 είχε υποχρεώσει την αγγλική πλευρά να τον αντικαταστήσει
Παρά τις αντιρρήσεις του Γεωργίου Β', που έφερε το στίγμα της επιβολής της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου του '36, ο Βρετανός πρωθυπουργός Γουίνστον Τσόρτσιλ κατάφερε να διορίσει τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών, Δαμασκηνό, αντιβασιλέα της Ελλάδας και την ίδια περίοδο να προωθηθεί ο στρατηγός Πλαστήρας στην πρωθυπουργία της χώρας.
Τόσο ο Γ. Παπανδρέου όσο ο Δαμασκηνός και ο Πλαστήρας ανήκαν στον παλιό φιλελεύθερο, βενιζελικό χώρο.
Επειδή ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός είχε το ίδιο κατά κόσμο επίθετο με τον Παπανδρέου (ονομαζόταν Παπανδρέου Δημήτριος), ο Βρετανός πρεσβευτής στην Αθήνα, Ρέτζιναλντ Λίπερ, τηλεγράφησε στην κυβέρνησή του: «Ο Παπανδρέου απέθανε. Ζήτω ο Παπανδρέου». Μια έκφραση που αντιστοιχούσε στη γαλλική μοναρχική ρήση: «Ο βασιλεύς απέθανε. Ζήτω ο βασιλεύς». Ο Λίπερ ήθελε απλώς να εκφράσει τη συνέχεια της βρετανικής επιρροής στην Ελλάδα, που εκδηλωνόταν με τη στενή συνεργασία των Βρετανών με τον αντιβασιλέα - αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό, που άλλωστε είχαν συμβάλει αποφασιστικά στην ανάδειξή του. Λόγω της μεγάλης ανόδου της κομμουνιστικής αριστεράς την περίοδο της Κατοχής, ένα μεγάλο τμήμα του κεντρώου φιλελεύθερου χώρου συνεργαζόταν στενά με τη Βρετανία -κάτι που βέβαια ίσχυε και προπολεμικά. Οι Βρετανοί επιδίωκαν να επαναφέρουν την επιρροή τους όχι μόνο στρατιωτικά αλλά και με πολιτικό τρόπο.
Το κλιμάκιο της βρετανικής υπηρεσίας Πολιτικού και Ψυχολογικού Πολέμου (προπαγάνδας) που στάλθηκε στην Ελλάδα μετονομάστηκε σε «Συμμαχική Υπηρεσία Πληροφοριών» (AIS - Allied Information Service) και οι πρώτοι εκπρόσωποί της έφτασαν στην Ελλάδα αμέσως μετά την απελευθέρωση της Αθήνας, στις 16 Οκτωβρίου 1944. Η AIS ανέλαβε καθήκοντα στο αρχηγείο του στρατηγού Σκόμπι, στο Τρίτο Σώμα του βρετανικού στρατού, «για τον έλεγχο και την καθοδήγηση της κοινής γνώμης στην Ελλάδα».
Την επομένη της άφιξής του στην Ελλάδα, το τμήμα της AIS εξέδωσε το πρώτο ημερήσιο ενημερωτικό φυλλάδιό της και πολύ σύντομα άρχισε να συνεργάζεται με την ελληνική κυβέρνηση και ήλθε «σε επαφή με τον Τύπο, τους υπεύθυνους του ραδιοφώνου όπως και με το συνδικάτο των ιδιοκτητών κινηματογράφων».(1)
Στις 6 Απριλίου 1945 η AIS άλλαξε όνομα και αποκαλούνταν επίσημα πλέον Αγγλο-ελληνική Υπηρεσία Πληροφοριών (AGIS).
Σε αυτή την υπηρεσία εντάχθηκε μεταξύ άλλων και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Αλλά για να υποστηριχθεί καλύτερα ο αντιβασιλέας, θα έπρεπε να ενισχυθεί και η επιρροή στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης, ιδιαίτερα η παρουσία στο χώρο του Τύπου που επηρεάζει την κοινή γνώμη.
Τις πρώτες ημέρες του 1945, ο Βρετανός πρεσβευτής Λίπερ ενημέρωσε την κυβέρνησή του ότι ο Γ. Καρτάλης «εξασφάλισε» την εφημερίδα «Ελευθερία» του Πάνου Κόκκα για την υποστήριξή του όπως και «των απόψεων του Δαμασκηνού», που συνέπλεαν με εκείνες των Βρετανών.
Ο Λίπερ πληροφόρησε τον Τσόρτσιλ ότι η γραμμή της «Ελευθερίας» θα ήταν «αντικομμουνιστική της αριστεράς» και χρηματοδότης της θα ήταν «ένα νεαρό μέλος της οικογένειας Μπενάκη της γνωστής φίρμας βαμβακιού στην Αλεξάνδρεια». (2)
Με τον Πάνο Κόκκα εκδότη της «Ελευθερίας» είχε στενό προσωπικό και πολιτικό σύνδεσμο ο Κ. Μητσοτάκης, που την εφημερίδα του ενίσχυε «γενναιόδωρα και πλουσιοπάροχα».(3)
Η «Ελευθερία» είχε προσλάβει αρκετούς δημοκρατικούς δημοσιογράφους, που ήταν αμέτοχοι των τεκταινομένων στα παρασκήνια, τότε που ο εκδότης της εφημερίδας έκανε στροφές και ελιγμούς για να βρεθεί σε αρμονία με συγκεκριμένα κέντρα αποφάσεων.
Από τον Φεβρουάριο του 1945 οι Βρετανοί είχαν αρχίσει ν' ανησυχούν από διάφορες αντιδράσεις και πιθανές τάσεις ανεξαρτησίας του Πλαστήρα και συζητούσαν διακριτικά την απομάκρυνσή του.
Στις 17 Μαρτίου 1945 ο Τσόρτσιλ σε άκρως απόρρητο μήνυμα προς τον υπουργό του των Εξωτερικών έγραψε:
«Συμφωνώ ότι θα πρέπει να ειπωθεί στον Λίπερ να εργαστεί για την έξωση του Πλαστήρα σε συνεργασία με την Αυτού Μακαριότητα (τον αντιβασιλέα Δαμασκηνό). Είναι σημαντικό να βιαστούμε».
Ο Λίπερ και ο Δαμασκηνός ήδη συνεργάζονταν από τα παρασκήνια για την αντικατάσταση του Πλαστήρα.
Ένα μήνα πριν από την πτώση του Πλαστήρα, ο Δαμασκηνός είχε καθορίσει τα νέα πρόσωπα που θα αναλάμβαναν υπουργικούς θώκους υπό τον ναύαρχο Πέτρο Βούλγαρη.
Οι Βρετανοί ανέσυραν μια παλιά επιστολή του Πλαστήρα, που δημοσιεύτηκε στη δεξιά εφημερίδα «Ελληνικόν Αίμα», που κατηγορούσε τον πρωθυπουργό για φιλο-γερμανισμό.
Αλλά ο Πλαστήρας αντιτεκόταν, αρνήθηκε αρχικά να παραιτηθεί και στον Αμερικανό πρεσβευτή Μακβέι εκμυστηρεύτηκε αφελώς την πεποίθησή του ότι η Φιλελεύθερη παράταξη θα τον υποστήριζε. Αλλά την επομένη, η πρωινή εφημερίδα «Ελευθερία», που εθεωρείτο η πιο αντιπροσωπευτική εφημερίδα «των απόψεων του Δαμασκηνού», ζήτησε ανοιχτά την παραίτησή του Πλαστήρα. (4)
Έτσι ο Π. Κόκκας και οι φίλοι του συνταυτίζονταν με τη βρετανική πολιτική.
Ο Πλαστήρας τελικά υποχρεώθηκε σε παραίτηση.
Είκοσι περίπου χρόνια αργότερα συνέβη το ίδιο με τον πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου, όταν το ελληνικό, αμερικανικό και βρετανικό κατεστημένο θέλησαν την πτώση της κυβέρνησής του, που είχε λάβει το 1964 το 52,72% των ψήφων στις γενικές βουλευτικές εκλογές.
Οι ίδιοι μοχλοί πίεσης κινητοποιήθηκαν, παράλληλα με άλλους.
Το σχέδιο του Κωνσταντίνου για την ανατροπή του Γεωργίου Παπανδρέου είχε εκπονηθεί αρκετούς μήνες προτού πραγματοποιηθεί, σχέδιο που το κλιμάκιο της CIA στην Αθήνα απέστειλε στην αμερικανική κυβέρνηση και διανεμήθηκε στις διάφορες κυβερνητικές υπηρεσίες στις 21.1.1965 (δηλ. η σύνταξη της έκθεσης είχε γίνει ήδη πριν από τη συγκεκριμένη ημερομηνία). Έπρεπε να προετοιμαστεί το έδαφος και να χειραγωγηθεί η κοινή γνώμη στο μέτρο του δυνατού. Και σ' αυτή την επιχείρηση χειραγώγησης χρησιμοποιήθηκε και πάλι η «Ελευθερία» του Π. Κόκκα. Η έκθεση της CIA σημείωσε:
«Το σχέδιο του βασιλέως να εξαναγκάσει σε παραίτηση του Παπανδρέου περιλαμβάνει μια σειρά επιθέσεων εναντίον του πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου και του υιού του Ανδρέα μέσω του Πάνου Κόκκα, ο οποίος εδήλωσε σε διαφορετική πηγή ότι συμφωνεί να λάβει θέση εναντίον του Παπανδρέου εφόσον ο υπουργός Οικονομικών Κωνσταντίνος Μητσοτάκης αναλάβει ως υπουργός Συντονισμού ή ως αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως επί οικονομικών θεμάτων σε μια νέα κυβέρνηση. Τις λεπτομέρειες επεξεργάζονται ήδη μεταξύ τους ο βασιλιάς και ο Κόκκας».
Ενάμιση μήνα πριν
Ανάλογη ενημέρωση στην κυβέρνησή του έκανε και ο Βρετανός πρεσβευτής στην Αθήνα Ραλφ Μάρεϊ στις 26 Απριλίου 1965, ενάμιση περίπου μήνα πριν από την ανατροπή του Γ. Παπανδρέου, τονίζοντας ότι ένα τμήμα της Ενώσεως Κέντρου θα αποσχιστεί και θα ρίξει την κυβέρνηση, που θα χάσει έτσι την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή. Ο Μάρεϊ υπογράμμισε τον ιδιαίτερο ρόλο που θα είχε ο Μητσοτάκης σ' αυτή την επιχείρηση, αν πρόσφερε τις υπηρεσίες του, γιατί είχε «μεγάλο δίκτυο επιρροών και ισχυρούς χρηματοδότες».
Και λίγο μετά την πτώση της κυβέρνησης της Ενώσεως Κέντρου, ο Μάρεϊ θα επισημάνει ότι η καλύτερη λύση «για την Ελλάδα και τους συμμάχους της ήταν μια Ενωσις Κέντρου διαιρεμένη» ώστε να υπερνικηθούν «το γεροντικό πείσμα του ηγέτη της και οι συνοδοιποριακές ιδιορρυθμίες του συνωμοτούντος γιου του». Βέβαια «ακόμα πιο σοβαρή είναι η προοπτική επιστροφής της αντιπολίτευσης στην εξουσία και οι συνέπειες» που αυτή θα έχει σε περίπτωση διεξαγωγής νέων εκλογών που σ' ένα δημοκρατικό πολίτευμα θα έπρεπε να διεξαχθούν αργά ή γρήγορα.(5)
Για τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης και κυρίως για την ενδυνάμωση της αντικομμουνιστικής ψύχωσης που κυριαρχούσε εκείνη την εποχή χρησιμοποιήθηκαν διάφοροι τρόποι, ανάμεσά τους και το «σαμποτάζ» στον Εβρο από τον πρωτεργάτη του πραξικοπήματος του 1967, αντισυνταγματάρχη Γεώργιο Παπαδόπουλο. Ετσι, στις αρχές του καλοκαιριού του 1965 απλοί στρατιώτες βασανίστηκαν σε μονάδα του Εβρου προσωπικά από τον Γ. Παπαδόπουλο και άλλους για να «ομολογήσουν ένα κομμουνιστικό σαμποτάζ», ανύπαρκτο στην πραγματικότητα, που θα χρησιμοποιηθεί από τον αντιπολιτευόμενο την Ενωση Κέντρου Τύπο που πρόβαλλε «εντυπωσιακές ιστορίες» για τον κομμουνιστικό κίνδυνο και την «απειθαρχία στις Ενοπλες Δυνάμεις».
Η βρετανική πρεσβεία πίστευε ότι το θέμα είχε «χονδροειδώς μεγαλοποιηθεί».
Λίγο μετά το σαμποτάζ του Εβρου, που είχε οργανώσει μεθοδικά ο Γ. Παπαδόπουλος, η κυβέρνηση της Ενώσεως Κέντρου ανετράπη με παρέμβαση του Κωνσταντίνου. Είχε ήδη προετοιμαστει μια ομάδα βουλευτών και στελεχών της να αποχωρήσουν από το κόμμα τους. Χρησιμοποιήθηκαν διάφορα μέσα προσέλκυσης βουλευτών της Ενώσεως Κέντρου από τους ανακτορικούς κύκλους, τους Αμερικανούς και τους Αγγλους.
Ο τότε αρχηγός της ΕΡΕ, Π. Κανελλόπουλος, που υποστήριξε την αποσκίρτηση βουλευτών από την Ενωση Κέντρου και την αποστασία τους σε επιστολή του προς τον Κωνσταντίνο, τόνισε ότι η προσπάθεια για την εναντίωση των βουλευτών προς τον αρχηγό τους Γ. Παπανδρέου προς επίτευξη μιας νέας πλειοψηφίας στο Κοινοβούλιο «έγινε με εξαγορά συνειδήσεων» και «εδόθη εις τον λαόν μας» και «ιδίως εις την ταλαντευομένην και δύσπιστον απέναντι όλων μας νεολαίαν το φοβερόν παράδειγμα της εξαγοράς βουλευτών με τον υπουργικόν θώκον ή και με άλλα ακατανόμαστα μέσα, που τα επληροφορήθην εξωδίκως αργότερα».
Πρόσφατα, στις 12 Μαΐου, ο Μητσοτάκης μίλησε σε εκπομπή του τηλεοπτικού σταθμού «Alter» και ισχυρίστηκε ότι η έκθεση της CIA που προαναφέραμε, αν και δεν την αμφισβήτησε, ήταν «ενός πράκτορα» της υπηρεσίας αυτής. Κάτι που βέβαια δεν είναι αλήθεια, αφού εγκρίθηκε από τον κεντρικό σταθμό της CIA και στάλθηκε στον Αμερικανό πρόεδρο της εποχής Λίντον Τζόνσον και δικαιώθηκε 100% ιστορικά.
Ο Μητσοτάκης παραδέχτηκε ότι υπάρχει «πλούσιο παρασκήνιο» περί την αποστασία και τόνισε σε επιστολή του ότι δεν το αποκάλυψε γιατί δεν τον αφορούσε. Δηλαδή, για την καταγραφή της ιστορικής περιόδου του '60 όταν δεν μας αφορά, δεν πρέπει να καταθέτουμε τα όσα στοιχεία γνωρίζουμε για να τη φωτίσουμε καλύτερα; Μας αφορά μόνο ό,τι μας βοηθά ή συμβάλλει στην προσωπική μας δικαίωση;
Το παρασκήνιο για την προσπάθεια να σταθεί στη Βουλή μια κυβέρνηση υπό τον Στ. Στεφανόπουλο δεν έχει ενδιαφέρον; Για παράδειγμα, στις αρχές Αυγούστου του 1965 ο βουλευτής της Ενώσεως Κέντρου -που είχε αποσκιρτήσει- Γιάννης Τσουδερός, επισκέφτηκε τον υπαρχηγό της αμερικανικής διπλωματικής αποστολής στην Αθήνα, Νόρμπερτ Ανσουτζ, και τον ενημέρωσε ότι μόλις είχε φύγει από μια συνάντηση όπου ο Μητσοτάκης, ο Τσιριμώκος και ο Παπαπολίτης «εργάζονταν πολύ σκληρά να πείσουν τον Στεφανόπουλο» να συνεχίσει την προσπάθειά του για το σχηματισμό κυβέρνησης που θα έπαιρνε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Για την επίτευξη αυτού του στόχου ζητήθηκε η βοήθεια της αμερικανικής πρεσβείας, που την πρόσφερε ανεπιφύλαχτα ώστε να καμφθούν οι αμφιβολίες του Στ. Στεφανόπουλου. (7)
Η πρεσβεία των ΗΠΑ
Στη διάρκεια της συνέντευξής του στο «Alter» ο τέως πρωθυπουργός αμφισβήτησε επίσης τη δαπάνη χρημάτων από μυστικά, ελληνικά ή ξένα, κονδύλια για την εδραίωση μιας κυβέρνησης των αποκαλούμενων αποστατών.
Όμως, Αμερικανός εκπρόσωπος πίστευε ότι «μέσα στα όρια των διαθέσιμων πόρων της, η πρεσβεία (ΗΠΑ) είχε προσφέρει τη μέγιστη υποστήριξη στον Νόβα και τον Στεφανόπουλο με την εχεμύθεια που προσπαθήσαμε να διατηρήσουμε». (8)
Προσεγγίζοντας την ανατροπή του Ν. Πλαστήρα το 1945 και του Γ. Παπανδρέου το 1965 διαπιστώνουμε, για διάφορους λόγους, μια ιδιαίτερη παρουσία του ξένου παράγοντα στις ελληνικές υποθέσεις που συνδέεται με διάφορους πολιτικούς, διαφόρων πολιτικών τάσεων, και οπωσδήποτε και με τον Κ. Μητσοτάκη και τον Π. Κόκκα.
- PREM 3/213/17, Λίπερ προς Ιντεν, 3.1.1945. Φ. Οικονομίδης, «Το Σύνδρομο του Οδυσσέα», σσ. 39,49
- Αρχεία Φ.Ο., FO 371/48233, R 155, Ιανουάριος 1945
- Οικονομίδης, «Πόλεμος, Διείσδυση και Προπαγάνδα», σελ. 173
- Τσόρτσιλ προς Ιντεν, 17.3.1945 - Εθνικά Αρχεία ΗΠΑ, 868,002/4-645 (ΜακΒέι) - «Ελλάδα ανάμεσα σε δυο κόσμους», σσ. 191-198
- Ενημερωτικό σημείωμα της CIA (Τα Νέα, 10.5.2008) - Ελευθεροτυπία (άρθρο του Β. Νέτα 13.5.2008), Μάρεϊ προς Φ. Οφις, 26.4.1945 - «Το σύνδρομο του Οδυσσέα», Μάρεϊ προς Φ. Οφις, 24.7.1965, σελ. 510
- Π. Κανελλόπουλος, «Ιστορικά Δοκίμια» σελ. 82
- Συνέντευξη του Κ. Μητσοτάκη στο Ν. Χατζηνικολάου, Alter, 12.5.2008 - Αμερικανικά Ντοκουμέντα, Ανσουτζ προς Στέιτ Ντιπάρτμεντ, 10.8.1965
- Ανσουτζ προς Στέιτ Ντιπάρτμεντ, 10.8.1965
Από τον Ανένδοτο στη δικτατορία
Παρακολούθησα τις εργασίες του συμποσίου του Ιδρύματος Μητσοτάκη, με θέμα «Από τον Ανένδοτο στη Δικτατορία», και ανεξάρτητα από τις όποιες επιφυλάξεις -και είναι πολλές- οφείλω να παραδεχθώ ότι αποτέλεσε αφορμή και πρόκληση για να προβληματιστούμε σοβαρά για την τόσο καθοριστική αυτή περίοδο της πρόσφατης ιστορίας μας. Κατέθεσα, στο κλείσιμο του συμποσίου, την άποψη ότι, τόσο αυτό όσο και ο γενικότερος δημόσιος διάλογος που διεξάγεται στη χώρα μας για την περίοδο αυτή, παρουσιάζει ένα μεγάλο κενό και αυτό αφορά τον ρόλο του πατέρα μου, του αείμνηστου Γεωργίου Μαύρου. Πρώτος βουλευτής Αθηνών και πρώτος τη τάξει υπουργός Συντονισμού της κυβέρνησης Γεωργίου Παπανδρέου, ο πατέρας μου εξωθείται σε διπλή παραίτηση δύο μόλις μήνες μετά τον σχηματισμό της για να αναλάβει τη διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας. Οι απόψεις για τους λόγους της παραίτησης διίστανται ως προς την αξιολόγηση της σοβαρότητας των διενέξεων Μαύρου-Μητσοτάκη, τότε υπουργού Οικονομικών, και Μαύρου-Ανδρέα Παπανδρέου, υπουργού Προεδρίας. Το σίγουρο, πάντως, είναι ότι ο πρωθυπουργός αδυνατούσε να παράσχει την απαιτούμενη «κάλυψη» στον υπουργό του, να διαχωρίσει σαφώς τις αρμοδιότητες των δύο οικονομικών υπουργείων και να ελέγξει τον γιο του. Σίγουρο είναι, επίσης, ότι για τη θέση του διοικητού της πανίσχυρης τότε Εθνικής Τράπεζας έριζαν τα δύο γνωστά εκδοτικά συγκροτήματα που υποστήριζαν την Ένωση Κέντρου,προωθώντας το καθένα τους δικούς του υποψηφίους. Δεν έχει τόση σημασία αν η ανάληψη της διοίκησης της Εθνικής έγινε κατόπιν πρωτοβουλίας του ιδίου ή αν αυτό ήταν μέρος σχεδίου για να βγει από τη μέση ο Μαύρος, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για την άνοδο του Ανδρέα, ο οποίος ανέλαβε ευθύς αμέσως αναπληρωτής υπουργός Συντονισμού. Σημασία έχει ότι η απουσία του Μαύρου από τη Βουλή και από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της Ενωσης Κέντρου εξασθένησε σημαντικά την ήδη προβληματική συνοχή της πλειοψηφίας. Δεν ξέρω αν η παρουσία του Μαύρου στη Βουλή θα μπορούσε να είχε αποτρέψει την αποστασία και τα όσα επακολούθησαν, σίγουρα, όμως, θα την είχε δυσκολέψει κατά πολύ.
Δεν ξέρω, επίσης, αν η παραίτησή του από την κυβέρνηση θα είχε γίνει δεκτή, αν δεν δεχόταν να παραιτηθεί ταυτόχρονα και από βουλευτής για να αναλάβει τη διοίκηση της Εθνικής...
Δεν ξέρω, επίσης, αν η παραίτησή του από την κυβέρνηση θα είχε γίνει δεκτή, αν δεν δεχόταν να παραιτηθεί ταυτόχρονα και από βουλευτής για να αναλάβει τη διοίκηση της Εθνικής...
ΓΙΑΝΝΗΣ Γ. ΜΑΥΡΟΣ 14.5.2008
Του Φοίβου Οικονομίδη. Από την ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ του Σαββάτου, 17 Μαΐου. 2008.