Η απάντησή του στο τελεσίγραφο των Ιταλών αναίρεσε την αρνητική εικόνα από τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936
Εβδομήντα δύο χρόνια μετά την εγκαθίδρυση της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου και εξήντα οκτώ χρόνια μετά την ιστορική απόφαση της Ελλάδας να εισέλθει στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η προσωπικότητα του Ιωάννη Μεταξά εξακολουθεί να αποτελεί τη βάση για διαφωνίες μεταξύ ιστορικών, πολιτικών αναλυτών και ακαδημαϊκών στην προσπάθεια της αποτίμησης προσώπων της σύγχρονης ιστορίας μας. Και ενώ στην αποτίμηση του καθεστώτος που εγκαθίδρυσε φαίνεται να υπάρχει αρνητική ομοφωνία, εντούτοις οι απόψεις δείχνουν να συγκλίνουν τόσο στο επίπεδο της στρατιωτικής αξιολόγησης του Μεταξά όσο και στο επίπεδο του πολιτικού χειρισμού του μείζονος γεγονότος που ήταν η ιταλική επίθεση εναντίον της Ελλάδος. Η αναγνωρισμένη αξία του ως λαμπρού στρατηγικού νου, φαίνεται να οφείλεται τόσο στον επιτελικό σχεδιασμό από τον ίδιο, των νικηφόρων για την Ελλάδα, Βαλκανικών Πολέμων του 1912-13, όσο και στην ξεκάθαρη στάση του το 1921-22 να αντιτεθεί σε οποιαδήποτε προσπάθεια επιχείρησης εναντίον της Τουρκίας. Η επιβολή όμως της δικτατορίας, στις 4 Αυγούστου του 1936, δεν αντιμετωπίζεται απ' όλο το πολιτικό φάσμα με αντίστοιχο τρόπο. Για κάποιους, το διάστημα 1936-1940 αποτέλεσε την τετραετία της ορθολογικής στρατιωτικής προπαρασκευής της χώρας, που επέφερε τελικά και το νικηφόρο αποτέλεσμα του ελληνοϊταλικού πολέμου, ενώ για κάποιους άλλους, η περίοδος αυτή αποτέλεσε ένα ανελεύθερο δικτατορικό καθεστώς που σε επίπεδο ιδεολογικής συγκρότησης ακολουθούσε σαφώς τα φασιστικά πρότυπα της περιόδου εκείνης. Τον Οκτώβριο του 1940 ωστόσο, ο Μεταξάς ήρθε αντιμέτωπος με αυτό που από τη μία φοβόταν και απ' την άλλη με αυτό που επί τέσσερα χρόνια προετοιμαζόταν να αντιμετωπίσει. Η ιστορική συγκυρία θέλει τους Ελληνες συνασπισμένους γύρω από την απόφαση του Μεταξά να αρνηθεί την άνευ όρων είσοδο των ιταλικών στρατευμάτων στη χώρα. Η απάντησή του στο ιταλικό τελεσίγραφο θεωρείται από πολλούς ιστορικούς αποτέλεσμα πιέσεων από την κοινή γνώμη, ενώ από άλλους προσωπική ενέργεια και απόφαση. Οπως και να 'χει το πράγμα, στη δεδομένη χρονική στιγμή, αυτό που ισχύει για τη συγκεκριμένη επιλογή του Μεταξά, είναι ότι μέσω αυτής, κατάφερε να εκφράσει το συναίσθημα του ελληνικού λαού.
Του Γιάννη Γουλιέλμου. Από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ του Σαββάτου- Κυριακής, 27-28 Οκτωβρίου 2007.
Με την ιδιότητα του ερευνητού που ασχολήθηκε σοβαρά με το ίδιο το γεγονός, αλλά και με την ιστορία της επετείου, μπορώ να βεβαιώσω ότι δεν θεωρείται αυτονόητη η σημασία της 28ης Οκτωβρίου 1940. Οπως και τόσα άλλα στον τόπο μας, η 28η Οκτωβρίου υπήρξε θύμα των πολιτικών παθών και της ανερυθρίαστης πολιτικής και ιδεολογικής επεξεργασίας από τους ιδεολογικούς επιγόνους της πολιτικής παρατάξεως που ηττήθηκε στη διάρκεια του Εμφυλίου. Η ίδια παράταξη, συστηματικά, αμφισβήτησε εξαρχής τη συμβολή δύο πρωταγωνιστών της 28ης Οκτωβρίου, του τότε πρωθυπουργού της Ελλάδος Ιωάννη Μεταξά και του βασιλέως Γεωργίου Β΄.
Δεν ήταν δύσκολη η επιχείρηση του διασυρμού τους: ο Μεταξάς ήταν δικτάτωρ και ο Γεώργιος Β΄ είχε επιστρέψει στην Ελλάδα ύστερα από ένα νόθο δημοψήφισμα. Κατέληξαν λοιπόν οι Ελληνες να ακούν τους επετειακούς ρήτορες κάθε 28η Οκτωβρίου να στηρίζονται σε ευφυολογήματα και θέσεις που ακολουθούν την πολιτική ορθότητα του συρμού: Ο Μεταξάς ήταν ο τελευταίος Ελλην που αναμενόταν να πει το «όχι»· σύρθηκε άκων από τον ελληνικό λαό και ψέλλισε αυτό που βροντοφώναξε ο λαός. Ο Μεταξάς και ο Γεώργιος αναγκάσθηκαν να αντιταχθούν στους Ιταλούς φασίστες, φοβούμενοι την ανατροπή τους από τον λαό και τους Αγγλους. Αυτά και άλλα ευρήματα ενός ασύστολου λαϊκισμού έπλασαν μια εικονική πραγματικότητα. Με την επανάληψη, μάλιστα δε και από επίσημα χείλη, τα ευρήματα του λαϊκισμού και της πολιτικής ορθότητας απέκτησαν την ισχύ αξιωμάτων.
Η αλήθεια όμως προκύπτει αβίαστα από τις πηγές της εποχής, οι οποίες είναι ευτυχώς προσιτές. Είναι γνωστό, πέραν κάθε αμφιβολίας α) ότι ο Μεταξάς πήρε μόνος του την απόφαση να αντισταθεί η Ελλάς κατά της Ιταλίας χωρίς καν να συμβουλευθεί τον ανώτατο άρχοντα, β) ότι αυτή του η απόφαση ήταν προϊόν ορθολογικής αναλύσεως όλων των αντικειμενικών δεδομένων που είχε στη διάθεσή του, γ) ότι πίστευε πως ο πόλεμος και τα συνακόλουθα δεινά ήταν προτιμότερα, από τη σκοπιά των εθνικών συμφερόντων, από την εθελουσία και ατιμωτική υποταγή και δ) ότι ήταν πεπεισμένος πως η απόφασή του είχε την ομόθυμη απόφαση του πολιτικού κόσμου και του έθνους.
Οι Ελληνες της 28ης Οκτωβρίου, συγχώρησαν στον Μεταξά τις ταπεινώσεις της δικτατορίας και τον τοποθέτησαν στο εθνικό πάνθεον των ηρώων, ο δε Μεταξάς αναθεώρησε πολλές από τις θέσεις του που τον είχαν οδηγήσει στην επιβολή μιας από τις πιο αδικαιολόγητες συνταγματικές εκτροπές της ελληνικής ιστορίας αλλά οι ιδεολογικοί και συναισθηματικοί επίγονοι των ηττημένων της σφοδρής συγκρούσεως για την εξουσία στην Ελλάδα, στα χρόνια που ακολούθησαν τον θάνατο του Μεταξά, δεν συγχώρησαν τον μπαρμπα-Γιάννη, για την τιμή που του έλαχε να αποφασίσει αυτός για τα ύψιστα συμφέροντα και την τιμή του έθνους.
"Κι ήρθες Συ! Μυρισμένος αγέρας και φωτίστηκε πάλι ο ουρανός.
Ηρθες Συ Αρχηγός και Πατέρας της Αλήθειας πνοή σα Θεός. Π
ατέρα ΠΑΤΕΡΑ Μας χάραξες νέα Ζωή (..)"
Αυτό ήταν ένα από τα δεκάδες τραγούδια αφιερωμένα στον Ιωάννη Μεταξά, δείγμα της προσπάθειας της προπαγανδιστικής μηχανής να προβάλλει μία εικόνα του Μεταξά που ξεπερνούσε τα ανθρώπινα και αποτελούσε μία χαρισματική, σχεδόν μυθική παρουσία. Μία παρουσία που θα οδηγούσε το κράτος σε αναγέννηση και επιστροφή στις αιώνιες αξίες, οι οποίες κάτω από το βάρος του διεφθαρμένου κοινοβουλευτισμού και του κινδύνου του κομμουνισμού είχαν εξαφανισθεί. Η λατρεία προς το πρόσωπο του ηγέτη είχε υιοθετηθεί με επιτυχία από τη φασιστική Ιταλία, τον τρίτο Ράιχ και το σταλινικό Σοβιέτ και στόχευε στην κατάκτηση των μαζών, προβάλλοντας την εικόνα ενός ιδεατότυπου που διέθετε εξαιρετικές ικανότητες και χαρισματικό κύρος. Ωστόσο, ο Μεταξάς με το άχρωμο παρουσιαστικό του, την μειωμένη δημοτικότητα και την αδιαλλαξία του αντιπροσώπευε ένα αρνητικό μοντέλο χαρισματικού ηγέτη. Με δεδομένη την έλλειψη των ελκυστικών στοιχείων, ο προπαγανδιστικός μηχανισμός έπρεπε να προβάλλει μια επιτυχημένη εικόνα του Ιωάννη Μεταξά βασισμένη στα προσόντα του. Και έτσι τα αρνητικά φυσικά προσόντα του υμνήθηκαν ως σταθερές, υπέρτατες αξίες.
Στο πλαίσιο αυτής της προπαγανδιστικής προσπάθειας ο Μεταξάς προβλήθηκε ως ταπεινός υπηρέτης του έθνους και άντρας του καθήκοντος. Ενας καλόβολος «μπαρμπα - Γιάννης», που θα αγκάλιαζε όλα τα τμήματα της κοινωνίας. Εγινε «Πατέρας του Εθνους», «Πρώτος Αγρότης, «Πρώτος Εργάτης» και «Πρώτος Αθλητής».
Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης στο σύνολό τους, με άρθρα, προβολές επικαίρων, ραδιοφωνικές εκπομπές και θεατρικές παραστάσεις εξυμνούσαν τον νέο ηγέτη που σαν άλλος Ηρακλής «καθάρισε τον κόπρο του Αυγία από την ελληνική κοινωνία». Οι επέτειοι της 4ης Αυγούστου, οι αθλητικοί αγώνες, οι παρελάσεις της νεολαίας (Τα χρυσά παιδιά του Μεταξά) είχαν σαν στόχο να προβάλλουν τα ιδεώδη και τις αθάνατες αξίες της φυλής, ενσαρκωτής των οποίων ήταν ο Ιωάννης Μεταξάς. Δεκάδες συνθήματα χρησιμοποιήθηκαν ευρέως, ενώ νέα σύμβολα και εμβλήματα συνδέθηκαν με την αναγέννηση του έθνους και τη δημιουργία του τρίτου ελληνικού πολιτισμού. Η προπαγάνδα του καθεστώτος προέβαλε με επιτυχία την εικόνα του Ιωάννη Μεταξά ως χαρισματικού ηγέτη, ωστόσο δεν κατάφερε να πείσει το κόσμο για την εμπνευσμένη αποστολή του. Παραδόξως, ό,τι δεν κατάφερε η προπαγάνδα του σε τέσσερα χρόνια, το κατάφερε το «όχι» του σε μία νύχτα. Ενα «όχι» που αναίρεσε και εξωράισε την αρνητική εικόνα του Μεταξά.
«Ποιος είπε το “όχι”;» Μα φυσικά ο ελληνικός λαός πολεμώντας με ηρωισμό και αυτοθυσία. Είπε το δικό του «όχι» ο κάθε Ελληνας και Ελληνίδα. Το «όχι» όμως προς τον Γκράτσι το είπε ο Ιωάννης Μεταξάς όταν ο Ιταλός πρέσβης τον επισκέφθηκε στην οικία του στις τρεις παρά δέκα τα χαράματα της 28ης Οκτωβρίου. Το είπε με την ηρωική φράση: «Alors c’ est la guerre» –«Επομένως έχουμε πόλεμο»– που ήταν το αποτέλεσμα και το αποκορύφωμα τεσσάρων ετών σοφής προετοιμασίας, του στρατού και των οπλισμών, του λαού και της ηθικής προπαρασκευής του, των διπλωματικών ενεργειών και συμφώνων, που ο Ιωάννης Μεταξάς είχε χειρισθεί μόνος του ως υπουργός των Εξωτερικών καθ’ όλη την τετραετία. Υπέγραψε σύμφωνα με τα βαλκανικά κράτη και την Τουρκία. Και με την Αγγλία, ήταν μεν σύμμαχος αλλά υπό τους όρους που ο ίδιος ο Μεταξάς της έθετε, για την καλύτερη ασφάλεια της Ελλάδος.
Στο ημερολόγιό του ο Ιωάννης Μεταξάς περιγράφει και όλες τις άλλες διπλωματικές ενέργειες και συνομιλίες του με τον Ιταλό πρέσβη (παράλληλα και στο βιβλίο του Γκράτσι) που μεσολάβησαν μέχρι την πρωινή επίσκεψη της 28ης, προκειμένου να διατηρήσει ένα ήπιο κλίμα με τους Ιταλούς και να μην τους προκαλέσει, ακόμα και να τους παραπλανήσει, ενώ συγχρόνως πυρετωδώς προετοίμαζε το έθνος.
Η «γραμμή Μεταξά», που αναφέρεται σε όλα τα στρατιωτικά συγγράμματα του κόσμου με τα 21 μόνιμα οχυρά της σε μήκος 200 χιλιομέτρων συνόρων από το Μπέλες μέχρι τον Νέστο και τα εκατοντάδες ημιμόνιμα, δεν κατασκευάστηκε σε μία νύχτα. Καιρός να πούμε την αλήθεια στον δοξασμένο ελληνικό λαό και να μην τον υποτιμάμε με ψέματα για έργα που εκείνος κατασκεύασε.
Οσο για την απόφαση του Ιωάννη Μεταξά, για την στάση της Ελλάδος κατά των δύο δυνάμεων του Αξονα, ούτε αυτή του την υπαγόρευσε ο ελληνικός λαός, όπως μερικοί ισχυρίζονται. Την απόφαση αυτή, που ήταν καθαρά προσωπική του και με ευθύνη απέναντι στην ιστορία της Ελλάδος, στις παραδόσεις της και στον όρκο του του αξιωματικού, την πήρε μόνος του 18 μήνες προ του τορπιλλισμού της «Ελλης».
Στο ημερολόγιό του ο Ιωάννης Μεταξάς γράφει: «12 - 19 Μαρτίου 1939… Τι εβδομάδα! - Τώρα όμως θα κινηθή ο Μουσολίνι; Μπορεί να μην κινηθή; Και τι έχουμε να υποστούμε εμείς; Ανησυχίες μου φοβερές απόψε. 18 Μαρτίου. Φοβερά απόφασίς μου εν περιπτώσει Ιταλικής απειλής. 20 Μαρτίου. Ησυχωτέρα κατάστασις. - Αλλά υπερήφανος δι’ απόφασίν μου».
Από εκείνη την στιγμή και έπειτα περιμένει εναγωνίως την στάση της Ιταλίας με τη βεβαιότητα ότι έρχεται και η σειρά της Ελλάδος να αντιμετωπίσει τις δυνάμεις του Αξονα.
Στο κείμενό του της 30ής Οκτωβρίου 1940, στις ανακοινώσεις του προς τους ιδιοκτήτας και αρχισυντάκτας του αθηναϊκού Τύπου στο Γενικό Στρατηγείο, συνοψίζει όλη την αλήθεια για την φοβερή του απόφαση. Η «Καθημερινή» είχε δημοσιεύσει παλαιότερα αυτό το κείμενο που θα έπρεπε να υπάρχει αυτούσιο στα σχολικά αναγνώσματα ιστορίας. Οσο για το ερώτημα γιατί ο Μεταξάς καθυστέρησε την επιστράτευση, θα πρέπει να θυμηθούμε ότι ήταν στρατηγός και ότι οι αποφάσεις του είχαν άμεση σχέση με την τέχνη του. Ο αιφνιδιασμός ήταν ένα βασικό όπλο των Ελλήνων εναντίον των Ιταλών, που τελικά πέτυχε. Η καθυστέρηση κάθε ημέρας στην επιστράτευση είχε ως αποτέλεσμα την οικονομία των στρατιωτικών δυνάμεων και δαπανών, απαραίτητο στοιχείο στρατηγικής για να αντέξουν στην μακρόχρονη σύρραξη. Αυτοί ήσαν οι λόγοι και ήταν και πάλι δικές του οι αποφάσεις.
Οι νίκες απέδειξαν την σωστή στρατηγική και τη σταθερή απόφασή του να πολεμήσει με κάθε τρόπο τον Αξονα. Στις 4 Ιανουαρίου 1941, σημειώνει και πάλι στο ημερολόγιό του: «Πολεμικόν Συμβούλιον... να υποταχθώμεν εις Χίτλερ; - Καλλίτερα να πεθάνωμεν... Συνεννόησις δις με Πάλαιρετ. 2α ... Αμφιβάλλει διά στάση Σέρβων… Στου Θεού το χέρι! Ολα γυρίζουν στο κεφάλι μου αλλά ατάραχος! Από Αγγλους εγκατάλειψις, από Γερμανούς επίθεσις. Ο χειμώνας απειλητικός. Θάρρος, θάρρος ας πέσωμεν σαν άνδρες». 25 μέρες αργότερα πεθαίνει.
Αυτό το θάρρος δεν υπαγορεύεται από τον λαό στον αρχηγό, μάλλον ο αρχηγός οδηγεί και εμπνέει τον λαό. Ηταν το ίδιο θάρρος και ελληνική αξιοπρέπεια που είχε δείξει σε όλη του τη ζωή, στις οικογενειακές συμφορές, στα πεδία των μαχών, στην πολιτική του σταδιοδρομία, ακολουθώντας τον δρόμο της ειλικρίνειας και της τιμιότητος απέναντι σε όλους, είτε την δέχονταν και αντιλαμβάνονταν την σπουδαιότητά της, είτε την απέρριπταν. Με το ίδιο μετά γνώσεως θάρρος αντιμετώπισε στις 14 και 15, και 17 Ιανουαρίου την αγγλική επιμονή μεταφοράς ελαχίστων στρατευμάτων στη Θεσσαλονίκη. Στις 18 Ιανουαρίου συντάσσει σχετικό κείμενο προς την βρετανική κυβέρνηση. Είναι το τελευταίο. Η έντονή του αντιπαράθεση με τους Αγγλους και η γερμανική προπαγάνδα είναι οι αιτίες των φημών περί δολοφονίας και όχι η από φυσικού θανάτου αποδημία του. Το ιατρικό ανακοινωθέν υπογράφεται από 12 Ελληνες ιατρούς την 29η Ιανουαρίου 1941.
Για τον ηρωισμό των Ελλήνων μίλησε και ο ίδιος ο Μεταξάς απευθυνόμενος στο υπουργικό Συμβούλιο στις 7 Ιανουαρίου του 41: «Εμείς δεν δημιουργήσαμε τας ηθικάς δυνάμεις τας οποίας αναπτύσσει σήμερον ο Ελληνισμός. Αύται ήσαν μέσα του αλλά ήταν εν μέρει εις λήθαργον. Εμείς τας αφυπνίσαμε, τας συντονίσαμε και τας ωθήσαμε προς τα εμπρός. Το θαύμα που επιτελείται είναι έργο του ελληνικού λαού».
Στο θαύμα πρέπει να συμπεριληφθεί άλλη μία παρεξηγημένη ιστορία, που είναι το έργο που επιτελέστηκε από την Ε.Ο.Ν, την Εθνική Οργάνωση Νεολαίας, προ, κατά τη διάρκεια του πολέμου, αλλά και στην κατοχή με αντιστασιακή δράση.
Η μέχρι σήμερα ιστοριογραφία για τον Ιωάννη Μεταξά είναι σπασμωδική, ελάχιστη, φτωχή σχετικά με το έργο του, κακόβουλη και υστερόβουλη. Πολιτικά πάθη την οδηγούν και όχι ιστορική επιστήμη βασισμένη σε ντοκουμέντα. Ακόμα και τα ντοκουμέντα τακτικά κρίνονται κατά την ανάγκη του συγγραφέα. Η συνέχεια είναι έργο και ευθύνη των νέων ιστορικών. Εγώ τρέφω απέραντο σεβασμό και θαυμασμό στον άνθρωπο και στο έργο του, όπως άλλωστε όλοι όσοι διάβασαν το ημερολόγιό του ή έζησαν κοντά του.