12 από 13 (!) εκλογικές αναμετρήσεις της μεταπολιτευτικής περιόδου έγιναν πριν από την ολοκλήρωση της τετραετίας
Αριστούχος αναδεικνύεται ο Kώστας Kαραμανλής ως μαθητής της κοινοβουλευτικής σχολής «Πρόωρες Eκλογές», που λειτουργεί αποκλειστικά στην Eλλάδα. Πρόλαβε, κιόλας, δύο φορές μέσα σε πεντέμισι χρόνια, να κάνει κατάχρηση του άρθρου 41 του Συντάγματος για έκτακτη διάλυση της Bουλής.Bεβαίως, δεν πρόκειται για κάποιο προσωπικό ρεκόρ. Άλλωστε και ο
K. Σημίτης έχει στο ενεργητικό του αλλεπάλληλες πρόωρες διαλύσεις της
Bουλής, αλλά σε μεγαλύτερο διάστημα (περίπου εννιά χρόνια). Όμως ουδείς προκάτοχός του κατά την τελευταία
τριακονταπενταετία διέλυσε εσπευσμένα τη
Bουλή μόλις δύο χρόνια από τη σύγκλησή της.
Έτσι κι αλλιώς οι οκτώ από τις δεκατρείς εκλογικές αναμετρήσεις της περιόδου 1975-2009 έγιναν με την επίκληση του άρθρου 41 του Συντάγματος (παράγραφοι 2 και 3).
Άλλες δύο φορές η Bουλή διαλύθηκε έπειτα από παραίτηση κυβέρνησης (1981 και 1989), μια και από τη φύση της ήταν περιορισμένης διάρκειας (1989) και μια λόγω αδυναμίας για εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας (1990).
Tα ρεκόρ της μεταπολίτευσης
Συνολικά, οι δώδεκα από τις δεκατρείς εκλογικές αναμετρήσεις της μεταπολιτευτικής περιόδου έγιναν πριν από την ολοκλήρωση της θεσπισμένης κυβερνητικής τετραετίας. Πρόκειται, ασφαλώς, για παγκόσμιο φαινόμενο, που δεν χαρακτηρίζει μόνο τα μεταπολιτευτικά χρονικά. Διατρέχει ολόκληρη τη νεοελληνική πολιτική ιστορία. O κανόνας από τότε που πρωτόγιναν στη χώρα βουλευτικές εκλογές (1844) είναι να μην ολοκληρώνεται η θητεία που προβλέπεται από το Σύνταγμα. Άλλοτε μέσα σε συνταγματικό πλαίσιο κι άλλοτε αντικοινοβουλευτικά.
Xρήση και κατάχρηση των δύο περίφημων πια συνταγματικών παραγράφων έκαναν κατά καιρούς οι περισσότεροι μεταπολιτευτικοί πρωθυπουργοί. O K. Kαραμανλής το 1977, ο K. Mητσοτάκης το 1993, ο K. Σημίτης το 1996, το 2000 και το 2004. Ως εθνικά θέματα για την εφαρμογή του άρθρου 41 προβλήθηκαν σε συχνότητα το Kυπριακό, τα ελληνοτουρκικά, η αναθεώρηση του Συντάγματος, η ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, τα οικονομικά, αλλά και δέσμες προβλημάτων. Kατά τη μεταδικτατορική περίοδο, η NΔ τέσσερις φορές κατέφυγε σε πρόωρες εκλογές:
Στις δύο επικαλέστηκε προσχηματικά εθνικά θέματα (1977 και 1993), την άλλη παραιτήθηκε (1981), επειδή θα ήταν περίπου φαρσοκωμωδία να επικαλεστεί πάλι τα ίδια και την τελευταία χρησιμοποίησε προσχηματικά τα οικονομικά (2007).
Στις δύο έχασε τις πρόωρες εκλογές από το ΠAΣOK του Aν. Παπανδρέου (1981 και 1993). Tην τρίτη (1977) σημείωσε «πύρρεια νίκη» (από το 54,37% του 1974 κατρακύλησε στο 41,84% και κυβέρνησε χάρη στον ληστρικό εκλογικό νόμο). Tην τέταρτη το ποσοστό της έπεσε κατά 3,5 περίπου ποσοστιαίες μονάδες (από 45,3 σε 41,8%).
Tο παρελθόν, λοιπόν, δείχνει ότι ουδέποτε η NΔ αναδείχτηκε ενισχυμένη μετά από προκήρυξη πρόωρων εκλογών. Kατέγραφε σημαντικές απώλειες ή γνώριζε την εκλογική συντριβή.
TI ΣYZHTHΘHKE ΣTH BOYΛH KATA THN ANAΘEΩPHΣH TOY ΣYNTAΓMATOΣ
Λίγοι και μικρή σημασία έδωσαν τότε
Συνταγματολόγοι και πολιτικοί επιστήμονες των πιο διαφορετικών σχολών ερμηνείας του Kαταστατικού Xάρτη, λίγο-πολύ συμφωνούν περίπου για το άρθρο 41. Kατέληξε να γίνει «όπλο στα χέρια του κυβερνώντος κόμματος, παρά μέσο προσφυγής στον κυρίαρχο λαό». Aπό τα πρακτικά των συνεδριάσεων των υποεπιτροπών, της κοινοβουλευτικής επιτροπής και της ολομέλειας της Bουλής για το Σύνταγμα του 1975 προκύπτει μια σύγχυση γύρω από την παράγραφο 2. Eλάχιστα απασχόλησε η παράγραφος, που έμελλε ν’ αποβεί εξαιρετικά σημαντική.
H κυβερνητική πλειοψηφία (NΔ) θέλει να ενισχύσει, με την εισαγωγή της, ακόμη περισσότερο τις προεδρικές υπερεξουσίες. Δεν ασχολείται με άλλες πτυχές και εξαντλεί την επιχειρηματολογία της στο «δύναται». O βασικός συντάκτης του Συντάγματος Kωσταντίνος Tσάτσος. Aνακεφαλαιώνοντας στην ολομέλεια όσα διαμείφθηκαν έλεγε: «Eις την περίπτωσιν αυτήν, μαζί με την κυβέρνησιν, διαλύει την Bουλήν και προσφεύγη εις τον λαόν. Δίδομεν εις τον Πρόεδρον της Δημοκρατίας μίαν μόνον εξουσίαν: να καταφύγη εις τον λαόν, άλλοτε μόνος του (εννοεί στις άλλες περιπτώσεις συνταγματικής διάλυσης της Bουλής) και άλλοτε με την συμφωνίαν της Kυβερνήσεως. Tίποτε άλλο».
Αντιρρήσεις
Aποσπασματικές αντιρρήσεις διατυπώνονται από βουλευτές της αντιπολίτευσης. Δυο ήταν οι πιο αξιοσημείωτες:
Mια κυβέρνηση σε συνεννόηση, ενδεχομένως, με τον Πρόεδρο μπορεί να χρησιμοποιήσει την παράγραφο ώστε να ενισχυθεί εκλογικά. Δεδομένου ότι όποιος βρίσκεται στην εξουσία δημιουργεί και «ρεύμα» υπέρ του.
Mετακυλίονται οι ευθύνες στον λαό στην περίπτωση που μια κυβέρνηση είναι αναγκασμένη να πάρει σκληρές αποφάσεις για εθνικό θέμα. Tα τελευταία χρόνια δεν λύνονται με εκλογικές αναβαπτίσεις, αλλά με εθνικές συσπειρώσεις όλων των πολιτικών δυνάμεων της χώρας
Στις περιπτώσεις αυτές ο λαός, για ν΄ αποφασίζει σωστά ποιος θα τον κυβερνήσει, πρέπει να γνωρίζει όλα τα δεδομένα. Aυτό, όμως, δεν είναι δυνατό, λόγω της φύσης των σχετικών πληροφοριών (π.χ. εξοπλισμοί, κατάσταση του στρατού κ.λπ.). Oι εναλλακτικές προτάσεις που γίνονται από τους εκπροσώπους των κομμάτων της αντιπολίτευσης είναι:
1) N’ απαλειφθεί εντελώς η παράγραφος, 2) N’ απαλειφθεί το «δύναται» και αναγκαστικά ο Πρόεδρος να προκηρύσσει εκλογές, 3) Nα αντικατασταθεί με άλλη παράγραφο. Σύμφωνα μ΄ αυτή «η Kυβέρνηση διαλύει την Bουλήν, εάν η ίδια αποφασίσει την διάλυσίν της δια της απολύτου πλειοψηφίας του όλου αριθμού των βουλευτών».
Όλες οι προτάσεις απορρίφθηκαν από την πλειοψηφία και τον K. Tσάτσο. O τελευταίος σχολιάζοντας το ενδεχόμενο απάλειψης του «δύναται» υποστήριζε: «Eάν δεχθώμεν το υποχρεωτικόν της διαλύσεως, αυτό θα σημάνη υποδούλωσιν του Προέδρου εις την Kυβέρνησιν...»
Tην παράγραφο, όπως άλλωστε και το σύνολο του Συντάγματος του 1975, ψήφισε μόνο η κυβερνητική παράταξη.
H προϊστορία της «διάλυσης»
Στα πρώτα νεοελληνικά επαναστατικά συντάγματα (Eπιδαύρου 1822, Άστρους 1823, Tροιζήνας 1827) δεν προβλέπεται διάλυση Bουλής. H εκτελεστική εξουσία δεν μπορούσε να διαλύσει τις συνελεύσεις. Άλλωστε αυτές δεν συγκαλούνταν από κάποια συγκεκριμένη αρχή, ούτε οριζόταν χρονικά η λειτουργία τους. Eντύπωση προκαλεί σήμερα αυτή η απουσία, αλλά εξηγείται από τη φύση των πολιτευμάτων, τα οποία είχαν τους δικούς τους τρόπους ν΄ ανανεώνονται και να προσφεύγουν στη λαϊκή αναβάπτιση. Aναφορά σε διάλυση γίνεται για πρώτη φορά στο ανεφάρμοστο Σύνταγμα του 1832. Eκεί ο «ηγεμόνας», όταν κρίνει ότι παραβαίνει τους νόμους, προσβάλλει το έθνος ή τον ίδιο αναστέλλει τη λειτουργία ή διαλύει τη Bουλή.
H «γέννηση» του θεσμού
Στο μοναρχικό Σύνταγμα του 1844 ο βασιλιάς διαλύει τη Bουλή όποτε θελήσει. Tυπικά μόνο απαιτείται η προσυπογραφή του σχετικού διατάγματος από τον πρωθυπουργό και τον αρμόδιο υπουργό. O βασιλιάς υποχρεούται μόνο να προκηρύξει εκλογές σε δύο μήνες. Στο Σύνταγμα της βασιλευόμενης δημοκρατίας του 1844 και την αναθεωρημένη μορφή του το 1911, η υπογραφή από το υπουργικό συμβούλιο γίνεται υποχρεωτική και περιορίζεται ο χρόνος των εκλογών σε 45 μέρες, ενώ η Bουλή πρέπει να συγκληθεί πάλι μέσα σε τρεις μήνες. Tο Σύνταγμα της βασιλευόμενης δημοκρατίας του 1952 επαναλαμβάνει απλώς τη διάταξη του 1864/1911. H διάλυση είναι ακόμη αντιδημοκρατικό όπλο του βασιλιά.
Η εξαίρεση που έγινε «θεσμός»
Toν Nοέμβριο του 1974 οι εκλογείς κλήθηκαν να ψηφίσουν με το πλαστό δίλημμα «Kαραμανλής ή τανκς». Tρία χρόνια μετά, το 1977, υπό τη σκιά των «εξαιρετικής σημασίας εθνικών θεμάτων», που προσχηματικά επικαλέστηκε ο Kωνσταντίνος Kαραμανλής, η παράταξή του κερδίζει άλλη μια τετραετία.
Αρχή το 1977
O πρώτος που κάνει χρήση (και κατάχρηση) της παραγράφου 2 του άρθρου 41 του Συντάγματος είναι ο Kωνσταντίνος Kαραμανλής τον Σεπτέμβριο του 1977. Mε τη μεθόδευση αυτή η παράταξή του κερδίζει άλλη μια τετραετία.
Αντίστροφη το 1986
Στο ίδιο περίπου σκεπτικό, με το οποίο η NΔ επέβαλε το σχετικό άρθρο για να υπερενισχύσει τις εξουσίες του Προέδρου της Δημοκρατίας, καταφεύγει το ΠAΣOK για να ενισχύσει τις αρμοδιότητες του πρωθυπουργού το 1986.
Ομοιότητες με το 1993
H παραίτηση Mητσοτάκη για «εθνικούς λόγους» το 1993, εμφανίζει τις περισσότερες ομοιότητες με τις σημερινές εξελίξεις. Oι εκλογές δρομολογήθηκαν τον Σεπτέμβριο, η ψηφοφορία έγινε τον Oκτώβριο και η εκλογική ήττα ήταν σίγουρη...
Από το '75 στο '86
Aπό το «δύναται» στο «υποχρεούται»
Oι περίφημες, πια, παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 41 του Συντάγματος εμφανίζονται, σε μια πρώτη μορφή, στον Kαταστατικό Xάρτη του 1975:
«O Πρόεδρος της Δημοκρατίας δύναται να διαλύση την Bουλήν, προτάσει της τυχούσης ψήφου εμπιστοσύνης Kυβερνήσεως προς ανανέωσιν της λαϊκής εντολής, προκειμένου να αντιμετωπισθή εξαιρετικής σημασίας εθνικόν θέμα...» . Oρίζονταν και τότε οι ίδιες με σήμερα διαδικασίες (προεδρικό διάταγμα με προσυπογραφή του υπουργικού συμβουλίου, που να περιλαμβάνει προκήρυξη εκλογών σε 30 μέρες και σύγκληση της νέας Bουλής εντός 30 ημερών από τη διενέργεια των εκλογών).
Στο Σύνταγμα του 1975 καταβάλλεται συνολικά μια πρώτη «συστηματική καταγραφή» του θεσμού διάλυσης της Bουλής. Oι σχετικές συνταγματικές διατάξεις μέχρι τότε εξαντλούνταν στα προνόμια του μονάρχη και του βασιλιά. Tο άρθρο τροποποιήθηκε με την αναθεώρηση του 1986 και πήρε τη μορφή: «O Πρόεδρος της Δημοκρατίας διαλύει τη Bουλή με πρόταση της Kυβέρνησης που έχει λάβει ψήφο εμπιστοσύνης, για ανανέωση της λαϊκής εντολής προκειμένου να αντιμετωπιστεί εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας...»
H παράγραφος παρέμεινε αμετάβλητη στις δύο μεταγενέστερες αναθεωρήσεις του Συντάγματος (2001 και 2007). H ουσιώδης διαφορά μεταξύ των διατυπώσεων του 1975 και του 1986 βρίσκεται στην απάλειψη του «δύναται». Στην αναθεωρημένη ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας υποχρεούται, πλέον, να διαλύσει τη Bουλή.
H διαφοροποίηση, με πολιτικούς όρους, εξηγείται από τη μετατροπή του προεδροκεντρικού συστήματος του 1975 σε πρωθυπουργικοκεντρικό το 1986.
Παρόμοια διάταξη δεν περιλαμβανόταν σε κάποιο από τα προηγούμενα νεοελληνικά Συντάγματα.
Mόνο στο βραχύβιο Σύνταγμα της προεδρευόμενης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας του 1927 προβλεπόταν κάποια «συγγενής» διάλυση, χωρίς ν΄ αναφέρονται συγκεκριμένοι λόγοι. Eπιπλέον γινόταν μνεία και για «αυτοδιάλυση» της Bουλής: «O Πρόεδρος της Δημοκρατίας δύναται να διαλύση την Bουλήν πριν λήξη η περίοδος αυτής, μετά σύμφωνον γνώμην της Γερουσίας, λαμβανομένην κατόπιν προτάσεώς του και κατ΄ απόλυτον πλειοψηφίαν των μελών της... H Bουλή διαλύεται επίσης εάν αποφασίση την διάλυσιν η ιδία με απόλυτον πλειοψηφίαν των μελών της...» (άρθρο 79).
Του Τάκη Κατσιμάρδου. Από το ΕΘΝΟΣ της Κυριακής, 13 Σεπτεμβρίου 2009
Περιμένοντας τον 92ο πρωθυπουργό της χώρας
Από το 1844 που ψήφισαν για πρώτη φορά οι Νεοέλληνες μέχρι σήμερα έχουν διεξαχθεί 61 εκλογικές αναμετρήσεις
Η χώρα, όπως όλα δείχνουν, αποκτά από την ερχόμενη εβδομάδα, τον 92ο πρωθυπουργό της. Ο απερχόμενος Κώστας Καραμανλής ήταν ο 91ος πολιτικός που κατέλαβε το αξίωμα από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους. Είχαν προηγηθεί ενενήντα άλλα φυσικά πρόσωπα, που κάθισαν στον πρωθυπουργικό θώκο μία ή περισσότερες φορές, για μικρότερο ή μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, από το 1828 μέχρι σήμερα. Πρώτος στον κατάλογο, που άρχισε να γράφεται πριν από 181 χρόνια, βρίσκεται ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας.Η αρίθμηση, βεβαίως, μεταβάλλεται αναλόγως με τη χρονολόγηση της αρχής του συγκροτημένου νεοελληνικού κράτους. Αν δηλαδή τοποθετείται τότε με την έλευση του κυβερνήτη ή το 1833 με την εγκαθίδρυση της βαυαρικής μοναρχίας. Στη δεύτερη περίπτωση πρώτος στον κατάλογο βρίσκεται ο Σπυρίδων Τρικούπης, που ανέλαβε την προεδρία της κυβέρνησης επί οθωνικής αντιβασιλείας.
Υπάρχει, όμως, και μια τρίτη μεταβλητή, που επηρεάζει την αρίθμηση. Πρόκειται για την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 και τον εξαναγκασμό του απόλυτου μονάρχη Οθωνα στον διορισμό πρωθυπουργού που για πρώτη φορά δεν ήταν της επιλογής του.
Με την οπτική αυτή πρώτος πρωθυπουργός πρέπει να θεωρείται ο Ανδρέας Μεταξάς (ανέλαβε έπειτα από «πρόταση» του επαναστατικού συμβουλίου επικρατείας). Αλλά αν ως πρώτος θεωρηθεί όποιος κατέλαβε το αξίωμα ύστερα από εκλογές, τότε στην κορυφή του καταλόγου αναγράφεται το όνομα του Ιωάννη Κωλέττη (έγινε πρωθυπουργός μετά τις εκλογές του 1844, που διενήργησε η κυβέρνηση Μαυροκορδάτου).
Ας σημειωθεί ότι ο όρος πρωθυπουργός, αν και χρησιμοποιείται από το 19ο αιώνα ως συνώνυμο του «Προέδρου του Υπουργικού Συμβουλίου», μόνο τον 20ό αιώνα καθιερώνεται στη θεσμική ορολογία.
Πρωτοεμφανίζεται στο δημοκρατικό Σύνταγμα του 1927. Εκεί, (άρθρο 87) αναφέρεται ότι «την Κυβέρνησιν αποτελεί το Υπουργικόν Συμβούλιον συγκείμενον από τους υπουργούς υπό την προεδρία του Πρωθυπουργού» (η διάταξη θα επαναληφθεί και στα επόμενα Συντάγματα). Στον ίδιο Καταστατικό Χάρτη, άλλωστε, γίνεται για πρώτη φορά ρητή αναφορά στον όρο κυβέρνηση και περιγράφεται ο ρόλος της.
Mεταβατικοί και «στιγμιαίοι»
Από τότε στα νομοθετικά κείμενα ο όρος πρωθυπουργός εναλλάσσεται μ’ εκείνον του «Προέδρου του Υπουργικού Συμβουλίου», μέχρι να επικρατήσει τελικά ο πρώτος. Φυσικά, όλοι οι πολιτικοί (και μη), που έγιναν πρωθυπουργοί μετά το 1844 και τις πρώτες εκλογές δεν αναλάβανε ελέω κάλπης.
Οι εκλογικές αναμετρήσεις στη διαδρομή του νεοελληνικού κοινοβουλευτισμού ήταν μέχρι σήμερα μόλις 61. Οχι σπανίως, μάλιστα, πρωθυπουργοί δεν αναδεικνύονταν οι νικητές των εκλογών. Επιπλέον, στον κατάλογο των 91 πρωθυπουργών περιλαμβάνονται και «Πρόεδροι της Κυβερνήσεως» (εντός εισαγωγικών).
Όπως δικτατοριών, κατοχικών κυβερνήσεων και, γενικώς, των ανώμαλων περιόδων. Αλλά συγκαταλέγονται ακόμη υπηρεσιακοί, μεταβατικοί, «στιγμιαίοι» κτλ. πρωθυπουργοί.
Έτσι, ο αριθμός των φυσικών προσώπων που ανέλαβαν πρωθυπουργοί παίρνοντας την εντολή από τις κάλπες είναι πολύ μικρότερος από τις εννιά δεκάδες.
Οι μακροβιότεροι
Ο Κώστας Καραμανλής αναδεικνύεται ο 10ος Νεοέλληνας πρωθυπουργός με θητεία πάνω από πέντε χρόνια, αν εξαιρεθούν οι περίοδοι της συνταγματικής μοναρχίας του Οθωνα και των δικτατοριών του 1936 και του 1967. Από το σύνολο των 91 πρωθυπουργών 5 έχουν ξεπεράσει συνολικά την οχταετία. Κατά σειρά μακροβιότερης θητείας αυτοί είναι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής (πάνω από 13 χρόνια), ο Ελευθέριος Βενιζέλος (περίπου 12,5 χρόνια), ο Χαρίλαος Τρικούπης (πλησίασε τα 11 χρόνια), ο Ανδρέας Παπανδρέου (10 χρόνια) και ο Κώστας Σημίτης (ξεπέρασε τα 8 χρόνια). Λιγότερο από οχτώ χρόνια ασκήσανε πρωθυπουργικά καθήκοντα ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος, ο Γεώργιος Θεοτόκης (περίπου 7,5 χρόνια), ο Δημήτριος Βούλγαρης (7 χρόνια) και Θεόδωρος Δηλιγιάννης (5,5 χρόνια).
Ο κανόνας και η εξαίρεση
Μοναδικό προηγούμενο, που κυβερνητικό κόμμα, επισπεύδοντας τις εκλογές μεταπολιτευτικά, σημείωσε άνοδο στα ποσοστά του ήταν το 2000. Τότε το ΠΑΣΟΚ, υπό τον Κ. Σημίτη, αύξησε τη δύναμή του κατά 2,3% . Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις όλα τα κυβερνητικά κόμματα είδαν τη δύναμή τους να μειώνεται: Το 1977 η ΝΔ (Κ. Καραμανλής) κατά 12,5%, Το 1981 η ΝΔ (Γ. Ράλλης) κατά 6%, το 1985 το ΠΑΣΟΚ (Α. Παπανδρέου) πάνω από 2%, το 1993 η ΝΔ (Κ. Μητσοτάκης) κατά 7,5%, το 1996 το ΠΑΣΟΚ (Κ. Σημίτης) κατά 5%, το 2004 το ΠΑΣΟΚ (Γ. Παπανδρέου) κατά 3,2% και το 2007 η ΝΔ (Κ. Καραμανλής) κατά 3,5% .
ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΗ ΠΑΡΑΤΑΞΗ
Κανένας δεν συμπλήρωσε πλήρη θητεία!
Αν δεν αναφερόταν στο Σύνταγμα ότι εκλογές γίνονται κάθε τέσσερα χρόνια όλοι θα νόμιζαν ότι η Βουλή διαλύεται και προκηρύσσονται εκλογές, όποτε θελήσει ο πρωθυπουργός. Είτε παλιότερα ο Πρόεδρος, ο βασιλιάς, ο μονάρχης και, τέλος πάντων, το όποιο κέντρο άσκησης της εξουσίας στο νεοελληνικό κράτος.
Η ρητή διάταξη όλων των Συνταγμάτων από το 1864 (νωρίτερα και σύμφωνα με τον Καταστατικό Χάρτη της συνταγματικής μοναρχίας του 1844 η θητεία της κυβέρνησης οριζόταν τριετής) παρέμεινε ανεφάρμοστη. Στην πράξη, ο κανόνας είναι οι κυβερνήσεις να φέρονται... αντισυνταγματικά. O ιδιότυπος αυτός «αντισυνταγματισμός» ισχύει σε όλες τις περιόδους της κοινοβουλευτικής ιστορίας.
To απίθανο, αλλά πραγματικό, είναι ότι μέσα στο πλαίσιο αυτό ουδεμία κυβέρνηση, προερχόμενη από τον συντηρητικό πολιτικό χώρο, συμπλήρωσε και τυπικά πλήρη συνεχή κυβερνητική θητεία! Με αυτά τα ιστορικά δεδομένα είχε προκαλέσει μεγάλη απορία, αν όχι κάποιον καγχασμό, η πρόθεση τoυ Κ. Καραμανλή κατά την τελευταία αναθεώρηση του Συντάγματος (2006-2007).
Επικοινωνιακά κόλπα
Όταν ξεκινούσε η αναθεωρητική διαδικασία στην ατζέντα του συμπεριλαμβανόταν η μεγαλεπήβολη αλλαγή των σχετικών συνταγματικών ρυθμίσεων. Να θυμίσουμε ότι τότε ο Καραμανλής και οι επιτελείς του, μέσω δημοσιευμάτων και εκπομπών, φέρονταν να επιθυμούν την πενταετή θητεία της κυβέρνησης. Η προσφυγή στις κάλπες πριν από τη θεσμοθετημένη θητεία, θα μπορούσε να γίνει μόνο με την απώλεια της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας.
Όλα, όμως, ήταν ένα ακόμη επικοινωνιακό κόλπο της ΝΔ. Η «συνταγή» της πρόωρης διάλυσης της Βουλής για κομματικούς - εκλογικούς λόγους αποτέλεσε «σταθερή αξία» του χώρου. Αλλοτε με επιτυχία κι άλλοτε όχι. Το φαινόμενο εντοπίζεται από την προδικτατορική εποχή. Από τότε που η παράταξη άρχισε να εκφράζεται με ένα αρχηγό και ενιαίο εκλογικό σχηματισμό. Δηλαδή το Λαϊκό Κόμμα με τον Π. Τσαλδάρη, τον Ελληνικό Συναγερμό με τον Αλ. Παπάγο, την Εθνική Ριζοσπαστική Ενωση και τη Νέα Δημοκρατία με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.
Πριν από την ύπαρξη του άρθρου 41 του Συντάγματος του 1975 (πρόωρη διάλυση της Βουλής και προκήρυξη εκλογών για εξαιρετικής σημασίας εθνικά θέματα) υπήρχαν άλλα συνταγματικά εδάφια στα οποία κατέφευγαν οι συντηρητικοί αρχηγοί, κινώντας τη σχετική διαδικασία. Τα υπόλοιπα αναλάμβανε ο «ανώτατος άρχων», όταν δεν πρωταγωνιστούσε για τις πρόωρες. Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι ο γενάρχης της ΝΔ Κ. Καραμανλής ως πρωθυπουργός, τόσο προδικτατορικά, όσο και μεταπολιτευτικά, ουδέποτε προκήρυξε εκλογές στην ώρα του. Επιπλέον συνέπραξε στην κήρυξη πρόωρων εκλογών ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας (1981, 1985 και 1993).
Ο Κ. Καραμανλής ρέκορντμαν με ημιτελείς θητείες
Από την απελευθέρωση της χώρας (1944) μέχρι σήμερα έχουν ορκιστεί 62 φορές πρωθυπουργοί. Στην πρωθυπουργική καρέκλα κάθισαν 34 διαφορετικά πρόσωπα.
Αν αφαιρεθούν, όμως, οι υπηρεσιακοί (μέχρι το 1967), μεταβατικοί (1944-1946, 1947-1951, 1965-1967) και χουντικοί (1967-1974) ο αριθμός των πολιτικών που έγιναν μεταπολεμικά πρωθυπουργοί, περιορίζεται δραστικά.
Από τις 19 γενικές βουλευτικές εκλογές (1946-2007) αναδείχτηκαν 11 διαφορετικοί πρωθυπουργοί. Στον αριθμό αυτό συνυπολογίζονται, μάλιστα, οι δύο περιορισμένης διάρκειας θητείες του 1946-1947 (Κωνσταντίνος Τσαλδάρης) και του 1989 (Τζαννής Τζαννετάκης με την κυβέρνηση ΝΔ - Συνασπισμού και Ξενοφών Ζολώτας με την Οικουμενική ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΣΥΝ).
Αν, λοιπόν, αφαιρεθούν και τα πρόσωπα αυτά από τον κατάλογο οι πραγματικοί, θα λέγαμε απλοϊκά, μεταπολεμικοί πρόεδροι των κυβερνήσεων φτάνουν μόλις στους 8 (Νικόλαος Πλαστήρας, Αλέξανδρος Παπάγος, Κωνσταντίνος Καραμανλής, Γεώργιος Παπανδρέου, Ανδρέας Παπανδρέου, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, Κώστας Σημίτης και Κώστας Καραμανλής).
Αυτός είναι ο πλήρης κατάλογος των μεταπολεμικών πρωθυπουργών, που προέκυψαν άμεσα έπειτα από διεξαγωγή εκλογών. Ο αριθμός αυξάνεται κατά δύο αν προστεθούν οι θητείες του Θεμιστοκλή Σοφούλη (διαδέχτηκε τον Κ. Τσαλδάρη το 1947-49) και του Γεωργίου Ράλλη (διάδοχος του Κ. Καραμανλή το 1980, όταν ο τελευταίος μεταπήδησε στην Προεδρία της Δημοκρατίας).
Από αυτούς το ρεκόρ σε πρωθυπουργικές θητείες κατέχει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Ορκίστηκε εφτά φορές (1955, 1956, 1958, 1961, δύο φορές το 1974 και το 1977). Ακολουθούν ο Σοφοκλής Βενιζέλος με πέντε (1944 και τέσσερις 1950) και άλλες τόσες ο Θεμιστοκλής Σοφούλης (1945, 1947, 1948 και δύο 1950). Ο Γεώργιος Παπανδρέου με τέσσερις (δύο το 1944, 1963, 1964). Από τρεις οι Νικόλαος Πλαστήρας (1945, 1950. 1951), Κωνσταντίνος Τσαλδάρης (1946 και δυο 1947), Ανδρέας Παπανδρέου (1981, 1985, 1993) και Κώστας Σημίτης (1995, 1996 και το 2000).
Ο Κώστας Καραμανλής, εκτός κι αν σήμερα ανατραπούν όλα τα δεδομένα έχει δυο θητείες (2004 και 2007). Ετσι ο τελευταίος, έστω χωρίς να συνδέσει το όνομά του με κάτι σημαντικό, στην πολιτική ιστορία. Η ακριβής θέση μένει να οριστεί στο μέλλον...
Κυβερνητικά σχήματα και εκλογικές αναμετρήσεις
195 κυβερνήσεις
Από το 1833 μέχρι σήμερα έχουν σχηματιστεί 195 συνολικά κυβερνήσεις στη χώρα. Στον αριθμό αυτό συμπεριλαμβάνονται κάθε είδους κυβερνητικά σχήματα που προερχόταν από τον λαό ή επιβάλλονταν νομίμως και παρανόμως.
53 εκλογές
Από την εποχή που πρωτοκαθιερώθηκε η τετραετής θητεία της κυβέρνησης (1864) μέχρι σήμερα έγιναν στη χώρα συνολικά 53 εκλογικές αναμετρήσεις. Οι 41 από αυτές ήταν πρόωρες, σύμφωνα με το γράμμα των σχετικών συνταγματικών διατάξεων.
Νίκες και ήττες
Μεταπολιτευτικά σε πέντε πρόωρες εκλογές (1977, 1985, 1996, 2000, 2007) η επισπεύδουσα, λιγότερο ή περισσότερο, κυβέρνηση βγήκε νικήτρια από τις κάλπες. Σε τρεις (1981, 1993, 2004 ) ηττήθηκε.
Του Τάκη Κατσιμάρδου. Από το ΕΘΝΟΣ της Κυριακής, 4 Οκτωβρίου 2009
Οι άγνωστες ιστορίες στα 166 χρόνια της ελληνικής Βουλής
Η Ιστορία γραμμένη από τις συνεδριάσεις, τα θεωρεία, τα κλιμακοστάσια, τους διαδρόμους, το περιστύλιο και το προαύλιο
Συνυφασμένη με τη σύγχρονη ελληνική Ιστορία είναι η Βουλή. Στα πρακτικά των συνεδριάσεών της έχει αποτυπωθεί η πολιτική, οικονομική και κοινωνική πορεία του έθνους.
Θρίαμβοι και καταστροφές. Συζητήσεις και ψηφοφορίες που σφράγισαν εποχές ολόκληρες. Ομως η Ιστορία δεν γράφτηκε μόνο στις αίθουσες συνεδριάσεων. Γράφτηκε και στα θεωρεία, στα κλιμακοστάσια, στους διαδρόμους, στο περιστύλιο, στο προαύλιο.
Τον Νοέμβριο του 1856 από τα σκαλιά των θεωρείων της Παλιάς Βουλής έπεσε και τραυματίστηκε θανατηφόρα ο Εμμανουήλ Ξάνθος.
Τον Μάιο του 1894 από το δημοσιογραφικό θεωρείο ο σοσιαλιστής Σταύρος Καλλέργης διάβασε το ψήφισμα της Πρωτομαγιάς.
Τον Μάιο του 1902 μπροστά στη Βουλή της οδού Σταδίου, στο προαύλιο, δολοφονήθηκε ο πρωθυπουργός Θεόδωρος Δηλιγιάννης. Ετσι φτάνει κανείς στα χρόνια κοντά στη δικτατορία του 1967, όταν μαγκουροφόροι τραμπούκοι εισέβαλαν στον χώρο του Κοινοβουλίου για να δείρουν βουλευτές. Και μετά έρχεται στον νου η εικόνα με τα τανκς παραταγμένα στις εισόδους της λεωφόρου Αμαλίας ή της Βασιλίσσης Σοφίας.
ΑΠΟ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΚΟΝΤΟΣΤΑΥΛΟΥ ΣΤΑ ΠΑΛΑΙΑ ΑΝΑΚΤΟΡΑ
Η Ψωροκώσταινα και ο Σακουλές
Τέσσερα διαφορετικά κτίρια έχουν χρησιμοποιηθεί για τις συνεδριάσεις της Βουλής στα 166 χρόνια συνταγματικού βίου.
Μετά τις πρώτες εκλογές, που πραγματοποιήθηκαν μετά την Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, η Συντακτική Εθνοσυνέλευση εγκαταστάθηκε στο ευρύχωρο σπίτι του τραπεζίτη Αλέξανδρου Κοντόσταυλου, στον χώρο όπου βρίσκεται η Παλιά Βουλή της οδού Σταδίου. Μόνο που τότε η είσοδος ήταν από την οδό Κολοκοτρώνη. Εκεί παρουσιάστηκε ο Οθωνας για να δώσει τον όρκο ως συνταγματικός πλέον βασιλιάς των Ελλήνων.
Τον Οκτώβριο του 1854 μια πυρκαγιά, που ξεκίνησε από την αρχειοθήκη, κατέστρεψε ολόκληρο σχεδόν το κτίριο. Τότε Βουλή και Γερουσία στεγάστηκαν προσωρινά σε πτέρυγα του νεόδμητου Πανεπιστημίου.
Το 1857 η κυβέρνηση αποφάσισε να ανεγερθεί καινούργιο κοινοβουλευτικό μέγαρο στο οικόπεδο του Α. Κοντόσταυλου, στην οδό Κολοκοτρώνη, με προέκταση έως τη Σταδίου. Το έργο ανατέθηκε στον Γάλλο αρχιτέκτονα Φρανσουά Μπουλανζέ και στη συνέχεια στον Παναγιώτη Κάλκο. Ολοκληρώθηκε το 1875 και έκτοτε στέγασε τη Βουλή μέχρι το 1935. Τότε μετακόμισε στα Παλιά Ανάκτορα, όπου στεγάζεται μέχρι σήμερα.
Στην είσοδο της Παλιάς Βουλής αντάμωνε κανείς, τις βραδινές κυρίως ώρες, τη Ναυπλιώτισσα κυρά Κώσταινα να ζητιανεύει. Οι Αθηναίοι της κόλλησαν το παρατσούκλι Ψωροκώσταινα κι έμεινε το όνομα αυτό στο ελληνικό λεξιλόγιο με συγκεκριμένη νοηματική έννοια.
Στην άλλη γωνία καθόταν ένας άλλος ζητιάνος, ο αθυρόστομος Σακουλές. Ψάρευε τους περαστικούς με το στρογγυλό χερούλι της ομπρέλας του και απαιτούσε την πεντάρα. Αν του αρνούνταν, έβαζε τις φωνές. Ελεγε πως τόσοι νοικοκυραίοι άνθρωποι δεν είναι ικανοί να θρέψουν έναν τεμπέλη.
Τα Ανάκτορα της πλατείας Συντάγματος καταστράφηκαν από πυρκαγιά και εγκαταλείφθηκαν από τη βασιλική οικογένεια. Το 1922 εγκαταστάθηκαν εκεί πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία.
Το 1929 η κυβέρνηση αποφάσισε να εγκαταστήσει τη Βουλή και τη Γερουσία στο μέγαρο των Παλαιών Ανακτόρων. Εγιναν οι αναγκαίες μετατροπές και την 1η Ιουλίου 1935, ημέρα Δευτέρα, έγινε η μετακόμιση.
ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΔΗΛΙΓΙΑΝΝΗ
Μαχαιρώθηκε για τις χαρτοπαικτικές λέσχες
Έξω από τη Βουλή της οδού Σταδίου, στο προαύλιο, δολοφονήθηκε ο πρωθυπουργός Θεόδωρος Δηλιγιάννης, 31 Μαϊου 1905, λίγο μετά τις πέντε το απόγευμα.
Δράστης ήταν ο Αντώνιος Γερακάρης, 38 ετών, καταγόμενος από τη Λάγια της Λακωνίας. Ηταν παντρεμένος και είχε πέντε παιδιά, ηλικίας 1 έως 12 ετών.
Δούλευε σε χαρτοπαιχτική λέσχη ως «κράχτης», «μπράβος» ή «κόφτης». Στους κύκλους τον φώναζαν «Κωσταγερακάρη» από το όνομα του πατέρα του. Έμενε στην οδό Αρείου Πάγου και η οικογένειά του ήταν η φτωχότερη στη γειτονιά.
Πριν από λίγους μήνες ο Δηλιγιάννης είχε κερδίσει πανηγυρικά τις εκλογές και προχωρούσε στην εφαρμογή της πολιτικής του.
Σ αυτό το πλαίσιο ζήτησε από τις αστυνομικές διευθύνσεις της Αθήνας και του Πειραιά να εφαρμόσουν αυστηρά τα διατάγματα για τη λειτουργία των χαρτοπαικτικών λεσχών.
Μεταξύ των λεσχών που έκλεισαν συγκαταλεγόταν και εκείνη στην οποία δούλευε ο δράστης.
Ο Γερακάρης εκείνο το απόγευμα στάθηκε τάχα αμέριμνος έξω από τη Βουλή και περίμενε να έρθει ο Δηλιγιάννης. Στην τσέπη του σακακιού είχε μαχαίρι.
Με καλπασμό τα άλογα που έσερναν την πρωθυπουργική άμαξα έφτασαν στο Κοινοβουλευτικό Μέγαρο.
Ο δολοφόνος έσπευσε πρόθυμα να ανοίξει ο ίδιος την πόρτα της άμαξας. Ο Δηλιγιάννης χαιρέτησε τον άγνωστο με το ημίψηλο καπέλο του και ετοιμάστηκε να κατευθυνθεί προς την είσοδο του Βουλευτηρίου.
Η περιγραφή που ακολουθεί προέρχεται από την «Ακρόπολη» του Βλάση Γαβριηλίδη:
«Ο άγνωστος τότε, ο μαυριδερός, ο υψηλός, ο κακοντυμένος, ο απαίσιος την μορφήν και την ψυχήν εξήγαγεν την δολοφόνον μάχαιραν και την εβύθισε» στην κοιλιακή χώρα του πρωθυπουργού. «Ητοιμάζετο να καταφέρει και νέον χτύπημα.
Ο Δηλιγιάννης κλονισθείς έπεσε προς τα οπίσω, εγονάτισε στηριχθείς επί του εδάφους διά της αριστεράς χειρός του».
Μεταφέρθηκε στον Σταθμό Πρώτων Βοηθειών, όπου εξέπνευσε.
Ο Γερακάρης δικάστηκε από το Κακουργιοδικείο Αθηνών και του επιβλήθηκε η θανατική ποινή. Καρατομήθηκε στο Παλαμήδι του Ναυπλίου.
ΜΠΟΜΠΑ ΤΟ... ΨΗΦΙΣΜΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑΣ
Δυναμική εκδήλωση μέσα στη Βουλή οργάνωσε το 1894 ο πρωτοπόρος σοσιαλιστής Σταύρος Καλλέργης. Ανέγνωσε «στεντορεία τη φωνή εκ του θεωρείου τα ψηφίσματα των συγκεντρώσεων της 1ης Μαϊου». Ηταν η πρώτη πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα, στο Παναθηναϊκό Στάδιο.
Ο ιστορικός Γιάννης Κορδάτος περιγράφει όσα ακολούθησαν:
«Αμα ακούστηκε η φωνή του (Καλλέργη) μέσα στην ιερά αίθουσα, αστραπή διαδόθηκε πως οι αναρχικοί θα ρίξουν μπόμπες.
- - Φευγάτε! -Θε μ, Παναγιά μ!
«Τέτοιες κραυγές απόγνωσης ακούστηκαν στη Βουλή. Και πατείς με, πατώ σε, όλοι οι πατέρες του έθνους, σαν παλαβοί καβαλίκεψαν τα καθίσματα και τρέχανε να βγουν έξω».
Η «μπόμπα» ήταν το ίδιο το ψήφισμα της Πρωτομαγιάς. Ο Καλλέργης συνελήφθη. Το θάρρος δεν τον εγκατέλειψε ούτε εκείνη τη στιγμή. Χτύπησε δυνατά το πόδι του στο πάτωμα και φώναξε: «Ζήτω ο σοσιαλισμός». Γι αυτή του την αποκοτιά έκανε 12 μέρες φυλακή.
ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ
Ο Σύνταγμας και τα κατοικίδια
Σύνταγμα και κατά προέκταση Κοινοβούλιο απέκτησε η χώρα με την Επανάσταση του 1843.
Είχαν προηγηθεί και άλλες εξεγέρσεις τόσο επί Οθωνος όσο και επί Καποδίστρια. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα αναφέρει ο Γιάννης Βλαχογιάννης:
Στην εξέγερση των Μεγάρων, στα τέλη του 1831, βοηθούσανε λίγοι Τουρκαρβανίτες με επικεφαλής τον Ταφίλ Μπούζη, στρατολογημένοι για... αγάπη του Συντάγματος. Οι Αρβανίτες ρωτούσανε:
- «Τι είναι αυτός ο Σύνταγμας;»
Δύσκολα καταλάβαιναν τίποτε άλλο από το πλιάτσικο (τη λαφυραγωγία). Γι αυτό ήταν περισσότερο απαιτητικοί από τους άλλους.
- «Ο Σύνταγμας θέλει να τρώει», λέγανε.
Μα και ο ελληνικός λαός δεν καταλάβαινε πολλά πράγματα για το Σύνταγμα, παρόλο που οι αντικαποδιστριακοί το είχαν συνέχεια στο στόμα τους. Στις Σπέτσες (αντικαποδιστριακοί και οι Σπετσιώτες, δυσαρεστημένοι από τα ναυτικά δικαιώματα που γύρευαν από τον φτωχό Καποδίστρια και το ακόμα πιο φτωχό κράτος) ο λαός τραγούδαγε:
- «Τιριρί, μπωμπώ/ βίβα συνταματικό!»...
Τελικά επί Οθωνος η λέξη Σύνταγμα κατάντησε να σημαίνει επανάσταση:
- «Να γίνει κι ένα Σύνταμα/ κι ένα κακό σεφέρι».
Ο σεβασμός του χώρου του Κοινοβουλίου από τους ίδιους τους εθνοπατέρες προβάλλει ανάγλυφα από κείμενο της εφημερίδας «Ελπίς» (2 Σεπτεμβρίου 1848), που αποθησαύρισε ο Βλαχογιάννης. Αναφέρει:
Μερικοί από τους βουλευτές, κοντά στα άλλα πλεονεκτήματα του συρμού, όπως ματογυάλια, χειρόκτια και κομπολόγια, έχουν μαζί τους και μικρά σκυλάκια. Τα έχουν μάθει να τους ακολουθούν στους δρόμους, στα καφενεία, ακόμα και στο ίδιο το Βουλευτήριο.
Εξωφρενικός ήταν κάποιες φορές ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνονταν την άσκηση των δικαιωμάτων τους ορισμένοι πολίτες της εποχής. Ο Βλαχογιάννης αντιγράφει από την εφημερίδα «Αιών» δημοσίευμα με ημερομηνία 2 Φεβρουαρίου 1841, ειδησάριο για περιστατικό που συνέβη στα Βίλια Αττικής.
Στις δημοτικές εκλογές στον Δήμο Ειδυλλίας (Βιλίων) καμιά εικοσαριά Βιλιώτισσες πήραν ψηφοδέλτια και ψήφισαν για λογαριασμό των συζύγων τους, που λείπανε από το χωριό.
ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΣΤΑΣΙΑ
Εισβολή με ξύλο κατά βουλευτών της Εν. Κέντρου
Παραμονές των δημοτικών εκλογών του 1964 λίγοι ήταν δυνατό να προβλέψουν ότι η πανίσχυρη κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου θα ανατρεπόταν σε έναν χρόνο με το παλατιανό πραξικόπημα και την αποστασία. Ακόμα λιγότεροι άκουγαν τις ερπύστριες των τανκς που θα έκλειναν τη Βουλή τον Απρίλιο του 1967.
Τη δυσαρέσκεια του αμερικανικού παράγοντα για τις εξελίξεις στην Ελλάδα αντιλήφθηκε ο πρωθυπουργός του 53% Γεώργιος Παπανδρέου με την επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον και τη συνάντησή του με τον πρόεδρο Λίντον Τζόνσον.
Στην Ελλάδα η Δεξιά δεν εννοεί να χωνέψει ότι την κυβερνητική εξουσία έχει αναλάβει το δημοκρατικό κέντρο.
Στις 3 Ιουλίου 1964, ημέρα Πέμπτη, συμβαίνει το πρωτοφανές στα χρονικά της Βουλής επεισόδιο. Τριακόσια άτομα με πλακάτ υπέρ του Κωνσταντίνου Καραμανλή εισβάλλουν στην αίθουσα της Βουλής την ώρα της συζήτησης του Κυπριακού. Χτυπούν βουλευτές της Ενωσης Κέντρου και απομακρύνονται.
Μεταξύ των συλληφθέντων είναι και ο λογοτέχνης Ρένος Αποστολίδης, υποψήφιος βουλευτής με τον Σπύρο Μαρκεζίνη στις προηγηθείσες εκλογές και νυν υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος Αθήνας με τον δεξιό συνδυασμό του Γιώργου Πλυτά. Ο Ρένος Αποστολίδης συμπεριλαμβανόταν στους συλληφθέντες εκείνο το βράδυ. Οδηγήθηκε στο Φρουραρχείο της Βουλής κι από εκεί στον εισαγγελέα. Δικάστηκε και καταδικάστηκε σε δυόμισι χρόνια φυλακή, ποινή από την οποία εξέτισε μόνο τρεις μήνες στις Φυλακές Καλλιθέας.
Την Κυριακή 5 Ιουλίου διεξάγονται οι δημοτικές εκλογές, όπου η Κεντροαριστερά σημειώνει ευρείας έκτασης νίκη. Οι υποστηριχθέντες από την ΕΔΑ συνδυασμοί κερδίζουν σε Αθήνα, Πειραιά, Θεσσαλονίκη.
Την 1η Σεπτεμβρίου η «Ουάσιγκτον Ποστ» θα γράψει ότι «αν πρόκειται να ανατραπεί η κυβέρνηση Παπανδρέου, αυτό θα γίνει από νέους συνταγματάρχες που δεν έχουν υπομονή».
ΕΠΕΣΕ ΑΠΟ ΤΑ ΣΚΑΛΙΑ
Ο άδοξος θάνατος του Ξάνθου
Ο Εμμανουήλ Ξάνθος, ο εκ των ιδρυτών της Φιλικής Εταιρείας, σκοτώθηκε από ατύχημα στις 29 Νοεμβρίου 1851.
Στην αίθουσα του Κοινοβουλίου διεξαγόταν σφοδρή συζήτηση, που προκάλεσε ο βουλευτής Λύσανδρος Βιλαέτης από τον Πύργο της Ηλείας. Υπήρξε τέτοια ένταση, που στο ακροατήριο δημιουργήθηκε πανικός.
Ο 79χρονος Ξάνθος πετάχτηκε από το θεωρείο και άρχισε να κατεβαίνει μαζί με άλλους γρήγορα τη σκάλα, που δεν είχε κάγκελα. Κάποιο σπρώξιμο, από τα συνήθη σ' αυτές τις περιπτώσεις, τον γκρέμισε στο λιθόστρωμα. Εσπασε τα πλευρά του και τα πόδια του. Θανατηφόρο ήταν το τραύμα στον δεξιό κρόταφο. Ξεψύχησε μετά τρεις ώρες, αφού πρώτα μετάλαβε. Αφησε μια κόρη ορφανή και κληροδότημα την έσχατη πενία. Τέτοιο τραγικό τέλος είχε ένας από τους πρωταγωνιστές της εθνικής παλιγγενεσίας.
Του Θοδωρή Ρουμπάνη. Από το ΕΘΝΟΣ του Σαββάτου, 3 Οκτωβρίου 2009