Η απόφαση της Ελληνικής κυβέρνησης να παρέμβει στη Χάγη για τη σφαγή του Διστόμου φέρνει στην επιφάνεια τις θυσίες του ελληνικού λαού στη διάρκεια της Κατοχής. Συνολικά, 269 πόλεις και χωριά δέχθηκαν μαζικά δολοφονικά χτυπήματα.
Οι πολυαίμακτες θυσίες, που πρόσφερε ο ελληνικός λαός για τη συντριβή του φασισμού στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, έρχονται με ορμή πάλι στην επιφάνεια. Τις φέρνει η απόφαση του πρωθυπουργού, Γιώργου Παπανδρέου, για παρέμβαση της κυβέρνησης στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης σχετικά με την εκκρεμή διαφορά μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας για τη σφαγή του Διστόμου.
Στη διάρκεια της Κατοχής ήταν 269 οι πόλεις και τα χωριά της ανυπόταχτης Ελλάδας, που δέχτηκαν τα μαζικά δολοφονικά χτυπήματα.
Η σφαγή του Διστόμου, στις 10 Ιουνίου 1944, υπήρξε ένα από τα πιο στυγερά εγκλήματα των ναζί στην Ελλάδα. Τα SS θανάτωσαν 228 κατοίκους. Απ΄ αυτούς 117 ήταν γυναίκες και 111 άνδρες. Ανάμεσά τους συγκαταλέγονται 20 βρέφη, 45 παιδιά και 42 υπερήλικες.
Δεκάδες ήταν και οι άμαχοι, που εκτέλεσαν κατά την πορεία τους προς τη βοιωτική κωμόπολη. Όμως δεν τους έφτανε ο θάνατος των άοπλων ανθρώπων. Κτηνώδη ένστικτα τους έκαναν να κατακρεουργήσουν και τα πτώματα. Έσφαξαν ακόμα και τα ζώα. Πυρπόλησαν το χωριό.
Ένας από τους επικεφαλής αξιωματικούς, που θεωρήθηκε υπεύθυνος για τη σφαγή, ήταν ο Χανς Τσάμπελ. Μετά το τέλος του πολέμου συνελήφθη στη Γαλλία. Εκδόθηκε στην Ελλάδα. Στην πορεία ζητήθηκε η μεταφορά του στη Γερμανία για να γίνουν, λέει, εκεί έρευνες. Έμεινε ελεύθερος.
Σήμερα το Βερολίνο αρνείται να καταβάλει ακόμα και τις οφειλόμενες αποζημιώσεις σε απογόνους θυμάτων της χιτλερικής αγριότητας.
Από τα μέσα του 1943, καθώς οι πολεμικές επιχειρήσεις είχαν πάρει άσχημη τροπή για τον Άξονα, οι Γερμανοί ξεκίνησαν μια άνευ προηγουμένου επιχείρηση μαζικών εκτελέσεων.
- Τυφεκισμός 106 κρατουμένων στο Κούρνοβο.
- Εκτέλεση 317 κατοίκων στο Κομμένο Aρτας.
- Σφαγή 700 γυναικόπαιδων στο Βιάνο της Κρήτης και ισοπέδωση της Κάνδανου.
- Θανάτωση περισσότερων από 1.000 κατοίκων στα Καλάβρυτα και πυρπόληση της πόλης.
- Εκτέλεση 118 αγωνιστών στο Μονοδένδρι, Λακωνίας.
- Δολοφονία 640 αμάχων στην Κατράνιτσα (Πύργος) της Δυτικής Μακεδονίας.
- Αφανισμός 233 παιδιών και γυναικών στην Κλεισούρα της Καστοριάς.
- Την Πρωτομαγιά του 1944 στήθηκαν στον τοίχο του Σκοπευτηρίου της Καισαριανής οι 200 κομμουνιστές. Τον Αύγουστο στήθηκαν τα φοβερά μπλόκα σε Κοκκινιά, Βύρωνα, Δουργούτι (Νέο Κόσμο). Τον Σεπτέμβριο, λίγο πριν, επιτέλους, φύγουν, έκαναν τα ίδια σε Αιγάλεω και Καλογρέζα.
Η ηρωική στάση των πατριωτών
Οι εκτελέσεις στην Καισαριανή και στο Μονοδένδρι Λακωνίας
Την Πρωτομαγιά του 1944 στην Καισαριανή θα μπορούσε να είχε γλιτώσει την εκτέλεση ο Ναπολέων Σουκατζίδης, γιατί γνώριζε τη γερμανική γλώσσα. Όμως αρνήθηκε την προτροπή των κατακτητών, αφού τον αριθμό των 200 θα συμπλήρωνε άλλος σύντροφός του.
Στις 26 Νοεμβρίου 1943, στο Μονοδένδρι Λακωνίας το ίδιο θα μπορούσε να κάνει και ο γιατρός Χρήστος Καρβούνης. Όμως πήρε μόνος του θέση μπροστά στο απόσπασμα μαζί με άλλους 117 πατριώτες.
Στην Καισαριανή εκτελέστηκαν με πολυβόλα όμηροι του στρατοπέδου Χαϊδαρίου, παλιοί κρατούμενοι στην Ακροναυπλία και εξόριστοι της Ανάφης.
Στο Μονοδένδρι οι ναζί εξόντωσαν τον ανθό της λακωνικής εθνικής αντίστασης. Μεταξύ των 118 νεκρών συμπεριλαμβάνονταν ολόκληρες οικογένειες, ανήλικα παιδιά και μία γυναίκα, η Βασιλική Μαρινάκη. Οι 89 προέρχονταν από τη Σπάρτη, οι άλλοι από γειτονικά χωριά.
Ο Χρήστος Καρβούνης είχε γεννηθεί στην Αράχοβα Λακωνίας και είχε σπουδάσει στη Γερμανία. Μέσα στην ασύλληπτη τραγωδία του μακελειού σκέφτηκε ότι ανάμεσα στους μελλοθάνατους βρίσκονταν και επτά παιδιά.
Παρακάλεσε τους δήμιους να μην τα σκοτώσουν. Του απάντησαν ότι το μόνο που γινόταν ήταν να σωθεί ο ίδιος. Εκείνος τους έβρισε και διάλεξε τον δοξασμένο θάνατο. Ανάμεσα στους πεσόντες για την ελευθερία βρίσκονταν ο διευθυντής της Εθνικής Τράπεζας Σπάρτης (Ζερβομπεάκος), δικηγόροι (Φικιώρης, Σαλμάς, Αλεμαγκίδης, Θεοφίλης), καθηγητές (Χίος, Παπαδάκος, Κουτρουμάνος), δημοσιογράφοι (Τριήρης, Γκουζούλης), άνθρωποι του καθημερινού μόχθου, τσοπάνηδες.
Παραδόθηκαν στον κατακτητή από μασκοφορεμένους προδότες και από το δωσιλογικό Φρουραρχείο της Σπάρτης. Την ανάμειξη του Φρουραρχείου αποκάλυψε σε συγγενείς ο ίδιος ο διοικητής της Γκεστάπο Τριπόλεως, ταγματάρχης Μπόσελ. Είπε την παραμονή της εκτέλεσης: «Έχετε πολλούς εχθρούς. Οι κατηγορίες και οι αποκαλύψεις, που μας έδωσε το Ελληνικό Φρουραρχείο Σπάρτης είναι σοβαρές. Οι δικοί σας δεν πρόκειται να βγουν. Μην ελπίζετε».
Παραδόθηκαν στον κατακτητή από μασκοφορεμένους προδότες και από το δωσιλογικό Φρουραρχείο της Σπάρτης. Την ανάμειξη του Φρουραρχείου αποκάλυψε σε συγγενείς ο ίδιος ο διοικητής της Γκεστάπο Τριπόλεως, ταγματάρχης Μπόσελ. Είπε την παραμονή της εκτέλεσης: «Έχετε πολλούς εχθρούς. Οι κατηγορίες και οι αποκαλύψεις, που μας έδωσε το Ελληνικό Φρουραρχείο Σπάρτης είναι σοβαρές. Οι δικοί σας δεν πρόκειται να βγουν. Μην ελπίζετε».
Οι συλλήψεις είχαν γίνει περί τα τέλη Οκτωβρίου βάσει καταλόγων, που είχαν συντάξει συνεργάτες των Γερμανών. Ουδείς απ΄ αυτούς πλήρωσε μετά την απελευθέρωση. Αντίθετα έσπευσαν να υπηρετήσουν τη νέα εξουσία.
Το μπλόκο της Κοκκινιάς στις 17 Αυγούστου 1944
Τα SS σε συνεργασία με τους ταγματασφαλίτες δολοφόνησαν 315 πατριώτες
Λίγους μήνες πριν αποχωρήσουν από την Ελλάδα οι ναζί ξεκίνησαν μεγάλες επιχειρήσεις στις περιοχές που αντιστέκονταν. Τα περισσότερα μπλόκα έγιναν με διαταγή των αξιωματικών των SS Μπλούμερ και Σιμάνα. Κύριο ρόλο ανέθεσαν στα Τάγματα Ασφαλείας και στη Χωροφυλακή, που πάντα είχαν μαζί τους ισχυρές γερμανικές δυνάμεις.
Το μπλόκο της Κοκκινιάς στήθηκε στις 17 Αυγούστου 1944. Πριν από τρεις μέρες ο ΕΛΑΣ είχε αποκρούσει προσπάθεια των κατακτητών και των συνεργατών τους να εισβάλουν στην προσφυγούπολη. Από τα ξημερώματα γερμανικά καμιόνια περικύκλωσαν τις περιοχές που περικλείουν την Κοκκινιά. Μαζί τους και τσολιάδες με επικεφαλής τον Πλυτζανόπουλο. Με χωνιά κάλεσαν τους άνδρες ηλικίας 14 - 60 ετών να πάνε στην πλατεία της Οσίας Ξένης για έλεγχο ταυτοτήτων. Όσοι πιάνονταν στα σπίτια τους θα τουφεκίζονταν επιτόπου. Συγκεντρώθηκαν γύρω στις 20.000.
Με κουκούλα
Ηγετικά στελέχη του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ υποδείχτηκαν αμέσως από τους καταδότες και εκτελέστηκαν. Μέσα σε ατμόσφαιρα τρόμου ο κουκουλοφόρος διέκρινε μέσα στο πλήθος τον λοχαγό του ΕΛΑΣ Αποστόλη Χατζηβασιλείου. Τον χαιρέτησε με ειρωνεία: «Τα σέβη μου, λοχαγέ!». Οι ταγματασφαλίτες τον άρπαξαν, του έβγαλαν το μάτι με ξιφολόγχη, του ξέσκισαν τα μάγουλα και άρχισαν να τον σέρνουν μέσα στον κόσμο για να υποδείξει συντρόφους του. «Πατριώτες, ψηλά το κεφάλι, δεν θα προδώσω κανέναν», φώναξε. Τον βούτηξαν και σχεδόν αναίσθητο τον κρέμασαν.
Στη Μάντρα της Οσίας Ξένης εκτελέστηκαν 76 Κοκκινιώτες. Άλλοι 50 εκτελέστηκαν στα Αρμένικα, άλλοι στο Σχιστό και άλλοι δολοφονήθηκαν στους δρόμους και τα σπίτια τους. Συνολικά 315 ήταν τα θύματα της θηριωδίας. Στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου μεταφέρθηκαν όμηροι 8.000 από τους οποίους 1.000 στάλθηκαν στα κάτεργα της Γερμανίας. Πολλοί δεν γύρισαν ποτέ. Μεταξύ των μαρτύρων συγκαταλέγονται και δυο 19χρονοι. Ο Στέλιος Ευσταθιάδης και η Διαμάντω Κουμπάνη.
Μαζικές σφαγές αμάχων
Οι μαρτυρικές πόλεις της Κατοχής
Το Δίστομο, τα Καλάβρυτα, το Κομμένο και το Κοντομαρί Χανίων είναι τέσσερις από τις μαρτυρικές πόλεις της ναζιστικής κατοχής.
Το αποτρόπαιο έγκλημα των Καλαβρύτων έγινε στις 13 Δεκεμβρίου 1943, στις 2.34 το μεσημέρι, όπως δείχνουν οι σταματημένοι δείκτες του ρολογιού της εκκλησίας.
Το σύνθημα της εκτέλεσης δόθηκε με δύο φωτοβολίδες από το ξενοδοχείο «Μέγας Αλέξανδρος». Τα πολυβόλα θέρισαν τους Καλαβρυτηνούς, στο σημείο που τους είχαν συγκεντρώσει οι δήμιοι. Ακολούθησαν οι χαριστικές βολές. Διασώθηκαν μόλις 13 άτομα.
Οι ναζί έβαλαν φωτιά και στο σχολείο, όπου είχαν κλείσει τις γυναίκες και τα παιδιά. Κατάφεραν να γλιτώσουν σπάζοντας πόρτες και παράθυρα. Έφυγαν μακριά από τα σπίτια, που επίσης φλέγονταν.
Ανηφόρισαν στο σημείο όπου είχαν οδηγηθεί οι άντρες. Βρέθηκαν μπροστά στο φρικτό θέαμα. Άνδρες, πατεράδες, γιοι και αδέρφια κείτονταν πλημμυρισμένοι στο αίμα.
Όπως στο Δίστομο και τα Καλάβρυτα, έτσι και στο Κομμένο της Άρτας πρόσχημα για την ανθρωποσφαγή ήταν η δράση των ανταρτών του ΕΛΑΣ.
Στο Κομμένο η μηχανοκίνητη γερμανική μονάδα έφτασε τα χαράματα της 16ης Αυγούστου 1943. Το χωριό κοιμόταν ήσυχο μετά από ένα γαμήλιο γλέντι, που έγινε την προηγουμένη, ανήμερα τον Δεκαπενταύγουστο.
Οι ναζί έστησαν πολυβόλα στις εισόδους του χωριού και ο λόχος εισέβαλε στα σπίτια και ξεκλήρισε ολόκληρες οικογένειες. Στο τέλος έβαλαν φωτιά και τα έκαψαν. Όσοι κατάφεραν να σωθούν ξέφυγαν με βάρκες στον Αμβρακικό.
Στο τέλος της σφαγής οι Γερμανοί στρατιώτες κάθισαν στην πλατεία, όπου έφαγαν και ήπιαν μπίρες δίπλα σε επτά πτώματα. Συνολικά οι νεκροί ήταν 317 άτομα. Δύο μωρά του Στάθη Κολιοκώτση, ηλικίας 7 μηνών, πέθαναν από ασφυξία. Οι κακούργοι γέμισαν τα στόματά τους με βαμβάκι βρεγμένο με βενζίνη και κατόπιν το άναψαν.
Στο Κοντομαρί Χανίων διαπράχτηκε η πρώτη μαζική εκτέλεση αμάχων στην κατεχόμενη Ευρώπη.
Στις 2 Ιουνίου 1941, κατά το απογευματάκι, μπήκαν στο χωριό οι αλεξιπτωτιστές του υπολοχαγού Τρέμπες, κατά διαταγή του στρατηγού Στούντεντ. Συνέλαβαν 25 κατοίκους, ηλικίας 18 έως 50 ετών, και τους εκτέλεσαν εν ψυχρώ χωρίς καμιά άλλη διαδικασία. Μάλιστα, ο υπολοχαγός Βάιξλερ φωτογράφησε τα γεγονότα χωρίς καμιά αναστολή.
Η Κάντανος Χανίων πυρπολήθηκε και ισοπεδώθηκε στις 3 Ιουνίου 1941. Οι ναζί άφησαν πίσω τους τρεις επιγραφές που ανέφεραν ότι η εκθεμελίωση του χωριού έγινε για λόγους εκδίκησης, επειδή αντιστάθηκε στο Γ΄ Ράιχ: «Εδώ υπήρχε η Κάντανος...».
Του Θοδωρή Ρουμπάνη. Από το ΈΘΝΟΣ του Σαββάτου 15 Ιανουαρίου 2011