ΓΙ' ΑΥΤΟ ΟΙ ΑΜΟΙΒΕΣ ΑΝΑ ΩΡΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΣΤΟ 52% ΤΟΥ ΜΕΣΟΥ ΟΡΟΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ
Περίπου 1,35 εκατομμύρια μισθωτοί, κυρίως του ιδιωτικού τομέα, καλούνται να πληρώσουν τα σπασμένα για την περιορισμένη παραγωγικότητα του Δημοσίου αλλά και άλλων κρίσιμων τομέων της ελληνικής οικονομίας.
Δεν είναι όμως τα μόνα θύματα: πρακτικά, όλοι όσοι εργάζονται στην Ελλάδα αναγκάζονται να δουλεύουν πολλές ώρες για να καλύψουν τις ελλείψεις σε επενδύσεις που θα βοηθούσαν να βελτιωθεί η παραγωγικότητα. Αποτέλεσμα;
Οι αμοιβές ανά ώρα εργασίας όλων των εργαζομένων (δημόσιου και ιδιωτικού τομέα) να βρίσκονται μόλις στο 52% του μέσου όρου της Ευρώπης.
Ερευνα της ΕΚΤ
Τα παραπάνω προκύπτουν από έρευνα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) για τους μισθούς και την παραγωγικότητα στην Ευρωζώνη. Αποφαίνεται ότι χιλιάδες Έλληνες μισθωτοί θα μπορούσαν να πάρουν αυξήσεις από 19% έως και 45% χωρίς να φέρουν κανένα πλήγμα στην παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας. Αποκαλύπτει δηλαδή τη... φθήνια της ελληνικής αγοράς εργασίας και ανατρέπει τα επιχειρήματα κυβέρνησης και Τράπεζας της Ελλάδος περί ανάγκης για συγκρατημένες μισθολογικές αυξήσεις λόγω της χαμηλής παραγωγικότητας.
Η ΕΚΤ αποδεικνύει στη μελέτη της για τις αυξήσεις μισθών στην Ευρωζώνη ότι σε πολλούς κλάδους στη χώρα μας οι μισθοί όχι μόνο είναι από τους χαμηλότερους στην Ευρωζώνη (δεύτεροι πιο χαμηλοί μετά την Πορτογαλία) σε απόλυτα νούμερα αλλά ταυτόχρονα είναι πολύ μικρότεροι από την παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας, η οποία κατά τα προηγούμενα χρόνια αυξήθηκε, προφανώς και με τη «βοήθεια» του φθηνού εργατικού δυναμικού.
Τι λένε οι αριθμοί; Μόνο δύο τομείς δίνουν πιο πολλά λεφτά στους εργαζόμενους από αυτά που «αντέχει» η παραγωγικότητά τους (το προϊόν που παράγει κάθε εργαζόμενος). Πρόκειται για τον «δυσκίνητο» ευρύτερο δημόσιο τομέα, στον οποίο οι αμοιβές ξεπερνούν κατά 8% την (χαμηλή) παραγωγικότητα αλλά και τη γεωργία, όπου οι μισθοί, αν και μικροί, είναι μεγαλύτεροι κατά 21% από την ακόμη πιο ασθενική παραγωγικότητα του κλάδου. Βέβαια, η δεύτερη αυτή περίπτωση αφορά ελάχιστους έμμισθους στον πρωτογενή τομέα (περίπου 9.000 σύμφωνα με στοιχεία της έρευνας εργατικού δυναμικού).
Αντίθετα, στις κατασκευές, οι μισθοί υπολείπονται κατά 45% του ποσού που θα μπορούσαν να φτάσουν με βάση το έργο που γίνεται. Στο εμπόριο, τον τουρισμό και τις μεταφορές, οι μισθοί θα μπορούσαν να είναι -χωρίς να φέρουν πλήγμα στην οικονομία -31% πιο υψηλοί, ενώ στις τράπεζες, στα υπόλοιπα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, στις εταιρείες διαχείρισης ακινήτων και στις «επιχειρηματικές δραστηριότητες» 19%. Στους τρεις παραπάνω κλάδους απασχολείται η πιο μεγάλη «μάζα» εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα, 1,35 εκατ. άτομα.
Στη βιομηχανία εκτιμάται ότι η αμοιβή είναι «δίκαιη» με βάση την απόδοση των ελληνικών επιχειρήσεων, που σε πολλούς κλάδους (όπως η κλωστοϋφαντουργία) είναι χαμηλή από άποψη παραγωγικότητας.
Απόκλιση
Τα παραπάνω ποσοστά αποτελούν την απόκλιση μεταξύ μισθών και παραγωγικότητας. Σύμφωνα με μετρήσεις του 2006 που χρησιμοποιεί η μελέτη, ο μέσος μισθός στην Ελλάδα φτάνει στο 75% των μέσων απολαβών σε επίπεδο Ευρωζώνης. Αν οι καθαρές αποδοχές υπολογιστούν ανά ώρα εργασίας, τότε είναι πολύ πιο μικρές, αφού στην Ελλάδα όχι μόνο έχουμε χαμηλούς μισθούς αλλά εργαζόμαστε και πιο πολλές ώρες: οι απολαβές ανέρχονται μόνο στο 52% των μέσων κοινοτικών ανά ώρα απασχόλησης.
Και όλα αυτά παρά το γεγονός πως οι αυξήσεις μισθών τα χρόνια που προηγήθηκαν ήταν υψηλότερες από ό,τι στις άλλες χώρες που έχουν υιοθετήσει το ευρώ (3,8% έναντι 1,5%). Μόνο που το όφελος εξανέμισε η ακρίβεια. Για παράδειγμα, φέτος ο πληθωρισμός κινείται προς το παρόν με 4,9%, ενώ οι μέσες αυξήσεις που αποφασίστηκαν στον ιδιωτικό τομέα φτάνουν στο 4,45%.
Οι πιο αδικημένοι
ΤΙ ΛΕΕΙ η ΕΚΤ για τις αυξήσεις μισθών και την πορεία της παραγωγικότητας σε κάθε κλάδο;
Αντιθέτως στην Ελλάδα, όπως στην Ιταλία και στην Ιρλανδία, οι αυξήσεις των μισθών είναι αποτέλεσμα συλλογικών διαπραγματεύσεων ή αποφάσεων του κράτους και δεν διασφαλίζεται ότι οι μισθοί θα ακολουθούν τουλάχιστον τις τιμές.
- Οι πιο χαμηλοί μισθοί καταγράφονται στη βιομηχανία. Φτάνουν στο 55% του μέσου όρου της ευρωζώνης, και ανά ώρα εργασίας στο 39%.
- Επονται οι κατασκευές, με απολαβές στο 58% (46% οι απολαβές ανά ώρα) και την παραγωγικότητα να ξεπερνά κατά 3% τον μέσο όρο της ευρωζώνης.
- Στο εμπόριο, τον τουρισμό και τις μεταφορές οι μισθοί ανέρχονται στο 73% του μέσου κοινοτικού (με ωριαία αποζημίωση στο 55% και την παραγωγικότητα να ξεπερνά κατά 4% τον μέσο όρο.
- Η παραγωγικότητα στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τις εταιρείες διαχείρισης ακινήτων και σε άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες φτάνει στο 92%, με τους μισθούς στο 73% και την ωριαία αποζημίωση στο 42%.
- Αντιθέτως, πολύ χαμηλή είναι η παραγωγικότητα στη γεωργία (στο 36%), με τον μισθό να φτάνει στο 81% του μέσου κοινοτικού και την ωριαία αποζημίωση στο 84%.
- Στο Δημόσιο οι απολαβές ανέρχονται στο 81% (αμοιβή ανά ώρα 61%), με την παραγωγικότητα στο 73%.
Αντιθέτως στην Ελλάδα, όπως στην Ιταλία και στην Ιρλανδία, οι αυξήσεις των μισθών είναι αποτέλεσμα συλλογικών διαπραγματεύσεων ή αποφάσεων του κράτους και δεν διασφαλίζεται ότι οι μισθοί θα ακολουθούν τουλάχιστον τις τιμές.
Πρέπει να συμβαδίζουν
Η ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑ μετράει πόσοι εργαζόμενοι απαιτούνται για την παραγωγή μιας συγκεκριμένης μονάδας προϊόντος. Εξαρτάται, σύμφωνα με τον ορισμό που δίνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, από το είδος των προϊόντων που παράγει μια οικονομία, τη βελτίωση των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού, τις επενδύσεις και την τεχνολογική πρόοδο, καθώς και τον τρόπο οργάνωσης των επιχειρήσεων.
Το ύψος των μισθών δεν πρέπει -σύμφωνα με την οικονομική θεωρία- να ξεπερνά την παραγωγικότητα ενός κλάδου, γιατί τότε προκαλείται υπερβολικό «βάρος» στις εταιρείες, αναγκάζονται να αυξήσουν τις τιμές πιο πολύ απ' ό,τι «αξίζει» το προϊόν που παράγουν, μειώνεται η ανταγωνιστικότητά τους και οι δυνατότητες πωλήσεων και ανάπτυξης. Γι' αυτό και οι μισθοί, σύμφωνα με την ΕΚΤ αλλά και την Τράπεζα της Ελλάδος, πρέπει να συμβαδίζουν με την παραγωγικότητα.
Της Δήμητρας Κλαδά, από το ένθετο "Οικονομία" στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ της Κυριακής, 17 Αυγούστου 2008
Το ύψος των μισθών δεν πρέπει -σύμφωνα με την οικονομική θεωρία- να ξεπερνά την παραγωγικότητα ενός κλάδου, γιατί τότε προκαλείται υπερβολικό «βάρος» στις εταιρείες, αναγκάζονται να αυξήσουν τις τιμές πιο πολύ απ' ό,τι «αξίζει» το προϊόν που παράγουν, μειώνεται η ανταγωνιστικότητά τους και οι δυνατότητες πωλήσεων και ανάπτυξης. Γι' αυτό και οι μισθοί, σύμφωνα με την ΕΚΤ αλλά και την Τράπεζα της Ελλάδος, πρέπει να συμβαδίζουν με την παραγωγικότητα.
Της Δήμητρας Κλαδά, από το ένθετο "Οικονομία" στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ της Κυριακής, 17 Αυγούστου 2008