Με προπονητή πηγαίνεις στο τουρνουά, και πάλι βλέπουμε πόσο δύσκολο είναι. Lipi, Agire, Hitschfeld, Kapello, Bielsa, Antic, Olsen, άντε και Rehagel. Πολύ περισσότερο, να πηγαίνεις δίχως προπονητή. Κάποτε, μπορεί να μη χρειαζόταν. Ο Helmut Shoen π.χ. δεν ήταν προπονητής.
Και τον κατήργησαν το ‘74, de facto, ο Beckenbauer με τους αυλικούς του στη Manschaft. Τώρα, καλώς ή κακώς, δεν αρκούν οι top παίκτες. Με όλη τη σχετικότητα, φυσικά. Γιατί κι η Ουρουγουάη έχει προπονητή, αλλά μόνο Κύριος οίδε πώς (ο Tabarez) το φαντάστηκε ότι μπορεί να κερδίσει προημιτελικό Μουντιάλ με σέντερ φορ στην «τελική ευθεία» του ματς τον Ambreu, σαν να βλέπεις Εθνική Ελλάδας με Σταύρο Λαμπριάκο στην αιχμή της επίθεσης ένα πράγμα. Και με τον hot Suarez εξόριστο στο δεξιό άκρο της μεσαίας γραμμής. Δεν τον κέρδισε εντέλει, τον προημιτελικό. Μονάχα, του(ς) έκατσε! Όπως του(ς) έκατσε, γενικότερα, το βατό μονοπάτι. Να περάσουν από Νότια Κορέα και Γκάνα, κι αυτό να ‘ναι αρκετό για να φτάσουν στους«4». Τέτοια σύνθεση αντιπάλων, εύκολα αντιστοιχεί σε, απλώς, έναν απ’ τους οκτώ ομίλους της αρχικής φάσης. Όχι σε προέλαση, έως εδώ. Έως την άκρη του πιο άγριου ονείρου.
Εκείνοι που, μπροστά απ’ οποιουσδήποτε άλλους, πήγαν στο τουρνουά «δίχως προπονητή» είναι, εννοείται, τα δύο big boys. Βραζιλία, Αργεντινή. Πήγαν με δύο αρχηγούς που μια φορά κι έναν καιρό «το είχαν σηκώσει», Dunga στην Pasadenaτο '94, Maradona στο Mexico City το '86. Πήγαν με δύο δεκάρια που, δεν μπορεί, τι διάολο, όλο και κάτι θα σκαρφιστούν να κάνουν για να συγκαλύψουν την ανυπαρξία του ολοκληρωμένου επιθετικού πλάνου. Kaka, Messi, το ψωμοτύρι στη γλώσσα του καλού Otto.
Πήγαν με κυνηγούς που είτε είναι μάγκες είτε θα τους έκαναν μάγκες τα δεκάρια πίσω τους. Οπως πήγαν, με τα μυαλά που πήγαν, έτσι επέστρεψαν. Το 2014, ας δώσουν τις δουλειές στον Romario και στον Batistuta!
Χάρηκα τον αποκλεισμό της Βραζιλίας, περίμενα τον αποκλεισμό της Αργεντινής. Χάρηκα για τη Βραζιλία, όχι λόγω... Ολλανδίας, το ίδιο όσο και το 2006 που τους είχε στείλει σπίτι ένα γκολ του Henry στον προημιτελικό. Χάρηκα επειδή βγάζουν, ιδίως έβγαζαν στη Γερμανία τότε, μια «γλώσσα σώματος» που μας έλεγε μες στα μούτρα ότι, στο περίπου, και μόνο που εμφανίζονται να παίξουν, κάνουν χάρη στην ανθρωπότητα του ποδοσφαίρου. Ότι και πολύ μας είναι, που καταδέχονται να τους βλέπουμε. Αυτή τη φορά, χάρηκα γιατί παραήταν γυφταριό στις συμπεριφορές τους.
Κάθε που σφύριζε ο διαιτητής εις βάρος τους, πήγαιναν και, δεν του μιλούσαν απλώς, ολόκληρη συνέντευξη Τύπου του έδιναν, με τον δείκτη του χεριού προτεταμένο, διδασκαλικά, σαν να τα ‘λεγαν σ’ εκείνον που αντιλαμβάνονταν για υποτακτικό τους. Υπέρ τους σφύριζε ο διαιτητής, πάλι... πρες κόνφερανς. Δεν σφύριζε ο διαιτητής, εκεί ήταν η κορύφωση. Βούτηξε μια φορά δίπλα στην πλάγια γραμμή ο Maicon, με την άμοιρη Χιλή νομίζω, ουδείς τον ακούμπησε, δεν ακούστηκε σφύριγμα. Ποιος τον είδε μετά, τον Maicon, και δεν ζάρωσε από τρόμο. Ο Θεός ο ίδιος είχε κατεβεί στη Γη, εξοργισμένος, κι έστελνε κεραυνούς!
Υστερα, πώς χτυπούσαν. Ανέμελα, άγαρμπα, αδιακρίτως, ατιμώρητα. Ποιος... Felipe Melo; Ο Lucio, ό,τι περνούσε «σε ακτίνα», του ‘δινε (μ’ αυτό το αμπλαούμπλικο στυλ) και καταλάβαινε, σίγουρος ότι δεν θα υποστεί συνέπεια. Θέριζε. Τι στον κόρακα, κάπτεν της Celesao! Ο Luis Fabiano, παίζοντας πιο πολύ με τα χέρια παρά με τα πόδια, μελάνιασε στο ξύλο όποιον σέντερ μπακ πλησίαζε. Ο Dani Alves «κριστιάνιζε» κατά συρροήν και κατ’ εξακολούθησιν, κι ο Michel Bastos φαινόταν δυστυχισμένος ότι δεν τον έπαιρνε να κριστιανίσει, ενώ θα το ‘θελε, πιο αξιοθρήνητα κι απ’ τον βεριτάμπλ Christiano Ronaldo. Είναι ο λόγος που δεν μου γέννησε τόση χαιρεκακία, ο αποκλεισμός της Αργεντινής. Αυτοί, τουλάχιστον, δεν σημάδευαν ψαχνό... κι όποιον δύστυχο πάρει ο χάρος. Αυτοί είχαν άλλο θέμα. Από τύχη, δεν το πλήρωσαν με το Μέξικο. Με τη Γερμανία, δεν έφτανε όλη η τύχη του σύμπαντος. Το συνειδητοποίησα, το θέμα τους, όταν πήγα στην αίθουσα Τύπου μετά τον αγώνα με την Ελλάδα στο Polokuane.
Δεν μπορούν να φανταστούν, ακόμη και να ξαναδούν τον εαυτό τους στο βίντεο δεν μπορούν να το συλλάβουν, πόσο χαμηλά έπεσαν και ο Maradona και ο Messi με το μυξιάρικο faux κλάμα ότι... τους παίξαμε βρόμικα κι ότι ο Ουζμπέκος ρέφερι «ήταν με την Ελλάδα».
Σαν να ‘χουν παίξει Παναθηναϊκός-Καλλιθέα, κι ο Νιόπλιας με τον Καραγκούνη να ‘ναι μες στη μίρλα ότι ο διαιτητής ήταν με την Καλλιθέα! Ο οποίος Ουζμπέκος, μια χαρά πρόοδο κάνει το παλικάρι κι άλλη τόση να κάνει στο μέλλον, αλλά εκείνο το βράδυ σφύριζε σαν να ‘ταν, όχι στο Polokuane, μόνο μες στην «Bombonera». Το θέμα της Αργεντινής είναι ότι εννοούσαν, για να δοξαστεί το θεαματικό ποδόσφαιρο τάχα, να μην τους μαρκάρουν οι αντίπαλοι. Δεν το ήθελαν, να τους κλείνουν. Δεν ήταν έτοιμοι να πολεμήσουν, ν’ ανταγωνιστούν, να ματώσουν για ν’ ανοίξουν οι χώροι. Ηθελαν, μονάχα, τους χώρους «εξ ορισμού» δικούς τους. Την πλήρη ελευθερία, για να ξεδιπλώσουν το show. Διάλεξαν, μάλλον, λάθος μέρος. Αντί να πάνε στο τσίρκο, όπου όλα αυτά θα μπορούσαν να τα έχουν βάλει «στο συμβόλαιο» της εμφάνισής τους, αυτοί ταξίδεψαν στο Παγκόσμιο Κύπελλο...
Του Αλέξη Σπυρόπουλου. Από το web site της εφημερίδας ΕΞΕΔΡΑ ΤΩΝ ΣΠΟΡ