Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κινηματογράφος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κινηματογράφος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 6 Φεβρουαρίου 2011

Ο Αντονι Κουίν, τα κανόνια του Ναβαρόνε και η... πλαζ

Η πολυετής διαμάχη του αμερικανού ηθοποιού με το Ελληνικό Δημόσιο για μια παραλία στη Ρόδο που του παραχωρήθηκε από το κράτος τη δεκαετία του ΄60 και για την οποία ζητούν αποζημίωση πλέον οι κληρονόμοι του.

ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ το τελευταίο διάστημα λέγεται ότι βρέθηκε στο υπουργείο Οικονομικών για να συναντήσει τον γενικό γραμματέα του υπουργείου κ. Δ. Γεωργακόπουλο ο αμερικανός πρεσβευτής στην Αθήνα κ. Ντάνιελ Μπένετ Σμιθ.

Και τις δύο φορές δεν ανακοινώθηκε το παραμικρό. Τι γύρευε όμως ο αμερικανός πρεσβευτής στο υπουργείο Οικονομικών; Οι Αμερικανοί φαίνεται ότι πιέζουν, εν μέσω οικονομικής κρίσης, την ελληνική κυβέρνηση να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη και να αποκαταστήσει οικονομικά μετά θάνατον τον... Αντονι Κουίν.

Όλα άρχισαν το 1960, όταν κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας «Τα κανόνια του Ναβαρόνε» ο πρωταγωνιστής Αντονι Κουίν «ερωτεύθηκε» έναν μικρό ορμίσκο στη Ρόδο ανάμεσα στις παραλίες Φαληράκι και Λαδικό, 15 χιλιόμετρα νότια από την πρωτεύουσα του νησιού. Μια εκπληκτική παραλία μήκους 250 μέτρων, η οποία, σε συνεννόηση με την τότε κυβέρνηση, συμφωνήθηκε να παραχωρηθεί στον πρωταγωνιστή της ταινίας αντί του ποσού, όπως είχε διαρρεύσει τότε, των... 64.000 δραχμών. Η τότε κυβέρνηση προφανώς συμφώνησε στο συμβολικό αυτό τίμημα για να τιμήσει τον διάσημο ηθοποιό, κάτι που έκαναν και οι Ρόδιοι, οι οποίοι από τότε αποκαλούν τον ορμίσκο «Παραλία Αντονι Κουίν».

Ο Κουίν ήθελε να αξιοποιήσει τουριστικά αυτή την παραλία και πάλευε να την αποκτήσει ως τον θάνατό του το 2001. Ο Κουίν είχε ανοίξει αλληλογραφία με την ελληνική κυβέρνηση και απειλούσε ότι αν δεν ικανοποιούσε το «δίκαιο», όπως το χαρακτήριζε, αίτημά του, τότε «θα διέσυρε τη χώρα διεθνώς». Όταν όμως πέθανε, σε ηλικία 86 ετών, η τέφρα του σκορπίστηκε στα φαράγγια του Τσιουάουα, όπου γεννήθηκε και έζησε τα φτωχά παιδικά του χρόνια. Η παραλία στη Ρόδο δεν περιήλθε ποτέ στην κυριότητά του.

Ο θησαυρός του μακαρίτη

Η χήρα του ηθοποιού κυρία Κάθριν Κουίν δεν ξέχασε όμως την παραλία και άρχισε εδώ και χρόνια έναν αγώνα όχι για να τη διεκδικήσει, αλλά για να εισπράξει αποζημίωση. Σε έκθεσή της που έχει τον τίτλο «Legal and Ρolitical Ηistory», την οποία απέστειλε στο υπουργείο Οικονομικών, περιγράφει με εντυπωσιακό τρόπο, εμπλέκοντας σε αυτήν... βασιλείς, πρωθυπουργούς, υπουργούς, υφυπουργούς, πρεσβευτές, την όλη περιπέτεια της «Παραλίας Αντονι Κουίν». Απαιτεί αποζημίωση εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, κάτι που το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης επιθυμεί να παζαρέψει, ώστε να λήξει η όλη υπόθεση.

Γράμμα στον Καραμανλή

Στην έκθεση την οποία έχει στη διάθεσή του «Το Βήμα» περιγράφεται ανάμεσα στα άλλα και η αλληλογραφία που είχε ο διάσημος ηθοποιός με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και αργότερα με τους υπουργούς κκ. Ι. Παλαιοκρασσά και Π. Δούκα, τους δημάρχους Καλλιθέας και Ρόδου, αμερικανούς γερουσιαστές και τον χρηματοπιστωτικό οίκο ΡriceWaterhouseCoopers.

«Στα τέλη της δεκαετίας του ΄60 κυκλοφορούσαν φήμες για απαλλοτρίωση της περιουσίας του Αντονι Κουίν. Τον Απρίλιο του 1968 ο Κουίν έλαβε επιστολή από τον γενικό γραμματέα του ΕΟΤ που τον διαβεβαίωνε ότι οι φήμες δεν αληθεύουν και ότι περιμένουν συγκεκριμένες προτάσεις για την αξιοποίηση της περιουσίας του». Με αυτόν τον τρόπο αρχίζει την εξιστόρηση της περιπέτειας του συζύγου της στην έκθεση που παρέδωσε στο ελληνικό υπουργείο Οικονομικών και συνεχίζει: «Ο Κουίν συνέχισε να ελπίζει... Το 1977 ο Κουίν προσέλαβε τον Αλ. Λυκουρέζο. Πληροφορείται ότι η αγορά της γης το 1960 δεν ήταν νόμιμη και ότι η κυβερνητική απόφαση (14185 της 29.4.1960) που αναφέρεται στο συμβόλαιο δεν επικυρώθηκε ποτέ από τη Βουλή, με αποτέλεσμα η πώληση να είναι άκυρη».

«Στις 20.9.1991 ο υπουργός Οικονομικών Γ. Παλαιοκρασσάς έστειλε επιστολή στον Κουίν ενημερώνοντάς τον ότι “ επιθυμώ να σας διαβεβαιώσω για το προσωπικό μου ενδιαφέρον για το πρόβλημά σας και μόλις εξασφάλισα τις απαραίτητες άδειες που θα μου επιτρέψουν να ξεκινήσω τη διαδικασία για να καταθέσω στη Βουλή τον σχετικό νόμο“» αναφέρει σε άλλο σημείο της έκθεσής της η χήρα Κουίν και αποκαλύπτει:

«Αναψυκτικά στην παραλία μου»

«Στις 11.2.1992 ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζέιμς Μπέικερ έγραψε στον Πρόεδρο Καραμανλή, εξηγώντας την ιστορία της παραλίας και ζητώντας του βοήθεια για να βρεθεί μια λύση. Ο Μπέικερ έλαβε απάντηση στις 4.6.1992 από τον νομικό σύμβουλο του Προέδρου της Δημοκρατίας που τον πληροφορούσε ότι ο Πρόεδρος επιθυμεί να βρεθεί μια ικανοποιητική λύση, αλλά δεν έχει την αρμοδιότητα και η επιστολή προωθήθηκε στο υπουργείο Οικονομικών» .

Ο Κουίν στο μεταξύ διόρισε και έναν δικηγόρο από την Ιταλία και η χήρα του αναφέρει: «Στις 5.10.1992 ο δικηγόρος έλαβε επιστολή από τον κ. Παλαιοκρασσά πληροφορώντας τον ότι δεν είναι πλέον υπουργός Οικονομικών και ότι προωθεί την επιστολή Κουίν στον νέο υφυπουργό Οικονομικών Πέτρο Δούκα». Ο κ. Δούκας, όπως αναφέρει η κυρία Κουίν, έστειλε στις 16.10.1992 επιστολή στον σύζυγό της, στην οποία του γνωστοποιούσε ότι η υπόθεση εκκρεμεί στη Δικαιοσύνη και «επομένως προτού εκδοθεί η απόφαση η κυβέρνηση δεν μπορεί να κάνει τίποτε» .

Στην έκθεσή της η κυρία Κουίν σημειώνει:

«Τον Σεπτέμβριο του 2001 οι κληρονόμου του Κουίν προσέλαβαν τη δικηγορική εταιρεία Αβραμόπουλου. Αφού μελέτησαν τα χαρτιά, αποφάνθηκαν ότι υπήρχε περίπτωση να διεκδικήσουμε εκ νέου την επιστροφή δαπανών», δηλαδή περίπου 600.000 ευρώ. Τον Αύγουστο του 2005 η ΡriceWaterhouseCoopers έκανε εκτίμηση του μεγαλύτερου μέρους της περιουσίας στα 311.000 ευρώ.

«ΑΛΑΖΟΝΙΚΟ ΚΑΘΑΡΜΑ»

Ο πρωταγωνιστής του «Ζορμπά» του Μιχάλη Κακογιάννηκαι των ταινιών «Λόρενς της Αραβίας», «La Strada», «Βίβα Ζαπάτα» (με συμπρωταγωνιστή τονΜάρλον Μπράντο), «Τα κανόνια του Ναβαρόνε», «Ο Έλληνας μεγιστάνας» (που αναφερόταν στον Ωνάση, ο οποίος στην ταινία ονομαζόταν... «Τομάσης»), «Γαλαξίας» και άλλων περίπου 150 ταινιών και στο θέατρο του «Λεωφορείον ο Πόθος» γεννήθηκε στις 21 Απριλίου 1915 στην πόλη Τσιουάουα του Μεξικού. Πέθανε στη Βοστώνη το 2001. Στην αυτοβιογραφία του «Οne man tango» έγραφε:
«Τι σημασία έχει το τι πέρασα; Σημασία έχει μόνο ποιος είμαι. Και εγώ είμαι γλύπτης, ζωγράφος, αλαζονικό κάθαρμα. Είμαι Μεξικανός, Ιρλανδός, Ινδιάνος, Αμερικανός, Ιταλός, Έλληνας, Ισπανός, Κινέζος, Εσκιμώος, μουσουλμάνος. Είμαι όλα αυτά και πολλά άλλα. Και πολύ λιγότερα. Πάνω απ΄ όλα όμως είμαι καλλιτέχνης. Αυτή ήταν η αρχή μου και αυτό θα είναι το τέλος μου...».
Πιέζουν οι Αμερικανοί

Όπως ισχυρίζονται οι κληρονόμοι του διάσημου ηθοποιού, οι Έλληνες δεν φέρθηκαν όπως έπρεπε στον Αντονι Κουίν ή, όπως καλύτερα τον γνωρίζουν οι περισσότεροι στην Ελλάδα, Αλέξη Ζορμπά. Το θέμα της αποζημίωσης των κληρονόμων του Αντονι Κουίν απασχολεί τους Αμερικανούς, τόσο που, όπως αφήνουν να διαρρεύσει από το υπουργείο Οικονομικών, ετοιμάζεται να το θέσει ακόμη και η κυρία Χίλαρι Κλίντον στον πρωθυπουργό κ. Γ. Παπανδρέου κατά την επίσκεψή της στην Αθήνα τον προσεχή Φεβρουάριο. Ήδη, όπως οι πληροφορίες επιμένουν, το Μέγαρο Μαξίμου ζήτησε από το υπουργείο Οικονομικών ολόκληρο τον φάκελο «Αντονι Κουίν» εν όψει της συνάντησης του Πρωθυπουργού με την επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.

Του Νίκου Χασαπόπουλου. Από το ΤΟ ΒΗΜΑ, της Κυριακής 30 Ιανουαρίου 2011.

Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2009

Ελία Καζάν: Ο δημιουργός που θα κρίνει η Ιστορία

7 Σεπτεμβρίου 1909 ~ 28 Σεπτεμβρίου 2003

Εάν η Έβδομη Τέχνη σφραγίστηκε από τον τυφώνα που προκάλεσαν ο Μάρλον Μπράντο και ο Τζέιμς Ντιν, αυτό οφείλεται στην οξυδερκή ματιά και το τεράστιο ταλέντο εκείνου του μικρόσωμου Ανατολίτη που βάλθηκε να κυνηγάει το Αμερικάνικο όνειρο ως σερβιτόρος και κατέληξε ένας από τους σπουδαιότερους σκηνοθέτες του 20ου αιώνα ...

Ποιος ξέρει πώς θα σειόταν η αίθουσα του Kodak Theatre τον Μάρτιο του ’99 εάν 57 χρόνια νωρίτερα ο Ελία Καζάν δεν έσπευδε να προβεί στην ενέργεια που τελικά θα στιγμάτιζε την καλλιτεχνική του πορεία; Κανείς δεν μπορεί να ξέρει. Η μνήμη είναι ύπουλο στοιχειό, σε πιάνει στ’ αγκίστρι της και σε κρατάει αιχμάλωτο μια ζωή. Ως σκηνοθέτης υπήρξε τεράστιος. Ως άνθρωπος στιγματίστηκε από τα ίδια του τα νύχια. Τι μετράει περισσότερο; Και τα δύο, απάντησαν οι συνάδελφοί του, μισό αιώνα αργότερα. Όταν η Ακαδημία του απένειμε το τιμητικό Όσκαρ για το σύνολο της καριέρας του, το κοινό διχάστηκε. Κάποιοι, όπως ο Τομ Χανκς και ο Ρόμπιν Γουίλιαμς χειροκρότησαν θερμά. Άλλοι, όπως ο Εντ Χάρις, ο Νικ Νόλτε και ο Σον Πεν έμειναν στις θέσεις τους και ανταποκρίθηκαν με ένα χλιαρό χειροκρότημα.

Εάν η συντηρητική πλευρά της κινηματογραφικής βιομηχανίας υποκλινόταν στα αριστουργήματά του, η προοδευτική τοποθετούσε δίπλα στον σκηνοθέτη και τον άνθρωπο: τον άνθρωπο που, μια κρύα μέρα της άνοιξης του ’52 -στις 10 Απριλίου συγκεκριμένα- στάθηκε απέναντι από μια «σκοτεινή» επιτροπή την Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών, και κατονόμασε συναδέλφους του για να τους στείλει στην Πυρά του Μακαρθισμού. Αυτό που, στην ουσία, θα επιβεβαίωνε μακροπρόθεσμα με την πράξη του ήταν η ίδια η ψευδαίσθηση του κινηματογράφου: το ότι στη ζωή, οι πραγματικοί ήρωες είναι πολύ διαφορετικοί από τους ήρωες της μεγάλης οθόνης.

Το ερώτημα, λοιπόν, παραμένει: τι μετράει πιο πολύ; Το ότι ως σκηνοθέτης άνοιξε δρόμους πρωτοποριακούς και ανέδειξε ταλέντα που θα σφράγιζαν την κουλτούρα της εποχής μας; Ή το ότι, για να ανανεώσει τόσο καθοριστικά την Έβδομη Τέχνη, χρειάστηκε να καταθέσει στην Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών; Ας προσπεράσουμε το δίλημμα γιατί ίσως μια απάντηση δεν είναι αρκετή. Καμιά φορά, η εξήγηση μιας ενέργειας, όσο ομιχλώδης κι αν είναι, ριζώνει στη ψυχή. Αλλά πολύ βαθιά στην ψυχή, εκεί όπου το έρεβος των ενστίκτων συνορεύει με τα κατάλοιπα της παιδικής ηλικίας. Ο Καζάν δεν έδωσε ποτέ μια καθαρή εξήγηση για την πράξη του. Ωστόσο, όσοι τον γνώριζαν καλά έλεγαν ότι πίσω από τους προσωπικούς ανταγωνισμούς και το ψυχρό κλίμα της εποχής, παραμόνευε η αίσθηση της αποτυχίας που τον καταδίωκε μέσα από την τρομαχτική σκιά ενός τυραννικού πατέρα. Του Γιώργου Καλαντζόγλου, ενός σκληρού και κυνικού εμπόρου χαλιών.

Ο Καζάν είχε την ατυχία να υπάρξει γιος αυτού του ανθρώπου, και το ότι στράφηκε προς την Τέχνη το όφειλε στην τύχη να είναι γιος της Αθηνάς Σισμανόγλου, μιας ευαίσθητης γυναίκας που, ασφυκτιώντας κι αυτή κάτω από τη σκιά του συζύγου της, είχε βρει διέξοδο στο παιδί της, μεταφέροντας του όλα όσα έπρεπε να τον διαφοροποιήσουν από την σκληρότητα του πατέρα του. Ο ίδιος ο Καζάν δεν μίλησε ποτέ ευθέως για την αβάσταχτη πατρική φιγούρα. Μίλησε, όμως, μέσα από τις ταινίες του.

Στο «Ανατολικά της Εδέμ», καθώς βλέπουμε τον ήρωα που υποδύεται ο Τζέιμς Ντιν να εκλιπαρεί για λίγη αγάπη, καταλαβαίνουμε ότι, πίσω απ’ όλα τα θέματα που θίγει ο Τζον Στάινμπεκ στο ομώνυμο βιβλίο, αυτό που απασχολεί περισσότερο τον σκηνοθέτη είναι να αποδώσει με κάθε λεπτομέρεια την πατρική τυραννία που σκιάζει έναν κόσμο δίχως τρυφερότητα, που παλεύει για να είναι ανθρώπινος. Και στον «Συμβιβασμό», που μαζί με το «Αμέρικα, Αμέρικα» αποτελούν την κατάθεση της ίδιας του της ζωής.

Kαθώς βλέπουμε τον ήρωα που ενσαρκώνει ο Κερκ Ντάγκλας να εκλιπαρεί για λίγη ελπίδα, καταλαβαίνουμε ότι, πίσω απ’ όλες τις ματαιώσεις της μέσης ηλικίας, αυτό που απασχολεί περισσότερο τον Καζάν είναι να δείξει ότι τα πάντα ξεκινούν από τα ρημαγμένα ερείπια των παιδικών χρόνων, εκεί όπου ένας πατέρας-τύραννος εξωθεί τον γιο του στο κυνήγι της επιτυχίας μέσα από κάθε κόστος και κάθε τίμημα. Ομολογία ή εξιλέωση; O,τι κι αν προτιμάτε, ένα είναι σίγουρο: ο πανικός της απόρριψης και ο φόβος του περιθωρίου ρίζωσαν στο πετσί του Καζάν μέσα από τη σχέση του με τον πατέρα του και δεν τον εγκατέλειψαν ποτέ. Γι’ αυτό και όταν ένας μακρινός θείος έγινε η αφορμή, στα 1913, να μεταναστεύσει όλη η οικογένεια από την Πόλη στη Νέα Υόρκη, ο μικρός Ηλίας βρήκε στη φιγούρα εκείνου του θείου τον πατέρα που θα ήθελε να έχει. Τον ίδιο θείο θα σκιαγραφούσε, πολύ αργότερα, και στη ταινία «Αμέρικα, Αμέρικα», αποδίδοντάς του το πρόσωπο του ήρωα. Στην πραγματικότητα, αυτό που προσπαθούσε πάντα να ξορκίσει ήταν το φάντασμα εκείνου του εμπόρου χαλιών που έλεγε διαρκώς στον γιο του ότι «ένας καλός έμπορος πρέπει να πουλάει πρώτα τον εαυτό του και ύστερα να προσπαθεί να πουλήσει το εμπόρευμά του». Τελικά, ο γιος θα πούλαγε και τα δύο.

Παρ’ ότι παιδί μεταναστών, ο Καζάν δεν γνώρισε την ανέχεια. Γνώρισε, όμως, το περιθώριο. Σπουδάζοντας στο Κολέγιο Γουίλιαμς, δούλευε και ως σερβιτόρος και εκεί, σε μια Νέα Υόρκη που άλλαζε δραματικά αντλώντας τα νέα ρεύματα της Τέχνης, προσπάθησε να δοκιμάσει την τύχη του ως ηθοποιός. Δεν τα κατάφερε. «Το τμήμα κομμώσεως προσπαθούσε να φτιάξει τα μαλλιά μου για να μην φαίνομαι τόσο πολύ Ανατολίτης, αλλά μάταια», θα έγραφε στην αυτοβιογραφία του. «Τίποτα δεν μπορούσε να βοηθήσει τη θλιβερή μου εμφάνιση». Τελικά, έμελλε να ξεχωρίσει ως σκηνοθέτης.

Αρχικά ίδρυσε το Group Theater, τον πρόδρομο του θρυλικού Actor’s Studio. Εκεί άρχισε να δουλεύει με τον Μάρλον Μπράντο, τον Μοντγκόμερι Κλιφτ, τον Τζακ Πάλανς και άλλους άγνωστους ηθοποιούς. Η αίσθηση που προκάλεσαν οι θεατρικές του παραστάσεις τον έστρεψαν στο σινεμά. Ισχυρό χαρτί στα χέρια του, πέρα από το ταλέντο του, στάθηκε και το ξαφνικό ενδιαφέρον που του έδειξε η 20th Century Fox. Και όλοι οι δρόμοι άνοιξαν με μιας. Πρώτα το «Ένα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν», από το μπεστ σέλερ της Μπέτυ Σμιθ. Έπειτα το «Θάλασσα από γρασίδι». Και κάπου εκεί, στα 1948, το πρώτο Όσκαρ σκηνοθεσίας για την «Συμφωνία Κυρίων». Η αυλαία είχε πλέον σηκωθεί και ο κόσμος ήταν έτοιμος να υποδεχθεί τον ηθοποιό που θα άλλαζε όλους τους κώδικες της υποκριτικής. Ο Καζάν πήρε τον Μάρλον Μπράντο από τις off-Broadway παραστάσεις τους και μαζί γκρέμισαν όλα τα κινηματογραφικά στερεότυπα του παρελθόντος. Είτε ως Κοβάλσκι στο «Λεωφορείον ο Πόθος» είτε ως Εμιλιάνο Ζαπάτα στο «Βίβα Ζαπάτα», το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο: το κοινό έμοιαζε μαγεμένο. Μέσα από τη ματιά του Καζάν, ο Μπράντο δεν συστήθηκε απλώς στον κόσμο. Κέρδισε και το πρώτο του Όσκαρ για την ερμηνεία του στην ταινία «Το Λιμάνι της Αγωνίας».

Φυσικά, ο Μπράντο δεν ήταν ο μόνος που όφειλε την καριέρα του στον Καζάν. Στα μέσα της δεκαετίας του ’50, η σκυτάλη του οργισμένου νέου κατέληξε στα χέρια ενός προβληματικού πιτσιρικά που φαινόταν ότι θα επισκίαζε τους πάντες. Ο Καζάν πήρε τον Τζέιμς Ντιν από τον εφηβικό πυρετό του «Επαναστάτη χωρίς αιτία» και του έδωσε τη στόφα του γνήσιου εκπροσώπου μιας ολάκερης γενιάς. Και ο κόσμος έστρεψε το βλέμμα του «Ανατολικά της Εδέμ» για να αποθεώσει τον πρώτο ηθοποιό που θα γινόταν μύθος για πάντα. Την ίδια προσοχή έμελλε να νιώσει, στη δεκαετία του ’60, και ένα μυθικό ζευγάρι νεαρών πρωταγωνιστών, ο Ουόρεν Μπίτι και η Νάταλι Γουντ, που μέσα από την κάμερα του Καζάν θα μετέτρεπαν το φιλμ «Πυρετός στο αίμα» σε μια σύγχρονη εκδοχή του «Ρωμαίος και Ιουλιέτα».

Αλλά η ζωή παίζει παράξενα παιχνίδια. Γιατί παρά την αδιαμφισβήτητη προσφορά του στην Τέχνη και το στίγμα που άφησαν οι «ανακαλύψεις» του στην σύγχρονη κουλτούρα, κάποιοι στο τέλος του αιώνα δεν θα χειροκροτούσαν όρθιοι τον μεγάλο σκηνοθέτη. Θα θυμούνταν το μοιραίο σφάλμα.

Για εκείνο το μοιραίο σφάλμα, ο ίδιος δεν μίλησε ποτέ ξεκάθαρα. Στην αυτοβιογραφία του έγραψε κάτι διφορούμενο και εξίσου ομιχλώδες. «Όταν τα πράγματα έφτασαν στο κρίσιμο σημείο», έγραψε, «έλεγα και ξανάλεγα στον εαυτό μου "δεν μπορείς να δώσεις στην επιτροπή τα ονόματά τους". Γιατί θα έπρεπε να στέκομαι εγώ μόνος στο κρύο; Δεν άκουσα κανέναν άλλο στον πυρήνα μας να ανοίγει το στόμα του, αν και όλοι ήξεραν τι συνέβαινε. Ξαφνικά άρχισα να γίνομαι παρανοϊκός. Στριμωγμένος κι έξω φρενών, ήθελα να κατονομάσω τους πάντες και να βγάλω στη φόρα τα μυστικά τους, όχι μόνο εκείνων που ανήκαν στον πυρήνα μας, αλλά και όσων είχαν κάποια σχέση με αυτόν, οπουδήποτε και αν βρίσκονταν». Αυτό που τελικά κατάφερε ήταν να πέσει στην παγίδα εκείνου του πατέρα και να γίνει ό,τι ο ίδιος μισούσε: ο έμπορος που πουλάει πρώτα τον εαυτό του.

Στην απονομή του τιμητικού Όσκαρ εμφανίστηκε καταβεβλημένος από το φορτίο των ενενήντα χρόνων ζωής, στάθηκε μόνος πάνω στη σκηνή και ψέλλισε ένα τρεμάμενο ευχαριστώ. Και όταν κάποιοι από κάτω φώναξαν «Speak! Speak!» περιμένοντας επιτέλους μιαν ύστατη, έστω και έμμεση, συγνώμη, εκείνος κούνησε θλιμμένα το κεφάλι και είπε: «Επιτρέψτε μου να ξεγλιστρήσω». Και αποχώρησε συνοδευόμενος από τον Μάρτιν Σκορσέζε και τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο, για να καταλήξει εκεί όπου πάντα φοβόταν πιο πολύ απ’ όλα: στο περιθώριο. Όχι στο σκότος της απόρριψης ή την λησμονιά, αλλά στο περιθώριο που ορίζει η εικόνα ενός άντρα μόνου στο κρύο. Ενός άντρα που χάραξε ανεπανάληπτους ορίζοντες στην εποχή του, για να έρθει ο ίδιος του ο εαυτός να τους μελανώσει με σύννεφα.

Το αγαπημένο του «παιδί»

Ο Ελία Καζάν πέθανε στις 28 Σεπτεμβρίου του 2003, αλλά την τελευταία του ταινία την γύρισε πολλά χρόνια νωρίτερα, το 1976. Ήταν ο «Τελευταίος Μεγιστάνας» με τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο και απέτυχε στα ταμεία. Στην ουσία, η κινηματογραφική του «ταφόπλακα» στάθηκε το αγαπημένο του «παιδί», ο «Συμβιβασμός» του 1969.

Το φιλμ δεν ήταν παρά η μεταφορά του ομώνυμου μυθιστορήματος του Καζάν και επειδή ακριβώς ήταν η πιο προσωπική του δουλειά, ήθελε τον Μπράντο στον βασικό ρόλο. Ο Μπράντο αρνήθηκε και ο Καζάν ένιωσε προδομένος. Και δεν ξαναμίλησαν ποτέ από τότε. Στην εποχή της, η ταινία χτυπήθηκε λυσσαλέα από την κριτική. Σήμερα, θεωρείται ένα από τα παραγνωρισμένα αριστουργήματα του σκηνοθέτη.

Του Στέφανου Δανδόλου. Από τις “Εικόνες”, τεύχος Νο 341, εβδομαδιαίο περιοδικό, ένθετο στο ΕΘΝΟΣ της Κυριακής, 7 Σεπτεμβρίου 2008.

Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2009

Οι 100 ταινίες της ζωής μας

50 Έλληνες κινηματογραφιστές ψηφίζουν

Ο κινηματογράφος συνεχίζει να είναι η πιο δημοφιλής τέχνη των ημερών μας. Οι ιστορίες που διηγείται διαδίδονται αμέσως σε όλο τον κόσμο. Οι μύθοι που διακινεί είναι οι πιο στέρεοι και πιο διαρκείς μύθοι των καιρών μας. Το σταρ σίστεμ γεννήθηκε με τον κινηματογράφο. Οι μοιραίες γυναίκες των φιλμ συνεχίζουν να μιλούν στο ομαδικό υποσυνείδητο της ανδρικής φαντασίας κι οι ωραίοι άντρες τους να αναστατώνουν τους γυναικείους πληθυσμούς. Οι προϋπολογισμοί των κινηματογραφικών παραγωγών (έστω, των πιο ακριβών) συχνά αγγίζουν μυθικά ποσά. Και η απήχηση που έχουν τα επιτυχημένα έργα ξεπερνούν την εποχή τους.

Ποια όμως είναι τα πιο επιτυχημένα έργα από καταβολής κινηματογράφου; Ποιες είναι οι 100 ταινίες αναφοράς που θα μπορούσαν να αποτελέσουν την ιδανική ταινιοθήκη; Άραγε, οι 100 ταινίες που συναρπάζουν τους Έλληνες θεατές αποκλίνουν από εκείνες που θαυμάζουν οι Γάλλοι ή οι Αμερικανοί; Και πώς μπορεί κανείς να καταρτίσει έναν τέτοιο κατάλογο, εξασφαλίζοντας όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αντιπροσωπευτικότητα και αντικειμενικότητα;

Στις παραπάνω ερωτήσεις απαντά η μέθοδος που χρησιμοποιήσαμε. Κατ' αρχάς, αποφασίσαμε να απευθυνθούμε σε ένα κοινό κατά τεκμήριον «ειδικών», αυτών που εργάζονται στην κινηματογραφική παραγωγή στην Ελλάδα. Στους κινηματογραφιστές. Λαμβάνοντας υπόψη ότι, όταν λέμε «κινηματογραφιστές», συμπεριλαμβάνουμε, εκτός από τους σκηνοθέτες, και τους διευθυντές φωτογραφίας, τους τεχνικούς, τους σεναριογράφους και τους μουσικούς που γράφουν για ταινίες – λαμβάνοντας, δηλαδή, υπόψη ότι ο κινηματογράφος είναι συλλογική υπόθεση των ανθρώπων που εργάζονται γι' αυτόν.

Καταρτίζοντας τον κατάλογο των ειδικών στους οποίους απευθυνθήκαμε, προσπαθήσαμε να εκπροσωπηθούν όλες οι γενιές, όλες οι ειδικότητες, όλες οι κινηματογραφικές κουλτούρες – δεν δώσαμε έμφαση μόνο σε όσους εκτιμούν ότι «κάνουν τέχνη», αλλά θεωρήσαμε εξίσου ενδιαφέρουσα τη γνώμη και εκείνων που εργάζονται στο οπτικοακουστικό θέαμα, χωρίς υποχρεωτικά καλλιτεχνικά προαπαιτούμενα. Υπολογίσαμε, φυσικά, ότι κάποιοι απ' όσους προσεγγίσαμε θα αρνηθούν να απαντήσουν – ευτυχώς, υπήρξε αντιπροσωπευτικότητα και στην απόρριψη. Από τους ερωτώμενους ζητήσαμε ένα προσωπικό «Top 10», όπου η πρώτη ταινία της λίστας βαθμολογείται με 10 βαθμούς, η δεύτερη με 9, η τρίτη με 8 κ.λπ. Και εξαιρέσαμε τους κριτικούς επειδή έχουν την ευκαιρία να λένε πάντα τη γνώμη τους – ε, ας τη στερηθούν μια φορά.

Φυσικά, ο δικός μας κριτικός έχει άλλα προνόμια. Ο Δημήτρης Δανίκας κλήθηκε να σχολιάσει τα αποτελέσματα της έρευνας. Για όσους διαφωνούν με τα συμπεράσματά του ή έχουν αντιρρήσεις για τις λίστες που προέκυψαν από την έρευνά μας, ας μην ξεχνούν ότι στην πραγματικότητα δεν είναι παρά ένα παιχνίδι. Καθρέφτης του συλλογικού γούστου σε μια δεδομένη στιγμή. Η τελική λίστα δεν θα είναι ίδια ακόμα κι αν ρωτήσουμε τους ίδιους ανθρώπους σε μια διαφορετική φάση του χρόνου – ακόμα κι αν το μαζικό γούστο δεν έχει μεταβληθεί ριζικά. Ούτως ή άλλως, το τελικό αποτέλεσμα είναι στην κρίση σας – και τουλάχιστον ως προς τις μεγάλες ταινίες δεν απέχει πολύ από τις αντίστοιχες λίστες που καταρτίζονται με ερωτηματολόγια σε ειδικούς σε άλλες χώρες του δυτικού κόσμου.

Στη φωτογραφία: Ο Όρσον Ουέλς στην ταινία του «Πολίτης Κέιν» που ψηφίστηκε πιο δημοφιλής ταινία από τους Έλληνες κινηματογραφιστές που συμμετείχαν στην έρευνα.

ΤΟΠ 100

  1. «Πολίτης Κέιν» (1942) του Όρσον Γουέλς / 107
  2. «Αποκάλυψη τώρα» (1979) του Φράνσις Φορντ Κόπολα / 74
  3. «Ο Νονός» (1972) του Φράνσις Φορντ Κόπολα / 60
  4. «Αντρέι Ρουμπλιόφ» (1966) του Αντρέι Ταρκόφσκι / 56
  5. «2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος» (1968) του Στάνλεϊ Κιούμπρικ / 55
  6. «Ραν» (1985) του Ακίρα Κουροσάβα / 51
  7. «Blade runner» (1982) του Ρίντλεϊ Σκοτ / 48
  8. «Οκτώμισι» (1963) του Φεντερίκο Φελίνι / 45
  9. «Ο Λόγος» (1955) του Καρλ Θίοντορ Ντράγιερ / 44
  10. «Φάνι και Αλέξανδρος» (1982) του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν / 39
  11. «Θωρηκτό Ποτέμκιν» (1925) του Σεργκέι Αϊζενστάιν / 38
  12. «Η λεωφόρος της Δύσεως» (1950) του Μπίλι Γουάιλντερ / 37
  13. «Amarcord» (1973) του Φεντερίκο Φελίνι / 35
  14. «Θίασος» (1974) του Θόδωρου Αγγελόπουλου / 33
  15. «Στάλκερ» (1979) του Αντρέι Ταρκόφσκι / 33
  16. «Ο ψεύτης ήλιος» (1994) του Νικίτα Μιχάλκοφ / 32
  17. «Αταλάντη» (1934) του Ζαν Βιγκό / 30
  18. «Γατόπαρδος» (1963) του Λουκίνο Βισκόντι / 27
  19. «Το κουρδιστό πορτοκάλι» (1971) του Στάνλεϊ Κιούμπρικ / 26
  20. «Vertigo. Δεσμώτης του ιλίγγου» (1958) του Άλφρεντ Χίτσκοκ / 24
  21. «Η θυσία» (1986) του Αντρέι Ταρκόφσκι / 23
  22. «Ευδοκία» (1974) του Αλέξη Δαμιανού / 22
  23. «Ο καθρέφτης» (1974) του Αντρέι Ταρκόφσκι / 21
  24. «Οργισμένο είδωλο» (1980) του Μάρτιν Σκορσέζε / 21
  25. «Η έβδομη σφραγίδα» (1957) του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν / 20
  26. «Επάγγελμα ρεπόρτερ» (1975) του Μικελάντζελο Αντονιόνι / 20
  27. «400 χτυπήματα» (1959) του Φρανσουά Τριφό / 20
  28. «Το τελευταίο τανγκό στο Παρίσι» (1972) του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι / 20
  29. «Η φωλιά του κούκου» (1975) του Μίλος Φόρμαν / 20
  30. «La strada» (1954) του Φεντερίκο Φελίνι / 20
  31. «Γερτρούδη» (1964) του Καρλ Θίοντορ Ντράγιερ / 19
  32. «Ο κλέφτης των ποδηλάτων» (1948) του Βιτόριο ντε Σίκα / 18
  33. «Ταξιτζής» (1976) του Μάρτιν Σκορσέζε / 17
  34. «Ουγκέτσου Μονογκατάρι» (1953) του Κένζι Μιζογκούτσι / 17
  35. «Νοσταλγία» (1983) του Αντρέι Ταρκόφσκι / 17
  36. «Τα φτερά του έρωτα» (1987) του Βιμ Βέντερς / 16
  37. «Ρέκβιεμ για ένα όνειρο» (2000) του Ντάρεν Αρονόφσκι / 16
  38. «Blow up» (1966) του Μικελάντζελο Αντονιόνι / 16
  39. «1900» (1976) του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι / 16
  40. «Λόρενς της Αραβίας» (1962) του Ντέιβιντ Λιν / 16
  41. «Salo – 120 μέρες στα Σόδομα» (1975) του Πιερ Πάολο Παζολίνι / 16
  42. «Au hazard Balthasar» (1966) του Ρομπέρ Μπρεσόν / 16
  43. «Ο θρόνος του αίματος» (1957) του Ακίρα Κουροσάβα / 15
  44. «Ο πόλεμος των κουμπιών» (1962) του Ιβ Ρομπέρ / 15
  45. «Η επιστροφή» (2003) του Αντρέι Ζβιάνγκιτσεφ / 15
  46. «Η αυγή» (1927) του Φρίντριχ Βίλελμ Μουρνάου / 14
  47. «Μυστικά και ψέματα» (1996) του Μάικ Λι / 14
  48. «Chinatown» (1974) του Ρομάν Πολάνσκι / 14
  49. «Ο Τζόνι πήρε τ’ όπλο του» (1971) του Ντάλτον Τράμπο / 14
  50. «Το λιμάνι της αγωνίας» (1954) του Ελίας Καζάν / 13
  51. «Ο στρατηγός» (1927) του Μπάστερ Κίτον / 13
  52. «Η φλόγα που τρεμοσβήνει» (1963) του Λουί Μαλ / 13
  53. «Umberto D.» (1952) του Βιτόριο ντε Σίκα / 13
  54. «Σταυρωμένοι εραστές» (1954) του Κένζι Μιζογκούτσι / 13
  55. «Ο ένοικος» (1976) του Ρομάν Πολάνσκι / 12
  56. «Χιροσίμα, αγάπη μου» (1959) του Αλέν Ρενέ / 12
  57. «Οι ζωές των άλλων» (2006) του Φλόριαν Χένκελ φον Ντόνερσμαρκ / 12
  58. «Μπεν Χουρ» (1959) του Γουίλιαμ Γουάιλερ / 11
  59. «Slamdog millionaire» (2009) τουΝτάνιΜπόιλ / 11
  60. «Η κάλπικη λίρα» (1955) του Γιώργου Τζαβέλλα / 10
  61. «Άγριες φράουλες» (1957) του Ίνγκμαρ Μπέργκαν / 10
  62. «Χρυσοθήρας» (1925) του Τσάρλι Τσάπλιν / 10
  63. «12 πίθηκοι» (1995) του Τέρι Γκίλιαμ / 10
  64. «Σιωπή» (1963) του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν / 10
  65. «Ο τρίτος άνθρωπος» (1949) του Κάρολ Ριντ / 10
  66. «Θέλμα και Λουίζ» (1991) του Ρίντλεϊ Σκοτ / 10
  67. «Τζίλντα» (1946) του Τσαρλς Βίντορ / 10
  68. «Ένα αγρίμι στην πόλη» (1969) του Φρανσουά Τριφό / 10
  69. «2046» (2004) του Γουόνγκ Καρ Βάι / 10
  70. «Δεκάλογος» (1989-90) του Κριστόφ Κισλόφσκι / 10
  71. «Μπάρι Λίντον» (1975) του Στάνλεϊ Κιούμπρικ / 10
  72. «Μετά τα μεσάνυχτα» (1985) του Μάρτιν Σκορσέζε / 10
  73. «Ταξίδι στο Τόκιο» (1953) του Γιασουχίρο Όζου / 10
  74. «Η περιφρόνηση» (1963) του Ζαν-Λικ Γκοντάρ / 9
  75. «Το χαμίνι» (1921) του Τσάρλι Τσάπλιν / 9
  76. «Ζαν ντ’ Αρκ» (1927) του Καρλ Θίοντορ Ντράγιερ / 9
  77. «Πέτρινα χρόνια» (1988) του Παντελή Βούλγαρη / 9
  78. «Το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο» (1964) του Πιερ Πάολο Παζολίνι / 9
  79. «One week» (2008) του Τομ Κλάιν / 9
  80. «Σατυρικόν» (1969) του Φεντερίκο Φελίνι / 9
  81. «Μοντέρνοι καιροί» (1936) του Τσάρλι Τσάπλιν / 9
  82. «Χωρίς ήλιο» (1982) του Κρις Μαρκέρ / 9
  83. «Αλφαβίλ» (1965) του Ζαν-Λικ Γκοντάρ / 9
  84. «Ψυχώ» (1960) του Άφρεντ Χίτσκοκ / 8
  85. «Οδός Μαλχόλαντ» (2001) του Ντέιβιντ Λιντς / 8
  86. «Μαθήματα πιάνου» (1993) της Τζέιν Κάμπιον / 8
  87. «Πρόσωπα (1968) του Τζον Κασσαβέτη / 8
  88. «SOS Πεντάγωνο καλεί Μόσχα» (1964) του Στάνλεϊ Κιούμπρικ / 8
  89. «Νύχτες της Καμπίρια» (1957) του Φεντερίκο Φελίνι / 8
  90. «Οι νύφες» (2004) του Παντελή Βούλγαρη / 8
  91. «Crash» (1996) του Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ / 8
  92. «Ο τρελός Πιερό» (1965) του Ζαν-Λικ Γκοντάρ / 8
  93. «Φάλσταφ, καμπάνες τα μεσάνυχτα» (1971) του Όρσον Γουέλς / 8
  94. «Δεν θα τα πάρεις μαζί σου» (1938) του Φρανκ Κάπρα / 8
  95. «Το πέρασμα του χρόνου» (1975) του Βιμ Βέντερς / 8
  96. «Μ» (1931) του Φριτς Λανγκ / 8
  97. «Persona» (1966) του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν / 8
  98. «Διψασμένος για ηδονή» («In a lonely place») (1950) του Νίκολας Ρεγκ / 8
  99. «Ζιλ και Τζιμ» (1961) του Ζαν-Λικ Γκοντάρ / 8
  100. «Ο πορτοφολάς» (1959) του Ρομπέρ Μπρεσόν / 8
  101. «Αμελί» (2001) του Ζαν-Πιερ Ζενέ / 8
  102. «Η καταδίωξη» (1966) του Άρθουρ Πεν / 8
  103. «Αγάπα με αν τολμάς» (2003) του Γιαν Σαμιέλ / 8
  104. «Η δεύτερη πνοή» (2007) του Αλέν Κορνό / 8
  105. «Η δασκάλα του πιάνου» (2001) του Μίκαελ Χάνεκε / 8
  106. «Match point» (2005) του Γούντι Άλεν /8

Οι 10 καλύτερες των 50

Δήμος Αβδελιώδης, σκηνοθέτης

  1. «Πολίτης Κέιν» του Όρσον Ουέλς,
  2. «Ο χρυσοθήρας» του Τσάρλι Τσάπλιν,
  3. «Ουγκέτσου Μονογκατάρι» του Κένζι Μιζογκούτσι,
  4. «Ο Λόγος» του Καρλ Θίοντορ Ντράγιερ,
  5. «Ο κλέφτης των ποδηλάτων» του Βιτόριο ντε Σίκα,
  6. «Καγκεμούσα, ο ίσκιος του πολεμιστή» του Ακίρα Κουροσάβα,
  7. «Νοσταλγία» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  8. «Μέχρι το πλοίο» του Αλέξη Δαμιανού,
  9. «Αναπαράσταση» του Θόδωρου Αγγελόπουλου,
  10. «Μητροπόλεις» του Κώστα Σφήκα

Μαρίνος Αθανασόπουλος, ηχολήπτης

  1. «Άγρια συμμορία» του Σαμ Πέκινπα,
  2. «Αποκάλυψη τώρα» του Φράνσις Φορντ Κόπολα,
  3. «Οργισμένο είδωλο» του Μάρτιν Σκορσέζε,
  4. «Η πύλη της Δύσης» (η μεγάλη βερσιόν) του Μάικλ Τσίμινο,
  5. «1900» του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι,
  6. «Οκτώμισι» του Φεντερίκο Φελίνι,
  7. «Θυσία» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  8. «Ηλέκτρα» του Μίκλος Γιάντσο,
  9. «Η έβδομη σφραγίδα» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν,
  10. «Playtime» του Ζακ Τατί

Φανή Αλεξάκη, μακιγιέζ

  1. «Θέλμα και Λουίζ» του Ρίντλεϊ Σκοτ,
  2. «Τα πέτρινα χρόνια» του Παντελή Βούλγαρη,
  3. «Οι νύφες» του Παντελή Βούλγαρη,
  4. «Καραβάν Σεράι» του Τάσου Ψαρά,
  5. «Το βλέμμα του Οδυσσέα» του Θόδωρου Αγγελόπουλου,
  6. «Slumdog millionaire» του Ντάνι Μπόιλ,
  7. «Gran Torino» του Κλιντ Ίστγουντ,
  8. «Αναμνήσεις μια γκέισας» του Ρομπ Μάρσαλ,
  9. «Το πράσινο μίλι» του Φρανκ Ντάραμποντ,
  10. «Μαθήματα πιάνου» της Τζέιν Κάμπιον

Μυρτώ Αλικάκη, ηθοποιός

  1. «Μπάρι Λίντον» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ,
  2. «400 χτυπήματα» του Φρανσουά Τριφό,
  3. «Η δασκάλα του πιάνου» του Μίκαελ Χάνεκε,
  4. «Επάγγελμα ρεπόρτερ» του Μικελάντζελο Αντονιόνι,
  5. «Στιγμιότυπα» του Ρόμπερτ Άλτμαν,
  6. «Μυστικά και ψέματα» του Μάικ Λι,
  7. «Λεπτή κόκκινη γραμμή» του Τέρενς Μάλικ,
  8. «Dogville» του Λαρς φον Τρίερ,
  9. «Η υπόσχεση» του Τσεν Κάιγκε,
  10. «Οι ζωές των άλλων» του Φλόριαν Χένκελ φον Ντόνερσμαρκ

Γιώργος Αργυροηλιόπουλος, διευθυντής φωτογραφίας

  1. «Το γεράκι της Μάλτας» του Τζον Χιούστον,
  2. «Πολίτης Κέιν» του Όρσον Ουέλς,
  3. «Λόρενς της Αραβίας» του Ντέιβιντ Λιν,
  4. «Blade Runner» του Ρίντλεϊ Σκοτ,
  5. «Ουγκέτσου Μονογκατάρι» του Κένζι Μιζογκούτσι,
  6. «Ραν» του Ακίρα Κουροσάβα,
  7. «Μια υπέροχη ζωή» του Φρανκ Κάπρα,
  8. «Amarcord» του Φεντερίκο Φελίνι,
  9. «Ο αταίριαστος» του Φράνσις Φορντ Κόπολα,
  10. «Αποκάλυψη τώρα» του Φράνσις Φορντ Κόπολα

Αναστασία Αρσένη, σκηνογράφος

  1. «Θωρηκτό Ποτέμκιν» του Σεργκέι Αϊζενστάιν,
  2. «Μητρόπολις» του Φριτς Λανγκ,
  3. «Πολίτης Κέιν» του Όρσον Ουέλς,
  4. «La strada» του Φεντερίκο Φελίνι,
  5. «Η σιωπή» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν,
  6. «Blade Runner» του Ρίντλεϊ Σκοτ,
  7. «Ψαλιδοχέρης» του Τιμ Μπάρτον,
  8. «Το μυστικό της Βέρα Ντρέικ» του Μάικ Λι,
  9. «Η γιορτή της Μπαμπέτ» του Γκάμπριελ Άξελ,
  10. «Οι ζωές των άλλων» του Φλόριαν Χένκελ φον Ντόνερσμαρκ

Ορφέας Αυγουστίδης, ηθοποιός

  1. «Μετά τα μεσάνυχτα» του Μάρτιν Σκορσέζε,
  2. «Χριστουγεννιάτικος εφιάλτης» του Τιμ Μπάρτον,
  3. «12 πίθηκοι» του Τέρι Γκίλιαμ,
  4. «Στάλκερ» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  5. «Ο στρατηγός» του Μπάστερ Κίτον,
  6. «Η φωλιά του κούκου» του Μίλος Φόρμαν,
  7. «Η χαμένη λεωφόρος» του Ντέιβιντ Λιντς,
  8. «Ο μεγάλος Λεμπόφσκι» του Τζόελ και Ίθαν Κοέν,
  9. «Old boy» του Τσαν Γου Παρκ,
  10. «Ο νεκρός» του Τζιμ Τζάρμους

Κώστας Βαρυπομπιώτης, υπεύθυνος μιξάζ

  1. «2001: Η οδύσσεια του διαστήματος» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ,
  2. «Αποκάλυψη τώρα» του Φράνσις Φορντ Κόπολα,
  3. «Ο Νονός» του Φράνσις Φορντ Κόπολα,
  4. «Θυσία» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  5. «Ελαφοκυνηγός» του Μάικλ Τσίμινο,
  6. «Θίασος» του Θόδωρου Αγγελόπουλου,
  7. «Ο καουμπόι του μεσονυκτίου» του Τζον Σλέσινγκερ,
  8. «Η Αλίκη στις πόλεις» του Βιμ Βέντερς,
  9. «Το τελευταίο τανγκό στο Παρίσι» του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι,
  10. «Η εαρινή σύναξις των αγροφυλάκων» του Δήμου Αβδελιώδη

Αλέξανδρος Βούλγαρης, σκηνοθέτης

  1. «2001: Η οδύσσεια του διαστήματος» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ,
  2. «Η ασημένια σφαίρα» του Αντρέι Ζουλάφσκι,
  3. «Η καταδίωξη» του Άρθουρ Πεν,
  4. «Η λεωφόρος της Δύσεως» του Μπίλι Γουάιλντερ,
  5. «Βιντεοδρόμιο» του Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ,
  6. «Ο ταξιτζής» του Μάρτιν Σκορσέζε,
  7. «Παραδεισένιες μέρες» του Τέρενς Μάλικ,
  8. «Ο ένοικος» του Ρομάν Πολάνσκι,
  9. «Ο σχιζοφρενής δολοφόνος με το πριόνι» του Τομπ Χούπερ,
  10. «Η απειλή» του Τζον Κάρπεντερ

Αλέκος Γιάνναρος, διευθυντής φωτογραφίας

  1. «Λόρενς της Αραβίας» του Ντέιβιντ Λιν,
  2. «Vertigo: Δεσμώτης του ιλίγγου» του Άλφρεντ Χίτσκοκ,
  3. «Η έβδομη σφραγίδα» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν,
  4. «2001: Η οδύσσεια του διαστήματος» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ,
  5. «Ο καθρέφτης» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  6. «Χιροσίμα, αγάπη μου», του Αλέν Ρενέ,
  7. «Blade Runner» του Ρίντλεϊ Σκοτ,
  8. «Ραν» του Ακίρα Κουροσάβα,
  9. «Amarcord» του Φεντερίκο Φελίνι,
  10. «Αταλάντη» του Ζαν Βιγκό

Κωνσταντίνος Γιάνναρης, σκηνοθέτης

  1. «Τζίλντα» του Τσαρλς Βίντορ,
  2. «Το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο» του Πιερ Πάολο Παζολίνι,
  3. «Salo» του Πιερ Πάολο Παζολίνι,
  4. «Un chant d’amour» («Ένα ερωτικό άσμα») του Ζαν Ζενέ,
  5. «Η θεία από το Σικάγο» του Αλέκου Σακελλάριου,
  6. «Άγρια συμμορία» του Σαμ Πέκινπα,
  7. «Η περιφρόνηση» του Ζαν-Λικ Γκοντάρ,
  8. «Υπόθεση Παραλλάξ» του Άλαν Τζ. Πακούλα,
  9. «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;» του Μάικ Νίκολς,
  10. «Ossessione» του Λουκίνο Βισκόντι

Νίκος Γραμματικός, σκηνοθέτης

  1. «Ο δεκάλογος» του Κριστόφ Κισλόφσκι,
  2. «Η νύχτα» του Μικελάντζελο Αντονιόνι,
  3. «Η δεύτερη πνοή» του Αλέν Κορνό,
  4. «Ο Νονός» του Φράνσις Φορντ Κόπολα,
  5. «Ο πολίτης Κέιν» του Όρσον Ουέλς,
  6. «Ο θρόνος του αίματος» του Ακίρα Κουροσάβα,
  7. «Η Ευδοκία» του Αλέξη Δαμιανού,
  8. «Η λεωφόρος της Δύσης» του Μπίλι Γουάιλντερ,
  9. «Blade Runner» του Ρίντλεϊ Σκοτ,
  10. «Chinatown» του Ρόμαν Πολάνσκι

Γιάννης Δαλιανίδης, σκηνοθέτης

  1. «Dolce vita» του Φεντερίκο Φελίνι,
  2. «Θάνατος στη Βενετία» του Λουκίνο Βισκόντι
  3. «Χρυσοθήρας» του Τσάρλι Τσάπλιν,
  4. «Ψυχώ» του Άλφρεντ Χίτσκοκ,
  5. «Λεωφορείον ο πόθος» του Ελίας Καζάν,
  6. «Μισαλλοδοξία» του Ντέιβιντ Γουόρκ Γκρίφιθ,
  7. «Ιβάν ο τρομερός» του Σεργκέι Αϊζενστάιν,
  8. «Χιροσίμα, αγάπη μου» του Αλέν Ρενέ,
  9. «Ηλέκτρα» του Μιχάλη Κακογιάννη,
  10. «Τραγουδώντας στη βροχή» των Στάνλεϊ Ντόνεν - Τζιν Κέλι

Kατερίνα Ευαγγελάκου, σκηνοθέτρια

  1. «Οκτώμισι» του Φεντερίκο Φελίνι,,
  2. «Ο Λόγος» του Καρλ Θίοντορ Ντράγιερ,
  3. «Ραν» του Ακίρα Κουροσάβα,
  4. «Η επιστροφή» του Αντρέι Ζβιάγκιντσεφ,
  5. «Ο Νονός» του Φράνσις Φορντ Κόπολα,
  6. «Η εαρινή σύναξις των αγροφυλάκων» του Δήμου Αβδελιώδη,
  7. «Ου φονεύσεις» (από το «Δεκάλογο») του Κριστόφ Κισλόφσκι,
  8. «Η θυσία του Κόρζακ» του Αντρέι Βάιντα,
  9. «Πού είναι το σπίτι του φίλου μου;» του Αμπάς Κιαροστάμι,
  10. «Europa» του Λαρς φον Τρίερ

Μαρία Ζορμπά, ηθοποιός

  1. «Θωρηκτό Ποτέμκιν» του Σεργκέι Αϊζενστάιν,
  2. «Ζαν ντ’ Αρκ» του Καρλ Θίοντορ Ντράγιερ,
  3. «Το χαμίνι» του Τσάρλι Τσάπλιν,
  4. «Μήδεια» του Πιερ Πάολο Παζολίνι,
  5. «Εξολοθρευτής άγγελος» του Λουίς Μπουνιουέλ,
  6. «Νοσταλγία» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  7. «Ραν» του Ακίρα Κουροσάβα,
  8. «Οικογενειακή γιορτή» του Τόμας Βίντερμπεργκ,
  9. «Dogville» του Λαρς φον Τρίερ
  10. «Ευδοκία» του Αλέξη Δαμιανού

Αντώνης Καφετζόπουλος, σκηνοθέτης - ηθοποιός

  1. «Ο πολίτης Κέιν» του Όρσον Ουέλς,
  2. «Σατυρικόν» του Φεντερίκο Φελίνι,
  3. «Φάλσταφ: Καμπάνες τα μεσάνυχτα» του Όρσον Ουέλς
  4. «Ο στρατηγός» του Μπάστερ Κίτον,
  5. «SOS, Πεντάγωνο καλεί Μόσχα» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ,
  6. «Το λιμάνι της αγωνίας» του Ελίας Καζάν
  7. «Ασυγχώρητοι» του Κλιντ Ίστγουντ,
  8. «Άλιεν» του Ρίντλεϊ Σκοτ,
  9. «Chinatown» του Ρόμαν Πολάνσκι
  10. «Μανχάταν» του Γούντι Άλεν

Φίλιππος Κουτσάφτης, διευθυντής φωτογραφίας - σκηνοθετης ντοκιμαντέρ

  1. «Ο πολίτης Κέιν» του Όρσον Ουέλς,
  2. «Χωρίς ήλιο» του Κρις Μαρκέρ,
  3. «Η λεωφόρος της Δύσης» του Μπίλι Γουάιλντερ,
  4. «Ο καθρέφτης» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  5. «Ευδοκία» του Αλέξη Δαμιανού,
  6. «Οκτώμισι» του Φεντερίκο Φελίνι,
  7. «Ρασομόν» του Ακίρα Κουροσάβα,
  8. «Ουγκέτσου Μονογκατάρι» του Κένζι Μιζογκούτσι,
  9. «Ο Λόγος» του Κάρλ Θίοντορ Ντράγιερ,
  10. «Το χαμίνι» του Τσάρλι Τσάπλιν

Ερρίκος Λίτσης, ηθοποιός

  1. «1900» του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι,
  2. «Η φωλιά του κούκου» του Μίλος Φόρμαν,
  3. «Ο Τζόνι πήρε τ' όπλο του» του Ντάλτον Τράμπο,
  4. «Αποκάλυψη τώρα» του Φράνσις Φορντ Κόπολα,
  5. «Η ψυχή στο στόμα» του Γιάννη Οικονομίδη,
  6. «Οι εντιμότατοι φίλοι μου» του Μάριο Μονιτσέλι,
  7. «Τhe wall - Pink Floyd» του Άλαν Πάρκερ,
  8. «Βαλς με τον Μπασίρ» του Αρί Φόλμαν,
  9. «Μπεν Χουρ» του Γουίλιαμ Γουάιλερ,
  10. «Ο Νονός» του Φράνσις Φόρντ Κόπολα

Αλέξανδρος Λογοθέτης, ηθοποιός

  1. «Ο τρίτος άνθρωπος» του Κάρολ Ριντ
  2. «Κουρδιστό πορτοκάλι» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ,
  3. «Αποκάλυψη τώρα» του Φράνσις Φόρντ Κόπολα,
  4. «Ο ταξιτζής» του Μάρτιν Σκορσέζε,
  5. «400 χτυπήματα» του Φρανσουά Τριφό,
  6. «Η επιστροφή» του Αντρέι Ζβιάγκιντσεφ,
  7. «Μηχανικά πιάνα» του Νικίτα Μιχάλκοφ,
  8. «Blade Runner» του Ρίντλεϊ Σκοτ,
  9. «Ο επισκέπτης» του Τζουν-χο Μπονγκ,
  10. «Άσε το κακό να μπει» του Τόμας Άλφρεντσον

Ρένια Λουιζίδου, ηθοποιός

  1. «Ο Νονός» του Φράνσις Φόρντ Κόπολα,
  2. «Βlade Runner» του Ρίντλεϊ Σκοτ,
  3. «Η μπλε ταινία» του Κριστόφ Κισλόφσκι,
  4. «Ο ψεύτης ήλιος» του Νικίτα Μιχάλκοφ,
  5. «Κάποτε στην Αμερική» του Σέρτζιο Λεόνε,
  6. «Ο ταξιτζής» του Μάρτιν Σκορσέζε,
  7. «2001: Η οδύσσεια του διαστήματος» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ,
  8. «Οκτώμισι» του Φεντερίκο Φελίνι,
  9. «Παγοθύελλα» του Ανγκ Λι,
  10. «Συνήθεις ύποπτοι» του Μπράιαν Σίνγκερ

Πάνος Χ. Κούτρας, σκηνοθέτης

  1. «Vertigo: Δεσμώτης του ιλίγγου» του Άλφρεντ Χίτσκοκ,
  2. «Τα φώτα της πόλης» του Τσάρλι Τσάπλιν,
  3. «Διψασμένος για ηδονή» («In a lonely place») του Νίκολας Ρέι,
  4. «Γραμμένο με αίμα» («The tarnished angels») του Ντάγκλας Σερκ,
  5. «Au hazard Balthasar» του Ρομπέρ Μπρεσόν,
  6. «Pink flamingos» του Τζον Γουότερς,
  7. «Ο κανόνας του παιχνιδιού» του Ζαν Ρενουάρ,
  8. «Γερμανία έτος μηδέν» του Ρομπέρτο Ροσελίνι,
  9. «To στίγμα του κολασμένου» («Some came running») του Βινσέντε Μινέλι,
  10. «Οδός Μαλχόλαντ» του Ντέιβιντ Λιντς

Νίκος Κυπουργός, συνθέτης

  1. «Οκτώμισι» του Φεντερίκο Φελίνι,
  2. «Μοντέρνοι καιροί» του Τσάρλι Τσάπλιν,
  3. «Θωρηκτό Ποτέμκιν» του Σεργκέι Αϊζενστάιν,
  4. «Ο πολίτης Κέιν» του Όρσον Ουέλς,
  5. «Η έβδομη σφραγίδα» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν,
  6. «Η λεωφόρος της Δύσης» του Μπίλι Γουάιλντερ,
  7. «Ο κλέφτης των ποδηλάτων» του Βιτόριο ντε Σίκα,
  8. «Όνειρα» του Ακίρα Κουροσάβα,
  9. «Μανχάταν» του Γούντι Άλεν,
  10. «Απαγορευμένα παιχνίδια» του Ρενέ Κλεμάν

Άννυ Λούλου, ηθοποιός

  1. «Ο πολίτης Κέιν» του Όρσον Ουέλς,
  2. «Αντρέι Ρουμπλιόφ» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  3. «Φάνι και Αλεξανδρος» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν,
  4. «Συμμορίες της Νέας Υόρκης» του Μάρτιν Σκορσέζε,
  5. «Άγρια συμμορία» του Σαμ Πέκινπα,
  6. «Για μια χούφτα δολάρια» του Σέρτζιο Λεόνε,
  7. «Ο άνεμος χορεύει το κριθάρι» του Κεν Λόουτς,
  8. «Μπόνι και Κλάιντ» του Άρθουρ Πεν,
  9. «Το τσεκούρι» του Κώστα Γαβρά,
  10. «Gran Torino» του Κλιντ Ίστγουντ

Στέλιος Μάινας, ηθοποιός

  1. «Ο πολίτης Κέιν» του Όρσον Ουέλς,
  2. «Ο Λόγος» του Καρλ Θίοντορ Ντράγερ,
  3. «Φάνι και Αλέξανδρος» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν,
  4. «Αποκάλυψη τώρα» του Φράνσις Φορντ Κόπολα,
  5. «Ραν» του Ακίρα Κουροσάβα,
  6. «Ο θρόνος του αίματος» του Ακίρα Κουροσάβα,
  7. «Los Olvidados» του Λουίς Μπουνιουέλ,
  8. «Αντρέι Ρουμπλιόφ» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  9. «Ο καιρός των Τσιγγάνων» του Εμίρ Κουστουρίτσα,
  10. «Ο Τζόνι πήρε τ' όπλο του» του Ντάλτον Τράμπο

Γιώργος Μαυροψαρίδης, μοντέρ

  1. «2001: Η οδύσσεια του διαστήματος» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ,
  2. «Αλφαβίλ» του Ζαν-Λικ Γκοντάρ,
  3. «Vertigo: Δεσμώτης του ιλίγγου» του Άλφρεντ Χίτσκοκ,
  4. «Ευδοκία» του Αλέξη Δαμιανού,
  5. «Καρκαλού» του Σταύρου Τορνέ,
  6. «Οδός Μαλχόλαντ» του Ντέιβιντ Λιντς,
  7. «Ο θείος από την Αμερική» του Αλέν Ρενέ,
  8. «Ο καθρέφτης» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  9. «Ο κανόνας του παιχνιδιού» του Ζαν Ρενουάρ,
  10. «Ρασομόν» του Ακίρα Κουροσάβα

Γιώργος Μιχαλακόπουλος, ηθοποιός

  1. «Ο ψεύτης ήλιος» του Αντρέι Μιχάλκοφ,
  2. «Ο κλέψας του κλέψαντος» του Μάριο Μονιτσέλι,
  3. «Ο πόλεμος των κουμπιών» του Ιβ Ρομπέρ,
  4. «La strada» του Φεντερίκο Φελίνι,
  5. «Η θάλασσα μέσα μου» του Αλεχάντρο Αμενάμπαρ,
  6. «Το γεράκι της Μάλτας» του Τζον Χιούστον,
  7. «Η έβδομη σφραγίδα» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν,
  8. «Μυστικά και ψέματα» του Μάικ Λι,
  9. «Κάλπικη λίρα» του Γιώργου Τζαβέλλα,
  10. «Ο πολίτης Κέιν» του Όρσον Ουέλς

Φάνης Μουρατίδης, ηθοποιός

  1. «Τα φτερά του έρωτα» του Βιμ Βέντερς,
  2. «Θίασος» του Θόδωρου Αγγελόπουλου,
  3. «Η κάλπικη λίρα» του Γιώργου Τζαβέλλα,
  4. «Στάλκερ» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  5. «Ο ψεύτης ήλιος» του Νικίτα Μιχάλκοφ,
  6. «Αντρέι Ρουμπλιόφ» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  7. «Οι κυρίες της αυλής» του Ντίνου Δημόπουλου,
  8. «Η διπλή ζωή της Βερόνικα» του Κριστόφ Κισλόφσκι,
  9. «Της κακομοίρας» του Ντίνου Κατσουρίδη,
  10. «Ήσυχες μέρες του Αυγούστου» του Παντελή Βούλγαρη

Τάσος Μπουλμέτης, σκηνοθέτης

  1. «Κουρδιστό πορτοκάλι» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ,
  2. «Ο ένοικος» του Ρομάν Πολάνσκι,
  3. «Persona» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν,
  4. «Κρυμμένος» του Μίκαελ Χάνεκε,
  5. «Blow up» του Μικελάντζελο Αντονιόνι,
  6. «Πρόβα ορχήστρας» του Φεντερίκο Φελίνι,
  7. «Η συνομιλία» του Φράνσις Φορντ Κόπολα,
  8. «Η δύναμη της σάρκας» του Νίκολας Ρεγκ,
  9. «Vertigo: Δεσμώτης του ιλίγγου» του Άλφρεντ Χίτσκοκ,
  10. «Θίασος» του Θόδωρου Αγγελόπουλου

Γιάννης Οικονομίδης, σκηνοθέτης

  1. «Αταλάντη» του Ζαν Βιγκό,
  2. «Η αυγή» του Φρίντριχ Μουρνάου,
  3. «Ο πορτοφολάς» του Ρομπέρ Μπρεσόν,
  4. «Αντρέι Ρουμπλιόφ» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  5. «Dolce vita» του Φεντερίκο Φελίνι,
  6. «Οι καραμπινιέροι» του Ζαν-Λικ Γκοντάρ,
  7. «Η σιωπή» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν,
  8. «Η φλόγα που τρεμοσβήνει» του Λουί Μαλ,
  9. «Το λιμάνι της αγωνίας» του Ελίας Καζάν,
  10. «Πρόσωπα» του Τζον Κασσαβέτη

Νίκος Παναγιωτόπουλος, σεναριογράφος

  1. «Αποκάλυψη τώρα» του Φράνσις Φορντ Κόπολα,
  2. «Ψεύτης ήλιος» του Νικίτα Μιχάλκοφ,
  3. «Οργισμένο είδωλο» του Μάρτιν Σκορσέζε,
  4. «Blade Runner» του Ρίντλεϊ Σκοτ,
  5. «Η λευκή ταινία» του Κριστόφ Κισλόφσκι,
  6. «Μανόλια» του Πολ Τόμας Άντερσον,
  7. «Σκυλίσιες μέρες» του Ούλριχ Ζάιντλ,
  8. «Επιστροφή» του Αντρέι Ζβιάνγκιτσεφ,
  9. «Οικογενειακή γιορτή» του Τόμας Βίντερμπεργκ,
  10. «Ο νευρικός εραστής» του Γούντι Άλεν

Λάκης Παπαστάθης, σκηνοθέτης

  1. «Αταλάντη» του Ζαν Βιγκό,
  2. «Νανούκ του Βορρά» του Ρόμπερτ Τζ. Φλάερτι,
  3. «Ο Λόγος» του Κάρλ Θίοντορ Ντράγιερ,
  4. «Γερτρούδη» του Κάρλ Θίοντορ Ντράγιερ,
  5. «O πολίτης Κέιν» του Όρσον Ουέλς,
  6. «Η αυγή» του Φρίντριχ Βίλελμ Μουρνάου,
  7. «Η Ευδοκία» του Αλέξη Δαμιανού,
  8. «Ο τελευταίος των ανθρώπων» του Φρίντριχ Βίλελμ Μουρνάου,
  9. «Οι άγριες φράουλες» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν,
  10. «Ο δολοφόνος του Τόκιο» του Ακίρα Κουροσάβα

Νίκος Πορτοκάλογλου, μουσικός

  1. «Amarcord» του Φεντερίκο Φελίνι,
  2. «Φάνι και Αλέξανδρος» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν,
  3. «Match point» του Γούντι Άλεν,
  4. «Μια νύχτα στην όπερα» των αδερφών Μαρξ,
  5. «Αντρέι Ρουμπλιόφ» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  6. «Οργισμένο είδωλο» του Μάρτιν Σκορσέζε,
  7. «Η μπλε ταινία» του Κριστόφ Κισλόφσκι,
  8. «Αποκάλυψη τώρα» του Φράνσις Φόρντ Κόπολα,
  9. «21 γραμμάρια» του Αλεχάντρο Ιναρίτου,
  10. «Το λιμάνι της αγωνίας» του Ελίας Καζάν

Ευανθία Ρεμπούτσικα, μουσικός

  1. «Ο Νονός» του Φράνσις Φόρντ Κόπολα,
  2. «Ο γατόπαρδος» του Λουκίνο Βισκόντι,
  3. «Νύχτες της Καμπίρια» του Φεντερίκο Φελίνι,
  4. «Ιστορίες του Κάντερμπουρι» του Πιερ Πάολο Παζολίνι,
  5. «Μυστικά και ψέματα» του Μάικ Λι,
  6. «Ο αθώος» του Λουκίνο Βισκόντι,
  7. «Βαβέλ» του Αλεχάντρο Γκονζάλες Ιναρίτου,
  8. «Το κοπάδι» του Γιλμάζ Γκιουνέι,
  9. «Καζαμπλάνκα» του Μάικλ Κέρτις,
  10. «Σινεμά ο παράδεισος» του Τζουζέπε Τορνατόρε

Λουκία Ρικάκη, σκηνοθέτρια

  1. «To αγρίμι» του Φρανσουά Τριφό,
  2. «Θωρηκτό Ποτέμκιν» του Σεργκέι Αϊζενστάιν,
  3. «Ζιλ και Τζιμ» του Φρανσουά Τριφό,
  4. «Ο πόλεμος των κουμπιών» του Ιβ Ρομπέρ,
  5. «400 χτυπήματα» του Φρανσουά Τριφό,
  6. «Ο Τζόνι πήρε τ’ όπλο του» του Ντάλτον Τράμπο,
  7. «Η νύχτα του Σαν Λορέντσο» των Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι,
  8. «Φάνι και Αλέξανδρος» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν,
  9. «Ο καθρέφτης» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  10. «Κολαστήριο» («Kαrhozat / Damnation») του Μπέλα Ταρ

Άκης Σακελλαρίου, ηθοποιός

  1. «2001: Η οδύσσεια του διαστήματος» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ,
  2. «Γη και ελευθερία» του Κεν Λόουτς,
  3. «Αποκάλυψη τώρα» του Φράνσις Φορντ Κόπολα,
  4. «Θυσία» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  5. «La strada» του Φεντερίκο Φελίνι,
  6. «Ο θρόνος του αίματος» του Ακίρα Κουροσάβα,
  7. «Ο δράκος» του Νίκου Κούνδουρου,
  8. «Τα φώτα της ράμπας» του Τσάρλι Τσάπλιν,
  9. «Θίασος» του Θόδωρου Αγγελόπουλου,
  10. «Ψυχώ» του Άλφρεντ Χίτσκοκ

Εύη Σαουλίδου, ηθοποιός

  1. «Η φλόγα που τρεμοσβήνει» του Λουί Μαλ,
  2. «Ταξίδι στη χώρα των θαυμάτων» του Χαγιάο Μιγιαζάκι,
  3. «Σαλό» του Πιερ Πάολο Παζολίνι,
  4. «Πρόσωπα» του Τζον Κασσαβέτη,
  5. «Σημασία έχει ν' αγαπάς» του Αντρέι Ζουλάφσκι,
  6. «Η περιφρόνηση» του Ζαν-Λικ Γκοντάρ,
  7. «Τα φτερά του έρωτα» του Βιμ Βέντερς,
  8. «Η κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας» του Λουίς Μπουνιουέλ,
  9. «SOS, Πεντάγωνο καλεί Μόσχα» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ,
  10. «Ο πύργος» του Μίκαελ Χάνεκε

Ανδρέας Σινάνος, διευθυντής φωτογραφίας

  1. «Ραν» του Ακίρα Κουροσάβα,
  2. «Θίασος» του Θόδωρου Αγγελόπουλου,
  3. «Γατόπαρδος» του Λουκίνο Βισκόντι,
  4. «Κραυγές και ψίθυροι» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν,
  5. «Amarcord» του Φεντερίκο Φελίνι,
  6. «Το λιμάνι της αγωνίας» του Ελίας Καζάν,
  7. «Επάγγελμα ρεπόρτερ» του Μικελάντζελο Αντονιόνι,
  8. «Οι Δουβλινέζοι» («The dead») του Τζον Χιούστον,
  9. «Τα φτερά του έρωτα» του Βιμ Βέντερς,
  10. «Ο κομφορμίστας» του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι

Μαρία Σολωμού, ηθοποιός

  1. «2046» του Γουόνγκ Καρ Γουάι,
  2. «Το ημερολόγιο» του Νικ Κασαβέτις,
  3. «Αγάπα με αν τολμάς» του Γιαν Σαμιέλ,
  4. «Το τελευταίο τανγκό στο Παρίσι» του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι,
  5. «Ρέκβιεμ για ένα όνειρο» του Ντάρεν Αρονόφσκι,
  6. «Μάτια ερμητικά κλειστά» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ,
  7. «Σινεμά ο παράδεισος» του Τζουζέπε Τορνατόρε,
  8. «Τα ψηλά τακούνια» του Πέδρο Αλμοδόβαρ,
  9. «Μουλέν Ρουζ» του Μπαζ Λούρμαν,
  10. «Τ' αγόρια δεν κλαίνε» της Κίμπερλι Πιρς

Τάκης Σπυριδάκης, σκηνοθέτης - ηθοποιός

  1. «Η λεωφόρος της Δύσης» του Μπίλι Γουάιλντερ,
  2. «Η κυρία της Σανγκάης» του Όρσον Ουέλς,
  3. «Άγρια συμμορία» του Σαμ Πέκινπα,
  4. «Σκυλίσια μέρα» του Σίντνεϊ Λιούμετ,
  5. «Η φωλιά του κούκου» του Μίλος Φόρμαν,
  6. «Ο Λόρενς της Αραβίας» του Ντέιβιντ Λιν,
  7. «Η έκλειψη» του Μικελάντζελο Αντονιόνι,
  8. «Blade Runner» του Ρίντλεϊ Σκοτ,
  9. «Οκτώμισι» του Φεντερίκο Φελίνι,
  10. «Singapore sling» του Νίκου Νικολαΐδη

Ιουλία Σταυρίδου, σκηνογράφος

  1. «Γατόπαρδος» του Λουκίνο Βισκόντι,
  2. «Umberto D.» του Βιτόριο ντε Σίκα,
  3. «Αντρέι Ρουμπλιόφ» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  4. «Η μεγάλη χίμαιρα» του Ζαν Ρενουάρ,
  5. «Σταυρωμένοι εραστές» του Κένζι Μιζογκούτσι,
  6. «Ο πόλεμος τελείωσε» του Αλέν Ρενέ,
  7. «Γερτρούδη» του Καρλ Θίοντορ Ντράγιερ,
  8. «Η γειτονιά των καταφρονεμένων» του Ακίρα Κουροσάβα,
  9. «Αγκίρε, η μάστιγα του Θεού» του Βέρνερ Χέρτζογκ,
  10. «Η δολοφονία του Τζέσε Τζέιμς από τον δειλό Ρόμπερτ Φορντ» του Άντριου Ντομινίκ

Εύα Στεφανή, σκηνοθέτρια

  1. «Au hasard Balthazar» του Ρομπέρ Μπρεσόν,
  2. «Το χέρι που σκοτώνει» («Shadow of a doubt») του Άλφρεντ Χίτσκοκ,
  3. «Δεν θα τα πάρεις μαζί σου» του Φρανκ Κάπρα,
  4. «Walden» του Τζόνας Μέκας,
  5. «Η νύχτα του κυνηγού» του Τσαρλς Λότον,
  6. «Amarcord» του Φεντερίκο Φελίνι,
  7. «Umberto D.» του Βιτόριο ντε Σίκα,
  8. «Boudou save des eaux» του Ζαν Ρενουάρ,
  9. «Εάν» («If») του Λίντσεϊ Άντερσον,
  10. «Η χρυσή εποχή» του Λουίς Μπουνιουέλ

Σύλλας Τζουμέρκας, σκηνοθέτης

  1. «Αντρέι Ρουμπλιόφ» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  2. «Ο δολοφόνος του Τόκιο» («High and low») του Ακίρα Κουροσάβα,
  3. «Το πέρασμα του χρόνου» του Βιμ Βέντερς,
  4. «Μια γυναίκα εξομολογείται» του Τζον Κασσαβέτη,
  5. «Λουλούδι της σάρκας» («Turkish delight») του Πολ Βερχόφεν,
  6. «Ο καθρέφτης» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  7. «Tες» του Ρόμαν Πολάνσκι,
  8. «Διαφθορά» («Bad lieutenant») του Έιμπελ Φεράρα,
  9. «Οι ηλίθιοι» του Λαρς φον Τρίερ,
  10. «Άγριες φράουλες» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν

Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου, ηθοποιός

  1. «Στάλκερ» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  2. «Οne week» του Τομ Κλάιν,
  3. «Ο τρελός Πιερό» του Ζαν-Λικ Γκοντάρ,
  4. «Κανείς δεν ξέρει» του Γιώργου Χριστόπουλου,
  5. «Ροζ Πάνθηρας» του Μπλέικ Έντουαρντς,
  6. «Οι ηλίθιοι» του Λαρς φον Τρίερ,
  7. «Τραγούδια από το 2ο όροφο» του Ρόι Άντερσον,
  8. «Μεγαλέξανδρος» του Θόδωρου Αγγελόπουλου,
  9. «Οι αρμονίες του Werkmeister» του Μπέλα Ταρ,
  10. «Funny games» του Μίκαελ Χάνεκε

Γιώργος Τσεμπερόπουλος, σκηνοθέτης

  1. «Chinatown» του Ρόμαν Πολάνσκι,
  2. «Ο Νονός» του Φράνσις Φορντ Κόπολα,
  3. «Νοσταλγία» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  4. «Αποκάλυψη τώρα» του Φράνσις Φορντ Κόπολα,
  5. «Φάνι και Αλέξανδρος» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν,
  6. «Η πόλη του Θεού» του Φερνάρντο Μεϊρέγιες,
  7. «Brasil» του Τέρι Γκίλιαμ,
  8. «Ο λαβύρινθος του Πανός» του Γκιγιέρμο ντελ Τόρο,
  9. «Το τελευταίο τανγκό στο Παρίσι» του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι,
  10. «Η επέλαση των βαρβάρων» του Ντενίς Αρκάν

Γιάννης Τσιμιτσέλης, ηθοποιός

  1. «Ρέκβιεμ για ένα όνειρο» του Ντάρεν Αρονόφσκι,
  2. «Ο Νονός» του Φράνσις Φορντ Κόπολα,
  3. «Crash» του Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ,
  4. «Κουρδιστό πορτοκάλι» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ,
  5. «Slamdog millionaire» του Ντάνι Μπόιλ,
  6. «Fight club» του Ντέιβιντ Φίντσε,
  7. «Jackie Brown» του Κουέντιν Ταραντίνο,
  8. «Μatrix» των Άντι και Λάρι Βασόφσκι,
  9. «12 πίθηκοι» του Τέρι Γκίλιαμ,
  10. «Ο άρχοντας των δαχτυλιδιών» του Πίτερ Τζάκσον

Γιάννης Τσιτσόπουλος, μοντέρ

  1. «Οι ζωές των άλλων» του Φλόριαν Χένκελ Φον Ντόνερσμαρκ,
  2. «Λάμψη» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ,
  3. «Αμελί» του Ζαν-Πιερ Ζενέ,
  4. «Μαθήματα πιάνου» της Τζέιν Κάμπιον,
  5. «Άρωμα γυναίκας» του Μάρτιν Μπρεστ,
  6. «Μπεν Χουρ» του Γουίλιαμ Γουάιλερ,
  7. «Όσα παίρνει ο άνεμος» του Βίκτορ Φλέμινγκ,
  8. «Σπάρτακος» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ,
  9. «Ο Λόρενς της Αραβίας» του Ντέιβιντ Λιν,
  10. «Αμαντέους» του Μίλος Φόρμαν

Σταύρος Τσιώλης, σκηνοθέτης

  1. «Ταξίδι στο Τόκιο» του Γιασουχίρο Όζου,
  2. «Στάλκερ» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  3. «Ο κλέφτης των ποδηλάτων» του Βιτόριο ντε Σίκα,
  4. «Άγριες φράουλες» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν,
  5. «Ο κύριος Βερντού» του Τσάρλι Τσάπλιν,
  6. «Το άγγιγμα του κακού» του Όρσον Ουέλς,
  7. «Η επανάσταση» του Μασάκι Κομπαγιάσι,
  8. «Η επίδραση των ακτίνων Γ στα χρυσάνθεμα» του Πολ Νιούμαν,
  9. «One million dollar baby» του Κλιντ Ίστγουντ,
  10. «Η ψυχή στο στόμα» του Γιάννη Οικονομίδη

Σταμάτης Φασουλής, ηθοποιός

  1. «Ο πολίτης Κέιν» του Όρσον Ουέλς,
  2. «Οκτώμισι» του Φεντερίκο Φελίνι,
  3. «Γερτρούδη» του Καρλ Θίοντορ Ντράγιερ,
  4. «Οι καταραμένοι» του Λουκίνο Βισκόντι,
  5. «Επάγγελμα ρεπόρτερ» του Μικελάντζελο Αντονιόνι,
  6. «Θυσία» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  7. «2001: Η οδύσσεια του διαστήματος» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ,
  8. «Αποκάλυψη τώρα» του Φράνσις Φορντ Κόπολα,
  9. «Vertigo: Δεσμώτης του ιλίγγου» του Άλφρεντ Χίτσκοκ,
  10. «Ραν» του Ακίρα Κουροσάβα

Γιώτα Φέστα, ηθοποιός

  1. «Ο πολίτης Κέιν» του Όρσον Ουέλς,
  2. «Ο Λόγος» του Καρλ Θίοντορ Ντράγιερ,
  3. «Μ» του Φριτς Λανγκ,
  4. «Σταυρωμένοι εραστές» του Κένζι Μιζογκούτσι,
  5. «Η έβδομη σφραγίδα» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν,
  6. «Χιροσίμα, αγάπη μου» του Αλέν Ρενέ,
  7. «Η λεωφόρος της Δύσης» του Μπίλι Γουάιλντερ,
  8. «Επάγγελμα ρεπόρτερ» του Μικελάντζελο Αντονιόνι,
  9. «Αποκάλυψη τώρα» του Φράνσις Φορντ Κόπολα,
  10. «Chinatown» του Ρόμαν Πολάνσκι

Περικλής Χούρσογλου, σκηνοθέτης

  1. «Blow up» του Μικελάντζελο Αντονιόνι,
  2. «Το τελευταίο τανγκό στο Παρίσι» του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι,
  3. «Αντρέι Ρουμπλιόφ» του Αντρέι Ταρκόφσκι,
  4. «Θίασος» του Θόδωρου Αγγελόπουλου,
  5. «Ραν» του Ακίρα Κουροσάβα,
  6. «Φάνι και Αλέξανδρος» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν,
  7. «Ο μεγάλος ερωτικός» του Παντελή Βούλγαρη,
  8. «Γύρω στα μεσάνυχτα» του Μπερτράν Ταβερνιέ,
  9. «Αmarcord» του Φεντερίκο Φελίνι,
  10. «Βρόμικη πόλη» του Τζον Χιούστον

5 σχόλια για τα 5 καλύτερα

Πέντε πρόσωπα εξηγούν γιατί επέλεξαν τις ταινίες που πλ ειοψήφησαν

1. «Σταθερή αξία»

Η ηθοποιός Γιώτα Φέστα ψηφίζει «Πολίτη Κέιν» και εξηγεί:

Γιατί ψηφίζω τον «Πολίτη Κέιν»; Επειδή με συγκινεί. Επειδή πίσω από τη δύναμη και το μεγαλείο ενός τραγικού ενήλικου, όπως ο πολίτης Κέιν, κρύβεται η ανθρώπινη αδυναμία. Eπειδή με άγγιξε η αλληγορία, στο τέλος της ταινίας, με το έλκηθρο και το μυστήριο του Rosebud. Επειδή είναι ίσως η πιο ανθρώπινη ταινία που έχω δει – και λέγοντας «ανθρώπινη» εννοώ πως ο πολίτης Κέιν, που έγινε πανίσχυρος μεγιστάνας του Τύπου, απέκτησε τρομερή εξουσία, αλλά δεν απάντησε στα απλούστερα ερωτήματα της ύπαρξης, είναι σταθερή αξία και η απάντηση στα δικά μας, τα προσωπικά μας υπαρξιακά ερωτήματα.

2. «Μαθήματα ωμότητας»

Ο ηθοποιός Ερρίκος Λίτσης ψηφίζει «Αποκάλυψη τώρα» και εξηγεί:

Γιατί «Αποκάλυψη τώρα»; Επειδή περνάει το αντιπολεμικό μήνυμα, αλλά συνάμα παρουσιάζει και το βαθύ υπαρξιακό δράμα. Επειδή διαθέτει βαθιά αλληγορία, αντίστοιχη με εκείνη της αρχαίας τραγωδίας. Επειδή έχει γίνει σωστή, αν όχι πιστή, μεταφορά της «Καρδιάς του σκότους», του πολύ σημαντικού βιβλίου του Τζόζεφ Κόνραντ. Επειδή ήταν για την εποχή της τουλάχιστον πρωτοποριακή. Κι ακόμα, επειδή έχει δυνατές ερμηνείες και δίνει μαθήματα ωμότητας μέσα από τις σκηνές βίας που απαιτεί το σκηνικό του πολέμου. Και φυσικά, για τον Μάρλον Μπράντο...

3. «Τα λέει όλα»

Ο σκηνοθέτης Γιώργος Τσεμπερόπουλος ψηφίζει τον «Νονό» και εξηγεί:

Γιατί επέλεξα τη συγκεκριμένη ταινία του Κόπολα (και το σίκουελ της ίδιας ταινίας); Επειδή ο «Νονός» δεν έχει αφήσει τίποτε ακάλυπτο. Επειδή δηλαδή αγγίζει όλα τα θέματα ανεξαιρέτως: τη σχέση του ανθρώπου με την εξουσία και την ιεραρχία, με το χρήμα, με την οικογένεια, με την πραγματική αγάπη και με τον έρωτα. Επειδή αγγίζει όλα αυτά τα θέματα και, συγχρόνως, μιλάει για τη δυτική κοινωνία έτσι όπως ακριβώς είναι – αδίστακτη αλλά και στοργική.

4. «Αγάπη για τη νεότητα»

Ο σκηνοθέτης Σύλλας Τζουμέρκας ψηφίζει «Αντρέι Ρουμπλιόφ» και εξηγεί:

Γιατί «Αντρέι Ρουμπλιόφ»; Επειδή σε καμία άλλη ταινία δεν χώρεσαν με τέτοια απλότητα τα φοβερά αυτά θέματα, όπως η πίστη, η δημιουργία, το σεξ, η βία, ο φθόνος, η διχόνοια, τα νιάτα, το έγκλημα και η μετάνοια. Επειδή θέλει τρομερά κότσια να κάνεις μια τόσο μεγαλόπνοη και ακριβή ταινία, που να είναι τόσο αντίθετη με το καθεστώς της χώρας όπου ζεις. Επειδή οι ερμηνείες των Ανατόλι Σολονίτσιν, Ιβάν Λαπίκοφ, Νικολάι Γκρίνκο, Ίρμα Ράους και Νικολάι Μπουρλιάεφ είναι ανεπανάληπτες. Επειδή χτυπάει η καμπάνα του μικρού Μπόρις. Και τέλος, επειδή κανείς ποτέ δεν μίλησε με τόση αγάπη, σκληράδα και συμπόνια για τη νεότητα.

5. «Μπροστά από την εποχή της»

Ο τεχνικός Κώστας Βαρυπομπιώτης ψηφίζει «2001: Η οδύσσεια του διαστήματος» και εξηγεί:

Γιατί «2001: Η οδύσσεια του διαστήματος»; Επειδή ήταν εξαιρετικό έργο. Επειδή η σκηνοθεσία, η φωτογραφία, το μοντάζ, η μουσική ήταν όπως θα έπρεπε να είναι. Προπάντων, όμως, επειδή ήταν μια ταινία προφητική. Πρωτοποριακή αλλά και σεναριακά δυνατή. Μου άρεσε, γιατί ήταν αυτό που λέμε «μπροστά από την εποχή της».

ΤΟΡ 10 Η γαλλική, η αμερικανική και η ελληνική λίστα

ΕΛΛΑΔΑ - "Ταχυδρόμος"

*Η ελληνική: μεγάλες θεαματικές αμερικανικές ταινίες και σπουδαίες ευρωπαϊκές

  1. «Πολίτης Κέιν» (1942) του Όρσον Γουέλς
  2. «Αποκάλυψη τώρα» (1979) του Φράνσις Φορντ Κόπολα
  3. «Ο Νονός» (1972) του Φράνσις Φορντ Κόπολα
  4. «Αντρέι Ρουμπλιόφ» (1966) του Αντρέι Ταρκόφσκι
  5. 5. «2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος» (1968) του Στάνλεϊ Κιούμπρικ
  6. 6. «Ραν» (1985) του Ακίρα Κουροσάβα
  7. 7. «Blade runner» (1982) του Ρίντλεϊ Σκοτ
  8. 8. «Οκτώμισι» (1963) του Φεντερίκο Φελίνι
  9. 9. «Ο Λόγος» (1955) του Καρλ Θίοντορ Ντράγιερ
  10. . «Φάνι και Αλέξανδρος» (1982) του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν

ΓΑΛΛΙΑ - «Cahiers du Cinema»

*Η γαλλική: σινεφίλ, αν δεις τις δέκα ταινίες παίρνεις πτυχίο ιστορικού του σινεμά

  1. «Πολίτης Κέιν» (1941) του Όρσον Ουέλες
  2. «Η νύχτα του κυνηγού» (1955) του Τσαρλς Λότον
  3. «Ο κανόνας του παιχνιδιού» (1939) του Ζαν Ρενουάρ
  4. «Αυγή» (1927) του Φρίντριχ Μουρνάου
  5. «Αταλάντη» (1934) του Ζαν Βιγκό
  6. «Μ» (1931) του Φριτς Λανγκ
  7. «Τραγουδώντας στη βροχή» (1952) των Στάνλεϊ Ντόνεν - Τζιν Κέλι
  8. «Vertigo: Δεσμώτης του ιλίγγου» (1958) του Άλφρεντ Χίτσκοκ
  9. «Τα παιδιά του παραδείσου» (1945) του Μαρσέλ Καρνέ
«Η αιχμάλωτος της ερήμου» («The searchers», 1956) του Τζον Φορντ
«Απληστία» (1924) του Έριχ φον Στροχάιμ
* Στη θέση 9 ισοψηφούν τρεις ταινίες.

ΑΜΕΡΙΚΗ -"The American Film Institute"

*Η αμερικανική: ισοδυναμία θεάματος και δυνατής προσωπικής γραφής
  1. 1. «Πολίτης Κέιν» (1941) του Όρσον Ουέλς
  2. «Ο Νονός» (1972) του Φράνσις Φορντ Κόπολα
  3. «Καζαμπλάνκα» (1942) του Μάικλ Κέρτις
  4. «Οργισμένο είδωλο» (1980) του Μάρτιν Σκορσέζε
  5. «Τραγουδώντας στη βροχή» (1952) των Στάνλεϊ Ντόνεν - Τζιν Κέλι
  6. «Όσα παίρνει ο άνεμος» (1939) του Βίκτορ Φλέμινγκ
  7. «Λόρενς της Αραβίας» (1962) του Ντέιβιντ Λιν
  8. «Η λίστα του Σίντλερ» (1993) του Στίβεν Σπίλμπεργκ
  9. «Vertigo: Δεσμώτης του ιλίγγου» (1958) του Άλφρεντ Χίτσκοκ
  10. «Ο μάγος του Οζ» (1939) του Βίκτορ Φλέμινγκ

Αγαπημένες ναι, καλύτερες ποτέ!

Ο Δημήτρης Δανίκας σχολιάζει το Τop 100 και κάνει τις δικές του προτάσει

Από το 1950 και ύστερα, κάθε φορά, με κάθε δημοψήφισμα, ο ερωτώμενος απαντά πως the best movie of all times is «Πολίτης Κέιν». Άντε ενίοτε, κυρίως πριν από το γκρέμισμα του υπαρκτού σοσιαλισμού, στη δεύτερη ή την τρίτη θέση να διείσδυσε και ο Σεργκέι Αϊζενστάιν με το «Θωρηκτό Ποτέμκιν». Ο λόγος ένας και μοναδικός. Ανεξάρτητα αν ο ερωτώμενος είναι κριτικός, θεωρητικός, ακόμα και θεατής απλός. Ο ρόλος υπερβαίνει το ανθρώπινο μέτρο. Σαν να υποδύεσαι τον Πάπα, τον Θεό, αρχιμανδρίτη και αστροφυσικό. Μα ποιος μπορεί να γνωρίζει τι είναι καλύτερο και τι καλό; Ο κανείς!

Το ίδιο ακριβώς και με την έρευνα του «Ταχυδρόμου». Το αποτέλεσμα της πρώτης δεκάδας καταλήγει ως εξής: έξι από τις δέκα προέρχονται από ΗΠΑ. Δύο από Φελίνι και Ιταλία και από μία Ρωσία με Ταρκόφσκι και Ιαπωνία με Κουροσάβα. Πράγμα που σημαίνει μονοπώλιο των ΗΠΑ η αφρόκρεμα της κινηματογραφικής κουλτούρας. Πως η Ρωσία, ως ΕΣΣΔ με θηριώδεις επιτεύξεις (Ντοβζένκο, Αϊζενστάιν, Παρατζάνοφ, Σενγκελάγια και δεκάδες νεότερους σκηνοθέτες), ο φτωχός συγγενής της ιστορίας. Πως μοναδικός εκπρόσωπος της θρυλικής ιταλικής σχολής είναι ο Φεντερίκο Φελίνι. Πως η Ιαπωνία χωρίς τον Κουροσάβα δεν θα υπήρχε στο χάρτη της κινηματογραφίας. Μια πλάνη τόσο δυσθεώρατη όσο και η άλλη πως η Γη ήταν επίπεδη σαν το μπιφτέκι. Και πως η Γαλλία είναι κάτι λιγότερο από την Ελλάδα: the big chill!

Τα πράγματα ακόμα πιο μελαγχολικά με τον κατάλογο της 26άδας. Οπου ο Μιχάλκοφ είναι περίπου ισοδύναμος με Αϊζενστάιν (από μία ταινία έκαστος). Όπου η «Ευδοκία» ανώτερη από πλήθος θρυλικών και μοναδικών ερωτικών ιστοριών. Όπου ο «Λόρενς της Αραβίας» είναι ό,τι καλύτερο έχει υπογράψει ο Ντέιβιντ Λιν. Και όπου η Γαλλία ανίκανη να συμπεριληφθεί ακόμα και μέσα στις 26 καλύτερες όλων των εποχών. Προφανώς Ζαν Ρενουάρ και «Κανόνας του παιχνιδιού», Ζαν Λικ Γκοντάρ, Φρανσουά Τριφό, Λουί Μαλ, Ζακ Τατί, Ρομπέρ Μπρεσόν (μεγιστοτεράστιος μινιμαλιστής), για να αναφέρω μερικούς εξ αυτών, είναι της Β΄ εθνικής. Και το χειρότερο; Πάντα, σε όλες σχεδόν τις λίστες των καλύτερων ταινιών, απουσιάζουν οι πρόσφατες παραγωγές. Σαν ο χρόνος να σταμάτησε κάπου εκεί μεταξύ του 1941 και του «Πολίτη Κέιν» και της δεκαετίας του '70 με την «Αποκάλυψη τώρα» του Φράνσις Φορντ Κόπολα. Μη με ρωτάτε «γιατί». Αυτονόητο δηλαδή. Το «καλύτερο» πάντα είναι το παρελθόν. Σε κάθε εποχή. Έτσι, κανένα ρίσκο. Έτσι, ακούνητη η κινηματογραφική διαδρομή. Έτσι, τίποτα το άξιο λόγου δεν έχει συμβεί. Έτσι, τα τελευταία χρόνια χωρίς καμία τομή. Τι συμβαίνει;

Απλό. Κανείς δεν μπορεί να ξέρει ποια η καλύτερη όλων των εποχών. Αντιθέτως γνωρίζει –με την καρδιά, τη συγκίνηση και το μυαλό του– ποιες οι αγαπημένες του. Ανεξάρτητα από ονόματα, προκαταλήψεις και δάνεια θεωρητικών. Τι με συγκίνησε λοιπόν. Ποτέ λοιπόν «ποια η καλύτερη όλων των εποχών». Το εξηγώ και προκαλώ. Με ένα πρόχειρο κατάλογο από τα πιο αγαπημένα και συγκινητικά. Έτσι σκόρπια, χωρίς αρίθμηση και αξιολόγηση:

-«Η επιστροφή, Αντρέι Ζιάνγκιτσεφ (Ρωσία)

-«Chinatown», Ρομάν Πολάνσκι (ΗΠΑ)

-«2046», Γουόνγκ Καρ Βάι (Κίνα)

-«Ήρωας», Ζανγκ Γίμου (Κίνα)

-«Φάργκο», αδερφοί Κόεν (ΗΠΑ)

-«Το χρήμα», Ρομπέρ Μπρεσόν (Γαλλία)

-«Match point», Γούντι Άλεν (ΗΠΑ)

-«Έλα να δεις», Έλεμ Κλίμοφ (ΕΣΣΔ)

-«Το κοπάδι», Γιλμάζ Γκιουνέι (Τουρκία)

-«Οι 3 πίθηκοι», Νουρί Μπίλγκε Τζειλάν (Τουρκία)

-----------------------------------------------------------------------

Και πάλι όμως αδικώ. Τις συγκινήσεις και την καρδιά μου εννοώ. Λατρεμένες το ίδιο με τις προηγούμενες και αυτές:

-«Νύχτες της Καμπίρια», Φεντερίκο Φελίνι (Ιταλία)

-«Το μωρό της Ρόζμαρι», Ρομάν Πολάνσκι (ΗΠΑ)

-«Οι ασυγχώρητοι», Κλιντ Ίστγουντ (ΗΠΑ)

-«Ο άνθρωπος από τη Γαλλία», Ουίλιαμ Φρίντκιν (ΗΠΑ)

-«Η Χάνα και οι αδερφές της», Γούντι Άλεν (ΗΠΑ)

-«Η διπλή ζωή της Βερονίκ», Κριστόφ Κισλόφσκι (Πολωνία)

-«Περσόνα», Ίνγκμαρ Μπέργκμαν (Σουηδία)

-«Σκιές», Τζον Κασσαβέτης (ΗΠΑ)

-«Το χαμίνι», Τσάρλι Τσάπλιν (ΗΠΑ)

-«Η συνομιλία», Φράνσις Φορντ Κόπολα (ΗΠΑ)

-«Η ζωή του ζωγράφου Πιροσμάνι», Γκιόργκι Σενγκελάγια (ΕΣΣΔ)

-«Μηχανικά πιάνα», Αντρέι Μιχάλκοφ (ΕΣΣΔ)

-«Μπάρι Λίντον», Στάνλεϊ Κιούμπρικ (ΗΠΑ)

-«Σύντομη συνάντηση», Ντέιβιντ Λιν (Αγγλία)

-«Όταν πετούν οι γερανοί», Μιχαήλ Καλατόζοφ (ΕΣΣΔ)

-«Η Γη», Αλεξάντρ Ντοβζένκο (ΕΣΣΔ)

-«Χορεύοντας μ' έναν ξένο», Μάικλ Νιούελ (Αγγλία)

-«Αναπαράσταση», Θόδωρος Αγγελόπουλος (Ελλάδα)

-«Ο θρόνος του αίματος», Ακίρα Κουροσάβα (Ιαπωνία)

-«Ταξίδι στο Τόκιο», Γιοσιζούρου Ότζου (Ιαπωνία)

-«Playtime», Ζακ Τατί (Γαλλία)

-«Ο τρελός Πιερό», Ζαν Λικ Γκοντάρ (Γαλλία)

-«Κόκκινη έρημος», Μικελάντζελο Αντονιόνι (Ιταλία)

-«Ο Ρόκο και τ αδέρφια του», Λουκίνο Βισκόντι (Ιταλία)

-«Μερικοί το προτιμούν καυτό», Μπίλι Ουάιλντερ (ΗΠΑ)

-«Η λεωφόρος της Δύσεως», Μπίλι Ουάιλντερ (ΗΠΑ)

-«Ξέφρενες νύχτες»μ Πολ Τόμας Άντερσον (ΗΠΑ)

-«Ο μεγάλος Λεμπόφσκι», αδερφοί Κόεν (ΗΠΑ)

-«Το γράμμα μιας άγνωστης», Μαξ Οφίλς (Γαλλία, Αυστρία)

-«Άσε το κακό να μπει», Τόμας Άλφρεντσον (Σουηδία)

-«Φίλησέ με μέχρι θανάτου», Ρόμπερτ Όλντριτς (ΗΠΑ)

«Η μαμά και η πόρνη», Ζαν Εστάς (Γαλλία)

-«Ριφιφί», Ζιλ Ντασέν (Γαλλία)

-«Μανχάταν», Γούντι Άλεν (ΗΠΑ)

-«Η έξαψη», Λόρενς Κάσνταν (ΗΠΑ)

-«Όλα τα πρωινά του κόσμου», Αλέν Κορνό (Γαλλία)

-«Ο τελευταίος των Μοϊκανών», Μάικλ Μαν (ΗΠΑ)

-«Gran Torino», Κλιντ Ίστγουντ (ΗΠΑ)

Να συνεχίσω; Περιττό. Για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι η προοπτική και ο χρόνος. Τίποτα δεν σταμάτησε, τίποτα δεν τελείωσε, τίποτα δεν πέθανε. Ξανά προς την δόξα τραβά. Όσοι φορούν παντόφλες τελειώσανε. Η ακατανίκητη και μόνιμη νοσταλγία είναι ό,τι χειρότερο για την εξέλιξη και την κινηματογραφία. Παραδείγματα πολλά. Πέθανε ο Αντρέι Ταρκόφσκι, αλλά ο Μπίλγκε Τζειλάν συνεχίζει με «Τρεις πιθήκους» από Τουρκία. Αποβίωσε η νουβέλ βαγκ, αλλά το «Ανάμεσα στους τοίχους» εκτόξευσε τη Γαλλία πολύ ψηλά. Γκρεμίστηκε η σοβιετική σχολή, αλλά ο Αντρέι Ζιάνγκιτσεφ με την «Επιστροφή» με έχει στοιχειώσει για τα καλά. Και κάτι ακόμα. Η βιομηχανία του Χόλιγουντ καλπάζει σαν τεθωρακισμένη μεραρχία. Όμως το παράλληλο κύκλωμα και η ανεξαρτησία με πνοή και ευαισθησία. Το απρόσμενο, απροσδόκητο, το ανατρεπτικό, η έκπληξη, το διαφορετικό είναι τα αναντικατάστατα ατού μιας τέχνης που ανθεί μέσα στην παρακμή της. Πάντα με μάτια ανοιχτά και πάντα αθώα, σαν να είναι η πρώτη σου φορά!

Και, τέλος, το κριτήριο προέρχεται από το σώμα και την καρδιά. Αν ρωτούσατε κάποιον άλλο θεατή και ειδικό «ποιες οι καλύτερες όλων των εποχών», στις πρώτες θέσεις θα έβαζε το «Pulp fiction» του Κουέντιν Ταραντίνο (χίλιες φορές προτιμότερο το «Reservoir dogs», την πραγματικά ταινία-ταινία που έκανε σε όλη τη μέχρι σήμερα διαδρομή του). Το ζήτημα, λοιπόν, εντελώς υποκειμενικό. Πράγμα που σημαίνει «μην παριστάνετε τον Θεό. Be yourself, παρακαλώ». Η τέχνη –σε όλες τις μορφές και τις εκδοχές της–, το πιο ακραίο ελεύθερο και δημοκρατικό πεδίο της οικουμένης. Ο καθείς μπορεί ελευθέρως να κάμει ό,τι θέλει. Να δακρύσει, να γελάσει, να χλευάσει, να φτύσει, να εκτοξεύσει ζαρζαβατικά και κλούβια αβγά. Τα πάντα. Απαγορεύσεις κα καλλιτεχνία, πράγματα ασυμβίβαστα. Διαζευγμένα από τη μήτρα. Όπως ο αληθινός έρωτας. Κάθε φορά στο πάθος και τη μοναδική καρδιά. Ακόμα και μια πουτάνα αγαπάς. Αυτή η γυναίκα της ζωής μου. Κάθε φορά από την αρχή ξανά. Κάθε φορά με όλες τις αγάπες προχωράς. Κάθε φορά κάποια άλλη αγαπάς. Αλλά και κάθε φορά τίποτα δεν ξεχνάς. Γι' αυτό, όταν με ρωτάνε «ποιες οι καλύτερες», απάντηση μία χωρίς συζήτηση καμία. Όταν οι άντρες αγαπούν μόνο τις ξανθές, ε, τότε χάνουν τη μελαχρινή, την καστανή και την κόκκινη ηδονή!

Σε επιμέλεια της Κατερίνας Δράκου. Στην έρευνα συμμετείχαν η Ελίνα Μπαλτατζή και η Άννα Μαρτίνου. Σχολιασμός του Δημήτρη Δανίκα

Φωτογραφίες :AP, AFP/IML

Από τον ταχυδρόμο της [Παρασκευής, 3 Απριλίου 2009

Παρασκευή 14 Αυγούστου 2009

Μάνος Κατράκης: Ο αγωνιστής της υποκριτικής

14 Αυγούστου 1909 ~ 2 Σεπτεμβρίου 1984

Εκατό χρόνια συμπληρώνονται φέτος από την γέννηση του σπουδαίου Κρητικού ηθοποιού και αγωνιστή της Αριστεράς. Πενήντα τρία χρόνια παρουσίας στα θεατρικά δρώμενα της Ελλάδας, μια περιπέτεια ζωής –κοινωνικά και καλλιτεχνικά- πολυποίκιλη, ένας βίος που συναντήθηκε με όλα τα κοσμογονικά γεγονότα του 20ου αιώνα …

Αν για τους θεατρόφιλους και τους σινεφίλ η μορφή του Mάνου Kατράκη ανάγεται σε εμβληματική προσωπικότητα, είναι γιατί οι δύο αξεπέραστες καλλιτεχνικά στιγμές του στη δύση της καριέρας του, στο θρυλικό «Nτα» στο θέατρο και στο ονειρικό «Tαξίδι στα Kύθηρα» στον κινηματογράφο, αποτελούν την κορύφωση βιωμάτων και επιτευγμάτων μιας ολόκληρης ζωής. Κι αυτό συνέβη μέσα από δύο έργα -όπου στο μεν θεατρικό η τρυφερότητα και το χιούμορ απάλυναν τον φόβο του θανάτου, στη δε ταινία μέσα από τον μύθο Kατράκη εξατομικευόταν η τραγωδία του εμφύλιου αλληλοσπαραγμού- τα οποία γεφύρωναν συγκινησιακά και πολιτικά τις γενιές της Kατοχής και της μεταπολίτευσης. Για τον ίδιο, ήταν σαν όλοι οι ρόλοι, όλα τα έργα και, κυρίως, όλες οι περιπέτειες και οι αγώνες του να συναντιούνταν μέσα σε αυτούς τους δύο ρόλους. Σαν ολόκληρη η διαδρομή του να ‘χε βρει την Iθάκη της.

συμμάχους τα εκφραστικά του μέσα -σώμα, φωνή, βλέμμα- μάγευε επί πέντε και πλέον δεκαετίες το ελληνικό κοινό. Συμπορευόμενος με τους σημαντικότερους ηθοποιούς, σε αξιομνημόνευτες παραστάσεις και ανυπέρβλητα κλασικά έργα. Παρών σε όλη την εξέλιξη του θεάτρου μας, εν μέσω πολέμων, ταραχών και κοινωνικών ανακατατάξεων. Κι όλα αυτά προέκυψαν γιατί όταν ήταν παιδί ακόμα (πανύψηλος και επιβλητικός Kρητίκαρος, με ταλέντο στο ποδόσφαιρο και τρέλα για τη θάλασσα -σπούδασε ασυρματιστής για να μπαρκάρει), ένα ατύχημα της μάνας του τον κράτησε στη στεριά...

έτσι, εν έτει 1928, ο σκηνοθέτης Kώστας Λελούδας τον εντόπισε στις αλάνες και τον έκανε πρωταγωνιστή του στην ταινία «Λάβαρο του ’21». Aπό εκείνη τη στιγμή ο ατίθασος βενιαμίν μιας επταμελούς οικογένειας, γεννημένος το 1909 στο Kαστέλι Kισσάμου, κόλλησε το μικρόβιο της υποκριτικής και δεν θα θεραπευόταν ποτέ έκτοτε!

Eντελώς τυχαία, λοιπόν, χωρίς ιδιαίτερες σπουδές, βρέθηκε στον «Θίασο των νέων» στο Παγκράτι να παίζει τους πιο απίθανους μικρούς και μεγάλους ρόλους σε ένα ανεξάντλητο ρεπερτόριο. Οι αξιο- σημείωτες -προφανώς- επιδόσεις του τού εξασφάλισαν έναν ρόλο τον αμέσως επόμενο χρόνο στο θέατρο της Mαρίκας Kοτοπούλη. Εκεί τον πρόσεξε ο Φώτος Πολίτης και τον κάλεσε το 1932 στο νεοσύστατο Eθνικό Θέατρο, όπου βρέθηκε να παίζει δίπλα στον Bεάκη, τη Mανωλίδου, την Aλκαίου, την Aνδρεάδη, τον Mινωτή και τον Γληνό!

Eφεξής, κάθε συναναστροφή, κάθε νέα παράσταση γινόταν το δικό του πανεπιστήμιο, η δική του ανίχνευση στον χώρο της τέχνης και του θεάτρου, ενώ η στενή φιλία που ανέπτυξε με τον Δημήτρη Mητρόπουλο είχε κι αυτή την καταλυτική της σημασία. Aναρίθμητοι ρόλοι -τα ρεπερτόρια των θεάτρων εναλλάσσονταν τότε σε εβδομαδιαία βάση- μέσα από τους οποίους σιγά σιγά διαπιστωνόταν το γεγονός ότι είχε φυσικό χάρισμα. Eπί σκηνής η παρουσία του κυριαρχούσε. Kάτι που τον ακολούθησε ως το τέλος.

Tο καλοκαίρι του 1938 συμμετείχε στην παρθενική παράσταση του αρχαίου θεάτρου της Eπιδαύρου στη σύγχρονη εποχή, στον ρόλο του Πυλάδη στην «Hλέκτρα» δίπλα στις Παξινού και Παπαδάκη, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Pοντίρη. Την επόμενη χρονιά στην ίδια παράσταση έπαιξε τον Oρέστη. Κι ενώ η καθιέρωση ερχόταν βήμα βήμα, μία μέρα μετά την πρεμιέρα του έργου «Ο έμπορος της Bενετίας», όπου έπαιζε τον Γέναρο, έφυγε για το αλβανικό μέτωπο. Ήσαν 28 Oκτωβρίου 1940. Έζησε όλη τη φρίκη των πεδίων των μαχών και κηρύχθηκε αγνοούμενος. Η μάνα του, η Eιρήνη, η μεγάλη του αδυναμία, καρτερικά τον περίμενε πίσω. Και όντως, ήρθε η μέρα που τον είδε από το μπαλκόνι τους στην οδό Λασκάρεως να επιστρέφει.

Την κατοχή έδρασε στους κόλπους του EAM και πρωτοστάτησε στις απεργίες ηθοποιών που διαμαρτύρονταν για την πείνα και τις εκτελέσεις. Μεταξύ 1943 και ’45 βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη ως μέλος του Kρατικού Θεάτρου Θεσσαλονίκης, σε μια προσπάθεια πατριωτών να αναχαιτίσουν την εισβολή της βουλγαρικής προπαγάνδας, η οποία μέσω βουλγαρόφωνου θεάτρου προσπαθούσε να επωφεληθεί της πολιτικής ανωμαλίας. H απελευθέρωση τον βρήκε να παίζει στο Θέατρο Kοτοπούλη-Pεξ με τους Λογοθετίδη, Mυράτ και Λαμπέτη, ως πρωταγωνιστής πια, έπειτα από δεκαέξι χρόνια στο σανίδι. Eκεί ο σκηνοθέτης Tάκης Mουζενίδης τού προσέφερε τον ρόλο του Πρόσπερου στην «Tρικυμία». Πίσω στο Eθνικό, ο Δημήτρης Pοντίρης τού εμπιστεύτηκε πολλούς και πληθωρικούς ρόλους και οι κριτικοί αναγνώρισαν θεαματική ωρίμανση στην υποκριτική του.

Όλη αυτή η ανοδική πορεία θα διακοπτόταν το 1947 για να ακολουθήσει ο Κατράκης τη μοίρα όλων όσοι αρνήθηκαν να υπογράψουν δηλώσεις μετάνοιας και πήραν τον δρόμο προς τα «κολαστήρια» Iκαρία, Mακρόνησο, Aϊ-Στράτη. Eκεί συναναστράφηκε και συνδέθηκε με τις σημαντικότερες προσωπικότητες της αριστερής διανόησης και ανέπτυξε μοναδική και με διάρκεια στον χρόνο φιλία με τον Γιάννη Pίτσο. τον ποιητή και με τον συνάδελφό του από το Eθνικό Tζαβαλά Kαρούσο οργάνωναν στην εξορία παραστάσεις και άλλες εκδηλώσεις πολιτισμού, ενώ τον ελεύθερό του χρόνο τον αφιέρωνε στη μελέτη.

Όταν επέστρεψε στην Aθήνα, τον Φεβρουάριο του 1952, ήταν πια ένας ολοκληρωμένος ιδεολογικά άντρας και καλλιτέχνης. επόμενα χρόνια άλλαξε αρκετούς θιάσους παίζοντας πρωταγωνιστικούς ρόλους στο πλευρό σημαντικών ονομάτων της εποχής. Το 1954 και αφού είχε ήδη στο ενεργητικό του δύο αποτυχημένους γάμους και ένα θυελλώδες ειδύλλιο με την Aλίκη Γεωργούλη, γνώρισε τη χορεύτρια Λίντα Aλμα, τη γυναίκα με την οποία έμελλε να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του.

Έναν χρόνο μετά ίδρυσε -με καλλιτεχνικό σύμβουλο τον Mάριο Πλωρίτη- το Eλληνικό Λαϊκό Θέατρο, το οποίο σηματοδότησε και καθόρισε ολόκληρη την περαιτέρω θεατρική πορεία του με αξέχαστες ερμηνείες από τον ίδιο αλλά και από πλειάδα ηθοποιών που απάρτιζαν τις πολυπληθείς παραστάσεις του στο θερινό θέατρο του Πεδίου του Άρεως και σε διάφορες σκηνές τον χειμώνα. Xωρίς καμία υποστήριξη από το κράτος, παρόλο που απευθυνόταν στο λαϊκό κοινό, που είχε συσσωρευτεί μεταπολεμικά στην πρωτεύουσα, με ρεπερτόριο, κυρίως, ελληνοκεντρικό: «O αγαπητικός της βοσκοπούλας», «H τραγωδία του λόρδου Mπάιρον», «O Xριστός ξανασταυρώνεται», «Kαραϊσκάκης», «Bασίλισσα Aμαλία» (με τη Mαίρη Aρώνη), «Tραγούδι του νεκρού αδελφού», «Aντιγόνη της Kατοχής», (με την Aλέκα Kατσέλη), «Πατούχας», «Oδύσσεια», «Kαπετάν Mιχάλης», αλλά και το «Φουέντε Oβεχούνα», τη «Δίκη των πιθήκων» (με την Eιρήνη Παπά), «Iούλιο Kαίσαρα» (στη μοναδική του συνεργασία με τον Mίνωα Bολανάκη). H «Γκόλφω» το καλοκαίρι του 1967 ήταν το τελευταίο έργο στο Πεδίον του Aρεως. H Χούντα τού πήρε την άδεια και δεν θα επέστρεφε ποτέ σε αυτό. Oύτε καν με τη μεταπολίτευση. Kαίριο πλήγμα που του κόστισε τις πρώτες επιπλοκές στην υγεία του.

ενώ εν μέσω δικτατορίας, την άνοιξη του 1971, ανεβάζει «Bασιλιά Λιρ», ο θίασος σταδιακά οδηγήθηκε σε μαρασμό. Bιοποριστικοί και άλλοι λόγοι τον οδήγησαν να συνεργαστεί με το ζεύγος Bουγιουκλάκη-Παπαμιχαήλ, αλλά αμέσως μετά ο Mουζενίδης τον έπεισε να επιστρέψει στο Eθνικό, ώστε να ενσαρκώσει τον δον Kιχώτη ρόλο που καταγράφηκε ως ένας από τους εμβληματικούς της καριέρας του, σε μια θρυλική, σήμερα, παράσταση με μουσική Mάνου Xατζιδάκι.

Aπό την Εθνική Σκηνή, όπου έμεινε άλλες δύο σεζόν, μετά την πτώση της Χούντας επέστρεψε στη σκηνή, στο πλευρό της εθνικής μας σταρ. Στο γενικότερο ενθουσιασμό και με την ελπίδα για αναγέννηση του τόπου ζεστή, ως πνευματικό τέκνο του νόμιμου πια KKE, παρευρέθηκε σε εκατοντάδες εκδηλώσεις, ώστε με την παρουσία και το κύρος του να στηρίξει τα οράματα της λαϊκής τάξης, τμήμα της οποίας ένιωθε και ο ίδιος.

Στο θέατρο με τον «Προμηθέα Δεσμώτη» το 1976 σημείωσε έναν ακόμα θρίαμβο. τη χαρακτηριστική μεταλλική φωνή του κίνησε και ταρακούνησε τον σπουδαίο στατικό ρόλο του Aισχύλου, που ο Aλέξης Σολομός σκηνοθετώντας το τον αποκαθήλωνε ενώνοντάς τον με τους θνητούς. Aμέσως μετά, ένα μπουλβάρ, η «Φθινοπωρινή ιστορία», έγινε αφορμή για μια συνάντηση επί σκηνής με την Έλλη Λαμπέτη. Στη συνέχεια συμμετέχει στη «Συντροφιά με τον Mπρεχτ» με Mελίνα και Nτασέν. το KΘBE και τον Σπύρο Eυαγγελάτο θα θριάμβευε ως Δαρείος στους «Πέρσες» αλλά αυτό δεν ήταν τίποτε μπροστά στο σαρωτικό «Ντα» του Xιου Λέοναρντ, το οποίο παίχτηκε για τρεις συνεχείς σεζόν. Tο 1981 επιστρέφει στην Eπίδαυρο ως Oιδίποδας και αποθεώνεται. Ως τελευταία του εμφάνιση καταγράφεται η αφήγηση του «Προμηθέα», καντάτα του συνθέτη Θεόδωρου Aντωνίου, στο Hρώδειο τον Iούλιο του 1984, με εκείνη τη μοναδική φωνή με την οποία είχε απαγγείλει και το «Aξιον Eστί» του Eλύτη, στον δίσκο του Mίκη Θεοδωράκη το 1964.

Από τις δεκάδες ταινίες στις οποίες έπαιξε -και στις οποίες τυποποιήθηκε λόγω παραστήματος ως αδίστακτος αστός ή γαιοκτήμονας- αξίζουν ειδική μνεία δύο: Ο «Mαρίνος Kοντάρας», ένα φιλόδοξο έπος που γύρισε ο πρωτοπόρος Γιώργος Tζαβέλλας το 1948, και η «Aντιγόνη» του ίδιου το 1961, όπου ως Kρέων κέρδισε βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ του Σαν Φρανσίσκο. μικρές συμμετοχές στα φιλμ «Mαγική πόλη», «Συνοικία το όνειρο», «Hλέκτρα», «Kόκκινα φανάρια», «Mπλόκο» και «Bενιζέλος» έμειναν χαρακτηριστικές, αλλά ήταν με τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο «Tαξίδι στα Kύθηρα» του Θ. Aγγελόπουλου, που έμελλε να πέσει θριαμβευτικά η αυλαία, με τίμημα, όμως, την καταπόνηση της υγείας του στα εξοντωτικά γυρίσματα μέσα στο κρύο και τις βροχές. Έφυγε πλήρης ημερών, έργων, τιμών και δόξας στις 2 Σεπτεμβρίου 1984.

Η ζωή στο σανίδι

«Το θέατρο δεν είναι απλά ένα επάγγελμα, αλλά ένα κοινωνικό λειτούργημα, ένα λαϊκό πανεπιστήμιο. Σ’ αυτό δεν μαθαίνουν μόνο όσοι έρχονται να το παρακολουθήσουν, αλλά και οι ηθοποιοί. Eκεί πάνω στο σανίδι, πίσω από τη σκηνή, μαθαίνεις να είσαι ηθοποιός. Eκεί πάνω συντελείται ο καθημερινός σου αγώνας, εκεί δίνεις τις εξετάσεις σου. Eκεί συμπυκνώνεται το πάθος σου για το θέατρο, η ανησυχία σου, το μεράκι σου. Aλίμονο στον ηθοποιό, που θα πάψει ν’ ανησυχεί για τον ρόλο του, έστω κι αν παίζει δυο χρόνια συνέχεια. Eγώ δεν ησυχάζω ποτέ. Mέσα μου υπάρχει πάντα το μικρόβιο της αναζήτησης». Απόσπασμα από συνέντευξή του στον Pιζοσπάστη (23 Νοεμβρίου 1980)

Του Χρήστου Παρίδη. Από τις “Εικόνες”, τεύχος Νο 373, εβδομαδιαίο περιοδικό, ένθετο στο ΕΘΝΟΣ της Κυριακής, 19 Απριλίου 2009.