Μέλη φιλοζωικών σωματείων κάνουν λόγο για περίπου 150.000 αδέσποτα σκυλιά μόνο στην Αθήνα και περισσότερα από 500.000 σε πανελλαδικό επίπεδο, ενώ το νούμερο των γατών -αν και αδύνατον να υπολογιστεί- πρέπει να ανέρχεται σε αρκετά εκατομμύρια. Τα (άμοιρα) αδέσποτα στη Ελλάδα εκτός από το ότι ευθύνονται για πολλά τροχαία -στα οποία χάνονται και τα ίδια-, εκτός από το ότι συντελούν στη δημιουργία τριτοκοσμικής εικόνας στα αστικά κέντρα, συνιστούν και μια έξοχη επιχειρηματική ευκαιρία για κτηνιάτρους, προμηθευτές ζωοτροφών και pet shops. Ένα ενδεχόμενο ρεύμα φιλοζωίας -που θα εστίαζε στα αδέσποτα- θα ήταν ικανό να απογειώσει τις πωλήσεις σχετικών προϊόντων και υπηρεσιών. Μέχρι στιγμής, αν η φιλοζωία μπορούσε να μετρηθεί με τις δαπάνες των ελληνικών νοικοκυρών για κατοικίδια, τότε ο «βαθμός» που θα έπαιρνε θα ήταν κάτω από τη βάση.
Η ΕΣΥΕ για την περίοδο 2004 - 2005 εκτιμά αυτές τις δαπάνες σε περίπου 5,5 ευρώ το μήνα, ανά νοικοκυριό κατά μέσο όρο, επίδοση χαμηλή. Ωστόσο, το μέγεθος της εγχώριας αγοράς αυξάνεται σταθερά από το 1996 μέχρι και σήμερα με ετήσιους ρυθμούς που κυμαίνονται μεταξύ 13% και 25%. Αυτό δείχνει ότι όλο και περισσότεροι αφενός σταματούν να παρασκευάζουν σπιτικό φαγητό για τα κατοικίδιά τους, αφετέρου μεγαλώνει το φιλοζωικό συναίσθημα, που εκφράζεται με αγορές κονσερβών και ξηράς τροφής. Έτσι, το 2006 πουλήθηκαν στη χώρα περισσότεροι από 100 χιλιάδες τόνους τροφής (πηγή: ICAP), χωρίς και πάλι όμως αυτό να θεωρείται υπολογίσιμο μέγεθος.
Μία άλλη διάσταση δίνει ο Στάθης Βρακατσέλης, διευθυντής μάρκετινγκ Τροφών για Κατοικίδια της Mars Hellas, εταιρείας με ηγετική θέση στην Ελλάδα (στο συγκεκριμένο κλάδο). «Ο βαθμός ωριμότητας της αγοράς των τροφών για κατοικίδια συνήθως μετριέται με τη λεγόμενη θερμιδική κάλυψη (δηλαδή ποιο ποσοστό των θερμίδων που προσλαμβάνουν τα κατοικίδια ζώα σε ετήσια βάση προέρχεται από έτοιμη τροφή). Η θερμιδική κάλυψη στην Ελλάδα βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα (περίπου στο 30%), συνεπώς η ελληνική αγορά θεωρείται αναπτυσσόμενη. Παρόλα αυτά παρουσιάζει δύο τελείως διαφορετικά ‘’πρόσωπα’’.
Στα μεγάλα αστικά κέντρα η αγορά έχει χαρακτηριστικά ανάλογα των ανεπτυγμένων ευρωπαϊκών αγορών, με αρκετά υψηλή διείσδυση της έτοιμης τροφής. Από την άλλη μεριά, στην ύπαιθρο (όπου και ο μέσος αριθμός κατοικίδιων ανά νοικοκυριό είναι μεγαλύτερος), η διείσδυση της έτοιμης τροφής είναι πολύ χαμηλότερη, καθώς οι περισσότεροι ιδιοκτήτες δίνουν στα κατοικίδιά τους φρέσκο φαγητό ή αποφάγια. Υπάρχουν αρκετοί λόγοι για αυτήν τη διαφορετική εικόνα μεταξύ αστικών κέντρων και υπαίθρου (τρόπος ζωής, εισόδημα, κ.ά.), αλλά ο παράγοντας που κάνει τη διαφορά είναι η σχέση με το κατοικίδιο: στις αστικές περιοχές συνήθως αντιμετωπίζεται ως ισότιμο μέλος της οικογένειας, ενώ στην ύπαιθρο τα κατοικίδια αντιμετωπίζονται σαν ζώα στο φυσικό τους περιβάλλον».
Ολυμπιακά αδέσποτα
Στο θέμα των αδέσποτων τα πράγματα θα ήταν πολύ χειρότερα, αν δεν είχαν μεσολαβήσει οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004. Είναι το μεταίχμιο μιας εποχής και συνάμα ένα παράπλευρο όφελος, επισημαίνει η Λιάνα Αλεξανδρή, η διευθύντρια της Ελληνικής Φιλοζωικής Εταιρείας: Πρόκειται για μία από τις παλαιότερες και πιο δραστήριες οργανώσεις προστασίας και περίθαλψης αδέσποτων ζώων στο Λεκανοπέδιο. Ουσιαστικά υπήρξε η οργάνωση που προώθησε -από το 1975 που ιδρύθηκε- την έννοια του εθελοντισμού στον τομέα της ζωοφιλίας στην Ελλάδα. Η Λ. Αλεξανδρή είναι ιδιαίτερα αυστηρή με την ελληνική πολιτεία.
«Είμαστε απολύτως απογοητευμένοι από το κράτος. Η κεντρική εξουσία απουσιάζει παντελώς, δεν υπάρχει καμία οικονομική βοήθεια. Είμαστε μόνοι μας απέναντι σε χιλιάδες προβλήματα» διατείνεται και μας παρουσιάζει το πολύπλευρο έργο που συντονίζει από το γραφείο της στο Κορωπί. Η συζήτησή μας με τη διευθύντρια της Φιλοζωικής πήγε πίσω στο 2003, όταν η Βουλή ψήφισε υπό την πίεση της Επιτροπής Διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων αλλά και των φιλοζωικών σωματείων, τον Νόμο 3170 («Ζώα συντροφιάς, αδέσποτα ζώα συντροφιάς και άλλες διατάξεις»), που συμπεριλάμβανε μεταξύ άλλων και το ζήτημα της αντιμετώπισης των ζώων κατά τη διάρκεια των Αγώνων.
«Ο νόμος ορίζει ότι μόνο οι δήμοι έχουν αρμοδιότητα για την αντιμετώπιση των προβλημάτων υγείας και του πληθυσμού των αδέσποτων ζώων, και ότι μόνο οι δήμοι -και όχι τα σωματεία- μπορούν να επιδοτούνται από το κράτος», λέει όχι με αρνητική διάθεση, αλλά με την πεποίθηση ότι και τα σωματεία δικαιούνται επιχορήγηση, αλλά και με την επισήμανση ότι «δεν έγιναν δεκτές όλες οι προτάσεις μας». Η ίδια επιθυμεί στενότερη συνεργασία του δημοσίου με τα φιλοζωικά σωματεία, γιατί το κόστος της περίθαλψης των ζώων έχει αυξηθεί ενώ τα επιδοτούμενα προγράμματα, εκπαιδευτικά ή άλλα, είναι ελάχιστα, σε αντίθεση με τις ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες.
«Τα σωματεία αντικαθιστούν το κράτος σε πολλές περιπτώσεις, αφού δεν υπάρχουν δημοτικά κυνοκομεία, δεν υπάρχουν χώροι φιλοξενίας αδέσποτων ζώων, δεν υπάρχουν ασθενοφόρα κ.ά.» προσθέτει, τονίζοντας ότι «οι περιορισμένες -σε Ολυμπιακούς δήμους και μόνο- επιδοτήσεις που δόθηκαν το 2003 και το 2004, για να υλοποιηθούν κάποιες από τις διατάξεις του νόμου, ήταν κονδύλια της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής και όχι του ελληνικού κράτους».
Σημειωτέον, η νομοθεσία για τα δέσποτα ζώα στην Ελλάδα ήταν επικίνδυνα πεπαλαιωμένη (πριν από τους Ολυμπιακούς) και η χώρα κινδύνευε άμεσα -πέρα από τη διεθνή κατακραυγή- με προσφυγές σε δικαστήρια. Έτσι, ο Νόμος 3170 λειτουργεί ως μια πρώτη προσπάθεια εκσυγχρονισμού. Με ποιους τρόπους; Απαγορεύει την ευθανασία υγιών ζώων, όπως άλλωστε συμβαίνει σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη, πράξη απεχθή η οποία γινόταν συχνά σε κτηνιατρεία. Σήμερα ο κτηνίατρος που θα διαπράξει ευθανασία διώκεται. Απαγορεύεται η εκτροφή, η εκπαίδευση και η χρησιμοποίηση σκύλων για κυνομαχίες, καθώς και η εκτροφή και η χρησιμοποίηση σκύλων για παραγωγή γούνας, δέρματος, κρέατος ή για την παρασκευή φαρμάκων. Ο νόμος ρυθμίζει επίσης μια σειρά ζητημάτων που μέχρι πρόσφατα κινούνταν σε θολά νομικά νερά, όπως η επιτρεπόμενη ηλικία πώλησης ζώων, η διοργάνωση εκθέσεων και άλλων εκδηλώσεων με σκύλους, το πόσα ζώα επιτρέπονται ανά διαμέρισμα και που θα πρέπει να στεγάζονται κ.ά.. Με αυτά και με εκείνα, η Λ. Αλεξανδρή παρατηρεί ότι τα πράγματα έχουν βελτιωθεί, όχι όμως στον επιθυμητό βαθμό. Εντούτοις έχει ακόμα να παλέψει για πολλά, κυρίως με τη λανθασμένη πληροφόρηση και τον «ελληνικό τρόπο» επίλυσης των προβλημάτων. «Παρατηρούμε πάντως ότι η ευαισθητοποίηση έχει αυξηθεί, ειδικά μεταξύ των νέων ανθρώπων» καταλήγει με μια αισιόδοξη νότα στη συζήτηση.
Αυτονόητη αρετή
Ο Νίκος Δήμου δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Πολυγραφότατος συγγραφέας -έχει εκδώσει περισσότερα από 60 βιβλία-, σπουδαίος δημοσιογράφος -έχει συνεργαστεί με τα σημαντικότερα ελληνικά media-, αναγνωρισμένος διαφημιστής -του ανήκουν ορισμένες από τις πιο επιτυχημένες καμπάνιες της δεκαετίας του ’70-, αλλά κυρίως διανοούμενος χωρίς ιδεολογικά βαρίδια και προαπαιτούμενα, έχει εμποτίσει τη σύγχρονη ελληνική κουλτούρα με τη δική του θεώρηση των πραγμάτων. Μολονότι θα μπορούσε να μιλήσει σε οποιοδήποτε από τα Reportage που προηγήθηκαν -αλλά και όσα ακολουθήσουν- επιδιώξαμε να τον έχουμε κοντά μας στο ανά χείρας θέμα. Ο λόγος είναι ότι είναι ο πιο αναγνωρίσιμος Έλληνας που έχει θέσει το θέμα της φιλοζωίας στις σωστές του βάσεις, κάτι που υπερτονίζεται και από το ότι ο ίδιος θεωρεί το «Βιβλιο των Γάτων» (Εκδόσεις Νεφέλη) το σημαντικότερο συγγραφικό του έργο. Για τον Ν. Δήμου το να αγαπάς, να φροντίζεις και να συμβιώνεις με τα ζώα δεν είναι ένα υποκατάστατο, ένα αντίδοτο για όσους δεν έχουν παιδιά ή έχουν συναισθηματικά κενά. Είναι «αναντικατάστατο», μία σχέση τόσο αυθόρμητη, φυσική και παλιά όσο και η ιστορία του κόσμου: «Πώς γίνεται η φύση, που όρισε να μας αγαπούν τα ζώα, να ορίζει για εμάς το αντίθετο; Ποια λογική μπορεί να απαγορεύει την ανταπόδοση αυτού που η ίδια δημιούργησε; Δεν δικαιούται ο άνθρωπος να κάνει αυτό που κάνουν η γάτα και ο σκύλος; Βλέπετε ένα παιδάκι πόσο αυθόρμητα, φυσικά, τείνει προς ένα μικρό ζώο», υποστηρίζει. Ο Ν. Δήμου πιστεύει ότι μπορείς να αγαπάς και τα παιδιά σου και τα ζώα, γιατί η αληθινή, υγιής αγάπη είναι πλουραλιστική.
«Οι πιο σωστοί άνθρωποι που γνώρισα αγαπούσαν πολλά μαζί: Ανθρώπους, ζώα, τοπία και έργα τέχνης. Μια γυναίκα που έχει παιδί δικαιούται να αγαπάει το σκυλί της, ενώ μια άλλη που για διάφορους λόγους δεν έχει παιδί (ή δεν έχει πια) πρέπει να νιώθει ενοχές για την ίδια αγάπη; Τι μυστήριος πουριτανισμός είναι αυτός;», αναρωτιέται. «Είναι σαν να μου πουν ότι δεν μπορώ να αγαπάω και τη μουσική και την ποίηση -ή και το μπάσκετ και το ποδόσφαιρο. Και ότι αν τύχει να αγαπάω το ένα (επειδή αυτό έχω) και όχι το άλλο, είμαι λειψός; Και το παιδί και το ζώο, θα έλεγα εγώ. Και πολλά άλλα πράγματα ακόμα!», συνεχίζει. Από την κριτική του δεν γλιτώνουν ούτε οι σύγχρονοι «ρατσιστές». Εκείνοι που σπεύδουν να αποκτήσουν κατοικίδιο με όρους lifestyle. «Συλλέγουν σπάνια ζώα (αχ, πως υποφέρουν τα σιβηρικά χάσκι στην ελληνική ζέστη) τα οποία οι συνεχείς διασταυρώσεις έχουν κάνει υπερευαίσθητα και νευρωτικά, και τα παραδίδουν στην οικιακή βοηθό. Κάθε πρωί και κάθε βράδυ περνούν μπροστά από το σπίτι μου. Ωραία σκυλιά ράτσας που τα βγάζει βόλτα μια βιαστική και αδιάφορη Φιλιπινέζα. Μία Φιλιπινέζα που φαίνεται καθαρά ότι δεν έχει καμία επαφή με το ζώο -απλώς εκτελεί άλλη μία αγγαρεία. Είναι ένα θέαμα που θα δείτε συχνά στα βόρεια προάστια. Προφανώς τα σκυλιά αυτά δεν ανήκουν στις Φιλιπινέζες. Αλλά δεν τα έχω δει ποτέ με τους πραγματικούς τους ιδιοκτήτες. Φαντάζομαι ότι είναι τόσο πολυάσχολοι, που ούτε μία φορά τον μήνα δεν βρίσκουν μισή ώρα για τον σκύλο τους (εδώ είναι ζήτημα αν βρίσκουν μισή ώρα για τα παιδιά τους)». Και τότε γιατί τον αγόρασαν; ρωτάμε. «Μα είναι ξεκάθαρο -για να λένε ότι έχουν σκύλο ράτσας. Ρατσιστές από κούνια. Με τον ίδιο τρόπο που αποκτούν ακριβά και γρήγορα αυτοκίνητα που δεν ξέρουν να τα οδηγήσουν, πίνακες ζωγραφικής που δεν ξέρουν να εκτιμήσουν, με τον ίδιο τρόπο αποκτούν πιστούς φίλους (ίσως τους μόνους στη ζωή τους) και τους παραπέμπουν στις Φιλιπινέζες». Για το τέλος τον ρωτάμε υποθετικά τι πρωτοβουλίες θα αναλάμβανε θεσμικά για να λύσει το πρόβλημα με τα αδέσποτα. «Υπάρχουν σήμερα στην Ελλάδα δεκάδες φιλοζωικοί σύλλογοι -λίγοι σοβαροί και αποτελεσματικοί. Θα τους υποχρέωνα να ενωθούν σε μία συνομοσπονδία, να φτιάξουν άσυλα για τα αδέσποτα και να επιδοθούν σε συστηματική σταυροφορία στείρωσης, εμβολιασμού και υιοθεσίας. Χρήματα υπάρχουν, εθελοντές επίσης, αλλά κατά τα άλλα επικρατεί χάος».
Γατίσια ψέματα
- «Αν εξαιρέσωμεν τους νεοπλατωνικούς φιλοσόφους, δεν πιστεύω να υπάρχωσιν άλλα επί γης πλάσματα όσον οι γάτοι συκοφαντηθέντα. Ως κατά πρόληψιν και κατά παράδοσιν κηρύττονται δεισιδαίμονες, οπτασιασταί, μυθολόγοι και ονειροπλέκται ο Πρόκλος και ο Πλωτίνος, ούτω κακίζεται και πας γάτος ως δόλιος, άπιστος, αχάριστος και ανίκανος άλλο τι παρά τον εαυτόν του ν’ αγαπήση. Και ως εις τα λεγόμενα ονείρατα των νεοπλατωνικών αντιτάσσεται η ασφαλής επιστήμη του Αριστοτέλους, ούτω και εις του γάτου την κακίαν αι παντοίαι του σκύλου αρεταί. [...]. Καθ’ όμοιον τρόπον κατηγορείται και ο γάτος, ότι δεν γλείφει τας χείρας του κυρίου του όταν ούτος τον δέρει, ότι δεν τρέχει άμα τον καλέση, ουδέ στέργει να φανή χρήσιμος κυνηγών διά λογαριασμόν του, φυλάσσων τα πρόβατά του, ή καν να τον διασκεδάση υπερπηδών ράβδους ή ορθούμενος εκ των οπισθίων ποδών. Ταύτα είναι ακριβέστατα. Ουδείς ποτέ ούτε δι’ αμοιβής ούτε διά ραβδισμών κατώρθωσε να επιβάλη εις γάτον να πράξη όσα πράττουσιν οι σκύλοι, οι δούλοι και οι γελωτοποιοί».
-Ο Εμμανουήλ Ροΐδης (1836-1904) υπερασπίζεται την αρχοντιά και την αυτονομία της γάτας. «Ιστορία μιας γάτας».1893.
Σκυλίσια ζωή
«Στο Κολωνάκι είναι ένας σκύλος, ο Βαγγέλης,
έξω απ’ το everest ή στη Λουκιανού,
το μάτι του σ’ ακολουθεί θέλεις δε θέλεις
καθώς βυθίζεσαι στο βίο που λες πως θέλεις
για να ξεφύγεις, από το βίο, από το βίο του διπλανού.
Κοιτάει τις γκόμενες που θέλουν να πιαστούνε,
που καταφτάνουν από χίλιες γειτονιές,
ντυμένες χρώματα για να παραδοθούνε
στο πρώτο μπράτσο με φλεβίτσες που θα βρούνε
στην πρώτη τσέπη, στην πρώτη τσέπη,
που θα της λύνονται οι κλωστές».
-Ο Φοίβος Δεληβοριάς (στίχοι και μουσική) φιλοσοφεί μέσα από τα μάτια ενός τετράποδου. «Ένας σκύλος στο Κολωνάκι», από το άλμπουμ «Χάλια» (1998).
ΜΙΣ ΦΙΛΟΖΩΙΑ
- Η Δωροθέα Μερκούρη συχνά αφήνει τα φώτα της λάμψης για να περιμαζέψει αδέσποτα από τους δρόμους. «Αισθάνομαι άτυχη που ζω σε μια τέτοια χώρα, που αν και έχει τέτοιον πολιτισμό και ιστορία δεν συμπεριφέρεται σωστά στα ζώα. Το οξύμωρο είναι ότι αρκετά από τα αδέσποτα είναι καθαρόαιμα, που σημαίνει ότι αυτοί που τα παράτησαν τα είχαν αγοράσει». Η ίδια είναι υπέρ της υιοθέτησης αδεσπότων, όχι ζώων «ράτσας».
Γαβ και νιάου στα FM
- Η τηλεόραση και τα περιοδικά απορροφούν στην Ελλάδα σχεδόν το σύνολο (99%) της διαφημιστικής «πίτας» για προϊόντα και υπηρεσίες που απευθύνονται σε φιλόζωους (και κατοικίδια). Στον αντίποδα το ραδιόφωνο καταλαμβάνει λιγότερο από το 1%. Την τιμή του πιο ακουστικού Μέσου σώζει η εκπομπή «Συγκατοικίδια», (ΑΝΤ1, 97.2, κάθε Σάββατο 17.00 - 19.00), που παρουσιάζει η Αργυρώ Μώρου. «Μιλάμε με ειδικούς, παρουσιάζουμε τρελά θέματα -όπως εγχείρηση σε χρυσόψαρο 4 εκατοστών-, γαβγίζουμε για τα κακώς κείμενα, κουνάμε ουρίτσες για όσα καλά συμβαίνουν, αλλά ποτέ δεν γλείφουμε» λέει η ίδια με χιούμορ.
Κουτάβια με πτυχίο
- O Γ. Αραχωβίτης είναι ιδιοκτήτης της σχολής Stardogs. Μας πληροφορεί πως κάθε χρόνο όλο και περισσότεροι ιδιοκτήτες πηγαίνουν μαζί με τον σκύλο τους «σχολείο», προκειμένου να μάθουν να επικοινωνούν καλύτερα με το ζώο τους, αλλά και εκείνο να γίνει πιο υπάκουο, βολικό, ασφαλές. Προτείνει η εκπαίδευση να ξεκινάει από τον 2ο μήνα της ζωής και να γίνεται χωρίς τη χρήση βίας και εξαναγκασμού.